Η Τσακώνικη Διάλεκτος (Τσακώνικα)
Δημοσιεύτηκε: 12 Ιούλ 2020, 10:54
Τα τσακώνικα είναι επιβίωση της αρχαίας Λακωνικής και το μοναδικό γλωσσικό ιδίωμα, από αυτά που κρατούν από τις αρχαίες Ελληνικές διαλέκτους, το οποίο έμεινε ζωντανό- δηλαδή ομιλούμενο- τουλάχιστον στον Ελλαδικό χώρο.
H σπανιότητα οφείλεται στο γεγονός ότι από τον 3ο αιώνα π.Χ. και εντεύθεν, όπως είναι γνωστό, επικράτησε στον Ελληνικό κόσμο η Αλεξανδρινή ή Ελληνιστική Κοινή, που προήλθε από την Αττική διάλεκτο και είχε υπερδιαλεκτικό χαρακτήρα. Διάδοχός της ήταν η Μεσαιωνική ελληνική (6ος –18ος αι.) που εξελίχθηκε στη σημερινή Νέα Ελληνική. Έτσι, τα τσακώνικα θεωρούνται σαν παραφθορά και εξέλιξη της αρχαίας Λακωνικής, αναμεμιγμένη με όλες τις επιρροές της ελληνικής γλώσσας κατά την εξέλιξή της μέχρι σήμερα.
H διάλεκτος ομιλείται στις περιοχές της Κυνουρίας όπου υπάρχει τσακώνικος πληθυσμός, δηλαδή στον Τυρό, τα Σαπουνακαίϊκα, τα Μέλανα, τον ΄Αγιο Ανδρέα, την Πραματευτή, τη Βασκίνα, το Λιβάδι, τη Σαμπατική, τον Πραστό, τη Σίταινα και την Καστάνιτσα.
Από τα υπάρχοντα στοιχεία φαίνεται ότι τα τσακώνικα μιλήθηκαν κατά το παρελθόν και εκτός των ορίων της σημερινής Τσακωνιάς, όπως, για παράδειγμα, στη γειτονική περιοχή της Λακωνίας, αλλά και στις τσακώνικες αποικίες. Η τελευταία εκτίμηση στηρίζεται στην πρόσφατη -σχετικά- αποκάλυψη ότι στα χωριά Βάτικα και Χαβουτσί, των ανατολικών παραλίων της θάλασσας του Μαρμαρά, όπου ήταν συγκεντρωμένοι Τσάκωνες, μέχρι του έτους 1924 τουλάχιστον ήταν σε χρήση τα τσακώνικα.
Σήμερα, βέβαια, η χρήση αυτού του ιδιώματος έχει υποχωρήσει αισθητά. Υπολογίζεται ότι το μιλούν (από μέτρια έως καλά) έως και 2.000 κάτοικοι της Τσακωνιάς, εκ των οποίων οι περισσότεροι είναι υπερήλικες. Αξίζει να σημειωθεί πως μέχρι το 1997 τα τσακώνικα εδιδάσκοντο στο Γυμνάσιο του Τυρού από ντόπιους καθηγητές.
Tα κυριότερα γλωσσικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η Τσακωνική έχει στενούς δεσμούς με την Αρχαία Λακωνική είναι:
α) Διατήρηση του Δωρικού α εκεί που η Ιωνική είχε η (μάτηρ- μήτηρ).
β) Τροπή του σ σε δασεία, μεταξύ φωνηέντων, και αποκοπή του έπειτα.
γ) Τροπή του θ σε σ.
δ) Τροπή του τελικού ς σε ρ (ρωτακισμός) όταν ακολουθεί φωνήεν.
ε) Διπλή προφορά του υ σαν ου και ιου, ανάλογα με το ποιο σύμφωνο υπάρχει πριν το υ (κύων-κούε, λύκος-λιούκο).
ζ) Αποβολή του τελικού ς (τοίχο-τοίχος).
Η διάλεκτος γράφεται σήμερα με στοιχεία της νέας ελληνικής εμπλουτισμένα με μερικά επιπλέον σύμβολα φθόγγων. Η τσακώνικη διάλεκτος θεωρείται από τις αρχαιότερες στον κόσμο. Η αρχαιότητα και η καταγωγή της αποδείχθηκε και από τον μεγάλο Γερμανό φιλόλογο Μιχαήλ Δέφνερ.
Για τη διάλεκτο έχουν γίνει αρκετές έρευνες από Έλληνες και ξένους επιστήμονες και γλωσσολόγους. Ένας από τους πρώτους είναι ο Γάλλος Η. Pernot, ο οποίος δημοσίευσε τις μελέτες του στο βιβλίο του "Εισαγωγή στη μελέτη Τσακωνικής Διαλέκτου". Έχει επίσης εκπονηθεί γραμματική (Κωστάκης) και λεξικό της τσακώνικης γλώσσας, όπως και αναγνωστικό με στοιχεία λεξιλογίου και γραμματικής.
https://web.archive.org/web/20091101131 ... ngage.html


H πρώτη μνεία τής διαλέκτου γίνεται το 1668 από τον Τούρκο περιηγητή Εβλιά Τσελεμπή, ο οποίος κατέγραψε λίγες λέξεις. Στην απογραφή του 1907 τα τσακωνικά δηλώθηκαν ως κύρια γλώσσα από 823 άτομα. Σύμφωνα με πιο πρόσφατες αναφορές (1981, J. Werner), η Τσακωνική μιλιόταν το 1981 από 300 περίπου άτομα. Υπάρχουν ακόμα αναφορές για 2.000 υπερήλικους ομιλητές, των οποίων οι πρώτοι απόγονοι έχουν μόνο παθητική γνώση τής διαλέκτου. Σήμερα η διάλεκτος είναι υπό εξαφάνιση κατά τον σχετικό κατάλογο της UNESCO.
http://www.kastanitsa.gr/el/our-village ... al-dialect
Ο χώρος όπου εντοπίζεται σήμερα η γλώσσα είναι κάποια χωριά στην Τσακωνιά στις πλαγιές του Πάρνωνα στην νότια επαρχία Κυνουρίας του Νομού Αρκαδίας. Είναι οι κωμοπόλεις του Λεωνιδίου και του Τυρού, και τα χωριά Μέλανα, Άγιος Ανδρέας, Βασκίνα, Πραστός, Σίταινα και Καστάνιτσα.
Στο παρελθόν τα τσακώνικα ομιλούνταν και σε γειτονικές περιοχές της Λακωνίας, αλλά και σε τσακώνικες αποικίες στη θάλασσα του Μαρμαρά.
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF ... E%BF%CF%82
Ο πρώτος που συλλέγει γλωσσικό υλικό από την περιοχή της Τσακωνιάς είναι ο Τούρκος περιηγητής Evliyâ Çelebi (1668), ο οποίος παραθέτει ένα µικρό κατάλογο από µόλις 35 λέξεις· παρά τη µικρή έκτασή του το υλικό του Çelebi είναι πολύ σηµαντικό καθώς αντικατοπτρίζει την τσακωνική στη σηµερινή περίπου µορφή της . Ο Çelebi σηµείωνε σχεδόν µε έκπληξη ότι οι Τσάκωνες µιλούν µία περίεργη γλώσσα που δεν είναι ούτε ελληνικά ούτε ιταλικά και ότι χρειάζεται διερµηνέα για να συνεννοηθεί κανείς µαζί τους. Έναν αιώνα αργότερα (1788) ο Villoison παραθέτει στα προλεγόµενα της Ιλιάδας του σχόλια για τη φωνητική και τη µορφολογία µεµονωµένων τσακώνικων τύπων και προαναγγέλλει την έκδοση µιας τσακωνικής
γραµµατικής και ενός λεξικού, που όµως δεν πραγµατοποιήθηκε ποτέ. Η πρώτη συστηµατική προσπάθεια περιγραφής της διαλέκτου γίνεται από τον Thiersch (1835). Ακολουθεί η πραγµατεία του Οικονόµου στα 1846 (...) Η εργασία του Deville (1866) δίνει µια σαφώς πληρέστερη εικόνα για τη διάλεκτο, καθώς στηρίζεται στην προσωπική επιτόπια έρευνα του συγγραφέα. Επόµενος σταθµός στη µελέτη της διαλέκτου αποτελεί η γραµµατική του Deffner (1881 ). Προηγουµένως είχε δηµοσιευτεί το άρθρο του Schmidt (1870) Das Zakonische, που όµως µάλλον αναπαρήγαγε τα µειονεκτήµατα των προηγούµενων εργασιών. Αντιθέτως, η γραµµατική του Deffner είναι η πρώτη που αποδεικνύει επιστηµονικά τον λακωνικό χαρακτήρα της τσακωνικής. Ο ίδιος συντάσσει και ένα Λεξικόν της τσακωνικής διαλέκτου, που δηµοσιεύεται στα 1923· αξίζει επίσης να αναφερθεί µια σειρά εργασιών του (1874, 1875, 1880) σχετικά µε επιµέρους γραµµατικά φαινόµενα της διαλέκτου. Στα 1912-13 ο Scutt γράφει µια σύντοµη ιστορική γραµµατική της τσακωνικής, στην οποία συµπεριλαµβάνει πέντε παραµύθια µε την αγγλική τους µετάφραση. Ακολουθεί µια σύντοµη πραγµατεία του Λεκού (1920) µε πολλές αδυναµίες και παραλείψεις ενώ το 1926 εκδίδεται στα γερµανικά η γραµµατική του Anagnostopoulos, η οποία παρέχει µια σχετικά σύντοµη αλλά προσεκτική παρουσίαση των επιµέρους φαινοµένων. Την ίδια εποχή γράφουν για µεµονωµένα λεξιλογικά και µορφολογικά ζητήµατα της διαλέκτου οι Thumb (1894), Schwyzer (1921) και Χατζιδάκις (1929).
http://ikee.lib.auth.gr/record/100731/f ... 8-1047.pdf
Απ' τον παραπάνω σύνδεσμο , έτσι για να μην παραπονιούνται μόνο οι σλαβόφωνοι , οι αρβανιτόφωνοι , οι βλαχόφωνοι και οι τουρκόφωνοι
:
ΑΛ 55) ((άν./75/ε.ο./δ.)) Ν. Στο σκολ̃είο δεν τα µιλούσαµε. Κι είχαµε κι ένανε δάσκαλο που: µας έλεγε:- µας φώναζε. Έλεγε, γώ σας έµαζεύω εδώ για να µάθετε την ελ̃ηνική. ∆έ σας έφερα λέει δωπέρα για να µάθετε τα ξένα. Και έπεφτε και ξύλο ((γέλια)).
------------------------------------------------
ΝΤ 56) ((άν./58/ε.ο./ανώτ./Μ)) Σ. Στο σχολείο. Εγώ έφαγα ένα χαστούκι ((γέλια)) γιατί µια λέξη την είπα τσακώνικα.
Ερ. Στο γυµνάσιο µιλάµε τώρα;
Σ. Στο δηµοτικό. ∆εν ήξερα τη λέξη σκαφίδι. Και την έλεγα τσακώνικα. kúvele.
Eρ. kúvele. ((γέλια)) Και ήρθε ο δάσκαλος και σας χαστούκισε.
Σ. Ναί έφαγα ένα χαστούκι κει πέρα, κι ίσως κι αυτό να ήτανε κι η αιτία που δεν τα µιλάγαµε τότες.
--------------------------------
ΝΤ 57) ((άν./67/τ.ο./ανώτ./Τ)) Γ. Ειδικά εγώ είχα φάει κι ένα χαστούκι απ’ το δάσκαλο. Μια φορά µε το γειτονόπουλο στο θρανίο µιλήσαµε τσακώνικα µες τη dάξη, µε τη νοοτροπία ότι δεν ήθελε να µαθαίνουµε να, αυτό. Τσ’ έφαγα το µεγαλύτερο χαστούκι της ζωής µου.
Ερ. Επειδή µιλούσατε τσακώνικα.
Γ. Ναι. ∆εν ήθελε επειδή, λέει, ήτανε εµπόδιο τάχα για τη γλώσσα την ελληνική, αλλά δε νοµίζω, εσφαλµένη αντίληψη ήτανε.
Ερ. Στο διάλειµµα σας άφηνε να µιλάτε;
Γ. Στο διάλειµα για να µη µιλάµε, επειδή µιλούσαµε στο διάλειµµα, είχε βάλει τρεις - τέσσερους µαθητές τς πιο καλύτερες οικογένειες να φυλάνε να ακούνε και λοιπά. Να πάνε να καρφώνουνε µετά. Ε, µόλις φεύγαµε από το σχολείο και πηγαίναµε µετά για παιχνίδια στο σπίτι, τσακώνικα.
---------------------------------------------------------
ΝΤ 58) ((άν./72/ε.ο./δ./Τ)) Τ. Τον καιρό που εµείς αγωνιζόµαστε σα µαθηταί να τα µάθουµε, µία δασκάλα του δηµοτικού εκεί- τρώγαµε ξύλο επειδή µιλάγαµε τσακώνικα. Και τώρα ήρθε εποχή τέτοια που πάει αντίθετα, να πούµε. ∆ηλαδή προσπαθούµε να πείσουµε τα παιδιά, και δέ γίνεται. Ενώ τότε τρώγαµε ξύλο. Πήγαινα σχολείο παράδειγµα εγώ, κι έτρωγα ξύλο επειδή µίλαγα τσακώνικα. Και θυµάµαι το εξής χαρακτηριστικό. Ήταν ένας µαθητής ο οποίος δεν ήξερε καθόλου ελ̃ηνικά, να ντο πώ έτσι. Και τον έβαζε να διαβάσει, και αντί να ντα διαβάσει ελ̃ηνικά τα διάβαζε τσακώνικα. Παράδειγµα:, είχαµε το µάθηµα η φωτιά. Και αυτός έλεγε a kára. Συνέχεια. Μανόλ̃η; Τί φαγί έφαγες σήµερα; kréma. Η δασκάλα είχε την εντύπωση ότι έφαγε κρέµα απ’ αυτή που τρώµε- τα παιδιά, και λ̃οιπά. Αυτός έλεγε κρεµµύδια. ((γέλια)). ((γέλια)) ton ále evalíkai - pétse- n éci:- taíe o δáskale to bínaka tse epétse, ixái γú á? γá. tú á? tá. óu mazí ixái? Όλο µαζί Μιχάλ̃η; katsúa δáskale. Και δώσ του ξύλο. ((γέλια))
(µτφ) Τον άλλον τον έβαλαν- είπε- τον σήκωσε ο δάσκαλος στον πίνακα και του είπε, Μιχάλη γου α; γα. Του α; τα. Όλο µαζί Μιχάλη;
katsúa δάσκαλε.
Είδατε βρε βορειομακεδονόφιλοι ; Έτρωγαν ξύλο και οι Δωριείς για την γλώσσας τους !
H σπανιότητα οφείλεται στο γεγονός ότι από τον 3ο αιώνα π.Χ. και εντεύθεν, όπως είναι γνωστό, επικράτησε στον Ελληνικό κόσμο η Αλεξανδρινή ή Ελληνιστική Κοινή, που προήλθε από την Αττική διάλεκτο και είχε υπερδιαλεκτικό χαρακτήρα. Διάδοχός της ήταν η Μεσαιωνική ελληνική (6ος –18ος αι.) που εξελίχθηκε στη σημερινή Νέα Ελληνική. Έτσι, τα τσακώνικα θεωρούνται σαν παραφθορά και εξέλιξη της αρχαίας Λακωνικής, αναμεμιγμένη με όλες τις επιρροές της ελληνικής γλώσσας κατά την εξέλιξή της μέχρι σήμερα.
H διάλεκτος ομιλείται στις περιοχές της Κυνουρίας όπου υπάρχει τσακώνικος πληθυσμός, δηλαδή στον Τυρό, τα Σαπουνακαίϊκα, τα Μέλανα, τον ΄Αγιο Ανδρέα, την Πραματευτή, τη Βασκίνα, το Λιβάδι, τη Σαμπατική, τον Πραστό, τη Σίταινα και την Καστάνιτσα.
Από τα υπάρχοντα στοιχεία φαίνεται ότι τα τσακώνικα μιλήθηκαν κατά το παρελθόν και εκτός των ορίων της σημερινής Τσακωνιάς, όπως, για παράδειγμα, στη γειτονική περιοχή της Λακωνίας, αλλά και στις τσακώνικες αποικίες. Η τελευταία εκτίμηση στηρίζεται στην πρόσφατη -σχετικά- αποκάλυψη ότι στα χωριά Βάτικα και Χαβουτσί, των ανατολικών παραλίων της θάλασσας του Μαρμαρά, όπου ήταν συγκεντρωμένοι Τσάκωνες, μέχρι του έτους 1924 τουλάχιστον ήταν σε χρήση τα τσακώνικα.
Σήμερα, βέβαια, η χρήση αυτού του ιδιώματος έχει υποχωρήσει αισθητά. Υπολογίζεται ότι το μιλούν (από μέτρια έως καλά) έως και 2.000 κάτοικοι της Τσακωνιάς, εκ των οποίων οι περισσότεροι είναι υπερήλικες. Αξίζει να σημειωθεί πως μέχρι το 1997 τα τσακώνικα εδιδάσκοντο στο Γυμνάσιο του Τυρού από ντόπιους καθηγητές.
Tα κυριότερα γλωσσικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η Τσακωνική έχει στενούς δεσμούς με την Αρχαία Λακωνική είναι:
α) Διατήρηση του Δωρικού α εκεί που η Ιωνική είχε η (μάτηρ- μήτηρ).
β) Τροπή του σ σε δασεία, μεταξύ φωνηέντων, και αποκοπή του έπειτα.
γ) Τροπή του θ σε σ.
δ) Τροπή του τελικού ς σε ρ (ρωτακισμός) όταν ακολουθεί φωνήεν.
ε) Διπλή προφορά του υ σαν ου και ιου, ανάλογα με το ποιο σύμφωνο υπάρχει πριν το υ (κύων-κούε, λύκος-λιούκο).
ζ) Αποβολή του τελικού ς (τοίχο-τοίχος).
Η διάλεκτος γράφεται σήμερα με στοιχεία της νέας ελληνικής εμπλουτισμένα με μερικά επιπλέον σύμβολα φθόγγων. Η τσακώνικη διάλεκτος θεωρείται από τις αρχαιότερες στον κόσμο. Η αρχαιότητα και η καταγωγή της αποδείχθηκε και από τον μεγάλο Γερμανό φιλόλογο Μιχαήλ Δέφνερ.
SpoilerShow
Μιχαήλ Δέφνερ (Μichael Deffner)
Γερμανός φιλόλογος, γλωσσολόγος, νεοελληνιστής και αρχαιολόγος (Ντονάουβερτ 1848 - Αθήνα 1934). Σπούδασε στο Μόναχο και στη συνέχεια στη Λειψία. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1871 και έλαβε την ελληνική υπηκοότητα. Διορίστηκε ως καθηγητής της Λατινικής και της Γερμανικής Γλώσσας. Στη συνέχεια διορίστηκε υφηγητής της Συγκριτικής Γλωσσολογίας και της Λατινικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και υποδιευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος.
Το επιστημονικό του έργο αναφέρεται κυρίως στη μελέτη της Τσακώνικης διαλέκτου, της οποίας απέδειξε την αρχαιότητα και την καταγωγή από την αρχαία λακωνική διάλεκτο. Δημοσίευσε την "Τσακώνικη Γραμματική" (Α' μέρος, Βερολίνο 1881. Το Β' μέρος δε δημοσιεύθηκε ποτέ), πολλά άρθρα λαογραφικού και γλωσσολογικού περιεχομένου σχετικά με τους Τσάκωνες και την Τσακωνική και τέλος το "Λεξικό της Τσακώνικης Διαλέκτου" (Αθήνα 1923).
Τέλος το "Λεξικό της Τραπεζουντιακής Διαλέκτου" που συνέταξε παραμένει ανέκδοτο.
https://web.archive.org/web/20091102203 ... defner.htm
Γερμανός φιλόλογος, γλωσσολόγος, νεοελληνιστής και αρχαιολόγος (Ντονάουβερτ 1848 - Αθήνα 1934). Σπούδασε στο Μόναχο και στη συνέχεια στη Λειψία. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1871 και έλαβε την ελληνική υπηκοότητα. Διορίστηκε ως καθηγητής της Λατινικής και της Γερμανικής Γλώσσας. Στη συνέχεια διορίστηκε υφηγητής της Συγκριτικής Γλωσσολογίας και της Λατινικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και υποδιευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος.
Το επιστημονικό του έργο αναφέρεται κυρίως στη μελέτη της Τσακώνικης διαλέκτου, της οποίας απέδειξε την αρχαιότητα και την καταγωγή από την αρχαία λακωνική διάλεκτο. Δημοσίευσε την "Τσακώνικη Γραμματική" (Α' μέρος, Βερολίνο 1881. Το Β' μέρος δε δημοσιεύθηκε ποτέ), πολλά άρθρα λαογραφικού και γλωσσολογικού περιεχομένου σχετικά με τους Τσάκωνες και την Τσακωνική και τέλος το "Λεξικό της Τσακώνικης Διαλέκτου" (Αθήνα 1923).
Τέλος το "Λεξικό της Τραπεζουντιακής Διαλέκτου" που συνέταξε παραμένει ανέκδοτο.
https://web.archive.org/web/20091102203 ... defner.htm
Για τη διάλεκτο έχουν γίνει αρκετές έρευνες από Έλληνες και ξένους επιστήμονες και γλωσσολόγους. Ένας από τους πρώτους είναι ο Γάλλος Η. Pernot, ο οποίος δημοσίευσε τις μελέτες του στο βιβλίο του "Εισαγωγή στη μελέτη Τσακωνικής Διαλέκτου". Έχει επίσης εκπονηθεί γραμματική (Κωστάκης) και λεξικό της τσακώνικης γλώσσας, όπως και αναγνωστικό με στοιχεία λεξιλογίου και γραμματικής.
https://web.archive.org/web/20091101131 ... ngage.html


H πρώτη μνεία τής διαλέκτου γίνεται το 1668 από τον Τούρκο περιηγητή Εβλιά Τσελεμπή, ο οποίος κατέγραψε λίγες λέξεις. Στην απογραφή του 1907 τα τσακωνικά δηλώθηκαν ως κύρια γλώσσα από 823 άτομα. Σύμφωνα με πιο πρόσφατες αναφορές (1981, J. Werner), η Τσακωνική μιλιόταν το 1981 από 300 περίπου άτομα. Υπάρχουν ακόμα αναφορές για 2.000 υπερήλικους ομιλητές, των οποίων οι πρώτοι απόγονοι έχουν μόνο παθητική γνώση τής διαλέκτου. Σήμερα η διάλεκτος είναι υπό εξαφάνιση κατά τον σχετικό κατάλογο της UNESCO.
http://www.kastanitsa.gr/el/our-village ... al-dialect
Ο χώρος όπου εντοπίζεται σήμερα η γλώσσα είναι κάποια χωριά στην Τσακωνιά στις πλαγιές του Πάρνωνα στην νότια επαρχία Κυνουρίας του Νομού Αρκαδίας. Είναι οι κωμοπόλεις του Λεωνιδίου και του Τυρού, και τα χωριά Μέλανα, Άγιος Ανδρέας, Βασκίνα, Πραστός, Σίταινα και Καστάνιτσα.
Στο παρελθόν τα τσακώνικα ομιλούνταν και σε γειτονικές περιοχές της Λακωνίας, αλλά και σε τσακώνικες αποικίες στη θάλασσα του Μαρμαρά.
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF ... E%BF%CF%82
Ο πρώτος που συλλέγει γλωσσικό υλικό από την περιοχή της Τσακωνιάς είναι ο Τούρκος περιηγητής Evliyâ Çelebi (1668), ο οποίος παραθέτει ένα µικρό κατάλογο από µόλις 35 λέξεις· παρά τη µικρή έκτασή του το υλικό του Çelebi είναι πολύ σηµαντικό καθώς αντικατοπτρίζει την τσακωνική στη σηµερινή περίπου µορφή της . Ο Çelebi σηµείωνε σχεδόν µε έκπληξη ότι οι Τσάκωνες µιλούν µία περίεργη γλώσσα που δεν είναι ούτε ελληνικά ούτε ιταλικά και ότι χρειάζεται διερµηνέα για να συνεννοηθεί κανείς µαζί τους. Έναν αιώνα αργότερα (1788) ο Villoison παραθέτει στα προλεγόµενα της Ιλιάδας του σχόλια για τη φωνητική και τη µορφολογία µεµονωµένων τσακώνικων τύπων και προαναγγέλλει την έκδοση µιας τσακωνικής
γραµµατικής και ενός λεξικού, που όµως δεν πραγµατοποιήθηκε ποτέ. Η πρώτη συστηµατική προσπάθεια περιγραφής της διαλέκτου γίνεται από τον Thiersch (1835). Ακολουθεί η πραγµατεία του Οικονόµου στα 1846 (...) Η εργασία του Deville (1866) δίνει µια σαφώς πληρέστερη εικόνα για τη διάλεκτο, καθώς στηρίζεται στην προσωπική επιτόπια έρευνα του συγγραφέα. Επόµενος σταθµός στη µελέτη της διαλέκτου αποτελεί η γραµµατική του Deffner (1881 ). Προηγουµένως είχε δηµοσιευτεί το άρθρο του Schmidt (1870) Das Zakonische, που όµως µάλλον αναπαρήγαγε τα µειονεκτήµατα των προηγούµενων εργασιών. Αντιθέτως, η γραµµατική του Deffner είναι η πρώτη που αποδεικνύει επιστηµονικά τον λακωνικό χαρακτήρα της τσακωνικής. Ο ίδιος συντάσσει και ένα Λεξικόν της τσακωνικής διαλέκτου, που δηµοσιεύεται στα 1923· αξίζει επίσης να αναφερθεί µια σειρά εργασιών του (1874, 1875, 1880) σχετικά µε επιµέρους γραµµατικά φαινόµενα της διαλέκτου. Στα 1912-13 ο Scutt γράφει µια σύντοµη ιστορική γραµµατική της τσακωνικής, στην οποία συµπεριλαµβάνει πέντε παραµύθια µε την αγγλική τους µετάφραση. Ακολουθεί µια σύντοµη πραγµατεία του Λεκού (1920) µε πολλές αδυναµίες και παραλείψεις ενώ το 1926 εκδίδεται στα γερµανικά η γραµµατική του Anagnostopoulos, η οποία παρέχει µια σχετικά σύντοµη αλλά προσεκτική παρουσίαση των επιµέρους φαινοµένων. Την ίδια εποχή γράφουν για µεµονωµένα λεξιλογικά και µορφολογικά ζητήµατα της διαλέκτου οι Thumb (1894), Schwyzer (1921) και Χατζιδάκις (1929).
http://ikee.lib.auth.gr/record/100731/f ... 8-1047.pdf
Απ' τον παραπάνω σύνδεσμο , έτσι για να μην παραπονιούνται μόνο οι σλαβόφωνοι , οι αρβανιτόφωνοι , οι βλαχόφωνοι και οι τουρκόφωνοι

ΑΛ 55) ((άν./75/ε.ο./δ.)) Ν. Στο σκολ̃είο δεν τα µιλούσαµε. Κι είχαµε κι ένανε δάσκαλο που: µας έλεγε:- µας φώναζε. Έλεγε, γώ σας έµαζεύω εδώ για να µάθετε την ελ̃ηνική. ∆έ σας έφερα λέει δωπέρα για να µάθετε τα ξένα. Και έπεφτε και ξύλο ((γέλια)).
------------------------------------------------
ΝΤ 56) ((άν./58/ε.ο./ανώτ./Μ)) Σ. Στο σχολείο. Εγώ έφαγα ένα χαστούκι ((γέλια)) γιατί µια λέξη την είπα τσακώνικα.
Ερ. Στο γυµνάσιο µιλάµε τώρα;
Σ. Στο δηµοτικό. ∆εν ήξερα τη λέξη σκαφίδι. Και την έλεγα τσακώνικα. kúvele.
Eρ. kúvele. ((γέλια)) Και ήρθε ο δάσκαλος και σας χαστούκισε.
Σ. Ναί έφαγα ένα χαστούκι κει πέρα, κι ίσως κι αυτό να ήτανε κι η αιτία που δεν τα µιλάγαµε τότες.
--------------------------------
ΝΤ 57) ((άν./67/τ.ο./ανώτ./Τ)) Γ. Ειδικά εγώ είχα φάει κι ένα χαστούκι απ’ το δάσκαλο. Μια φορά µε το γειτονόπουλο στο θρανίο µιλήσαµε τσακώνικα µες τη dάξη, µε τη νοοτροπία ότι δεν ήθελε να µαθαίνουµε να, αυτό. Τσ’ έφαγα το µεγαλύτερο χαστούκι της ζωής µου.
Ερ. Επειδή µιλούσατε τσακώνικα.
Γ. Ναι. ∆εν ήθελε επειδή, λέει, ήτανε εµπόδιο τάχα για τη γλώσσα την ελληνική, αλλά δε νοµίζω, εσφαλµένη αντίληψη ήτανε.
Ερ. Στο διάλειµµα σας άφηνε να µιλάτε;
Γ. Στο διάλειµα για να µη µιλάµε, επειδή µιλούσαµε στο διάλειµµα, είχε βάλει τρεις - τέσσερους µαθητές τς πιο καλύτερες οικογένειες να φυλάνε να ακούνε και λοιπά. Να πάνε να καρφώνουνε µετά. Ε, µόλις φεύγαµε από το σχολείο και πηγαίναµε µετά για παιχνίδια στο σπίτι, τσακώνικα.
---------------------------------------------------------
ΝΤ 58) ((άν./72/ε.ο./δ./Τ)) Τ. Τον καιρό που εµείς αγωνιζόµαστε σα µαθηταί να τα µάθουµε, µία δασκάλα του δηµοτικού εκεί- τρώγαµε ξύλο επειδή µιλάγαµε τσακώνικα. Και τώρα ήρθε εποχή τέτοια που πάει αντίθετα, να πούµε. ∆ηλαδή προσπαθούµε να πείσουµε τα παιδιά, και δέ γίνεται. Ενώ τότε τρώγαµε ξύλο. Πήγαινα σχολείο παράδειγµα εγώ, κι έτρωγα ξύλο επειδή µίλαγα τσακώνικα. Και θυµάµαι το εξής χαρακτηριστικό. Ήταν ένας µαθητής ο οποίος δεν ήξερε καθόλου ελ̃ηνικά, να ντο πώ έτσι. Και τον έβαζε να διαβάσει, και αντί να ντα διαβάσει ελ̃ηνικά τα διάβαζε τσακώνικα. Παράδειγµα:, είχαµε το µάθηµα η φωτιά. Και αυτός έλεγε a kára. Συνέχεια. Μανόλ̃η; Τί φαγί έφαγες σήµερα; kréma. Η δασκάλα είχε την εντύπωση ότι έφαγε κρέµα απ’ αυτή που τρώµε- τα παιδιά, και λ̃οιπά. Αυτός έλεγε κρεµµύδια. ((γέλια)). ((γέλια)) ton ále evalíkai - pétse- n éci:- taíe o δáskale to bínaka tse epétse, ixái γú á? γá. tú á? tá. óu mazí ixái? Όλο µαζί Μιχάλ̃η; katsúa δáskale. Και δώσ του ξύλο. ((γέλια))
(µτφ) Τον άλλον τον έβαλαν- είπε- τον σήκωσε ο δάσκαλος στον πίνακα και του είπε, Μιχάλη γου α; γα. Του α; τα. Όλο µαζί Μιχάλη;
katsúa δάσκαλε.
Είδατε βρε βορειομακεδονόφιλοι ; Έτρωγαν ξύλο και οι Δωριείς για την γλώσσας τους !
