Η ερασμιακή προφορά: Επιστημονική αυθαιρεσία και λάθος

Μελέτη της γλώσσας, γραμματική, συντακτικό, σχολιασμοί και διευκρινίσεις.
demo162
Δημοσιεύσεις: 80
Εγγραφή: 23 Ιούλ 2020, 10:23

Η ερασμιακή προφορά: Επιστημονική αυθαιρεσία και λάθος

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από demo162 » 04 Δεκ 2020, 13:01

Τον 16ο αιώνα και συγκεκριμένα το 1528, ο Ολλανδός λόγιος Έρασμος, με το βιβλίο του «Διάλογος περί της ορθής προφοράς του λατινικού και του ελληνικού λόγου», συστηματοποιώντας κάποιες παλιότερες απόψεις, εισήγαγε ένα διαφορετικό τρόπο για την προφορά της αρχαίας ελληνικής από εκείνο των βυζαντινών Ελλήνων της εποχής του, αλλά και των σύγχρονων Ελλήνων. Χωρίς να μπούμε σε φιλολογικές λεπτομέρειες, πρότεινε τα αρχαία αλλά και τα σύγχρονά του βυζαντινά ελληνικά να προφέρονται ως εξής (αναφέρονται τα κυριότερα):

Οι δίφθογγοι να προφέρονται σαν δύο και όχι σαν ένας φθόγγος π.χ. το «οι» να προφέρεται σαν «όι» και όχι σαν «ι» (κοϊνός αντί για κοινός), το «ου» σαν «όι» (οϊσία αντί ουσία) κ.λπ.
Τα διπλά φωνήεντα «η», «ω» να προφέρονται όχι σαν «ι» και «ο», αλλά σαν διπλά, δηλαδή «εε» και «οο» αντιστοίχως (π.χ. έεττα αντί ήττα και νοόον αντί νοών κ.λπ.)
Τα σύμφωνα «β», «γ», «δ» και «θ» να προφέρονται σαν «μπ», «γκ», «ντ» και «τ» (π.χ. αντί για βήμα μπέεμα, αντί για γέρων γκέροον, αντί για δούλος ντόιλος και αντί για θέμα τέμα κ.λπ).

Για να το καταλάβουμε το γνωστό Σιμωνίδειο επίγραμμα «Ω ξείν αγγέλλειν Λακαιδεμονίοις ότι τήδε κείμεθα», προφέρεται ως εξής «Όο κσέεν ανκελέεν Λακεδάιμονιόις (χ)ότι τέεδε κέιμετ(χ)α». Ακούγοντας δε να διαβάζεται ένα κείμενο με την προφορά αυτή, όπως μπορούμε εύκολα να το διαπιστώσουμε οι ίδιοι στο Διαδίκτυο, έχουμε την εντύπωση ότι ακούμε όχι ελληνικά, αλλά μία ξένη γλώσσα, συγγενή της Αγγλικής, κάτι που καθιστά την προφορά αυτή οικεία και «αποδεκτή» από κάθε αγράμματο και ημιαγγλομαθή του κόσμου τούτου.

Η Ελληνική γλώσσα, ζωντανή και ομιλουμένη στο Βυζάντιο (επίσημη γλώσσα της Αυτοκρατορίας από το 610 επί Ηρακλείου), υπήρξε συνέχεια και ομαλή εξέλιξη της Ελληνιστικής Κοινής, κατευθείαν απογόνου της Ελληνικής των κλασσικών χρόνων. Πρόκειται για την γλώσσα στην οποία είναι γραμμένα τα Ευαγγέλια (μετάφραση των Εβδομήκοντα) και προφέρονταν ακριβώς με τον τρόπο που σήμερα προφέρεται η Θεία Λειτουργία, αλλά και η σύγχρονη Ελληνική γλώσσα. Υπάρχει δηλαδή μία αδιάσπαστη συνέχεια της γλώσσας, αλλά και της προφοράς της από την Μυκηναϊκή τουλάχιστον εποχή (Γραμμική Βʼ) έως και σήμερα.

Παρʼ όλα αυτά οι «Ερασμιακοί» αγνόησαν την προφορά των Ελλήνων που ήταν διάσπαρτοι σε όλη την Ευρώπη επιμένοντας στην δική τους εκδοχή. Η εισαγωγή της ανορθόδοξης και εξωπραγματικού ερασμιακής προφοράς, έγινε σε μία εποχή που ο Ελληνισμός μετά την καταστροφή της Αλώσεως αδυνατούσε να αντιδράσει με συλλογικό και οργανωμένο τρόπο, ευρισκόμενος σε μία από τις δυσκολότερες φάσεις της ιστορίας του. Παρʼ όλα αυτά, στην εισήγηση του Έρασμου υπήρξαν εμπεριστατωμένες αντιδράσεις και η προφορά αυτή δεν έγινε ούτε άμεσα, ούτε αμαχητί αποδεκτή από τους λόγιους και ελληνιστές της Ευρώπης.

Χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια, οπότε με ορμητήριο την Αγγλία άρχισε να διαδίδεται στον δυτικό κόσμο. Πολύ μετά δε, μόλις το 1908, η Ένωση Κλασσικών Φιλολόγων Αγγλίας διαμόρφωσε το κατʼ αυτούς πρότυπο προφοράς των Αρχαίων Ελληνικών το οποίο καθιερώθηκε στον δυτικό κόσμο και δυστυχώς τελικά έγινε αποδεκτό από το δικό μας άβουλο, συμμορφωτικό, ξενομανές και ξενόπληκτο ακαδημαϊκό κατεστημένο.

Οι λόγοι της επικρατήσεως θα μπορούσαν να είναι:

Η υιοθέτησή της από το επιστημονικό κατεστημένο της Δύσεως
Η ανεπαρκής διάδοση (δεδομένων και των μέσων της εποχής) του επιστημονικού αντιλόγου προς τον Έρασμο τόσο των Ελλήνων όσο και των Ευρωπαίων λογίων (Γ. Ρόιχλιν κ.λπ.)
Η ομοιότητα της προφοράς αυτής με την προφορά των λατινογενών γλωσσών. Είναι γνωστό πως τα Αγγλικό Αλφάβητο λόγου χάριν δεν περιέχει τα σύμφωνα βήτα, γάμμα, δέλτα, θήτα και ψι καθώς και τα φωνήεντα ήτα, ύψιλον και ωμέγα. Στην θέση μερικών είναι τα b, g, d (με προφορά όπως ακριβώς τα ερασμιακά), ενώ αντί αυτών χρησιμοποιεί διφθόγγους («th» = «δ» ή «θ», «ps» = «ψ» και το «i» για όλα τα «ι»), που έκανε τους, στην πλειοψηφία τους αγράμματους ή ημιμαθείς Ευρωπαίους, να θεωρήσουν σωστή την προφορά αφού ταίριαζε με το γλωσσικό αισθητήριο και την εμπειρία τους.

Διαβάζοντας όμως πίσω από τα γράμματα, μπορούμε να δούμε τις πολιτικές των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, αλλά και των σημερινών διαδόχων τους, να αποκόψουν το Ελληνικό έθνος από τις ιστορικές του αυτοκρατορικές καταβολές ώστε να μπει σε κίνδυνο το «δικό τους» status quo, εντάσσεται στην ίδια πλευρά με τις συνεχιζόμενες λυσσαλέες προσπάθειες αρνήσεως της ελληνικότητος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (ο όρος Βυζαντινή είναι νεολογισμός του Ιερώνυμου Βολφ (1562) που κακώς έχει επικρατήσει αφού οι «Βυζαντινοί» ποτέ δεν αποκαλούσαν έτσι τον εαυτό τους και το κράτος τους αλλά Ρωμαίους και Ρωμανία αντιστοίχως), ώστε εκτός από την γλωσσική να διακοπεί και η ιστορική του συνέχεια.

Οι λόγιοι από της αρχής της γενέσεως του Ελληνικού Κράτους (ο Αθανάσιος Χριστόπουλος, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, ο Θεόδωρος Παπαδημητρακόπουλος, ο Θεσσαλός Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων όπως και ο πατέρας της ελληνικής γλωσσολογίας Γεώργιος Χατζιδάκις) αντιτάχθηκαν και κατέρριψαν με συντριπτικά επιχειρήματα τα επιχειρήματα των «ερασμιακών», η τελική αθόρυβη επικράτηση των οποίων στην χώρα όπου η ελληνική δεν σταμάτησε να ομιλείται ζωντανά από χιλιάδες χρόνια, αποτελεί αιώνιο όνειδος για το ακαδημαϊκό μας κατεστημένο.
δύο τὰ ἐναντιώτατα εὐβουλίᾳ
εἶναι, τάχος τε καὶ ὀργήν
Θουκυδίδου Ιστορία Γ 35

Απάντηση


  • Παραπλήσια Θέματα
    Απαντήσεις
    Προβολές
    Τελευταία δημοσίευση

Επιστροφή στο “Γλωσσολογία”

Phorum.com.gr : Αποποίηση Ευθυνών