Αλήθειες... ο γελούντας...

Μελέτη της γλώσσας, γραμματική, συντακτικό, σχολιασμοί και διευκρινίσεις.
Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 02 Ιαν 2022, 01:43

Καλή Χρονιά σε όλους... δια βα στούντετς και α δια βα στούντετς...
Γιαναρχίσει καλά ηχρονιά...
...θα δούμε διάφορες λέξεις που είναι στην ετυμολογική τούμπα - τύμβη - taboo.

1.ΗΕΡΑΚΛΕΣ
Επιγραφή: ΝΕΤΟΣ, ΗΕΡΑΚΛΕΣ
Χρονολόγηση: Αρχαϊκή περίοδος, 620 π.Χ.

Αν ΗΕΡΑΚΛΕΣ πέρασε ή συνυπήρχε στα λατινικά ως HERAKLES με φωνητική απόδοση Χιρακλις ή Γιρακλις (κατα το e=ε=η=ι φωνητικά, και το h=χ or γ φωνητικά) τότε η ΗΕΡΑ = Χήρα/Γήρα = Ήρα = Hera και ο HΕΡΟΣ = Χήρος/Γήρος = Ήρως = Hero.

Έτσι ο heros = Xήρος ή Γήρος (χίρος/γίρος φωνητικά), το οποίο είναι ένδειξη ότι ο γνωστός Χηρακλής ή/και Γηρακλής ήταν ΧηροΓέρος για Χήρες και Γριές...the GOAT slam dunker of GILF.... :smt005:

η Ήρα ήταν Χήρα και Γήρα (hera era vidua/χήρα et anus/ηλικιωμένη, vetus/παλαιά, avia/γιαγιά, senex/γέρικη, graea/γραία/γριά). Επιβεβαίωνει ο κερατοβάλτης Δίας πως ήτο Ζεύνου+Χήρα = ζωντοχήρα... ο Δευς, απήδαγε ..ύπερ άλλες...

Ήρωες λοιπόν οι Χήροι και Γήροι (hero era viduus/χήρος et anuus/ηλικιωμένος, vetus/παλαιός, avio/γιαγιός, senex/γέρος, graecus/γραίos/γέρικος; :p2: δες το προσεχές post).

Συνκούζουλοι...

οχήρος πούτανγήρος κιόλο κλέει
σεχήρα πούτανγήρα πάκαι λέει:

ολημερίς στην γύρα,
μαλάκια διαδίνω,
γιανάχω να ξεδίνω,
με την καλή μου χείρα.

κιοληνυχτίς με χοίρο,
νομάω μποζαρέσω,
καθόσο μπαναχέσω,
τη μπίτα με το γύρο.

γιαμπιάσε καλεχήρα μετηχείρα
ετούνημου τηνχείρα πούνστηνγύρα
ναμπαύσουμε τονγύρο από χοίρο
κιενάb 1 α- στον χηρογήρο.


ο γήρος πόλο λέει κίναι χήρος
σε χήρα πόλο κλέει κίναι γήρα.

Χάπι Νέου Γραίαρ...



ΥΓ. дромокаитиан. циеф ехетуиве оффисер - вујкопати. главен извршен директор. :smt005:
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 02 Ιαν 2022, 11:01

2. ΗΕΛΛΗΝ
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Οι λ. Έλληνες και Ελλάς είναι αβέβαιης ετυμολ.
Προτάσεις με ΙΕ κλάρες.

ΙΕ hellen < hell* en > ηλιώσει να = να φωτίσει / brilliant[1]
Από τη μέση ανώτερη γερμανική hel* («ηχηρός, δυνατός, λαμπερός[2]»)... :e045:
___________________________________________________________________________________________________________________________
<=

[1] Δανεισμένο από τα γαλλικά brillant (τέλη 17ου αιώνα), ενεστώτα του ρήματος briller, από τα ιταλικά brillare, πιθανώς από το λατινικό berillus, beryllus («a beryl, gem, eyeglass»), από την αρχαία ελληνική βήρυλλος (bḗrullos, «beryl»), ιλλυρική βαρδύλλις *bardhyll < φερε/βερε ηυλλος = φέρει ήλιο = φέρει φως = φωτεινό, φωτοδότης, στα Graecοfrench slang > ο Βριγιαντίνης :smt005:
-------------------------------------------
<
ΗΥΛΛΟΣ
Προελληνικά. :e045: Ο Orel θεωρεί ότι προέρχεται από το πρωτοαλβανικό *h₁us-los που σημαίνει αστέρι, που το συσχετίζει με το αλβανικό *Bardhyll, το οποίο μεταφράζεται σε "φωτεινό αστέρι".

<
ᾱ̓βέλῐος (ābélios), ἀϝέλιος (awélios) – Κουρήτικα
ᾱ̓έλῐος (āélios) – Δωρικά, Αιολικά, Αρκαδοκυπριακά
ᾱ̔́λῐος (hā́lios) – Λυρικά
ἠέλῐος (ēélios) – Ηομηρικά, Ιωνικά
ήλιος - Νεα communis Ηελληνικά
ηύλλος - Ιλλυρικά :8)
σόλους > sōlus > sol** - Λατινικά > sollus > Από το πρωτοϊταλικό *solnos, από το πρωτοϊνδοευρωπαϊκό *sol(h2)nós, από το *solh2- («ολόκληρος»). Συγγενής με τα αρχαία ελληνικά ὅλος (hólos, «ολόκληρος, μόνος / σολίστας, απόλυτος, τέλειος, πλήρης») και τα σανσκριτικά सर्व (sárva) > latin salvus > salvador > σωτήρας < Από το πρωτο-ινδοευρωπαϊκό *solh₂wós, από το *solh2- («ολόκληρο») + *-wós (από όπου λατινικά -vus· < -uus/-ούς < us/-ώς < Q, q < Ϟ,ϟ/Ϙ, ϙ = όπως => σόλους = σάλβους = όπ-ώς / eq-uus ό ἀϝέλιος / ηύλλος που είναι σωτήρας / salvador. Υποσημείωση για το Ϙ > Ϙόρινθος.)

sol**
ΙΕ Πρωτοϊταλικό *swōl, από το προ-ιταλικό *sh₂wōl, τελικά από το πρωτοϊταλικό *sóh₂wl̥. Συγγενής με τα παλαιοαγγλικά sōl, παλιά νορβηγικά sól, γοτθικά 𐍃𐌰𐌿𐌹𐌻 (σαύλι), παλαιοεκκλησιαστικά σλαβονικά слъньцє (slŭnĭce), αρχαία ελληνικά ἥλιος (hḗlios), σανσκριτικά स (sura/σούλα/σούρλα).

<
από το ἰλλάς
Από το πρωτοϊνδοευρωπαϊκό *welH- («γυρίζω»). Περαιτέρω σχέση με το εἰλέω (eiléō, «γυρίζω, κυλάω»).

*welH-
Terms derived from the Proto-Indo-European root *welH-
Proto-Albanian: *walwā
Albanian: valle
Proto-Albanian: *walā
Albanian: valë
Armenian:
Old Armenian: գելում (gelum), գիլ (gil), գալար (galar), գաղձն (gałjn), գեղձ (gełj), (possibly) գողտր (gołtr)
Balto-Slavic:
Baltic:
Latvian: vēl, velt
Lithuanian: vėl, velti
Slavic:
Russian: вал (val), валить (valitʹ)
Germanic:
German: Walzer, walzen
Proto-Germanic: *waluz, *wiligaz, *walwijaną, *wulaną, *wallaną, *walkaną, *walkōną, *walgōną (see there for further descendants)
Hellenic:
Ancient Greek: ἐλύω (elúō), εἴλω (eílō), εἰλύω (eilúō), ἕλιξ (hélix), εἰλεός (eileós), ηίλλω (hillo)[3], ἴλη (ílē), ὅλμος (hólmos), ἀολλέες (aollées) (< *sm̥wolnēs), ᾱ̔λής (hālḗs) (< *sm̥wl̥ēs), ᾱ̔λίζω (hālízō), ᾱ̔λία (hālía), ἡλιαία (hēliaía)
Sanskrit: उल्ब (úlba), उल्व (úlva)
Sanskrit: वलय (valaya, “coil”)
Sanskrit: वलयति (valayati, “to cause to turn”)
Sanskrit: वल्लि (valli, “creeper; winding plant”)
Proto-Italic: *wolwumen, *wolwō, *wolgous, *wolwā (see there for further descendants)
Latin: valgus, vallis, vallum, valva, volumen, volvō, vulgus, vulva (see there for further descendants)

Ελ > Biblical Hebrew God אֵל‎ (ʾēl) > אל • (ʾāl) Ιουδαιο-αραβική ορθογραφία των παραθέσεων آل‎ (ʾāl, «οικογένεια»)‎ < Από την πρωτοσημιτική *ʾil-. Συγγενής με τα ακκαδικά 𒀭 (ilum), αραβικά إلَه‎ (ʾilah), αραμαϊκά אלה‎ (aláh). Judeo-Arabic spelling of آل‎ (ʾāl, “family, φάρα”)‎‎ < آلَ • (ʾāla), non past يَؤُولُ‎ (yaʾūlu) το να γυρίζεις < ιλλάς

--------------------------------------------------------------------------
ιλλάρουμε ΠΙΕ και ΠΣ εκτός κουργανικής λήθης...

σοβαρές τρολερωτήσεις να τρελάνεις κουργανοΙΕουδαίους

ιλλάρει ο σόλος; ή σολάρει ο ίλλος;
ο σόλος έδωσε το όνομα στον Γύρο;
ή ο γύρος έδωσε το όνομα στον σόλο

γιατί οι σολίστες κάνουν γύρο;
και γιατί ο γυρός ιλλάρει σόλος;

---------------------------------------------------------------------------------------------

[2]ἐλλάμπω (AM) < λάμπω < Πιθανώς από μια ρινική παραλλαγή του πρωτοϊνδοευρωπαϊκού *leh₂p- («να λάμπει»),
φωτίζω, εμπνέω
αρχ. 1. λάμπω ζωηρά, 2. γίνομαι αιτία να λάμψει κάτι, 3. μέσ. διακρίνομαι, δοξάζομαι.

---------------------------------------------------------------------------------------------

[3]ηίλλω (hillo) < Παρωχημένη μορφή του hello < ηέλα (από το ηέλα κουμπάρε Fέλα, μ' ακούει;) < Τελικά από μια παραλλαγή του παλαιού αγγλικού ēalā :8) , όπως το hēlā :8) , το οποίο χρησιμοποιήθηκε στην καθομιλουμένη εκείνη την εποχή με παρόμοιο τρόπο με το πώς χρησιμοποιούνται τα hey και τα hi στις μέρες μας.
Πιθανώς επηρεασμένο από το παλιό σαξονικό halo!, επιτακτική του halōn («καλώv, φέρωv»), που χρησιμοποιείται για να χαιρετώ, παρόμοιο με τα παλιά ανώτερα γερμανικά hala, hola!, επιτακτικές μορφές του halōn, holōn («να φέρω»). Περισσότερα στο hallo.
Πιθανότερα από το helloυ > hell [φως] + o[ως] + u[του] = φως σε σένα = υγεία = γεία σου.

Δηλαδή για να χεις την υγειά σου, πρέπει να ίλλεις, να γυρίζεις, να τσουλλίεις, να τσουλάς, να κυλάς. !Hello? is anybody arouthere? we come in peas.

___________________________________________________________________________________________________________________________

ΗΕΛΛΑΣ = Ηελλιούσα = Fιλλούσα = Willusa = hillusa = hellusa = hellus = hellas = ηελλας < Γιελλούσα > Yellowσα > Χρυσαφένια... ήταν, μας το πήραν το kuruso-χρυσό οι Danειστές :003:

timeo danειστές et dona* ferentes
*dona < donar < doner :vp25: < to give away, to donate, δωρίσειν < δώρο = δάμα = τάμα..... ούτε αυτό αλταϊκό/τούρκικο... :8)

Τυχαίο γεγονός ότι ο Ηέλλην Αχίλλης περιέχει το -ίλλ-ης;
όπως και το ό,τι ο υιός Νεοπτόλεμος μετά την ήττα της willusa/ίλλιον/τρωάδος και την διαφυγή των Fιλλιόνων-βριγιόνων τρώων ιλλείων willusaίων/willionon, πήρε τους Ηέλληνεις Μυρμιδόνεις[4] και πήγε στην μετέπειτα ονομαζόμενη Ιλλ-υρία και θεμελίωσε την Fυλλις / Βυλλις ως το βορειότερο ηελληνικό σύνορο και οι Ηέλληνες Μυρμιδόνες βάτεψανε τα λιουλιουδιασμένα ορφανά wιλλούσοθρακοκόριτσα και οι μετέπειτα ονομαζόμενοι Βυλλιόνες είναι η πρώτη δίγλωσση καταγεγραμμένη Ιλλ-υρική φυλή ως πρόσμιξη ηελλήνων μυρμιδόνων βετεράνων με τα ορφανά λιουλιούδια wιλλούσοθρακοκόριτσα και ντόπια άλλα πελασγά λιουλιούδια (που κολλάζουν τ' αγγλούδια); Πως γίνεται να έχουν όλοι το -ιλλ < ίλλας στα ονόματά τους και να μην είναι όλοι γλωσσικοί συγγενείς ; όλοι τον ίδιο ήλιο βλέπανε.... το λ πόθεν προέκυψε σαν ήχος για τον ήλιο και όλα τα προ ΠΙΕ και προ ΠΣ παράγωγά του;


[4]
1. < Μύριοι mediones < μύριοι μεδιόνες < 10,000 μεσαίοι ηέλληνες = ηέλληνες μυρμιδόνες αν το -μιδόνες = mediones
2. < Μύριοι midones < μύριοι μιδόνες < 10,000 δανειστές μου = ηέλληνες μυρμιδόνες αν το -μιδόνες = mi dones

timeo danειστές et dona* ferentes
*dona < donar < doner :vp25: < to give away, to donate, δωρίσειν < δώρο = δάμα = τάμα..... ούτε αυτό αλταϊκό/τούρκικο... :8)
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 02 Ιαν 2022, 19:17

3. ΓΡΑΙΚΟΣ
___________________
είχα το σεντόνι έτοιμο, αλλά το χάλασα... :003:
με λίγες λέξεις. feel & grow. fellas & greus. γραίος τον γραίο αεί Fελλάζει... ;000 π.Χ.
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 04 Ιαν 2022, 23:43

Abraham

Etymology
From Middle English Abraham < Old English Abraham < Late Latin Ābrahām < Ancient Greek Ἀβρᾱᾱ́μ (Abrāā́m) < Hebrew אַבְרָהָם‎ ('aḇrāhām, “Abraham”).

Glossed as אַב‎ (aḇ, “father of”) + הֲמוֹן‎ (hăˈmōn, “multitude of”) in Genesis 17:4–5; or from Hebrew אַבְרָם‎ ('aḇrām, “Abram”). Doublet of Ibrahim.

κάτσε νασου ξηγήσω τ'όνειρο.

Επίσημα
אב < ab < απ' +
המון < χαμόν < πλήθος

Επίσημα ανεξήγητα
= αμπχαμόν > αμπχαμαίοι > αβχαμαίοι > αβγαμαίοι > αυγαμαίοι > αυγή = ab = אב = απ'

...αλλά δεν έχουν το ra στην λέξη που είναι abRAhamon

taxalataxalasaiaea
Ευραϊκά
ab = πατήρ = אב
abr = μετακινήθηκε = עבר
abra = πέρασμα = עברה
abrah = πέρασμα
abraha = θα σκάσω = אברח
Abraham =

1. ab ra ham = אב רע הם = mah ar ba = αυτό κακό πατέρα
Ab = אב = πατήρ = άπ'----------------< άπ' quo πώ θε = απ' πω πώθε = άπ'ό πούθεισισύ; ab του μισσοισσιππί;
ra = רע = κακό -------------------------< αν δεν ξες κολύμπι, είναι κάκιστο το Ρα...γάματα.... ☥ 𓋹....
ham = הם = αυτό------------------------< χάμ΄κυλιέται ετουνό το υς και λέγεται χύς / hog / γρούν', χαμουτζήδαίοι...

2. abra ham = עברה הם = πέρασε χάμ' (όχι ισαπάν, σαν κάτι άλλους)

3. Abra hamon = עברה המון = Πέρασε πολλά χάμ'.

κοίτα τώρα σύμπτωσις για γέλια και για κλάμματα μαζί.

latin. abra - afra - αφρα < άφρισε
4. abra hamon = άφρισε ζαμπόν = open ham < άφρισε χούς / γρούνι.

5. habra hamon = θά'χουμε ζαμπόν > αρχαίος σουβλατζής με χοιρινά (διαδώστε στους απογόνους, νόμιμους και ξώγαμους...η σπόντα για τον Ζμαΐλη)


Πελασγικά ΠΙΕ (λέω εγώ)
6. απ' ρα χαμω = από νερό στο χώμα ή απ τα νερά πιο χάμου, πιο κάτω... :p2:
ab = απ'
+ra = ρου ή λα (ειλλω) όπως sanskrit. sura = συλλα < σειλλω
+ham = χαμαι

= από νερό σε χώμα (σώγαμπρος σε έκεινα τα εδάφη ο μπραϊμης από τότενες, από βάρκα κατέβηκε και έμεινε εκεί στο χώμα της ερήμου) ή απ τα νερά πιο χάμου > κάτω απ την μεσόγειο... :p2:

7. απ' λα χαμω = από περιστροφές σε χώμα.
ab = απ'
+la = είλλω όπως sanskrit. sura = συλλα < σειλλω, το ρ = λ
+ham = χαμαι

= από περιστροφές σε χώμα. (νόμαδας γκαμηλιέρης που τριγύρνανε στην έρημο)


χου ντι φαξ ις αbραχώμας;

8. abra+ham = abra / άνοιξε + ham / χάμω = νεκροθάφτης.

google it...
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 05 Ιαν 2022, 06:35

4. Κέκροψ

Επισήμως αγνώστου ετυμολόγιας

Για να δούμε που θα βγει...

1. κέκρᾱμαι: Παθ. παρακ. του κεράννυμι. > κράμα + όψ => Κέκρ+οψ :p2:

2. κρώπιον και στον Ησύχ. κρώβιον, τὸ :a108:

α. δρέπανο < δρέπω < κρέπω > crop
β. (κατά τον Ησύχ.) «ἀξίνη δίστομος». ------λαβρυς - double axe - διπλή αξίνα = κρώπιον
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. κρώπιον προέρχεται πιθ. < κρώψ- και ανάγεται στην εκτεταμένη ετεροιωμένη βαθμίδα (s)krō-p- της ΙΕ ρίζας (s)kre-p-, που αποτελεί παρεκτεταμένη (με χειλικό -ρ-) μορφή της ρίζας (s)kre- «κόβω». > crop > κορφολογώ

Meaning: sickle, scythe - σκύθη (Pherekyd. 154 J.); H. also κρώβιον (cod. also κρόπ- and κρόβ-).

Επιβεβαίωση

Ελληνικά χωριάτικα.
κορφάδα (το κεφάλι ή η κορυφή ενός φυτού)
κορφολόγημα. (γεωπ.) το κόψιμο τών κορυφών τών βλαστών και τών άκρων τών κλαδιών σε ορισμένα καλλιεργούμενα φυτά που αποσκοπεί στη βελτίωση της καρποφορίας, στην επιτάχυνση της συγκομιδής, στο μεγάλωμα τών φύλλων ή που γίνεται για καλλωπιστικούς λόγους.


Παλιά Αγγλικά
crop, cropp, croppa («το κεφάλι ή η κορυφή ενός φυτού,») < κορφάδα < κορφή < κόρυς > crop

=> Κέκροψ < κέcropς < κέκροφς < κεκροφολόγος < κεκορφολόγος = Καλλιεργητής :8)
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 06 Ιαν 2022, 05:22

5. ΚΑΡΑΒΟΣ

ΙΕ Wiki
Επεξεργασία ετυμολογίας
Η προέλευση ασαφής. το ακανόνιστο επίθημα και η φωνητική υποδηλώνουν προελληνικό, αρχαίο μακεδονικό, ή σημιτικό δάνειο. Δείτε επίσης λατινικά scarabaeus, carabus, αρμενικά καρβ (kʿarb). Αραβικά عَقْرَب (ʿaqrab) και قَارِب (qārib).


τώρα σε λίγο θα γίνει σαφής.

1. Κάραβος / carabus / عَقْرَب (ʿaqrab/qʿarab)
κάραβος, carabus, κάραβαν, άραβας, αραμπάς, عَقْرَب (ʿaqrab < qʿarab) < κάραβας = καρο βους = Q ρου βους = αυτό που ρεέι με βόδι = βοϊδάμαξα / βοϊδόκαρο [/b][/color]

carabus < corro + bus > κάρο με βόδι
bus = βους / βόϊδι
corro / κουρρώ = τρέχω
Qwο + ρώ/ρέω = ποίος ρέω = τρέχω = κούρρος > καρριέρα > κούρσα > κουρσάροι > car > quo la mia volo me caro... :8)

άραβες = νόμαδες με βοϊδόκαρα...... καραβάν...

2. Κάραβος / carabus / عَقْرَب (ʿaqrab/qʿarab)
κάραβος, carabus, κάραβαν, άραβας, αραμπάς, عَقْرَب (ʿaqrab < qʿarab) < κάραβας = καρο β ως = Q ρου βου ως = αυτό που ρεέι με βοή/αέρα = πλεούμενο με αερόπανο > cara vela < κινείται με αερόπανο/vela[/b][/color]

carabus < corro + b + us > κινείται με βοη ως = κινείται με αερόπανο
corro / κουρρώ = τρέχω
Qwο + ρώ/ρέω = ποίος ρέω = τρέχω = κούρρος > καρριέρα > κούρσα > κουρσάροι > car > quo la mia volo me caro... :8)
άραβες = νόμαδες με αερόπανα...... καραβάν...; :p2:

3. Κάραβος / carabus / عَقْرَب (ʿaqrab/qʿarab)
κάραβος > cara bus < καρα βους > βοϊδοκεφαλος
cara = πρόσωπο - καρανίο > κρανίο < κάρη / κάρα



Διαλέχτε...
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 11 Ιαν 2022, 04:45

6. ΑΣΚΛΗΠΙΟΣ

IE Wiktionary
Aesculapius, Esculapius, Asclepius
Borrowed from Ancient Greek Ἀσκληπιός (Asklēpiós) < from Unknown
____________________________

LSJ
Ἀσκληπιός, Dor. Ἀσκλᾱπιός,
____________________________

French (Bailly abrégé)
Étymologie: DELG ? -- Babiniotis pê préhell. ou emprunt ; cf. cependant σκάλοψ, ἀσπάλαξ, qui ferait d’Asclépios une divinité chthonienne. excuse moi monsieur Bbnts

κάμμορε Ἀσκλᾱπιός, που νά ξερες πως θα λέγανε πως το ονομά σου σημαίνει σκαπανέας. Νά πιανες τα λεπίδια σου και να ασκούσες την τέχνη σου απάν στην γλώσσα τους...

Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
• Alolema(s): dór. Ἀσκλαπιός Pi.P.3.6, Isyll.55; Αἰσκλαπιός IG 42.136 (Epidauro VI/V a.C.); Αἰσχλαβιός IG 4.356 (Corinto); Ἀσσκλαπιός IG 4.1172.3 (Epidauro); lacon. Ἀγλαπιός IG 5(1).1313 (V a.C.), SEG 12.371.5 (Cos III a.C.); Αἰγλαπιός SEG 12.371.3 (Cos III a.C.); Ἀγλαόπης Hsch.; chipr. Ἀσκαπιός SEG 30.1678 (Sarepta IV/III a.C.)
• Morfología: [dat. hαισκλαπιεῖ IG 42.151 (Epidauro VI/V a.C.)]

Greek Monotonic
Ἀσκληπιός: Δωρ. -ᾶπιός, ὁ, ο Ασκληπιός, Λατ. Aesculapius, Θεσσαλός ηγεμόνας, διάσημος γιατρός, σε Ομήρ. Ιλ.· μεταγεν., θεωρήθηκε γιος του Απόλλωνα, προστάτης θεός της Ιατρικής· Ἀσκληπιάδαι ή -ίδαι, οἱ, όνομα για γιατρούς, σε Θέογν., Σοφ.· Ἀσκληπιεῖον, τό, ναός του Ασκληπιού, σε Λουκ.· Ἀσκληπίειος, -α, -ον, αυτός που ανήκει στον Ασκληπιό, Ἀσκληπίεια (ενν. ἱερά), η γιορτή του Ασκληπιού, σε Πλάτ.

_______________________________

taxalataxalasa

ελληνικά
ασκός + lapis + ως > έχει ασκό με λεπίδια
ασκώ + lapis + ως > ασκεί τα λεπίδια

latin.
lapis = λάπις = πέτρα

Μπορεί να συνδεθεί με την αρχαία ελληνική λέπας (lépas, «γυμνή πέτρα, βράχος»), είτε από το πρωτοϊνδοευρωπαϊκό *lep- («ξεφλουδίζω») (συναντώ με secō – saxum, rumpō – rupēs) είτε, πιο πιθανό, μια μεσογειακή γλώσσα υποστρώματος.

*lep < λεπίς

ασκούσε το λεπίδι ο χειρούργος Ασκ λεπι ός, και προφανώς με οψιδιανό που σπάει σε λεπίδες και γίνεται κοφτερό για χειρουργικό εργαλείο της λάπιας εποχής και ακόμα και σήμερα...
https://el.wikipedia.org/wiki/Οψιανός
https://edition.cnn.com/2015/04/02/heal ... index.html

πάντως δεν έσκαβε σαν ασπάλαγκας/τυφλοπόντικας.... nice try mr bbnts
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 11 Ιαν 2022, 09:20

7. ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Wiktionary ΙΕ

Αἰσχύλος (Aeschylus)

Εναλλακτικές φόρμες γραφής
Αἴσχῠλλος (Aískhullos)

Ετυμολογία
Ενδεχομένως να προέρχεται από το ἰσχύς (iskhús) και το σωματίδιο άρνησης ἀ- (a-). :p2::a108:δηλαδή αν το επώνυμο του ήταν angeles θα τον λέγανε αισχύς+λος angeles;
:smt005: Καλά έλεγε ο άλλος "γελάει ο κόσμος"... είναι να μην γελάς....

_________________________

LSJ

af: Aischulos; als: Aischylos; an: Esquilo; ast: Esquilo; az: Esxil; ba: Эсхил; be_x_old: Эсхіл; be: Эсхіл; bg: Есхил; bn: ইস্কিলুস; br: Aesc'hulos; bs: Eshil; ca: Èsquil; cs: Aischylos; cy: Aeschulos; da: Aischylos; de: Aischylos; diq: Esxilos; el: Αισχύλος; en: Aeschylus; eo: Esĥilo; es: Esquilo; et: Aischylos; eu: Eskilo; ext: Esquilu; fi: Aiskhylos; fr: Eschyle; fy: Aiskylos; gl: Esquilo; he: אייסכילוס; hr: Eshil; hu: Aiszkhülosz; hy: Էսքիլես; ia: Eschylo; id: Aiskhilos; io: Aeschylus; is: Æskýlos; it: Eschilo; ...............

Ετυμολογία
δεν υπάρχει

_________________________

txltxls

late Latin
chylus = χυλός

aes chylus = aeschylus
αις χυλος > Αισχύλος > Ένας χυλός... Πήξε θεατή... :8)

χυλός
αφέψημα από χοντροαλεσμένο και στραγγισμένο κριθάρι, που χρησιμοποιούσαν ως τροφή ασθενών («οἱ νοσοῦν τες χυλὸν πτισάνης ῥοφοῦσι», Αριστοφ.)

χυλὸς ὁ δι’ ἐψήσεως δηλ. βρασμοῦ, χυμὸς δὲ τὸ ἐν τοῖς φυτοῖς ὑγρὸν ἐν τῇ φυσικῇ αὐτοῦ καταστάσει· οἱ παλαιότεροι, οἷον ὁ Ἱππ., προκρίνουσι τὸ χυλός, ὁ δὲ Ἀριστ. τὸ χυμός·

Από το χέω (khéō, «χύνω»), αλλά όπως ο χυμός (khumós).

peace of cake
:smt005:
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Γκουερινο 4
Δημοσιεύσεις: 2302
Εγγραφή: 12 Αύγ 2021, 12:44
Phorum.gr user: Gouerino

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Γκουερινο 4 » 11 Ιαν 2022, 09:49

taxalata xalasa έγραψε:
11 Ιαν 2022, 09:20
7. ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Wiktionary ΙΕ

Αἰσχύλος (Aeschylus)

Εναλλακτικές φόρμες γραφής
Αἴσχῠλλος (Aískhullos)

Ετυμολογία
Ενδεχομένως να προέρχεται από το ἰσχύς (iskhús) και το σωματίδιο άρνησης ἀ- (a-). :p2::a108:δηλαδή αν το επώνυμο του ήταν angeles θα τον λέγανε αισχύς+λος angeles;
:smt005: Καλά έλεγε ο άλλος "γελάει ο κόσμος"... είναι να μην γελάς....

_________________________

LSJ

af: Aischulos; als: Aischylos; an: Esquilo; ast: Esquilo; az: Esxil; ba: Эсхил; be_x_old: Эсхіл; be: Эсхіл; bg: Есхил; bn: ইস্কিলুস; br: Aesc'hulos; bs: Eshil; ca: Èsquil; cs: Aischylos; cy: Aeschulos; da: Aischylos; de: Aischylos; diq: Esxilos; el: Αισχύλος; en: Aeschylus; eo: Esĥilo; es: Esquilo; et: Aischylos; eu: Eskilo; ext: Esquilu; fi: Aiskhylos; fr: Eschyle; fy: Aiskylos; gl: Esquilo; he: אייסכילוס; hr: Eshil; hu: Aiszkhülosz; hy: Էսքիլես; ia: Eschylo; id: Aiskhilos; io: Aeschylus; is: Æskýlos; it: Eschilo; ...............

Ετυμολογία
δεν υπάρχει

_________________________
Ε όχι και ανετυμολογητος ο Αισχύλος


https://lsj.gr/wiki/%CE%B1%CE%AF%CF%83% ... E%BF%CF%82


Από το θέμα αἰσχ- της λ. αἶσχος προήλθαν αφ΄ενός το αμάρτ. επίθ. αἰσχύς, που προϋποτίθεται στο ρ. αἰσχύνω και στον σχηματισμό τών λ. Αἰσχύλος (< Αἰσχυλός «ντροπαλός», με αναβιβασμό του τόνου στην παραλήγουσα, κατά τον φωνητικό νόμο του Wheeler, γιατί η λ. αποτελούσε μετρικό δάκτυλο), αφ΄ετέρου δε το επίθ. αἰσχ-ρό-ς, «αυτός που προκαλεί ντροπή (με απαύξηση του υγρού επιθήματος –ρο-, όπως το Αἰσχύλος < αἰσχυ-λό-ς, δηλαδή με το αντίστοιχο υγρό επίθημα –λο-). Ακόμη από το θέμα του ουσιαστικού σχηματίστηκαν οι τύποι παραθετικών του επιθέτου αἰσχ-ίων, αἴσχ-ιστος, ενώ τα αἰσχρ-ότερος, αἰσχρ-ότατος είναι μεταγενέστερα.

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 11 Ιαν 2022, 18:51

Γκουερινο 4 έγραψε:
11 Ιαν 2022, 09:49
taxalata xalasa έγραψε:
11 Ιαν 2022, 09:20
7. ΑΙΣΧΥΛΟΣ

Wiktionary ΙΕ

Αἰσχύλος (Aeschylus)

Εναλλακτικές φόρμες γραφής
Αἴσχῠλλος (Aískhullos)

Ετυμολογία
Ενδεχομένως να προέρχεται από το ἰσχύς (iskhús) και το σωματίδιο άρνησης ἀ- (a-). :p2::a108:δηλαδή αν το επώνυμο του ήταν angeles θα τον λέγανε αισχύς+λος angeles;
:smt005: Καλά έλεγε ο άλλος "γελάει ο κόσμος"... είναι να μην γελάς....

_________________________

LSJ

af: Aischulos; als: Aischylos; an: Esquilo; ast: Esquilo; az: Esxil; ba: Эсхил; be_x_old: Эсхіл; be: Эсхіл; bg: Есхил; bn: ইস্কিলুস; br: Aesc'hulos; bs: Eshil; ca: Èsquil; cs: Aischylos; cy: Aeschulos; da: Aischylos; de: Aischylos; diq: Esxilos; el: Αισχύλος; en: Aeschylus; eo: Esĥilo; es: Esquilo; et: Aischylos; eu: Eskilo; ext: Esquilu; fi: Aiskhylos; fr: Eschyle; fy: Aiskylos; gl: Esquilo; he: אייסכילוס; hr: Eshil; hu: Aiszkhülosz; hy: Էսքիլես; ia: Eschylo; id: Aiskhilos; io: Aeschylus; is: Æskýlos; it: Eschilo; ...............

Ετυμολογία
δεν υπάρχει

_________________________
Ε όχι και ανετυμολογητος ο Αισχύλος


https://lsj.gr/wiki/%CE%B1%CE%AF%CF%83% ... E%BF%CF%82


Από το θέμα αἰσχ- της λ. αἶσχος προήλθαν αφ΄ενός το αμάρτ. επίθ. αἰσχύς, που προϋποτίθεται στο ρ. αἰσχύνω και στον σχηματισμό τών λ. Αἰσχύλος (< Αἰσχυλός «ντροπαλός», με αναβιβασμό του τόνου στην παραλήγουσα, κατά τον φωνητικό νόμο του Wheeler, γιατί η λ. αποτελούσε μετρικό δάκτυλο), αφ΄ετέρου δε το επίθ. αἰσχ-ρό-ς, «αυτός που προκαλεί ντροπή (με απαύξηση του υγρού επιθήματος –ρο-, όπως το Αἰσχύλος < αἰσχυ-λό-ς, δηλαδή με το αντίστοιχο υγρό επίθημα –λο-). Ακόμη από το θέμα του ουσιαστικού σχηματίστηκαν οι τύποι παραθετικών του επιθέτου αἰσχ-ίων, αἴσχ-ιστος, ενώ τα αἰσχρ-ότερος, αἰσχρ-ότατος είναι μεταγενέστερα.
το είπαμε αυτό...

ἰσχύς (iskhús) και το σωματίδιο άρνησης ἀ- (a-). > Αισχ- = αδύναμος, ανίσχυρος

κοίτα και το λατινικό με ίδια φωνητική απόδοση και έννοια

asco = αηδία

Το θέμα είναι τι ετυμολογούμε... το αις+χυλος ή το αισχυ+λος ή το αι+σχ+υλος

και τα τρία έχουν άλλη ρίζα και άλλο νόημα

1. το αις+χυλος = ένας χυλός
2. αισχυ+λος = αδυναμούλης, ντροπαλούλης (ούλιος < ούλος = υποκοριστικό) < Αυτό που λες εσύ σαν ρίζα.
3. αι+σχ+υλος = είναι σχισμένη ύλη

το περιέργο.....1 2 3 = ένας χυλός αδύνατος είναι σχισμένη ύλη.
Έχεις αντίθεση για το αξίωμα αυτό;

Ο χυλός είναι αναγκαστικά αδύνατος και σχισμένη ύλη.   true  
Ο αδύνατος είναι αναγκαστικά χυλός και σχισμένη ύλη.   false   (ο άερας είναι αδύνατος αλλά δεν είναι χυλός, είναι άυλος)
Η σχισμένη ύλη είναι αναγκαστικά χυλός και αδύνατη.   false   (ένα κομμάτι ξύλο είναι σχισμένη ύλη αλλά δεν είναι χυλός, είναι ξύλος και δεν είναι και αδύνατο ένα κομμάτι ξύλο όπως το ρόπαλο του ηρακλή που ήταν σχισμένη ύλη από ελαιόδεντρο)

Οπότε φίλλε, ο Αισχύλλλλος είναι ένας χυλλλλός (για να φάνε τα μυαλλλλά των θεατώνε και να ποιήσουν ήθη).

αυτό...
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
AlienWay
Δημοσιεύσεις: 23211
Εγγραφή: 08 Οκτ 2019, 13:15
Phorum.gr user: AlienWay

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από AlienWay » 11 Ιαν 2022, 19:14

ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
Ζούμε σε μια οικονομία.

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 11 Ιαν 2022, 21:38

AlienWay έγραψε:
11 Ιαν 2022, 19:14
ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
x < x
α < α

χα < χα

χαχαχαχαχαχαχααχαχαχα


σβηστα ολα ... απο τα γελια τα ποσταρισα 3 φορες..


ακουει το admin;
Τελευταία επεξεργασία από το μέλος taxalata xalasa την 11 Ιαν 2022, 21:41, έχει επεξεργασθεί 1 φορά συνολικά.
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 11 Ιαν 2022, 21:39

taxalata xalasa έγραψε:
11 Ιαν 2022, 21:38
AlienWay έγραψε:
11 Ιαν 2022, 19:14
ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
x < x
α < α

χα < χα

χαχαχαχαχαχαχααχαχαχα
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
taxalata xalasa
Δημοσιεύσεις: 16607
Εγγραφή: 27 Αύγ 2021, 20:52

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από taxalata xalasa » 11 Ιαν 2022, 21:39

AlienWay έγραψε:
11 Ιαν 2022, 19:14
ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ
x < x
α < α

χα < χα

χαχαχαχαχαχαχααχαχαχα
𐀲𐀏𐀨𐀲𐀏𐀨𐀭 𐀀𐀗𐀨:𐀣𐀬𐀔:𐀓𐀫:𐀀𐀗𐀨:𐀏𐀬:𐀣𐀦

Μέσα στα πλαίσια μιας σχέσης πολιτικής πελατείας, διαφθοράς, εξαγοράς και εξευτελισμού της έννοιας της ίδιας της πολιτικής.

Με πρᾰ́σῐνους, κῠᾰνέους και ἐρῠθρούς Κοκούς...

Άβαταρ μέλους
AlienWay
Δημοσιεύσεις: 23211
Εγγραφή: 08 Οκτ 2019, 13:15
Phorum.gr user: AlienWay

Re: Αλήθειες... ο γελούντας...

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από AlienWay » 11 Ιαν 2022, 21:44

χαχαχαχαχαχαχα
Ζούμε σε μια οικονομία.

Απάντηση


  • Παραπλήσια Θέματα
    Απαντήσεις
    Προβολές
    Τελευταία δημοσίευση

Επιστροφή στο “Γλωσσολογία”

Phorum.com.gr : Αποποίηση Ευθυνών