Βρέθηκε στα οθωμανικά αρχεία μια επιστολή του Κολοκοτρώνη (την πάσαρε ένας Αυστριακός στον Καπουδαν πασά) προς την Κυβέρνηση με την έκθεση της Μάχης των Τρικόρφων εναντίον του Ιμπραήμ. Το άρθρο ολόκληρο στο παραπάνω λινκ.
Εδώ, η μεταφρασμένη έκθεση του Οθωμανού που κοινοποίησε στον Βεζύρη Μπεντερλὶ Μεχµὲτ Σελὶµ Σιρὶ Πασὰ.
Η υποκλαπείσα επιστολή Κολοκοτρώνη προς την Κυβέρνηση έχει ως εξής:Τὸ δελτίο τῆς µετάφρασης µαζὶ µὲ τὸ παρὸν ὑπόµνηµα τοῦ ἀναφερθέντος βαλῆ διαβάστηκε ἀπὸ τὴν Αὐτοκρατορική µου Ἀρχή. Ἡ µάχη τοῦ ρηθέντος Ἰµπραὴµ Πασᾶ µὲ τὸν ἀναθεµατισµένο, ὀνόµατι Κολοκοτρώνη, ἀναφέρθηκε σὲ κάποια ἐνηµερωτικὰ δελτία ὀλίγῳ πρότερον. Ὅµως εἶναι ἄξιο προσοχῆςτὸ ὅτι ὁ µνηµονευθεὶς (βαλὴς) δὲν παρέµεινε σὲ ἐκεῖνα τὰ µέρη, ἀλλὰ ἐπέ-στρεψε στὸ Ναβαρῖνο. Ἄραγε ἀναγκάστηκε ( νὰ προβεῖ σὲ αὐτὴν τὴν κίνηση) βεβιασµένα ἀπὸ τὴν ἔλλειψη προµηθειῶν καὶ ἄλλων κονδυλίων γιὰ τὸ ὑπὸ τὶς διαταγὲς του στράτευµα ἢ ἐξαιτίας κάποιου ἄλλου λόγου; Ὅπως καὶ νὰ ἔχει, αὐτὸ παραµένει ἄγνωστο, καθὼς δὲν ἔχει ληφθεῖ ἀλληλογραφία ἀπὸ τὸν ἀνα-φερθέντα ἐπ’ αὐτοῦ τοῦ ζητήµατος. Ἐξοχότατε, ἐλεήµονα, ὑψηλότατε, εὐµενῆ, εὔσπλαχνε, εὐεργέτη, πολυά-γαθε, µεγάθυµε Ἀφέντη µου, Μεγαλειότατε Σουλτάνε µου, ὡς ἁρµόζει στὴ δουλεία µου καὶ σύµφωνα µὲ ὅ,τι ἀπαιτεῖ ἡ ὑπηρεσία µου, φροντίζοντας γιὰ τὴν ἐξακρίβωση καὶ τὸν προσδιορισµὸ τῶν µαχῶν καὶ τῶν ἄλλων γεγονότων ποὺ λαµβάνουν χώρα στὸν Μοριά, (ἀναφέρω ὅτι) τὰ ἐπικουρικά, κατὰ βάση,στρατεύµατα τῶν ἄθλιων κακούργων, ἀκόµα κι ἂν φτάσουν ἀπ’ αὐτὴν τὴν πε-ριοχή, δηλαδὴ τὸ κάστρο τοῦ Ναυπλίου καὶ τοῦ Μεσολογγίου, µέχρι τὴν Ἀθήνα καὶ καταλάβουν καὶ ὑποτάξουν ὁλόκληρο τὸ Νησὶ τοῦ Μοριᾶ, καὶ πάλι, ἂν αὐτὰ τὰ δύο µέρη, ποὺ ἐποφθαλµιοῦν, βρεθοῦν στὰ χέρια τους, ἔχον-τας ὀχυρωθεῖ ψοφοδεεῖς (µὲ τὴν ψυχὴ στὸ στόµα) στὸ ἀπόκρηµνο Διάσελο 4 (σ. Μαίναλο-Αλωνίσταινα) , δὲν ὑπάρχει πιθανότητα νὰ µποῦν σὲ κάποιου εἴδους τάξη (νὰ συστήσουν τα-κτικὸ στρατό).
Καθὼς εἶναι γνωστὸ ὅτι οἱ ὑποθέσεις δὲν θὰ ἐξελιχθοῦν ἔτσι,ὁ εὔσπλαχνος ἐξοχότατος ἐλ-Χὰτζ Ἰµπραὴµ Πασάς, ὁ ἔχων τὸ ἱερὸ καθῆκον νὰ τελεῖ εἰσέτι βαλὴς τῆς Μέκκας καὶ τοῦ Μοριᾶ, ἐρευνώντας ἐνδελεχῶς καὶ διορθώνοντας τὴν κατάσταση τῶν καταραµένων λήσταρχων ποὺ βρίσκονται στὸ Ναύπλιο καὶ τὴν ἐνδοχώρα του, προηγουµένως ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Ναβα-ρίνο καὶ κατὰ µῆκος τῆς πορείας του κατέστρεψε κωµοπόλεις καὶ χωριά. Ἐξα-κριβώθηκε ἀπὸ τὶς προφορικὲς δηλώσεις κάποιων γλωσσῶν (αἰχµαλώτων) ποὺ συνελήφθησαν παρὰ τὰ Σάλωνα ὀλίγῳ πρότερον ὅτι ἀναχώρησε πρὸς τὴν κωµόπολη τῆς Τριπολιτσᾶς, ἀπ’ ὅπου ἔφυγε, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψή της ἀπὸ τοὺς ἀπίστους ποὺ βρίσκονταν ἐντός της, καθὼς δὲν ὑπῆρχε µέρος νὰ ὀχυρωθεῖ. Κατόπιν τούτου, ὁ ρηθεὶς ἐξοχότατος, ὡς ἀπαιτοῦσε ἡ περίσταση, ξεκίνησε ἀπὸ τὴν Τριπολιτσὰ καὶ ἐπέστρεψε καὶ ἀναχώρησε ἐκ νέου γιὰ τὸ Ναβαρῖνο.
Ἡ ἐπιστολὴ ποὺ ἔγραψε πρὸς τοὺς λήσταρχους τοῦ Ναυπλίου ὁ ἐπάρατος Κολοκοτρώνης, ἡ ὁποία ἀναφέρει µὲ ποιὸν τρόπο πολέµησε (ὁ βαλὴς) µὲ ἀληθινὴ ἀφοσίωση στὴν τοποθεσία Τρίκορφα, ἔξω ἀπὸ τὴν Τριπο-λιτσά, καὶ πῶς νίκησε τὸν τρισκατάρατο ἀρχηγὸ τῶν ἄτακτων ληστῶν, πέρασε µὲ κάποιον πλάγιο τρόπο (µέσον) στὰ χέρια τοῦ Αὐστριακοῦ κοµαντάντε, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἕνα ἀντίγραφό της στὸν δοῦλο τοῦ καπουντὰν πασᾶ κι ἐκεῖνος,µὲ τὴ σειρά του, ἀπέστειλε στὸ ταπεινό µου πρόσωπο τὸ ἀντίγραφο τῆς µετά-φρασής του, γιὰ νὰ ὑποβληθεῖ τὸ περιεχόµενό του πρὸς ἐνηµέρωση στὸν εὐερ-γέτη (σουλτάνο). Αὐτὸ τὸ ἀντίγραφο ἐσωκλείεται στὴ δουλικὴ ἔκθεσή µου,ποὺ ὑποβάλλεται ἐνώπιον τῆς αὐτοκρατορικῆς ὑψηλότητάς του (τοῦ µεγάλου βεζίρη). Σύµφωνα µὲ τὸ περιεχόµενο τῆς ἀναφερθείσας µετάφρασης, παρόλοποὺ πλεῖστοι ὅσοι ἐξευτελισµένοι, ἄνευ ὁρίου κατατροπωµένοι καὶ τραπέντες σὲ φυγὴ ἀντάρτες ἔφτασαν στὸν Ἅδη καὶ ἀφανίστηκαν, ὁ προαναφερθεὶς ἐξο-χότατος Ἰµπραὴµ Πασάς, γιὰ ἄγνωστο λόγο, δὲν παρέµεινε στὴν Τριπολιτσά,ἀλλὰ ὀπισθοχώρησε πάλι πρὸς τὸ Ναβαρῖνο.
Μία ὁµάδα τεσσάρων χιλιάδων µιαρῶν ἑρπετῶν µὲ πέντε-ἕξι καπεταναίους ἀπὸ τοὺς Ρουµελιῶτες ἀντάρτες,ποὺ βρίσκονταν στὸν Μοριὰ ὡς ἀπαραίτητη δύναµη τῶν ἀπίστων, πέρασε πρὸς τὰ Σάλωνα γιὰ νὰ συνδράµει στὸ Μεσολόγγι. Ἐκεῖ προσχώρησε στοὺς συγκεντρωµένους ἀπίστους καί, ἕνεκα τούτου, ὡς ἀσφαλῶς συνάγεται ἀπὸ τὸ περιεχόµενό της (τῆς ἐπιστολῆς), τρεῖς χιλιάδες ἄτοµα ἀποσχίσθηκαν καί, ὅπως δηλώθηκε στὴν ἄλλη ἔκθεσή µου, ἦρθαν µὲ τὸν καταχθόνιο σκοπὸ νὰπατήσουν τὸν ἀφοσιωµένο στρατό. Καὶ πάλι οἱ προφορικὲς δηλώσεις τῶν γλωσσῶν τῶν ζωντανῶν συλληφθέντων ἀπὸ τοὺς προαναφερθέντες ἀπίστους ἐκφράζουν καὶ µνηµονεύουν ὅτι µὲ τὴ δόξα τοῦ Ὑψίστου ἡττήθηκαν καὶ ὑπο-τάχθηκαν κατεστραµµένοι καὶ µάλιστα ὅτι οἱ ἄπιστοι διακόµισαν τοὺς τραυ-µατισµένους καὶ τοὺς ἀρρώστους µὲ κάποια ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά τους, ποὺ εἶχε ἀφήσει ὁ προαναφερόµενος (βαλὴς) στὴν Τριπολιτσά.Αὐτὴν τὴν ταπεινὴ ἀναφορὰ τοῦ δούλου σας πῆρα τὸ θάρρος νὰ ὑποβάλωστὸν ἡγεµονικὸ τόπο λήψης ἀποφάσεων ἐπὶ σηµαντικῶν ζητηµάτων. Εἴθε ὁὝψιστος νὰ ἐπιτρέψει νὰ µᾶς τιµήσει ἅµα τῇ ἀφίξει της ἡ ἑδραία ἐντολὴ καὶτὸ πρόσταγµα, τὰ ὁποῖα ἀνήκουν σὲ ἐκεῖνον ἐξ οὗ ἡ διαταγὴ (δηλ . ἐκεῖνον ποὺ ἡ ὑψηλότητά του ἔχει τὸ δικαίωµα νὰ διατάζει).Τὴν 23η
Ζουλχίτζε 1240 (8 Αὐγούστου 1825).
Πρὸς τὸ ἔξοχον ὑπουργεῖον τῶν πολεµικῶν Κατὰ 22: τοῦ ἥδη λήγοντος πρωΐας πληροφορηθεὶς ἐκ γραµµάτων τῆς διοι-κήσεως ὅτι ὁ ἐχθρὸς
ἦτον νὰ κάµῃ ἀπόβασιν εἰς Νεόκαστρον, ἀπεφάσισα νὰδόσω γενικὴν µάχην περὶ τὰ τρίκορφα ὁποῦ νικὸντας τον νὰ τοῦ σικόσω τὴν ἑλπίδα τῆς ἑνώσεως· ἐδιώρισα τὸν στρατηγὸν Δη-µίτρον πλαπούταν µὲ δύω χ(ι)λ(ιά)δεςνὰ προκαταλάβη τὸ βαλτέτζι, τοὺς στρατηγοὺς Κανέλον δελιγιάνιν παπ(α)τζώνιν καὶ τὸν υἱὸν µου Γεναῖον µὲ: 3:χ·ιλιάδ)ες νὰπροκαταλάβουν τὰ ταµπούρια τῶν τρικόρφων, καὶ τοὺςκυρίους ζαήµιν λόντον Νο
ταρὰν πετιµεζὰν καὶ σολιώτιν µὲ 4: χιλι(άδ)ες ·ὁποῦ ἦτον εἰς τὸ λεβίδι νὰ ἔλθουν εἰς τὴν ἐπάνω χρέπα διὰ νὰ τοὺς µεταχει-ρισθῶ καθ’ ἃ ἡ περίστασις τοῦ πολέµου ἤθελε τὸ καλέσει. ὁ κολιόπουλος ἐγκαίρως προκατέλαβε τὴν διορισθεῖσαν θέσιν, οἱ ἐκ λεβιδίου ἔφθασαν τὸ ἴδιον ἐσπέρας εἰς τὴν χρέπαν, ὁ δέ δελιγιάνις παπ(α) τζώνις καὶ Γεναῖος ἀπὸ κακὴν τίχην, λαβόντες καθ’ ὁδὸν ἕνα γράµµα τοῦ ζαήµι, λόντου καὶ Νοταρὰ ὁποῦ ἔγραφον πρὸς ἐµέ προτοῦ κινιθῶσι λέγοντας ὅτι ἀνέτιµοι ὦντες δὲν δύνανται νὰ ἐκκινίσουν ἐκείνην τὴν ὥραν ἡµέραν (τὸ ὁποῖον βιασθέντες ἐκα-τόρθωσαν) ὑποπτευθέντες ὁ Κανέλος καὶ Γεναῖος τὴν ἕλλειψιν ἐκείνην δὲν κατῆλθον νῆκτα διὰ νὰ προκαταλάβουν ὅλας τὰς ἀναγκαίας θέσις τῶν τρι-κόρφων·ὁ ζαήµις λόντος καὶ Νοταρὰς φθάσαντες κατὰ τὴν 22: τὸ ἐσπέρας εἰς χρέπαν ἅναψαν ταῖς φοτιές ἐκ τῶν ὁποἵων ἐπλη-ροφορίθησαν οἱ ἐχθροὶ τὸν ἐρχοµὸν τῶν στρατευµάτων καὶ ἀπὸ γράµµατα µαθόντες ὁ δελιγιάνις καὶ γεναῖος τὸν ἐρχοµὸν τους ἄµα περὶ τὰ ξηµερώ-µατα, οἱ µὲν ἐχθροὶ ἐκινίθησαν ἐκ τριπολ(ιτζὰς)νὰ προκαταλὰβωσι τὰ τρίκορφα, οἱ δὲ δελιγιάνις καὶ γεναῖος ἀκολούθησαν κατὰ τὴν διορισὶν µου τὸ αὐτὸ
ἔφθασαν εἰς τὴν αὐτὴν θέσιν συγχρόνως, καὶ ἐκ τούτου δὲν ἐδινήθησαν οἱ ἐδική µας νὰ ὀχυρώσουν ὅλας τὰς ἀναγκαίας θέσις τῶν τρικόρφων, ἀλλὰ µέρος ἐξ’αὐτῶν προκατέλαβον ἡ ἡµέτεροι καὶ µέρος ἐκ τῶν ἰδίων οἱ ἐχθροί, καὶ ἄρχησεν ὁ ἀκροβολισµὸς, ἐκινίθη τότε ἐκ βαλ-τετζίου ὁ στρατηγὸς κολιόπουλος, διὰ νὰ ἔλθη εἰς τὸν πόλεµον περὶ τὸν κάµ-πον µεταξὺ τὸν ἀπήντισε τὸ ἰππικὸν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ τὸν ὀπισθογίρισεεἰςτὴν προτέραν του θέσιν· ἀκολούθως δὲ τὸν ἐµπόδισε τοῦ νὰ δώσῃ βοίθειαν.
ἐγὼ ἀπὸ ἐκείνην τὴν ὥραν εἶχα φθάση εἰς χρέπαν, ὁδήγισα τὸν στρατηγὸν νοταρὰν νὰ προκαταλάβη ἕνα τζουµάρι, καὶ τοὺς καπετανέους καλαβρύτων εἰς ἕν[α] ἄλλο πλευρὰ καὶ ἄνωθεν τοῦ γεναίου. ἡ µάχη ἠκολούθισεν ἀπὸ τὰς 12 ἕως εἰς τὰς 7: ὥρας εἰς τὸ ταµπούρι τοῦ δελιγιάνι καὶ γεναίου· ὁ ἐχθρὸς ἕως τότε δὲν ἦτον ὅλος ἐνκεντρωµένος εἰς τὴν µάχην ἀλλ ἦτον καὶ ἐξα-πλωµὲνος εἰς τὸν κάµπον τῆς τριπολιτζὰς διὰ θέρος, ἔστηλε ἐναλὰξ ἐκεῖνος ἀπὸ Τριπολιτζὰν βοήθειαν εἰς τοὺς ἐδικοὺς του, καὶ ἐγὼ ἀπὸ τὴν ἀπάνω χρέπα εἰς τοὺς ἡµετέρους· εἰς τὰς 7: ἔστιλα τὸν στρατηγὸν λὸντον νὰ κα-τεβὰση τοὺς καλαβρυτινούς εἰς ἕνα παρακατηνὸν τζουµάρι καὶ νὰ τοὺς ὀδι-γίσῃ εἰς τὴν µάχην· κατ’ ἐκίνην ἐγκεντρίσθησαν ὅλοι οἱ ἐχθροὶ χωρὶς νὰ µίνῃ κᾀνὲνας εἰς τριπολιτζά, καὶ ὁ σκαταράπις ἐπικεφαλῆς των ἄρχησε ἡ προσβολὴ µὲ ὁρµὴν κατὰ τοῦ ταµπουρίου τοῦ γεναίου, ὁ γε- ναῖος ἀντέστη µὲ ὅλην τὴν γεναιότητα καὶ ἐκεῖ ἔπεσεν ἐνδόξως ὁ στρατηγὸς παπ(α) τζόνις, ὁ ἐχθρὸς τότε ὁδίγησε τὴν προσβολὴν καὶ εἰς ὅλα τὰ ἄλλα µέρη. ἡ θέσις τῶν στρατηγῶν λόντου καὶ νοταρὰ ἦτον πρεπόντως ὀχυροµένη· εἰς τὸ πλευρὸν τοῦ στρατηγοῦ λόντου ὁλίγον κάτωθεν ἦτον τοποθετηµένοςὁ στρατηγὸς νοταρὰς, ὅστις µὴ δυνιθῆς νὰ ἀνθέξη εἰς τὴν προσβολὴν ἐτρὰπι, καὶ συγχρόνως ὅ τε παπ(α) σταθούλιας καὶ Γεώργιος λαγκαδινός·κατ’ ἐκείνην τὴν στιγµὴν µὲ τὸ νὰ εἶχε φθάση εἰς χρὲπαν ἡ ὀπισθοφιλακή µας,ὅ τε βασίλειος Πετιµεζὰς καὶ Σολιώτης, καὶ ἐπειδὴ ὁ ἐχθρὸς ἐκινεῖτο εἰς τὸν κάµπον πρὸς τὸ νερὸν τῆς δαβιὰς, διὰ νὰ πάρη τὰ ὀπίσθια τῶν ἐδικῶν µας, ἐκινίθην ὁ ἴδιος µετὰ τοῦ κυρίου ζαήµι, πρὸς ἀντίκρουσιν ἐκείνων καὶ ἡπε-ράσπισιν τῶν ἡµετέρων· ἡ ἀνωτέρω τροπὴ τοῦ ταµπουριού τοῦ ἀντιστρατηγοῦ νοταρᾶ, καὶ τῆς ὀπισθοφυλακῆς τοῦ ταµπουρίου τοῦ γεναίου, ἐπροξένισε τὴν γενικὴν τροπὴν τῶν ταγµάτων· ὅσον ἐγὼ καὶ ὁ ζαήµις ἐπροσπαθίσαµεν ὅσον οἱ λοιποὶ ἀρχηγοὶ διεκινδύνευσαν, ὅσον ὁ δυ-στυχὴς γεναῖος τρέχων ἐδὼ καὶ ἐκεῖ κατεσκοτώθη δὲν ἐδυνίθηµεν νὰ ἐµπο-δίσωµεν τὴν γενικὴν λιποταξίαν ἐκτὸς τοῦ παπ(α) τζώνι εἰς τὸν καιρὸν τῆς τροπῆς ἐχάσαµε τὸν Γεώργιον ἀλωνιστιώτην, Νταµπακόπουλον, παπ(α) κώσταν µπούραν,παπ(α) σταθούλιαν, τὸν ὑπασπιστὴν τοῦ νοταρὰ κωνσταντίνον τζολακόπου-λον, καὶ ἄλλον µερικὸν ὁλίγον ἔλιψε νὰ χάσωµε καὶ τὸν γεναῖον καὶ τοὺς στρατηγοὺς λόντον δελι-γιάνι καὶ Νοταρὰ, ὥστε ἡ µάχη νὰ εἰπωθῇ τῶν ἀξιοµατικῶν.
ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς εἰς τὸ ταµπούρι τοῦ γεναίου ἐσκοτώθησαν ὑπὲρ τοὺς τριακοσίους τούρκον πεζοὶ εἰς τὸν καιρὸν τῆς γενικῆς τροπῆς µας ἐσκο-τώθησαν ἐκ τῶν ἐχθρῶν ἀρκετοὶ σηµαντικοὶ ἰππεῖς,καὶ µέρος πεζῶν· ἡ φθορὰ γενικὴ θεωρηµένη ὡς πρὸς τὸν ἀριθµὸν εἶναι ἀσυγκρίτως µεγαλητέρα κατὰ ἀλήθειαν ἀπὸ τὴν ἐδικήν µας, τὶ τὸ ὄφελος ὅµως, ὁποῦ ἡµεῖς ἐχάσαµεν τόσους σηµαντικοὺς καὶ τὴν θέσιν, τὸ ἑσπέρας καὶ τὴν νύκτα τρέχοντας ἐγὼ καὶ ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν µας ὁπλαρχιγοὶ εἰς τὴν σύναξιν τῶν διασκορπισθέντων στρατιοτῶν, ἐγὼ ἐκιµίθην εἰς τὴν ἀλονίστενα, ὁ ζαήµις µὲ µέρος καλαβρυτινόν καὶ κορινθίων ἄνωθεν τοῦ λεβιδίου, οἱ δὲ στρατηγοὶ λόντος καὶ Νοταρᾶς, ἐκι-µίθησαν εἰς τὰ βουνὰ τῆς ἀλωνίστενας χωρὶς κάπες εἰς τὴν βροχὴν, καὶ ἄσιτοι ὅλοι µας ὁποῦ καὶ προτήτερα ἐπηνούσαµεν, τέλος ἄµα πρωΐας ἦλθον πρὸς ἐµὲ, ὁ δελιγιὰνις λὸντος, καὶ Νοταράς, εἰς ἀλωνίστεναν, καὶ ἐπειδὴ οἱ ἐχθροί τὴν δευτέραν ἡµὲραν µετὰ τὴν µάχην, ἐκτὰνθησαν εἰς τὴν πεδιάδα τῆς δαβιὰς, ὀχύ-ρωσα διὰ στρατιοτῶν τὸ διάσελο τῆς ἀλωνίστενας, ἐγὼ δὲ µετὰ τῶν εἰρηµέ- νων ὀπλαρχιγῶν ἦλθον εἰς τὴν βιτίναν, διὰ νὰ φροντίσω τὴν γενικὴν σίντα-ξιν, ἐκεῖ ὁδηγιθεὶς ἔφθασε καὶ ὁ ζαήµις· καὶ ἐπειδὴ ὁ ἐχθρὸς, δὲν ἐκινίθη κατὸν διὰ τῆς ἀλωνίστενας, ἀλλ’ ἐκδικίθη ἕως εἰς τὴν πιάνα, καὶ χρισοβίτζι θε-ρίζων καὶ πυρπολῶν ὑποπτευθέντες µήπως κινιθῆκατὰ τῆς διµιτζάνης, πληρο-φωρηµένος ὅτι τὸ χωρίον αὐτὸ εἶναι ἡ ὀχυρωτέρα χώρα τῆς καρυτένης, φθάσας κατ’ ἐκείνην τὴν ὥραν καὶ ὁ στρατηγὸς πλαπούτας, ὁ µὲν κύριος ζαήµις καὶ στρατηγοὶ δελιγιάνης Νοταρὰς, πλαπούτας καὶ γεναίος, µὲ περίπου τῶν δίοχιλι(ά)δων στρατιοτῶν, ἀπεστάλησαν σίµερον πρὸς τὰ ξηµερώµατα νὰ προκα-ταλάβουν τὴν εἰρηµένην κοµόπολην, µὲ ἀπόφασιν ἢ νὰ νικήσουν ἢ νὰ ἀποθά- νουν. ἐγὼ δὲ βαστάσας µαζὶ µου καὶ τὸν στρατηγὸν λόντον ἔµεινα ἔξω διὰ νὰ φροντίσωµεν νὰ συνάξωµεν τοὺς διασκορπισθέντας στρατιώτας, γενικοτέρως εἰς τὴν στρατολογίαν.
οἱ καρυτινοὶ στρατιώταις, ἐξαιτίας τῆς προφυλάξεως τῶν φα-µελιῶν τους διεσκορπίσθησαν. ἀπὸ τοὺς κορινθίους ἔµειναν πολλὰ ὀλίγοι ἔλι-ψαν καὶ οἱ περισσότεροι καλαβρυτινοὶ, ἡ ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν λόντου καὶ νοταρὰ ξένοι ἔµειναν ἀδιάλυτοι, ὁ πετιµεζὰς καὶ σολιώτης περὶ τὴν γρανίτζαν, καὶ εἰς τὸ διάσελο τῆς κοντούσας, διατάξας καὶ αὐτοὺς νὰ προχωρίσουν ἔγραψα καὶ εἰς τὴν κόρινθον καὶ εἰς τὰ καλάβρυτα, πρὸς τοὺς προκρίτους καὶ πρὸς τοὺς ὀπλαρχηγούς, νὰ εὕγουν ὅλοι εἰς τὰ ἅρµατα, καὶ νὰ φέρουν ὅπου τὸ στρατόπεδον ὅλους τοὺς ὁπλοφόρους, ἀπὸ τὸν στρατηγὸν πλαπούτα ἔφυγον κρυφίως ὅλοι ἡ φαναρίται καὶ ἀρρκάδιοι καὶ ἔµεινε µὲ 500:
ἐγκρίνω τὸ ὑπὸτὴν ὁδηγίαν τοῦ γκενερὰλ φαβιὲ τακτικὸν σῶµα νὰ γυµνοσθῆ πρῶτον πρε-πόντως, νὰ τοῦ ἑτιµασθῆ ἡ ἀρτιλιερία καὶ τὸ ἰππικὸν καὶ
τότε νὰ ἐξέλθη, διὰ νὰ µὴ διακινδυνεύσωµεν καὶ αὐτὴν τὴν ἀρχὴν τῆς ταξεὼς µας. σᾶς βεβαιῶ, ὅτι οὔτε ἐγὼ οὔτε ἡ ὑπὸ τὴν ὀδιγίαν µας ὀπλαρ-χιγοί δ ὲν ἐχάσαµεν τὴν σταθερώτητα καὶ ἀπόφασιν ἢ νὰ νικήσωµεν ἢ νὰ ἀποθάνωµεν, ἀλλ’ ἐπειδὴ ὁ ἐχθρὸς ἐξ’ αἰτίας τῆς παρελθούσης ἀδρανείας καὶ ἀφροντισίας ἔφθασε νὰ ἐγκεντρισθῆ εἰς τὸ κέντρον τῆς Πελοπονήσου, καὶ οἱ πελοπονίσιοι ἐξ’ αἰτίας τῶν φαµελιῶν πρὸς τὸ παρὸν βραδέως συνά-ζονται παρακαλεῖται, ἡ σεβαστή µας διοίκησις, νὰ διατάξῃτὸν καρὰτὰσιον καὶ ὅσους ἄλλους εὐρίσκονται εἰς τὰς νήσους νὰ τρὲξουν πανστρατιὰ, καὶ διελ-θόντες ὅλην τὴν ἀργολίδα καὶ τὰ περὶ τὴν ἀργολεῖδα µεθόρια τῆς κορινθίας στρατολογούντες νὰ φθάσουν ταχέ(ω)ς µὲ δέκα χιλιάδες, ὅπου τὸ στρατό-πεδον. καὶ ἄν ἀγαπᾶται τὴν πατρίδα καὶ τὸ ἔθνος ἐνεργίσατέ το τάχιστα· σᾶς ἔγραψα καὶ προτίτερα καὶ ἥδη ἐπαναλαµβὰνω ὅτι εἶναι ἀναγκαῖον νὰ φροντίση ἡ διοίκησις νὰ συντάξη ἓν σῶµµα διοκο-σίων ἰππέων καὶ νὰ τὸ ἀποστίλη τάχιστα εἰς τὸ στρατόπεδον τὸ ὁποῖον θέλει χρησιµεύση µεγάλως.
ὑπερτάτη διοίκησις· ἔχω σαράντα ἡµέρας ὁποῦ παρατηρῶ µὲ τὸ γιαλὶ· καὶ δὲν εὐρίσκω πελοπονησί-ους ἀξιωµατικούς, οὔτε στρατηγούς οὔτε ἀντιστρατιγούς χιλιὰρχους καὶ κα-θεξῆς διὰ νὰ συµπολεµίσω µετ’ αὐτῶν τοὺς ἐχθροὺς, ἀλλ’ εὐρίσκω πατριώ-τας οἱ ὁποῖοι ἀξηὼµατα δὲν ζητοὺν ἀλλὰ τρέχουν µὲ ἐνθουσιασµὸν καὶ πα-τριωτισµὸν, ἢνὰ νικήσουν ἢ νὰ ἀποθάνουν. τουτο µὴ σὰς πιράξη ἐπειδὴ εἶναι ἰδίωµά µου νὰ λέγω τὴν ἀλήθειαν µὲ εἰλικρί- νειαν· ἡ ἐπαρχία τῆς κορίνθου δὲν ἐπιρὰχθη τώρα εἰς τὸν πόλεµον, καὶ εἶναι καὶ οἱ χριστιανοὶ ἄσιτοι ἀπὸ τὰ ὀσπητιὰ των· ὅθεν λάβεται πρόνοιαν νὰ διατὰξεται ἐκεῖ νὰ σταλῶσι αὐτόσε πεντακόσια ζῶα διὰ νὰ φορτοθοὺν ἀπὸ τζαροὺχια τζεπχανὲ, καὶ παξιµάδι καὶ σινδροφευµένα µὲ στρατιώτας αὐτόθεν νὰ µᾶς προφθάσουν ὅπου εἶναι τὸ στρατόπεδον,ἐπειδὴ καὶ ξυπὸλητοι εἴµεθα καὶ ἤδη ἔχοµεν τόσας ἡµέρας ὁποῦ ζώµεν µὲ ψάνιν καὶ κρὲας· µάλιστα ἡ ὑπὸ τὴν ὀδηγίαν µου στρατιώται εἶναι διόλου νι-στηκοί· ἐλπίζω εἰς τὴν θείαν βοὶθειαν νὰ νική-σωµεν τὸν ἐχθρὸν καθότι ἡ Πελοπονίσιοι δὲν ἐδιλίασαν ἀπὸτὸν σατρὰπιν·εἰµὴ τὰ κινήµατα του τὰ ὀρµητικὰ τὰ κάµνει νὰ τραβιώνται διὰ νὰ προφυλάττουν ταῖς φαµιλίαις των, διὰ τὰς ὁποῖας ἂν εἶχον ἕνα µέρος ἀσφαλὲς νὰ τάς βάλουν ἡ ἀρὰπιδες δὲν ἤθελε ζίσουν οὔτε τρεῖς ὥρας·
τη: 26: ἰουνίου εἰς βιτίναν·
ὁ πατριώτης
θ: κολοκοτρόνης