ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Η μετατροπή της Μονής Δαφνίου σε ψυχιατρείο.
Στη μακραίωνη ιστορία της Μονής Δαφνίου υπάρχουν λίαν ενδιαφέρουσες πτυχές, τις οποίες σκέπασε η αχλύς του χρόνου. Μία εξ αυτών αφορά στην μετατροπή της Μονής σε «Φρενοκομείο» από τον Μάιο 1883 έως τον Φεβρουάριο 1885. Μετά την επανάσταση η Μονή βρισκόταν σε ερειπιώδη κατάσταση, αφού είχε πυρποληθεί και εγκαταλειφτεί.
Το 1883 επιδιορθώθηκαν τα κελιά της Μονής όχι για να δεχτούν μοναχούς, αλλά όπως μας πληροφορεί ο Γεώργιος Λαμπάκης για να δεχτούν φρενοβλαβείς! Απαγορεύτηκε στο κοινό να εισέρχεται στον κυρίως χώρο της Μονής, παραμορφώθηκε ο περίβολος και αλλοιώθηκε η εικόνα του περίφημου αυτού χριστιανικού οικοδομήματος. Αλλά και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας τη φροντίδα των φρενοβλαβών είχαν η Εκκλησία και τα Μοναστήρια.
Σίγουρα όσοι έλαβαν εκείνη την απόφαση δεν είχαν οδηγηθεί από το γεγονός ότι η Μονή Δαφνίου είχε ανεγερθεί στα ερείπια του Ιερού του Δαφνίου Απόλλωνα ή Λοξία, ο οποίος θεωρούνταν προστάτης των ψυχασθενών και τιμωρός των ασεβών με την εμφάνιση φρενοβλάβειας! Συμπτωματική και αναγκαία η επιλογή τους για να αποφευχθεί το στοίβαγμα των ψυχικά ασθενών σε εγκαταστάσεις της Αστυνομίας, όπου φιλοξενούνταν μέχρι τότε.
Εν πάση περιπτώσει, με διάφορες τροποποιήσεις και μετατροπές μεταφέρθηκαν εκεί οι ασθενείς και «από της ιεράς ταύτης Μονής δεν ανήρχετο πλέον λιβανωτός εις τα ύψη των ουρανών, ουδέ ηκούοντο οι προσευχαί των μοναζόντων, αλλ’ οι ποικιλόφθογγοι κρωγμοί των φρενοβλαβών εις βαθυτάτην αθυμίαν τους ακροωμένους βυθίζοντες»!
Έτσι, με την μετατροπή της Μονής σε Ψυχιατρείο δόθηκε το τελικό χτύπημα στην κατάπτωσή της, αφού από τότε σταμάτησαν οι πιστοί να την επισκέπτονται και μαράθηκαν τα πανηγύρια της που συνεχίζονταν αδιάλειπτα ακόμη και την εποχή που οι κτιριακές εγκαταστάσεις ήταν σε θλιβερή κατάσταση. Εξαφανίστηκε δε το περίφημο πανηγύρι της που τελούνταν με απερίγραπτη ζωηρότητα στις 23 Αυγούστου.
http://mikros-romios.gr/monidafniou/
http://www.edoathina.com/deltaalphaphinuiota.html
https://peritexnisologos.blogspot.com/2015/01/m.html
Στη μακραίωνη ιστορία της Μονής Δαφνίου υπάρχουν λίαν ενδιαφέρουσες πτυχές, τις οποίες σκέπασε η αχλύς του χρόνου. Μία εξ αυτών αφορά στην μετατροπή της Μονής σε «Φρενοκομείο» από τον Μάιο 1883 έως τον Φεβρουάριο 1885. Μετά την επανάσταση η Μονή βρισκόταν σε ερειπιώδη κατάσταση, αφού είχε πυρποληθεί και εγκαταλειφτεί.
Το 1883 επιδιορθώθηκαν τα κελιά της Μονής όχι για να δεχτούν μοναχούς, αλλά όπως μας πληροφορεί ο Γεώργιος Λαμπάκης για να δεχτούν φρενοβλαβείς! Απαγορεύτηκε στο κοινό να εισέρχεται στον κυρίως χώρο της Μονής, παραμορφώθηκε ο περίβολος και αλλοιώθηκε η εικόνα του περίφημου αυτού χριστιανικού οικοδομήματος. Αλλά και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας τη φροντίδα των φρενοβλαβών είχαν η Εκκλησία και τα Μοναστήρια.
Σίγουρα όσοι έλαβαν εκείνη την απόφαση δεν είχαν οδηγηθεί από το γεγονός ότι η Μονή Δαφνίου είχε ανεγερθεί στα ερείπια του Ιερού του Δαφνίου Απόλλωνα ή Λοξία, ο οποίος θεωρούνταν προστάτης των ψυχασθενών και τιμωρός των ασεβών με την εμφάνιση φρενοβλάβειας! Συμπτωματική και αναγκαία η επιλογή τους για να αποφευχθεί το στοίβαγμα των ψυχικά ασθενών σε εγκαταστάσεις της Αστυνομίας, όπου φιλοξενούνταν μέχρι τότε.
Εν πάση περιπτώσει, με διάφορες τροποποιήσεις και μετατροπές μεταφέρθηκαν εκεί οι ασθενείς και «από της ιεράς ταύτης Μονής δεν ανήρχετο πλέον λιβανωτός εις τα ύψη των ουρανών, ουδέ ηκούοντο οι προσευχαί των μοναζόντων, αλλ’ οι ποικιλόφθογγοι κρωγμοί των φρενοβλαβών εις βαθυτάτην αθυμίαν τους ακροωμένους βυθίζοντες»!
Έτσι, με την μετατροπή της Μονής σε Ψυχιατρείο δόθηκε το τελικό χτύπημα στην κατάπτωσή της, αφού από τότε σταμάτησαν οι πιστοί να την επισκέπτονται και μαράθηκαν τα πανηγύρια της που συνεχίζονταν αδιάλειπτα ακόμη και την εποχή που οι κτιριακές εγκαταστάσεις ήταν σε θλιβερή κατάσταση. Εξαφανίστηκε δε το περίφημο πανηγύρι της που τελούνταν με απερίγραπτη ζωηρότητα στις 23 Αυγούστου.
http://mikros-romios.gr/monidafniou/
http://www.edoathina.com/deltaalphaphinuiota.html
https://peritexnisologos.blogspot.com/2015/01/m.html
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Ποιος ήταν ο Μπαρμπα-Γιάννης ο κανατάς που έγινε τραγούδι και ταινία.
Τις Κυριακές έβγαζε τα κουρέλια και ντυνόταν με κουστούμι και γοήτευε τις Αθηναίες.
Η Aθήνα του 1860 δεν ήταν όπως οι άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Οι υποδομές ήταν ελάχιστες και οι καθημερινές ελλείψεις καλύπτονταν από τα επαγγέλματα της εποχής τα οποία στην πορεία του χρόνου εξαφανίστηκαν.
Την καθημερινή ανάγκη των πολιτών για νερό κάλυπταν οι αποκαλούμενοι νερουλάδες και οι κανατάδες που κυκλοφορούσαν στους δρόμους και είχαν έντονη παρουσία. Ο πιο γνωστός μικροπωλητής της εποχής ήταν ο μπάρμπα-Γιάννης ο κανατάς, που κυριάρχησε στη ζωή των Αθηναίων για μια εικοσαετία.
Η συνοικία Σκαγιάννη στην Πλάκα είναι η σημερινή οδός Υπερείδου.
Από τη συνοικία Σκαγιάννη στην Πλάκα ξεκινούσε κάθε πρωί ο μπάρμπα-Γιάννης.
Οι πήλινες στάμνες διατηρούσαν το νερό δροσερό και υπήρχαν σε όλα τα σπίτια της εποχής.
Αφού φόρτωνε το γαϊδουράκι του με τις στάμνες, γυρνούσε στους δρόμους της πόλης για να τις πουλήσει. Η παρουσία του δεν περνούσε απαρατήρητη στους περαστικούς. Μπορεί να ήταν ντυμένος με κουρέλια και ξυπόλητος, αλλά ήταν ψηλός και όμορφος. Είχε ξανθά μαλλιά και μουστάκι, φορούσε ψάθινο καπέλο και δεν δυσκολευόταν να πουλήσει τη πραμάτεια του στις Αθηναίες.
Άλλωστε οι στάμνες του ήταν απαραίτητες σε όλα τα αθηναϊκά σπίτια, καθώς την εποχή εκείνη δεν υπήρχε δίκτυο ύδρευσης και προμηθεύονταν το νερό από τους νερουλάδες, οι οποίοι το μετέφεραν στην πόλη από τις πηγές. Η αυξημένη ζήτηση του επαγγέλματος του κανατά απέφερε κέρδη στον μπάρμπα-Γιάννη που του επέτρεψαν να ζει έναν παράλληλο βίο.
Ο αριστοκράτης κανατάς.
Ο μπάρμπα-Γιάννης έγινε δημοφιλής στα αστικά σαλόνια. Όπως πολλοί Αθηναίοι της εποχής, δεν δίσταζε να τραβάει την προσοχή των συμπολιτών του. Μπορεί τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας να κυκλοφορούσε ξυπόλητος με το γαϊδουράκι του στους δρόμους της Αθήνας, αλλά τις Κυριακές μεταμορφωνόταν σε έναν καλοντυμένο αστό που πήγαινε βόλτα στους κεντρικούς δρόμους της πόλης μαζί με τους αριστοκράτες. Φορούσε ακριβό κοστούμι, καπέλο, είχε γυαλισμένα παπούτσια, κρατούσε μπαστούνι, είχε χρυσό ρολόι τσέπης και έκανε τον περίπατό του στην πόλη.
Μετά την εκκλησία, πήγαινε στο Σύνταγμα, έκανε τη βόλτα στους κεντρικούς δρόμους και σύχναζε στο φημισμένο μεγαλοαστικό καφενείο «Η ωραία Ελλάς», που βρισκόταν στην οδό Αιόλου, αλλά και στο καφενείο «Σολώνειον». Γρήγορα έγινε η χαρακτηριστικότερη φυσιογνωμία της Αθήνας. Ήταν ιδιαίτερα συμπαθής στο γυναικείο φύλο και είχε σχέσεις με πολλές αριστοκράτισσες.
Τραγούδι και ταινία «Ο Μπάρμπα Γιάννης ο Κανατάς»
Ο μπάρμπα-Γιάννης ήταν τόσο δημοφιλής που έγινε λαϊκό τραγούδι. Ο Βαυαρός Ανδρέας Σάιλερ, αρχιμουσικός της στρατιωτικής μπάντας διασκεύασε ένα ιταλικό τραγούδι το οποίο τραγούδησε το 1933 η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο με τον Γιάννη Αγγελόπουλο και είχε τίτλο: «Μπάρμπα-Γιάννης κανατάς».
Το τραγούδι του μπάρμπα Γιάννη συμπεριλήφθηκε το 1933 στη δισκογραφία της Ελβίρας Ντε Οντάλγκο, καθηγήτριας της Μαρίας Κάλλας.
Όταν ο μπάρμπα Γιάννης έκανε την καθιερωμένη του βόλτα τις Κυριακές στο Σύνταγμα, η στρατιωτική ορχήστρα που έπαιζε μουσική δεν παρέλειπε να παίζει το τραγούδι του. Οι στίχοι του τραγουδιού περιέγραφαν την καθημερινότητα του όμορφου κανατά και λέγεται ότι τους είχε γράψει ο ίδιος ο μπάρμπα-Γιάννης.
Η ταινία "Μπάρμπα Γιάννης ο Κανατάς" σκηνοθετήθηκε από τους Κ. Στραντζαλη και Φρίξου Ηλάδη και έπαιζε και ο νεαρός τότε Νίκος Κούρκουλος.
Μπάρμπα-Γιάννη με τις
στάμνες
και με τα σταμνάκια σου
να χαρείς τα μάτια σου.
Κι αν φορείς ψηλό καπέλο
και παπούτσια λάστιχο
μπάρμπα-Γιάννη κανατά.
Πρόσεξε μη σε γελάσει
καμία όμορφη κυρά
μπάρμπα-Γιάννη κανατά.
Και σου πάρει το γαϊδούρι
και σ’ αφήσει την ουρά
μπάρμπα-Γιάννη κανατά.
Μπάρμπα-Γιάννη σε
λατρεύω
θα σε αγαπώ πιστά
μπάρμπα-Γιάννη κανατά.
Τα χρόνια περάσαν, αλλά η παρουσία του μπάρμπα-Γιάννη στην Αθήνα δεν ξεχάστηκε. Το 1957 η ζωή του ενέπνευσε το σενάριο της ταινίας «Ο μπάρμπα-Γιάννης ο κανατάς». Στην ταινία ο μπάρμπα- Γιάννης, τον οποίο υποδύεται ο Βασίλης Αυλωνίτης, έχει επαφές με την καλή κοινωνία και προξενεύει μια πλούσια κοπέλα με έναν εύπορο Αθηναίο. Η κοπέλα ερωτεύεται τελικά έναν φτωχό φοιτητή τον οποίο υποδύεται ο Αλέκος Αλεξανδράκης και ο μπάρμπα-Γιάννης τους βοηθά να παντρευτούν.
Η μυστηριώδης εξαφάνιση του μπάρμπα-Γιάννη.
Ύστερα από είκοσι χρόνια παραμονής στην Αθήνα, ο όμορφος κανατάς δεν κυκλοφόρησε ξανά στους δρόμους της πρωτεύουσας. Ο μπάρμπα Γιάννης έφυγε ξαφνικά περίπου το 1880. Το γεγονός πως εξαφανίστηκε την ίδια περίοδο που έληξε ο ρωσο-τουρκικός πόλεμος το 1878, προκάλεσε ερωτήματα σχετικά με την αληθινή του ταυτότητα. Κάποιοι υποστήριξαν πως ο ξανθός Γιάννης ήταν κατάσκοπος, ενώ άλλοι ανέφεραν πως ήταν Βούλγαρος και γύρισε στην πατρίδα του μόλις απελευθερώθηκε από τους Οθωμανούς.
Ο ίδιος έλεγε πως καταγόταν από την Προύσα της Τουρκίας, ότι είχε πολεμήσει στον απελευθερωτικό αγώνα της Κρήτης του 1866 και ύστερα ήρθε στην Αθήνα. Η πραγματική του ταυτότητα και ο λόγος που έφυγε τόσο ξαφνικά δεν μαθεύτηκαν ποτέ. Κανείς δεν γνώριζε παραπάνω πληροφορίες ούτε καν το επίθετό του. Όλοι τον αποκαλούσαν μπάρμπα-Γιάννη και το μόνο σίγουρο είναι πως ήταν μία ακόμα γραφική φυσιογνωμία της παλιάς Αθήνας.
Άλλοι όμως είπαν πως ήταν από την Κύθνο.
Υπάρχει όμως και άλλο “σενάριο”:
Ο μπάρμπα – Γιάννης επέστρεψε στην πατρίδα του, το Τατάρ Πάπαρντζικ, σημερινό Πάζαρτζικ. Πήρε το παλιό του όνομα Χατζή Ιβάν Λίγκοφ Χιμιτζίεφ, διατήρησε την ελληνική του υπηκοότητα και έγινε γραφιάς. Εγραφε και στίχους, στα ελληνικά και βουλγάρικα.
Το Πάζαρτζικ ανήκε στην Ανατολική Ρωμυλία. Με τη Συνθήκη του Βερολίνου έγινε αυτόνομη επαρχία υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου. Το 1884 έγινε κίνημα με αίτημα την ένωση της επαρχίας με την Βουλγαρία. Την άνοιξη του 1984 ο Μπάρμπα – Γιάννης κανατάς δημοσιεύει σάτιρες κατά των αρχών και καλεί τους Βούλγαρους να κατακτήσουν την Τσάριγκραντ (την Πόλη) πριν την κατακτήσουν οι Ελληνες.
Εγραψε ποίημα κατά των αρχών της χώρας και οργάνωσε πολυάριθμο συλλαλητήριο όπου το διάβασε. Το κοινό ενθουσιάστηκε και χρειάστηκε η παρέμβαση των στρατιωτικών αρχών. Ο Μπάρμπα – Γιάννης κατέφυγε στο χωριό του όπου οι συγχωριανοί του αρνήθηκαν να τον παραδώσουν στις αρχές και υποσχέθηκαν ότι θα τον οδηγήσουν αυτοί στο Πάζαρτζικ. Η εισαγγελική αρχή τον συνέλαβε ως εχθρό του κράτους…
Στις 6 Σεπτέμβρη 1885 η Ανατολική Ρωμυλία ενώθηκε με τη Βουλγαρία. Η Τουρκία δεν αντέδρασε, εν αντιθέσει με τη Ρωσία, τη Σερβία και την Ελλάδα που διαμαρτυρήθηκαν για την καταπάτηση της Συνθήκης του Βερολίνου.
Ακούστε παρακάτω την τελική μορφή του τραγουδιού όπως κυκλοφόρησε το 1934 από τον τενόρο Πέτρο Επιτροπάκη....
http://www.mixanitouxronou.gr/pios-itan ... i-bori-na/
Τις Κυριακές έβγαζε τα κουρέλια και ντυνόταν με κουστούμι και γοήτευε τις Αθηναίες.
Η Aθήνα του 1860 δεν ήταν όπως οι άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Οι υποδομές ήταν ελάχιστες και οι καθημερινές ελλείψεις καλύπτονταν από τα επαγγέλματα της εποχής τα οποία στην πορεία του χρόνου εξαφανίστηκαν.
Την καθημερινή ανάγκη των πολιτών για νερό κάλυπταν οι αποκαλούμενοι νερουλάδες και οι κανατάδες που κυκλοφορούσαν στους δρόμους και είχαν έντονη παρουσία. Ο πιο γνωστός μικροπωλητής της εποχής ήταν ο μπάρμπα-Γιάννης ο κανατάς, που κυριάρχησε στη ζωή των Αθηναίων για μια εικοσαετία.
Η συνοικία Σκαγιάννη στην Πλάκα είναι η σημερινή οδός Υπερείδου.
Από τη συνοικία Σκαγιάννη στην Πλάκα ξεκινούσε κάθε πρωί ο μπάρμπα-Γιάννης.
Οι πήλινες στάμνες διατηρούσαν το νερό δροσερό και υπήρχαν σε όλα τα σπίτια της εποχής.
Αφού φόρτωνε το γαϊδουράκι του με τις στάμνες, γυρνούσε στους δρόμους της πόλης για να τις πουλήσει. Η παρουσία του δεν περνούσε απαρατήρητη στους περαστικούς. Μπορεί να ήταν ντυμένος με κουρέλια και ξυπόλητος, αλλά ήταν ψηλός και όμορφος. Είχε ξανθά μαλλιά και μουστάκι, φορούσε ψάθινο καπέλο και δεν δυσκολευόταν να πουλήσει τη πραμάτεια του στις Αθηναίες.
Άλλωστε οι στάμνες του ήταν απαραίτητες σε όλα τα αθηναϊκά σπίτια, καθώς την εποχή εκείνη δεν υπήρχε δίκτυο ύδρευσης και προμηθεύονταν το νερό από τους νερουλάδες, οι οποίοι το μετέφεραν στην πόλη από τις πηγές. Η αυξημένη ζήτηση του επαγγέλματος του κανατά απέφερε κέρδη στον μπάρμπα-Γιάννη που του επέτρεψαν να ζει έναν παράλληλο βίο.
Ο αριστοκράτης κανατάς.
Ο μπάρμπα-Γιάννης έγινε δημοφιλής στα αστικά σαλόνια. Όπως πολλοί Αθηναίοι της εποχής, δεν δίσταζε να τραβάει την προσοχή των συμπολιτών του. Μπορεί τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας να κυκλοφορούσε ξυπόλητος με το γαϊδουράκι του στους δρόμους της Αθήνας, αλλά τις Κυριακές μεταμορφωνόταν σε έναν καλοντυμένο αστό που πήγαινε βόλτα στους κεντρικούς δρόμους της πόλης μαζί με τους αριστοκράτες. Φορούσε ακριβό κοστούμι, καπέλο, είχε γυαλισμένα παπούτσια, κρατούσε μπαστούνι, είχε χρυσό ρολόι τσέπης και έκανε τον περίπατό του στην πόλη.
Μετά την εκκλησία, πήγαινε στο Σύνταγμα, έκανε τη βόλτα στους κεντρικούς δρόμους και σύχναζε στο φημισμένο μεγαλοαστικό καφενείο «Η ωραία Ελλάς», που βρισκόταν στην οδό Αιόλου, αλλά και στο καφενείο «Σολώνειον». Γρήγορα έγινε η χαρακτηριστικότερη φυσιογνωμία της Αθήνας. Ήταν ιδιαίτερα συμπαθής στο γυναικείο φύλο και είχε σχέσεις με πολλές αριστοκράτισσες.
Τραγούδι και ταινία «Ο Μπάρμπα Γιάννης ο Κανατάς»
Ο μπάρμπα-Γιάννης ήταν τόσο δημοφιλής που έγινε λαϊκό τραγούδι. Ο Βαυαρός Ανδρέας Σάιλερ, αρχιμουσικός της στρατιωτικής μπάντας διασκεύασε ένα ιταλικό τραγούδι το οποίο τραγούδησε το 1933 η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο με τον Γιάννη Αγγελόπουλο και είχε τίτλο: «Μπάρμπα-Γιάννης κανατάς».
Το τραγούδι του μπάρμπα Γιάννη συμπεριλήφθηκε το 1933 στη δισκογραφία της Ελβίρας Ντε Οντάλγκο, καθηγήτριας της Μαρίας Κάλλας.
Όταν ο μπάρμπα Γιάννης έκανε την καθιερωμένη του βόλτα τις Κυριακές στο Σύνταγμα, η στρατιωτική ορχήστρα που έπαιζε μουσική δεν παρέλειπε να παίζει το τραγούδι του. Οι στίχοι του τραγουδιού περιέγραφαν την καθημερινότητα του όμορφου κανατά και λέγεται ότι τους είχε γράψει ο ίδιος ο μπάρμπα-Γιάννης.
Η ταινία "Μπάρμπα Γιάννης ο Κανατάς" σκηνοθετήθηκε από τους Κ. Στραντζαλη και Φρίξου Ηλάδη και έπαιζε και ο νεαρός τότε Νίκος Κούρκουλος.
Μπάρμπα-Γιάννη με τις
στάμνες
και με τα σταμνάκια σου
να χαρείς τα μάτια σου.
Κι αν φορείς ψηλό καπέλο
και παπούτσια λάστιχο
μπάρμπα-Γιάννη κανατά.
Πρόσεξε μη σε γελάσει
καμία όμορφη κυρά
μπάρμπα-Γιάννη κανατά.
Και σου πάρει το γαϊδούρι
και σ’ αφήσει την ουρά
μπάρμπα-Γιάννη κανατά.
Μπάρμπα-Γιάννη σε
λατρεύω
θα σε αγαπώ πιστά
μπάρμπα-Γιάννη κανατά.
Τα χρόνια περάσαν, αλλά η παρουσία του μπάρμπα-Γιάννη στην Αθήνα δεν ξεχάστηκε. Το 1957 η ζωή του ενέπνευσε το σενάριο της ταινίας «Ο μπάρμπα-Γιάννης ο κανατάς». Στην ταινία ο μπάρμπα- Γιάννης, τον οποίο υποδύεται ο Βασίλης Αυλωνίτης, έχει επαφές με την καλή κοινωνία και προξενεύει μια πλούσια κοπέλα με έναν εύπορο Αθηναίο. Η κοπέλα ερωτεύεται τελικά έναν φτωχό φοιτητή τον οποίο υποδύεται ο Αλέκος Αλεξανδράκης και ο μπάρμπα-Γιάννης τους βοηθά να παντρευτούν.
Η μυστηριώδης εξαφάνιση του μπάρμπα-Γιάννη.
Ύστερα από είκοσι χρόνια παραμονής στην Αθήνα, ο όμορφος κανατάς δεν κυκλοφόρησε ξανά στους δρόμους της πρωτεύουσας. Ο μπάρμπα Γιάννης έφυγε ξαφνικά περίπου το 1880. Το γεγονός πως εξαφανίστηκε την ίδια περίοδο που έληξε ο ρωσο-τουρκικός πόλεμος το 1878, προκάλεσε ερωτήματα σχετικά με την αληθινή του ταυτότητα. Κάποιοι υποστήριξαν πως ο ξανθός Γιάννης ήταν κατάσκοπος, ενώ άλλοι ανέφεραν πως ήταν Βούλγαρος και γύρισε στην πατρίδα του μόλις απελευθερώθηκε από τους Οθωμανούς.
Ο ίδιος έλεγε πως καταγόταν από την Προύσα της Τουρκίας, ότι είχε πολεμήσει στον απελευθερωτικό αγώνα της Κρήτης του 1866 και ύστερα ήρθε στην Αθήνα. Η πραγματική του ταυτότητα και ο λόγος που έφυγε τόσο ξαφνικά δεν μαθεύτηκαν ποτέ. Κανείς δεν γνώριζε παραπάνω πληροφορίες ούτε καν το επίθετό του. Όλοι τον αποκαλούσαν μπάρμπα-Γιάννη και το μόνο σίγουρο είναι πως ήταν μία ακόμα γραφική φυσιογνωμία της παλιάς Αθήνας.
Άλλοι όμως είπαν πως ήταν από την Κύθνο.
Υπάρχει όμως και άλλο “σενάριο”:
Ο μπάρμπα – Γιάννης επέστρεψε στην πατρίδα του, το Τατάρ Πάπαρντζικ, σημερινό Πάζαρτζικ. Πήρε το παλιό του όνομα Χατζή Ιβάν Λίγκοφ Χιμιτζίεφ, διατήρησε την ελληνική του υπηκοότητα και έγινε γραφιάς. Εγραφε και στίχους, στα ελληνικά και βουλγάρικα.
Το Πάζαρτζικ ανήκε στην Ανατολική Ρωμυλία. Με τη Συνθήκη του Βερολίνου έγινε αυτόνομη επαρχία υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου. Το 1884 έγινε κίνημα με αίτημα την ένωση της επαρχίας με την Βουλγαρία. Την άνοιξη του 1984 ο Μπάρμπα – Γιάννης κανατάς δημοσιεύει σάτιρες κατά των αρχών και καλεί τους Βούλγαρους να κατακτήσουν την Τσάριγκραντ (την Πόλη) πριν την κατακτήσουν οι Ελληνες.
Εγραψε ποίημα κατά των αρχών της χώρας και οργάνωσε πολυάριθμο συλλαλητήριο όπου το διάβασε. Το κοινό ενθουσιάστηκε και χρειάστηκε η παρέμβαση των στρατιωτικών αρχών. Ο Μπάρμπα – Γιάννης κατέφυγε στο χωριό του όπου οι συγχωριανοί του αρνήθηκαν να τον παραδώσουν στις αρχές και υποσχέθηκαν ότι θα τον οδηγήσουν αυτοί στο Πάζαρτζικ. Η εισαγγελική αρχή τον συνέλαβε ως εχθρό του κράτους…
Στις 6 Σεπτέμβρη 1885 η Ανατολική Ρωμυλία ενώθηκε με τη Βουλγαρία. Η Τουρκία δεν αντέδρασε, εν αντιθέσει με τη Ρωσία, τη Σερβία και την Ελλάδα που διαμαρτυρήθηκαν για την καταπάτηση της Συνθήκης του Βερολίνου.
Ακούστε παρακάτω την τελική μορφή του τραγουδιού όπως κυκλοφόρησε το 1934 από τον τενόρο Πέτρο Επιτροπάκη....
http://www.mixanitouxronou.gr/pios-itan ... i-bori-na/
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Η κακοποίηση του Μπαρμπαγιάννη Κανατά στην Καπνικαρέα.
Ο ρομαντισμός με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν δημοσιογραφικά σημαντικά γεγονότα και πρόσωπα από τα περασμένα, έχει αλλοιώσει σε μεγάλο βαθμό και αριθμό περιπτώσεων την πραγματικότητα. Ενα από τα άγνωστα επεισόδια του περίφημου Μπαρμπαγιάννη του Κανατά είναι χαρακτηριστικό.
Το 1873 ο εξαιρετικά δημοφιλής αυτός τύπος της πρωτεύουσας βρισκόταν έξω από την Καπνικαρέα, Κυριακή μετά τον εκκλησιασμό, και συνομιλούσε με ορισμένες κυρίες, λέγοντας –όπως πάντα– αστεία σε εκείνους που άρεσε να τον ακούν. Εκεί όμως βρίσκονταν και μερικοί από τους νεαρούς γόνους προεστών της πόλης, οι οποίοι φορώντας ψηλά καπέλα ήθελαν να δείξουν στις κυρίες την ευφυΐα τους. Άρχισαν λοιπόν να βρίζουν τον άκακο Μπαρμπαγιάννη.
Τις φραστικές επιθέσεις ακολούθησαν χειρονομίες που μετέβαλαν την μικρή κωμωδία του δρόμου σε μια πραγματική τραγωδία. Ένας εξ αυτών χτύπησε τον Μπαρμπαγιάννη στο κεφάλι με το ραβδί του με τόση δύναμη ώστε να του τρυπήσει το καπέλο και να τον πληγώσει σοβαρά. Θα ακολουθούσαν και χειρότερα, αν ο δυστυχής Μπαρμπαγιάννης δεν το έβαζε στα πόδια, καταφεύγοντας σε κοντινό εμπορικό κατάστημα και κλείνοντας πίσω του την πόρτα.
Αλλά και εκεί τον κυνήγησαν οι «ευφυείς», ζητώντας να τους τον παραδώσουν λες και ήταν κακούργος. Τρεις κλητήρες της Αστυνομίας χρειάστηκαν για να τον απομακρύνουν από το σημείο. Μεταφέρθηκε στο Αστυνομικό Κατάστημα. Πίστευε πως γλίτωσε από τη μανία των διωκτών του. Αλλά μόλις έφυγε και από εκεί παραπονιόταν ότι «τον μεταχειρίσθη κακώς και η εξουσία»!
Μόνον ο δημοσιογράφος Ιωάννης Αγγελόπουλος έσπευσε να τον υποστηρίξει και να κατακρίνει τη στάση τόσο των «νεαρών ερωτιδέων» όσο και της Αστυνομίας και να επισημάνει πως ήταν απαράδεκτο να κακοποιούν ένα φτωχό άνθρωπο που ζούσε ήσυχα και έντιμα και η κοινωνία ανεχόταν τον πρωτότυπο τρόπο ζωής του.
http://mikros-romios.gr/barbagianni/
Ο ρομαντισμός με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν δημοσιογραφικά σημαντικά γεγονότα και πρόσωπα από τα περασμένα, έχει αλλοιώσει σε μεγάλο βαθμό και αριθμό περιπτώσεων την πραγματικότητα. Ενα από τα άγνωστα επεισόδια του περίφημου Μπαρμπαγιάννη του Κανατά είναι χαρακτηριστικό.
Το 1873 ο εξαιρετικά δημοφιλής αυτός τύπος της πρωτεύουσας βρισκόταν έξω από την Καπνικαρέα, Κυριακή μετά τον εκκλησιασμό, και συνομιλούσε με ορισμένες κυρίες, λέγοντας –όπως πάντα– αστεία σε εκείνους που άρεσε να τον ακούν. Εκεί όμως βρίσκονταν και μερικοί από τους νεαρούς γόνους προεστών της πόλης, οι οποίοι φορώντας ψηλά καπέλα ήθελαν να δείξουν στις κυρίες την ευφυΐα τους. Άρχισαν λοιπόν να βρίζουν τον άκακο Μπαρμπαγιάννη.
Τις φραστικές επιθέσεις ακολούθησαν χειρονομίες που μετέβαλαν την μικρή κωμωδία του δρόμου σε μια πραγματική τραγωδία. Ένας εξ αυτών χτύπησε τον Μπαρμπαγιάννη στο κεφάλι με το ραβδί του με τόση δύναμη ώστε να του τρυπήσει το καπέλο και να τον πληγώσει σοβαρά. Θα ακολουθούσαν και χειρότερα, αν ο δυστυχής Μπαρμπαγιάννης δεν το έβαζε στα πόδια, καταφεύγοντας σε κοντινό εμπορικό κατάστημα και κλείνοντας πίσω του την πόρτα.
Αλλά και εκεί τον κυνήγησαν οι «ευφυείς», ζητώντας να τους τον παραδώσουν λες και ήταν κακούργος. Τρεις κλητήρες της Αστυνομίας χρειάστηκαν για να τον απομακρύνουν από το σημείο. Μεταφέρθηκε στο Αστυνομικό Κατάστημα. Πίστευε πως γλίτωσε από τη μανία των διωκτών του. Αλλά μόλις έφυγε και από εκεί παραπονιόταν ότι «τον μεταχειρίσθη κακώς και η εξουσία»!
Μόνον ο δημοσιογράφος Ιωάννης Αγγελόπουλος έσπευσε να τον υποστηρίξει και να κατακρίνει τη στάση τόσο των «νεαρών ερωτιδέων» όσο και της Αστυνομίας και να επισημάνει πως ήταν απαράδεκτο να κακοποιούν ένα φτωχό άνθρωπο που ζούσε ήσυχα και έντιμα και η κοινωνία ανεχόταν τον πρωτότυπο τρόπο ζωής του.
http://mikros-romios.gr/barbagianni/
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
«Ωραία Ελλάς».
Το καφενείο που έριχνε κυβερνήσεις και οι υπουργοί έστελναν ακόμη και μπράβους για να ξυλοκοπήσουν τους αντιφρονούντες θαμώνες του.
Για περίπου σαράντα χρόνια, το καφενείο «Ωραία Ελλάς» υπήρξε το πολυτελές στέκι των καπετάνιων του 1821, ξένων διπλωματών, περιηγητών, πολιτικών, ποιητών, αλλά και των υπολοίπων Αθηναίων.
Ήταν το σημείο της πόλης όπου συνέρρεαν όλοι για να μάθουν τα νέα της ημέρας.
Το καφενείο βρισκόταν στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Αιόλου, στο ισόγειο της οικίας Βρυζάκη.
Συνδέθηκε κυρίως με την περίοδο του Όθωνα και του Γεωργίου Α΄ και λειτούργησε από το 1839, όταν το πρωτοάνοιξε ο ιταλός Σάνδον.
Τις ημέρες της δόξας όμως, τις γνώρισε όταν πέρασε στα χέρια του Παναγή Βενετσάνου. Ο χώρος του καφενείου ήταν άνετος. Σε ειδικό χώρο οι θαμώνες κάπνιζαν τους ναργιλέδες ή τα τσιμπούκια τους.
Στην αίθουσα δίπλα από τους θεριακλήδες υπήρχε ένα μπιλιάρδο στο οποίο έπαιζαν κυρίως οι Ευρωπαίοι πελάτες ή ξένοι περιηγητές.
Φυσικά διάβαζαν τις εφημερίδες τους και συζητούσαν για τους βουλευτές .
Οι απόψεις τους ήταν βαρόμετρο για τους πολιτικούς, που συχνά έστελναν εκεί τα τσιράκια τους για να προβάλλουν το έργο τους και να προσελκύσουν ψηφοφόρους.
Σε ατιτλοφόρητο φυλλάδιο του 1863, ο συντάκτης έγραφε ότι το καφενείο, «δύναται να θεωρηθεί ως η κεντρική διεύθυνσις της εκκλησίας του λαού.
Εκεί δικάζονται βασιλείς και υπουργοί, εκεί αποκαλύπτονται επιτηδείως πρόσωπα και ενέργειες, εν αυτώ η νεότης αντιτάσσει την οιστρήλατον ευφυΐαν της εις τας αυστηράς κρίσεις των γερόντων».
Συχνά πολλοί νέοι που περνούσαν από το καφενείο και ήταν αντίθετοι με το καθεστώς της μοναρχίας, κρατούσαν στα χέρια τους την ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης και διάβαζαν φωναχτά τους λόγους του Μιραμπό και του Ροβεσπιέρου. Οι συζητήσεις των αντιμοναρχικών νέων συνεχίζονταν συνήθως στα γραφεία του αντιπολιτευόμενου φύλλου «Το μέλλον της Πατρίδας», που θεωρούνταν ως η νοητή επέκταση του πολιτικού καφενείου.
Στην Ωραία Ελλάδα άρχιζαν ή κατέληξαν διάφορες κινητοποιήσεις, όπως για παράδειγμα τα Σκιαδικά που κατέληξαν σε σκληρές συγκρούσεις ανάμεσα σε φοιτητές και την αστυνομία.
Το όνομα του ποιητή Αλέξανδρου Σούτσου συνδέθηκε με την Ωραία Ελλάδα, εξαιτίας της δράσης που είχε αναπτύξει εναντίον του Όθωνα.
Ο Σούτσος είχε δημοσιεύσει τότε το τρίτο φυλλάδιο της «Τρίτης Σεπτεμβρίου», με το οποίο κατηγορούσε για πολλά θέματα τον πρωθυπουργό Ανδρέα Μεταξά και μέλη της κυβέρνησης. Οι υπουργοί που διάβαζαν τις σκληρές κριτικές του απάντησαν βίαια, στέλνοντας μπράβους να χτυπήσουν τον Σούτσο μέσα στο καφενείο Ωραία Ελλάς.
Ο ποιητής τελικά συνελήφθη και καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση, ενώ οι υποστηρικτές του οργάνωσαν εκδηλώσεις συμπαράστασης μέσα στο χώρο του καφενείου.
Η Αιόλου στην συμβολή με την Ερμού (1905)
Ο κύκλος των ρομαντικών ποιητών
Η Ωραία Ελλάς πάντως υπήρξε και σημείο συνάντησης πολλών ρομαντικών ποιητών της εποχής που δημιούργησαν τον δικό τους κύκλο, όπως οι Παράσχος, Βασιλειάδης, Παπαρρηγόπουλος, Ορφανίδης και άλλοι.
Το 1862, λίγο πριν από την έξωση του Όθωνα, απαγορεύτηκε για μικρό χρονικό διάστημα η λειτουργία του καταστήματος, καθώς το καφενείο σχεδόν είχε εξελιχθεί σε λέσχη καρμπονάρων.
Η αστυνομία θεωρούσε ότι ο χώρος ήταν επικίνδυνος εξαιτίας των ιδεών που διακινούνταν από τους αντιμοναρχικούς πελάτες, οι οποίοι έκαιγαν τα φύλλα της φιλοβασιλικής εφημερίδας «Ελπίς».
Δέκα χρόνια αργότερα, η αίθουσα μπιλιάρδου είχε μετατραπεί σε χρηματιστήριο, όπου με τα Λαυρεωτικά ο κόσμος αγόραζε μετοχές φούσκες και τελικά έχασε τα λεφτά του. Υστερα από λίγο, το ιστορικό καφενείο έπαψε να λειτουργεί.
Το κλείσιμο της Ωραίας Ελλάδας προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις, καθώς η εξαφάνισή του από την καθημερινότητα των Αθηναίων, αποτέλεσε για τον τύπο της εποχής «βέβηλη» πράξη.
Στη θέση του άνοιξε το καλοκαίρι του 1879 εμπορικό κατάστημα με μάλλινα είδη κρατώντας όμως την ίδια ονομασία.
Το καφενείο Ωραία Ελλάς, επαναλειτουργεί Μητροπόλεως 59,Μοναστηράκι με υπέροχη θέα στον βράχο της Ακρόπολης , πάνω από την Πανδρόσου και την Ρωμαϊκή Αγορά, με μοναδική θέα στον Παρθενώνα και το Ερεχθείο. Ο καφές είναι στη χόβολη …...
http://www.mixanitouxronou.gr/orea-ella ... mones-tou/
Το καφενείο που έριχνε κυβερνήσεις και οι υπουργοί έστελναν ακόμη και μπράβους για να ξυλοκοπήσουν τους αντιφρονούντες θαμώνες του.
Για περίπου σαράντα χρόνια, το καφενείο «Ωραία Ελλάς» υπήρξε το πολυτελές στέκι των καπετάνιων του 1821, ξένων διπλωματών, περιηγητών, πολιτικών, ποιητών, αλλά και των υπολοίπων Αθηναίων.
Ήταν το σημείο της πόλης όπου συνέρρεαν όλοι για να μάθουν τα νέα της ημέρας.
Το καφενείο βρισκόταν στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Αιόλου, στο ισόγειο της οικίας Βρυζάκη.
Συνδέθηκε κυρίως με την περίοδο του Όθωνα και του Γεωργίου Α΄ και λειτούργησε από το 1839, όταν το πρωτοάνοιξε ο ιταλός Σάνδον.
Τις ημέρες της δόξας όμως, τις γνώρισε όταν πέρασε στα χέρια του Παναγή Βενετσάνου. Ο χώρος του καφενείου ήταν άνετος. Σε ειδικό χώρο οι θαμώνες κάπνιζαν τους ναργιλέδες ή τα τσιμπούκια τους.
Στην αίθουσα δίπλα από τους θεριακλήδες υπήρχε ένα μπιλιάρδο στο οποίο έπαιζαν κυρίως οι Ευρωπαίοι πελάτες ή ξένοι περιηγητές.
Φυσικά διάβαζαν τις εφημερίδες τους και συζητούσαν για τους βουλευτές .
Οι απόψεις τους ήταν βαρόμετρο για τους πολιτικούς, που συχνά έστελναν εκεί τα τσιράκια τους για να προβάλλουν το έργο τους και να προσελκύσουν ψηφοφόρους.
Σε ατιτλοφόρητο φυλλάδιο του 1863, ο συντάκτης έγραφε ότι το καφενείο, «δύναται να θεωρηθεί ως η κεντρική διεύθυνσις της εκκλησίας του λαού.
Εκεί δικάζονται βασιλείς και υπουργοί, εκεί αποκαλύπτονται επιτηδείως πρόσωπα και ενέργειες, εν αυτώ η νεότης αντιτάσσει την οιστρήλατον ευφυΐαν της εις τας αυστηράς κρίσεις των γερόντων».
Συχνά πολλοί νέοι που περνούσαν από το καφενείο και ήταν αντίθετοι με το καθεστώς της μοναρχίας, κρατούσαν στα χέρια τους την ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης και διάβαζαν φωναχτά τους λόγους του Μιραμπό και του Ροβεσπιέρου. Οι συζητήσεις των αντιμοναρχικών νέων συνεχίζονταν συνήθως στα γραφεία του αντιπολιτευόμενου φύλλου «Το μέλλον της Πατρίδας», που θεωρούνταν ως η νοητή επέκταση του πολιτικού καφενείου.
Στην Ωραία Ελλάδα άρχιζαν ή κατέληξαν διάφορες κινητοποιήσεις, όπως για παράδειγμα τα Σκιαδικά που κατέληξαν σε σκληρές συγκρούσεις ανάμεσα σε φοιτητές και την αστυνομία.
Το όνομα του ποιητή Αλέξανδρου Σούτσου συνδέθηκε με την Ωραία Ελλάδα, εξαιτίας της δράσης που είχε αναπτύξει εναντίον του Όθωνα.
Ο Σούτσος είχε δημοσιεύσει τότε το τρίτο φυλλάδιο της «Τρίτης Σεπτεμβρίου», με το οποίο κατηγορούσε για πολλά θέματα τον πρωθυπουργό Ανδρέα Μεταξά και μέλη της κυβέρνησης. Οι υπουργοί που διάβαζαν τις σκληρές κριτικές του απάντησαν βίαια, στέλνοντας μπράβους να χτυπήσουν τον Σούτσο μέσα στο καφενείο Ωραία Ελλάς.
Ο ποιητής τελικά συνελήφθη και καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση, ενώ οι υποστηρικτές του οργάνωσαν εκδηλώσεις συμπαράστασης μέσα στο χώρο του καφενείου.
Η Αιόλου στην συμβολή με την Ερμού (1905)
Ο κύκλος των ρομαντικών ποιητών
Η Ωραία Ελλάς πάντως υπήρξε και σημείο συνάντησης πολλών ρομαντικών ποιητών της εποχής που δημιούργησαν τον δικό τους κύκλο, όπως οι Παράσχος, Βασιλειάδης, Παπαρρηγόπουλος, Ορφανίδης και άλλοι.
Το 1862, λίγο πριν από την έξωση του Όθωνα, απαγορεύτηκε για μικρό χρονικό διάστημα η λειτουργία του καταστήματος, καθώς το καφενείο σχεδόν είχε εξελιχθεί σε λέσχη καρμπονάρων.
Η αστυνομία θεωρούσε ότι ο χώρος ήταν επικίνδυνος εξαιτίας των ιδεών που διακινούνταν από τους αντιμοναρχικούς πελάτες, οι οποίοι έκαιγαν τα φύλλα της φιλοβασιλικής εφημερίδας «Ελπίς».
Δέκα χρόνια αργότερα, η αίθουσα μπιλιάρδου είχε μετατραπεί σε χρηματιστήριο, όπου με τα Λαυρεωτικά ο κόσμος αγόραζε μετοχές φούσκες και τελικά έχασε τα λεφτά του. Υστερα από λίγο, το ιστορικό καφενείο έπαψε να λειτουργεί.
Το κλείσιμο της Ωραίας Ελλάδας προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις, καθώς η εξαφάνισή του από την καθημερινότητα των Αθηναίων, αποτέλεσε για τον τύπο της εποχής «βέβηλη» πράξη.
Στη θέση του άνοιξε το καλοκαίρι του 1879 εμπορικό κατάστημα με μάλλινα είδη κρατώντας όμως την ίδια ονομασία.
Το καφενείο Ωραία Ελλάς, επαναλειτουργεί Μητροπόλεως 59,Μοναστηράκι με υπέροχη θέα στον βράχο της Ακρόπολης , πάνω από την Πανδρόσου και την Ρωμαϊκή Αγορά, με μοναδική θέα στον Παρθενώνα και το Ερεχθείο. Ο καφές είναι στη χόβολη …...
http://www.mixanitouxronou.gr/orea-ella ... mones-tou/
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Το «θαλασσοπλάνον» Αρνιώτη.
Στις 6 Δεκεμβρίου 1910, εκατοντάδες Αθηναίοι κατέβηκαν στο Φάληρο για να απολαύσουν το «θαλασσοπλάνον» ενός περίφημου τύπου του θεάματος, του Λεωνίδα Αρνιώτη. Επρόκειτο για ελληνικότατη προσπάθεια δημιουργίας υδροπλάνου, το οποίο μάλιστα κατόρθωσε να παραμείνει και να κινηθεί στην επιφάνεια της θαλάσσης για έξι ολόκληρα λεπτά.
Η επίδειξη έγινε κοντά στο «Ακταίον», το πολυτελές και κοσμικό ξενοδοχείο του Φαλήρου, παρουσία μάλιστα εκπροσώπων της Κυβέρνησης! Εννοείται πως οι θεατές κατέβαλαν και το ανάλογο εισιτήριο «διά να ίδουν τον Αρνιώτη θαλασσοδρομούντα».
Ο αθεόφοβος εκείνος τύπος, δύο χρόνια αργότερα (1912), καλούσε τον κόσμο να δει την προσγείωση δύο αεροπλάνων στην περιοχή του Γουδή. Το θέαμα έσπευσε να δει και ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος με τον εύελπι γιο του.
Τα αεροπλάνα όμως δεν προσγειώθηκαν ποτέ και έκπληκτος ο Πρωθυπουργός πληροφορείτο ότι ο Αρνιώτης είχε τοποθετήσει στη γέφυρα προς του Γουδή υπάλληλο που εισέπραττε εισιτήριο. Έφυγε λοιπόν δυσαρεστημένος δίνοντας εντολή να επιστραφούν τα χρήματα.
Πάντως, ο Αρνιώτης έβαλε τη σφραγίδα του στα δημόσια θεάματα, δημιουργώντας (1904) τον περίφημο «Κήπο του Αρνιώτου» στην οδό Ακαδημίας, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η Λυρική Σκηνή. Προσέφερε λαϊκά θεάματα, όπως «θίασοι ποικιλιών», «Καραγκιόζης», αλλά και θίασος με εκπαιδευμένα σκυλιά που έκαναν εντυπωσιακά νούμερα. Στο οικόπεδο αυτό ανεγέρθηκε το 1916 το Θέατρο «Ολύμπια», το οποίο λειτουργούσε ως θερινό τουλάχιστον από το 1914.
http://mikros-romios.gr/arnioti/
Στις 6 Δεκεμβρίου 1910, εκατοντάδες Αθηναίοι κατέβηκαν στο Φάληρο για να απολαύσουν το «θαλασσοπλάνον» ενός περίφημου τύπου του θεάματος, του Λεωνίδα Αρνιώτη. Επρόκειτο για ελληνικότατη προσπάθεια δημιουργίας υδροπλάνου, το οποίο μάλιστα κατόρθωσε να παραμείνει και να κινηθεί στην επιφάνεια της θαλάσσης για έξι ολόκληρα λεπτά.
Η επίδειξη έγινε κοντά στο «Ακταίον», το πολυτελές και κοσμικό ξενοδοχείο του Φαλήρου, παρουσία μάλιστα εκπροσώπων της Κυβέρνησης! Εννοείται πως οι θεατές κατέβαλαν και το ανάλογο εισιτήριο «διά να ίδουν τον Αρνιώτη θαλασσοδρομούντα».
Ο αθεόφοβος εκείνος τύπος, δύο χρόνια αργότερα (1912), καλούσε τον κόσμο να δει την προσγείωση δύο αεροπλάνων στην περιοχή του Γουδή. Το θέαμα έσπευσε να δει και ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος με τον εύελπι γιο του.
Τα αεροπλάνα όμως δεν προσγειώθηκαν ποτέ και έκπληκτος ο Πρωθυπουργός πληροφορείτο ότι ο Αρνιώτης είχε τοποθετήσει στη γέφυρα προς του Γουδή υπάλληλο που εισέπραττε εισιτήριο. Έφυγε λοιπόν δυσαρεστημένος δίνοντας εντολή να επιστραφούν τα χρήματα.
Πάντως, ο Αρνιώτης έβαλε τη σφραγίδα του στα δημόσια θεάματα, δημιουργώντας (1904) τον περίφημο «Κήπο του Αρνιώτου» στην οδό Ακαδημίας, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η Λυρική Σκηνή. Προσέφερε λαϊκά θεάματα, όπως «θίασοι ποικιλιών», «Καραγκιόζης», αλλά και θίασος με εκπαιδευμένα σκυλιά που έκαναν εντυπωσιακά νούμερα. Στο οικόπεδο αυτό ανεγέρθηκε το 1916 το Θέατρο «Ολύμπια», το οποίο λειτουργούσε ως θερινό τουλάχιστον από το 1914.
http://mikros-romios.gr/arnioti/
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
1895: Έκλεψαν το κουδούνι του προέδρου της Βουλής!!!
Εντάξει, είπαμε… Υπάρχουν ορισμένα φιντανάκια, αλλά όχι κι έτσι. Και βέβαια δεν είμαστε από εκείνους που γενικεύουμε, αλλά στην εποχή μας, ε, υπάρχουν και εκείνοι που δεν αγγίζουν καν το μέλι ή, εν πάση περιπτώσει, μόλις που το ακουμπάνε. Όμως υπάρχουν και κάτι άλλοι που είναι σε όλες τις «καλές» καταστάσεις μέσα.
Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Διότι θα αναφερθούμε σε παλαιότερες εποχές αρκετά πιο δύσκολες, όπου τα λεφτά που κυκλοφορούσαν ήταν λίγα και οι κλοπές σε όλα τα επίπεδα ήταν στην ημερήσια διάταξη, από τις μικροκλοπές μέχρι και τις κλοπές αντικειμένων μεγάλης αξίας.
Σήμερα, λοιπόν, έχουμε δύο ιστορίες… ελληνικές, που συνέβησαν πριν από 117 χρόνια και οι οποίες λίγο πολύ δείχνουν και την κατάσταση που επικρατούσε. Η πρώτη διαδραματίστηκε το 1895, όταν διαπιστώθηκε ξαφνικά ότι εκλάπη από τη Βουλή το κουδούνι του προέδρου (!!!), και η δεύτερη αφορά μια άλλη κλοπή από τις πολλές που γίνονταν τότε, όταν κάποια χαμίνια από τη Μεσσηνία έκλεψαν τα πόμολα από το σπίτι του τότε πρωθυπουργού Θόδωρου Δηλιγιάννη.
«Εκλάπη ο κώδων»!
Η είδηση έπεσε σαν κεραυνός στη μικρή αθηναϊκή κοινωνία τον Αύγουστο του 1895. Ο διευθυντής της Βουλής ανακοίνωσε πως «εκλάπη ο περιλάλητος κώδων, τον οποίον είχεν εξ Ευρώπης κομίσει ο κ. Βουδούρης». Ατέλειωτες ήταν οι συζητήσεις που είχαν γίνει όταν ο Βασίλειος Βουδούρης ως πρόεδρος της Βουλής (1892-1895) έφερε το νέο κουδούνι, που χρησίμευε για να επαναφέρει στην τάξη τους άτακτους και συχνά διαπληκτιζόμενους βουλευτές.
Έκλεψαν ακόμη και το υφασμάτινο κάλυμμά του. Το γεγονός πήρε διαστάσεις, έγινε καταγγελία στην Αστυνομία και την Εισαγγελία, και άρχισε το κυνηγητό για την ανακάλυψη του δράστη.
Όπως ήταν αναμενόμενο, άρχισαν και οι αστεϊσμοί από τις εφημερίδες. «Μέχρι και το κουδούνι της Βουλής έκλεψαν οι βουλευτές» έγραφε η μία, «αχ, και πώς θα συνεδριάζει το σώμα» σχολίαζε η άλλη.
Τα μάτια όλων στράφηκαν σε έναν Κρητικό πρώην υπάλληλο, ο οποίος είχε ήδη ταξιδέψει στο νησί του. Οι εικασίες τον ήθελαν να δωρίζει το κουδούνι «εξ υπερμέτρου φιλοπατρίας εις την Κρητικήν Βουλήν».
Όταν αποδείχθηκε αθώος, συνελήφθη άλλος υπάλληλος, ο Ιωάννης Επισκοπίδης, ο οποίος σύντομα απολύθηκε, αφού αποδείχθηκε η αθωότητά του.
«Ο ένοχος δεν ανεκαλύφθη εισέτι, εν τούτοις καταβάλλεται μεγάλη φροντίς», έγραφαν οι εφημερίδες, ενώ με την υπόθεση ασχολούνταν περισσότεροι από 32 άνδρες της Αστυνομίας, καθώς και τέσσερις ανώτατοι αξιωματικοί του Στρατού.
Είδε κι απόειδε λοιπόν ο πρόεδρος της Βουλής για να ηρεμήσει τα πνεύματα αλλά και τις εφημερίδες, που συνεχώς έγραφαν σχόλια. Και αφού οι έρευνες πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο, έσπευσε να παραγγείλει νέο κουδούνι, το οποίο έφθασε από το Παρίσι στα τέλη Νοεμβρίου. «Ο κώδων ούτος είναι καθ’ όλα όμοιος με τον κλαπέντα», έγραφαν οι εφημερίδες, προσθέτοντας πως κόστισε 180 χρυσά φράγκα. Πάντως ο κλέφτης του κουδουνιού δεν βρέθηκε!
1891: Τα χαμίνια… ξάφρισαν τα πόμολα από το σπίτι του πρωθυπουργού.
Σε περιόδους οικονομικής κρίσης είναι σαφές ότι ακόμη και οι κλέφτες γίνονται… ευφάνταστοι για να επιβιώσουν. Έτσι, μια περίεργη μόδα εισήγαγαν οι μικροκλέφτες στην ελληνική πρωτεύουσα το 1891. Κυρίως δε, τα αποκαλούμενα χαμίνια, που κυρίως κατάγονταν από τη Μεσσηνία, είχαν κυριολεκτικά ρημάξει τα πόμολα από τις εξώπορτες, τα οποία ήταν αληθινά καλλιτεχνήματα.
Οι εφημερίδες της εποχής έσπευδαν να ορίσουν τι είναι οι «κλεφτοπομολάδες», γράφοντας ότι έτσι «καλούνται οι εξ επαγγέλματος περιφερόμενοι εις τα συνοικίας λωποδύται και, εν ελλείψει άλλου ευρήματος, αφαιρούντες επιτηδείως από τας εξωθύρας των οικιών τα πόμολα, ως τούτο συμβαίνει συχνότατα εις την συνοικίαν πέριξ του Σταθμού του Λαυρίου».
Αυτά ανέφεραν οι εφημερίδες τον Μάιο του 1891, όταν η αστυνομία κατάσχεσε δεκάδες πόμολα στα στέκια των μικρολωποδυτών. Συνήθως τα μπρούντζινα πόμολα, σκαλιστά και περίτεχνα, κατέληγαν στα «γύφτικα», όπως αποκαλούσαν τα σιδεράδικα που βρίσκονταν στη σημερινή περιοχή των Αγίων Ασωμάτων αλλά και στην οδό Ηφαίστου.
Η αντίδραση ήταν άμεση και ήρθε από έναν «εφευρέτη» της εποχής, τον Αντώνη Ξακουστή, ο οποίος εφηύρε μέθοδο για να… τρομάζει τα κλεφτρόνια. Ούτε λίγο ούτε πολύ μεταδιδόταν ρεύμα χαμηλής έντασης στα πόμολα, ώστε να αιφνιδιάζεται ο απρόσκλητος επισκέπτης και να φεύγει. Ωστόσο, δεν πτοήθηκαν τα χαμίνια από την εφεύρεση και συνέχισαν κανονικά τη δράση τους.
Μέχρι που έκαναν το μεγάλο λάθος να κλέψουν ακόμη και τα πόμολα από την εξώπορτα του πρωθυπουργού Θόδωρου Δηλιγιάννη! Το γεγονός θεωρήθηκε ύψιστη προσβολή για τα όργανα της Αστυνομίας, τα οποία θορυβήθηκαν από τη θρασύτητα των δραστών, ενώ τα σατιρικά έντυπα της εποχής φρόντισαν να διαπομπεύσουν τα όργανα της τάξης και να στηλιτεύσουν την ανικανότητά τους. Εντός είκοσι ημερών συνελήφθησαν περίπου δεκαπέντε χαμίνια, τα οποία δεν κλείστηκαν στις φυλακές. Στάλθηκαν πίσω στα χωριά τους και τους απαγορεύτηκε η επάνοδος στην πρωτεύουσα.
http://mikros-romios.gr/pomola/
http://www.topontiki.gr/article/40574/1 ... tis-voylis
Εντάξει, είπαμε… Υπάρχουν ορισμένα φιντανάκια, αλλά όχι κι έτσι. Και βέβαια δεν είμαστε από εκείνους που γενικεύουμε, αλλά στην εποχή μας, ε, υπάρχουν και εκείνοι που δεν αγγίζουν καν το μέλι ή, εν πάση περιπτώσει, μόλις που το ακουμπάνε. Όμως υπάρχουν και κάτι άλλοι που είναι σε όλες τις «καλές» καταστάσεις μέσα.
Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Διότι θα αναφερθούμε σε παλαιότερες εποχές αρκετά πιο δύσκολες, όπου τα λεφτά που κυκλοφορούσαν ήταν λίγα και οι κλοπές σε όλα τα επίπεδα ήταν στην ημερήσια διάταξη, από τις μικροκλοπές μέχρι και τις κλοπές αντικειμένων μεγάλης αξίας.
Σήμερα, λοιπόν, έχουμε δύο ιστορίες… ελληνικές, που συνέβησαν πριν από 117 χρόνια και οι οποίες λίγο πολύ δείχνουν και την κατάσταση που επικρατούσε. Η πρώτη διαδραματίστηκε το 1895, όταν διαπιστώθηκε ξαφνικά ότι εκλάπη από τη Βουλή το κουδούνι του προέδρου (!!!), και η δεύτερη αφορά μια άλλη κλοπή από τις πολλές που γίνονταν τότε, όταν κάποια χαμίνια από τη Μεσσηνία έκλεψαν τα πόμολα από το σπίτι του τότε πρωθυπουργού Θόδωρου Δηλιγιάννη.
«Εκλάπη ο κώδων»!
Η είδηση έπεσε σαν κεραυνός στη μικρή αθηναϊκή κοινωνία τον Αύγουστο του 1895. Ο διευθυντής της Βουλής ανακοίνωσε πως «εκλάπη ο περιλάλητος κώδων, τον οποίον είχεν εξ Ευρώπης κομίσει ο κ. Βουδούρης». Ατέλειωτες ήταν οι συζητήσεις που είχαν γίνει όταν ο Βασίλειος Βουδούρης ως πρόεδρος της Βουλής (1892-1895) έφερε το νέο κουδούνι, που χρησίμευε για να επαναφέρει στην τάξη τους άτακτους και συχνά διαπληκτιζόμενους βουλευτές.
Έκλεψαν ακόμη και το υφασμάτινο κάλυμμά του. Το γεγονός πήρε διαστάσεις, έγινε καταγγελία στην Αστυνομία και την Εισαγγελία, και άρχισε το κυνηγητό για την ανακάλυψη του δράστη.
Όπως ήταν αναμενόμενο, άρχισαν και οι αστεϊσμοί από τις εφημερίδες. «Μέχρι και το κουδούνι της Βουλής έκλεψαν οι βουλευτές» έγραφε η μία, «αχ, και πώς θα συνεδριάζει το σώμα» σχολίαζε η άλλη.
Τα μάτια όλων στράφηκαν σε έναν Κρητικό πρώην υπάλληλο, ο οποίος είχε ήδη ταξιδέψει στο νησί του. Οι εικασίες τον ήθελαν να δωρίζει το κουδούνι «εξ υπερμέτρου φιλοπατρίας εις την Κρητικήν Βουλήν».
Όταν αποδείχθηκε αθώος, συνελήφθη άλλος υπάλληλος, ο Ιωάννης Επισκοπίδης, ο οποίος σύντομα απολύθηκε, αφού αποδείχθηκε η αθωότητά του.
«Ο ένοχος δεν ανεκαλύφθη εισέτι, εν τούτοις καταβάλλεται μεγάλη φροντίς», έγραφαν οι εφημερίδες, ενώ με την υπόθεση ασχολούνταν περισσότεροι από 32 άνδρες της Αστυνομίας, καθώς και τέσσερις ανώτατοι αξιωματικοί του Στρατού.
Είδε κι απόειδε λοιπόν ο πρόεδρος της Βουλής για να ηρεμήσει τα πνεύματα αλλά και τις εφημερίδες, που συνεχώς έγραφαν σχόλια. Και αφού οι έρευνες πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο, έσπευσε να παραγγείλει νέο κουδούνι, το οποίο έφθασε από το Παρίσι στα τέλη Νοεμβρίου. «Ο κώδων ούτος είναι καθ’ όλα όμοιος με τον κλαπέντα», έγραφαν οι εφημερίδες, προσθέτοντας πως κόστισε 180 χρυσά φράγκα. Πάντως ο κλέφτης του κουδουνιού δεν βρέθηκε!
1891: Τα χαμίνια… ξάφρισαν τα πόμολα από το σπίτι του πρωθυπουργού.
Σε περιόδους οικονομικής κρίσης είναι σαφές ότι ακόμη και οι κλέφτες γίνονται… ευφάνταστοι για να επιβιώσουν. Έτσι, μια περίεργη μόδα εισήγαγαν οι μικροκλέφτες στην ελληνική πρωτεύουσα το 1891. Κυρίως δε, τα αποκαλούμενα χαμίνια, που κυρίως κατάγονταν από τη Μεσσηνία, είχαν κυριολεκτικά ρημάξει τα πόμολα από τις εξώπορτες, τα οποία ήταν αληθινά καλλιτεχνήματα.
Οι εφημερίδες της εποχής έσπευδαν να ορίσουν τι είναι οι «κλεφτοπομολάδες», γράφοντας ότι έτσι «καλούνται οι εξ επαγγέλματος περιφερόμενοι εις τα συνοικίας λωποδύται και, εν ελλείψει άλλου ευρήματος, αφαιρούντες επιτηδείως από τας εξωθύρας των οικιών τα πόμολα, ως τούτο συμβαίνει συχνότατα εις την συνοικίαν πέριξ του Σταθμού του Λαυρίου».
Αυτά ανέφεραν οι εφημερίδες τον Μάιο του 1891, όταν η αστυνομία κατάσχεσε δεκάδες πόμολα στα στέκια των μικρολωποδυτών. Συνήθως τα μπρούντζινα πόμολα, σκαλιστά και περίτεχνα, κατέληγαν στα «γύφτικα», όπως αποκαλούσαν τα σιδεράδικα που βρίσκονταν στη σημερινή περιοχή των Αγίων Ασωμάτων αλλά και στην οδό Ηφαίστου.
Η αντίδραση ήταν άμεση και ήρθε από έναν «εφευρέτη» της εποχής, τον Αντώνη Ξακουστή, ο οποίος εφηύρε μέθοδο για να… τρομάζει τα κλεφτρόνια. Ούτε λίγο ούτε πολύ μεταδιδόταν ρεύμα χαμηλής έντασης στα πόμολα, ώστε να αιφνιδιάζεται ο απρόσκλητος επισκέπτης και να φεύγει. Ωστόσο, δεν πτοήθηκαν τα χαμίνια από την εφεύρεση και συνέχισαν κανονικά τη δράση τους.
Μέχρι που έκαναν το μεγάλο λάθος να κλέψουν ακόμη και τα πόμολα από την εξώπορτα του πρωθυπουργού Θόδωρου Δηλιγιάννη! Το γεγονός θεωρήθηκε ύψιστη προσβολή για τα όργανα της Αστυνομίας, τα οποία θορυβήθηκαν από τη θρασύτητα των δραστών, ενώ τα σατιρικά έντυπα της εποχής φρόντισαν να διαπομπεύσουν τα όργανα της τάξης και να στηλιτεύσουν την ανικανότητά τους. Εντός είκοσι ημερών συνελήφθησαν περίπου δεκαπέντε χαμίνια, τα οποία δεν κλείστηκαν στις φυλακές. Στάλθηκαν πίσω στα χωριά τους και τους απαγορεύτηκε η επάνοδος στην πρωτεύουσα.
http://mikros-romios.gr/pomola/
http://www.topontiki.gr/article/40574/1 ... tis-voylis
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Ο αριθμός «14» για την αναγγελία της ώρας μέσω τηλεφώνου.
Η αυτόματη αναγγελία της ώρας μέσω του τηλεφώνου, πάντα βεβαίως με την ανάλογη χρέωση, λίγοι γνωρίζουν πως εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στις 17 Ιανουαρίου 1937, ημέρα που άρχισε και η ισχύς του νέου τηλεφωνικού καταλόγου της Ανωνύμου Ελληνικής Τηλεφωνικής Εταιρείας (ΑΕΤΕ), προγόνου του ΟΤΕ των ημερών μας. Μέχρι τότε οι συνδρομητές καλούσαν την τηλεφωνήτρια και τη ρωτούσαν τι ώρα είναι, εκείνη δε απαντούσε με όλη την ευγένειά της. Από τότε όμως όσοι καλούσαν τον αριθμό 14 -μετέπειτα 141 και σήμερα 14844- άκουγαν την ευδιάκριτη γυναικεία φωνή που είχε αποτυπωθεί σε ηχητική ταινία να τους αναγγέλλει την ώρα. Και όπως διαφήμιζε η εταιρεία, εγκαινίαζε το σύστημα «κατά το υπόδειγμα πλείστων ευρωπαϊκών και αμερικανικών μεγαλουπόλεων»!
Έτσι, έφευγαν και οι τελευταίες πλέον τηλεφωνήτριες, αφού οι περισσότερες είχαν αποχωρήσει αρκετά χρόνια νωρίτερα. Από τον Αύγουστο 1931 είχε εγκατασταθεί στο «κτίριον των τηλεφώνων» -όπως αποκαλούσε ο κόσμος το κτίριο της οδού Σταδίου, στην άκρη του Κήπου της Παλαιάς Βουλής- ο πρώτος κεντρικός αυτόματος διανομέας των κλήσεων. Μέσω αυτού μπορούσαν να εξυπηρετηθούν δέκα χιλιάδες συνδρομητές, σε μια εποχή που το σύνολο των συνδρομητών Αθηνών και Πειραιώς δεν ξεπερνούσε τις έξι χιλιάδες. Όλα φάνταζαν στα μάτια του κόσμου λαμπερά. Από την εξωτερική εμφάνιση του κτιρίου, το οποίο πληρούσε όλους τους κανόνες αισθητικής και προόδου της εποχής του, μέχρι το εσωτερικό του με ευρυχωρία που σπάνιζε ακόμη στα κτίρια δημόσιας χρήσης.
Από τότε οι κάτοχοι τηλεφωνικών συσκευών άφηναν πίσω τους το παλαιό καβουρντιστήρι που γύριζαν χιλιάδες φορές μάταια και αποκτούσαν «έναν κύκλον περιστρεφόμενον και δεικνύοντα αριθμούς». Το καντράν του τηλεφώνου ήταν πλέον μια πραγματικότητα, όπως και οι «αυτόματες» κλήσεις, οι οποίες έφεραν μαζί τους την ευκολία αλλά και πολλά βάσανα.
http://mikros-romios.gr/14-ora/
Πως οι Αρχές αντιμετώπισαν το 1937 τις ανώνυμες τηλεφωνικές φάρσες.
Το ζήτημα των ανώνυμων στις κάθε μορφής επικοινωνίες δεν είναι βεβαίως σημερινό, ούτε αποκλειστικότητα των ηλεκτρονικών blogs. Μας έρχεται από την αρχαιότητα και από τότε που χρησιμοποιήθηκαν οι επιστολές, η ανωνυμία
των επιστολογράφων αποτελούσε «πονοκέφαλο» για εκείνους που υφίσταντο τις επιπτώσεις της. Στη νεότερη Ιστορία και από την εποχή που η ζωή έγινε πιο εύκολη και φιλική με τις τεχνολογίες, η τηλεφωνική ανωνυμία προκάλεσε τα μεγαλύτερα προβλήματα και ενεργοποίησε σπουδαίες τεχνικές και νομικές παρεμβάσεις.
Στη χώρα μας το πρόβλημα είχε φουντώσει, σε απίστευτο βαθμό, το φθινόπωρο του 1937. Πολλοί διασκέδαζαν με τα τηλέφωνα παρενοχλώντας τους πελάτες της πάλαι ποτέ ακμάζουσας Τηλεφωνικής Εταιρείας, δηλαδή του προγονού
του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος. Η αδυναμία του πελάτη να εντοπίσει εκείνον που του τηλεφωνούσε έδινε την ευκαιρία για ανενόχλητη… εξύβριση, απλές διασκεδάσεις, φάρσες και πειράγματα μεταξύ φίλων, αλλά και εκβιαστικές συμπεριφορές. Και η κατάσταση έγινε ανεξέλεγκτη, κυρίως στην ελληνική επαρχία από τότε που λειτούργησε το αυτόματο τηλέφωνο. Όταν δηλαδή έπαψε να δίνει τις γραμμές η τηλεφωνήτρια και τοποθετήθηκαν αυτοματοποιημένα κέντρα διανομής των κλήσεων.
Όποιος δεν είχε τι να κάνει, σήκωνε το τηλέφωνο, μόνος ή με παρέα, και έβαζε φωτιές στο ανδρόγυνο λέγοντας στη σύζυγο πως ο άνδρας της βρισκόταν στη Γλυφάδα με την Κική… Επαγγελματικές και ερωτικές αντιζηλίες, οικονομικές
αντιπαλότητες και ανταγωνισμοί, αντεκδικήσεις και ψυχαναγκαστικές συμπεριφορές έβρισκαν διέξοδο στην τηλεφωνική ανωνυμία. Οπότε, το 1937, λήφθηκαν τα πρώτα δυναμικά μέτρα.
Ξεκινώντας από την επαρχία, η Τηλεφωνική Εταιρεία, όταν δεχόταν μία σοβαρή καταγγελία, εντόπιζε με ειδικό μηχάνημα τον δράστη και συνεργαζόταν με την Αστυνομία προκειμένου να παραπεμφθεί στον εισαγγελέα. Στους απλούς φαρσέρ κοβόταν το τηλέφωνο προειδοποιητικά για ένα δεκαήμερο και, εφόσον συνέχιζαν, τότε η υπόθεση έπαιρνε το δρόμο της Δικαιοσύνης.
http://mikros-romios.gr/%cf%80%cf%89%cf ... %bd%cf%8e/
Η αυτόματη αναγγελία της ώρας μέσω του τηλεφώνου, πάντα βεβαίως με την ανάλογη χρέωση, λίγοι γνωρίζουν πως εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στις 17 Ιανουαρίου 1937, ημέρα που άρχισε και η ισχύς του νέου τηλεφωνικού καταλόγου της Ανωνύμου Ελληνικής Τηλεφωνικής Εταιρείας (ΑΕΤΕ), προγόνου του ΟΤΕ των ημερών μας. Μέχρι τότε οι συνδρομητές καλούσαν την τηλεφωνήτρια και τη ρωτούσαν τι ώρα είναι, εκείνη δε απαντούσε με όλη την ευγένειά της. Από τότε όμως όσοι καλούσαν τον αριθμό 14 -μετέπειτα 141 και σήμερα 14844- άκουγαν την ευδιάκριτη γυναικεία φωνή που είχε αποτυπωθεί σε ηχητική ταινία να τους αναγγέλλει την ώρα. Και όπως διαφήμιζε η εταιρεία, εγκαινίαζε το σύστημα «κατά το υπόδειγμα πλείστων ευρωπαϊκών και αμερικανικών μεγαλουπόλεων»!
Έτσι, έφευγαν και οι τελευταίες πλέον τηλεφωνήτριες, αφού οι περισσότερες είχαν αποχωρήσει αρκετά χρόνια νωρίτερα. Από τον Αύγουστο 1931 είχε εγκατασταθεί στο «κτίριον των τηλεφώνων» -όπως αποκαλούσε ο κόσμος το κτίριο της οδού Σταδίου, στην άκρη του Κήπου της Παλαιάς Βουλής- ο πρώτος κεντρικός αυτόματος διανομέας των κλήσεων. Μέσω αυτού μπορούσαν να εξυπηρετηθούν δέκα χιλιάδες συνδρομητές, σε μια εποχή που το σύνολο των συνδρομητών Αθηνών και Πειραιώς δεν ξεπερνούσε τις έξι χιλιάδες. Όλα φάνταζαν στα μάτια του κόσμου λαμπερά. Από την εξωτερική εμφάνιση του κτιρίου, το οποίο πληρούσε όλους τους κανόνες αισθητικής και προόδου της εποχής του, μέχρι το εσωτερικό του με ευρυχωρία που σπάνιζε ακόμη στα κτίρια δημόσιας χρήσης.
Από τότε οι κάτοχοι τηλεφωνικών συσκευών άφηναν πίσω τους το παλαιό καβουρντιστήρι που γύριζαν χιλιάδες φορές μάταια και αποκτούσαν «έναν κύκλον περιστρεφόμενον και δεικνύοντα αριθμούς». Το καντράν του τηλεφώνου ήταν πλέον μια πραγματικότητα, όπως και οι «αυτόματες» κλήσεις, οι οποίες έφεραν μαζί τους την ευκολία αλλά και πολλά βάσανα.
http://mikros-romios.gr/14-ora/
Πως οι Αρχές αντιμετώπισαν το 1937 τις ανώνυμες τηλεφωνικές φάρσες.
Το ζήτημα των ανώνυμων στις κάθε μορφής επικοινωνίες δεν είναι βεβαίως σημερινό, ούτε αποκλειστικότητα των ηλεκτρονικών blogs. Μας έρχεται από την αρχαιότητα και από τότε που χρησιμοποιήθηκαν οι επιστολές, η ανωνυμία
των επιστολογράφων αποτελούσε «πονοκέφαλο» για εκείνους που υφίσταντο τις επιπτώσεις της. Στη νεότερη Ιστορία και από την εποχή που η ζωή έγινε πιο εύκολη και φιλική με τις τεχνολογίες, η τηλεφωνική ανωνυμία προκάλεσε τα μεγαλύτερα προβλήματα και ενεργοποίησε σπουδαίες τεχνικές και νομικές παρεμβάσεις.
Στη χώρα μας το πρόβλημα είχε φουντώσει, σε απίστευτο βαθμό, το φθινόπωρο του 1937. Πολλοί διασκέδαζαν με τα τηλέφωνα παρενοχλώντας τους πελάτες της πάλαι ποτέ ακμάζουσας Τηλεφωνικής Εταιρείας, δηλαδή του προγονού
του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος. Η αδυναμία του πελάτη να εντοπίσει εκείνον που του τηλεφωνούσε έδινε την ευκαιρία για ανενόχλητη… εξύβριση, απλές διασκεδάσεις, φάρσες και πειράγματα μεταξύ φίλων, αλλά και εκβιαστικές συμπεριφορές. Και η κατάσταση έγινε ανεξέλεγκτη, κυρίως στην ελληνική επαρχία από τότε που λειτούργησε το αυτόματο τηλέφωνο. Όταν δηλαδή έπαψε να δίνει τις γραμμές η τηλεφωνήτρια και τοποθετήθηκαν αυτοματοποιημένα κέντρα διανομής των κλήσεων.
Όποιος δεν είχε τι να κάνει, σήκωνε το τηλέφωνο, μόνος ή με παρέα, και έβαζε φωτιές στο ανδρόγυνο λέγοντας στη σύζυγο πως ο άνδρας της βρισκόταν στη Γλυφάδα με την Κική… Επαγγελματικές και ερωτικές αντιζηλίες, οικονομικές
αντιπαλότητες και ανταγωνισμοί, αντεκδικήσεις και ψυχαναγκαστικές συμπεριφορές έβρισκαν διέξοδο στην τηλεφωνική ανωνυμία. Οπότε, το 1937, λήφθηκαν τα πρώτα δυναμικά μέτρα.
Ξεκινώντας από την επαρχία, η Τηλεφωνική Εταιρεία, όταν δεχόταν μία σοβαρή καταγγελία, εντόπιζε με ειδικό μηχάνημα τον δράστη και συνεργαζόταν με την Αστυνομία προκειμένου να παραπεμφθεί στον εισαγγελέα. Στους απλούς φαρσέρ κοβόταν το τηλέφωνο προειδοποιητικά για ένα δεκαήμερο και, εφόσον συνέχιζαν, τότε η υπόθεση έπαιρνε το δρόμο της Δικαιοσύνης.
http://mikros-romios.gr/%cf%80%cf%89%cf ... %bd%cf%8e/
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Το νερό νεράκι έλεγαν οι Αθηναίοι το 1832
Η κατάσταση της πόλης των Αθηνών μετά τη μεγάλη Εθνεγερσία ήταν χαώδης και έχει πολλαπλώς περιγραφεί. Ήταν μια άδενδρη και κατεστραμμένη πόλη. Δύο ήταν τα μεγάλα προβλήματα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι δημογέροντες και η κυβέρνηση, τη στέγαση και την ύδρευση.
Όσο δε αυξανόταν η προσέλευση νέων κατοίκων από όλα τα μέρη της Ελλάδος, ελεύθερα και σκλαβωμένα, αλλά και από τις ανθούσες παροικίες του εξωτερικού, τόσο τα προβλήματα αυτά μεγάλωναν.
Που να βρεθεί όμως νερό; Το Αδριάνειο υδραγωγείο που ακόμη και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας τροφοδοτούσε την Αθήνα με το καθαρό νερό του είχε περιπέσει σε αχρηστία. Τα νερά του χρησιμοποιούνταν πλέον για το πότισμα των αμπελώνων, των αγρών και των κτημάτων που απείχαν από την πόλη. Μεγάλα τμήματά του είχαν καταστραφεί και πλακωθεί από πέτρες. Ακόμη και πολλά ίχνη της διαδρομής του είχαν εξαφανιστεί.
Αλλά έλειπαν και οι πόροι. Οι δημογέροντες προσπάθησαν να συγκεντρώσουν χρήματα καταφεύγοντας στη φιλοτιμία των Αθηναίων και ζητώντας την οικονομική συνδρομή τους. Αλλά και ο πληθυσμός ήταν οικονομικά κατεστραμμένος και δεν μπορούσε να ανταποκριθεί.
Έτσι, το 1832 ήταν μία από τις πιο δύσκολες χρονιές για όσους βρέθηκαν στην πόλη της Παλλάδος. Είπαν κυριολεκτικά το «νερό νεράκι». Χρειάστηκε η οικονομική συμβολή του Πρόξενου της Ρωσίας Ι. Παπαρρηγόπουλου για να επισκευαστούν πρόχειρα μερικά από τα παλαιά υδραγωγεία της πόλης και να διορθωθούν μερικές βρύσες για να καλυφθούν οι απολύτως απαραίτητες ανάγκες. Τιμής ένεκεν μία από τις βρύσες αυτές τοποθετήθηκε στο σπίτι του Ι. Παπαρρηγόπουλου που ήταν ένα από τα ωραιότερα της πόλης, στην οδό Κυδαθηναίων, μετά τον Ναό του Σωτήρος. Και εκείνος συνέχισε τις δωρεές του προσφέροντας στην κοινότητα των Αθηνών αρκετή έκταση γης για να δημιουργήσει το πρώτο επίσημο νεκροταφείο της.
http://mikros-romios.gr/neraki/
Διαβάστε περισσότερα »
Τα υπόγεια υδάτινα όνειρα των Αθηναίων, οι νερουλάδες και το Αμαρουσιώτικο νερό.
https://lolanaenaallo.blogspot.com/2013 ... st_14.html
Η κατάσταση της πόλης των Αθηνών μετά τη μεγάλη Εθνεγερσία ήταν χαώδης και έχει πολλαπλώς περιγραφεί. Ήταν μια άδενδρη και κατεστραμμένη πόλη. Δύο ήταν τα μεγάλα προβλήματα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι δημογέροντες και η κυβέρνηση, τη στέγαση και την ύδρευση.
Όσο δε αυξανόταν η προσέλευση νέων κατοίκων από όλα τα μέρη της Ελλάδος, ελεύθερα και σκλαβωμένα, αλλά και από τις ανθούσες παροικίες του εξωτερικού, τόσο τα προβλήματα αυτά μεγάλωναν.
Που να βρεθεί όμως νερό; Το Αδριάνειο υδραγωγείο που ακόμη και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας τροφοδοτούσε την Αθήνα με το καθαρό νερό του είχε περιπέσει σε αχρηστία. Τα νερά του χρησιμοποιούνταν πλέον για το πότισμα των αμπελώνων, των αγρών και των κτημάτων που απείχαν από την πόλη. Μεγάλα τμήματά του είχαν καταστραφεί και πλακωθεί από πέτρες. Ακόμη και πολλά ίχνη της διαδρομής του είχαν εξαφανιστεί.
Αλλά έλειπαν και οι πόροι. Οι δημογέροντες προσπάθησαν να συγκεντρώσουν χρήματα καταφεύγοντας στη φιλοτιμία των Αθηναίων και ζητώντας την οικονομική συνδρομή τους. Αλλά και ο πληθυσμός ήταν οικονομικά κατεστραμμένος και δεν μπορούσε να ανταποκριθεί.
Έτσι, το 1832 ήταν μία από τις πιο δύσκολες χρονιές για όσους βρέθηκαν στην πόλη της Παλλάδος. Είπαν κυριολεκτικά το «νερό νεράκι». Χρειάστηκε η οικονομική συμβολή του Πρόξενου της Ρωσίας Ι. Παπαρρηγόπουλου για να επισκευαστούν πρόχειρα μερικά από τα παλαιά υδραγωγεία της πόλης και να διορθωθούν μερικές βρύσες για να καλυφθούν οι απολύτως απαραίτητες ανάγκες. Τιμής ένεκεν μία από τις βρύσες αυτές τοποθετήθηκε στο σπίτι του Ι. Παπαρρηγόπουλου που ήταν ένα από τα ωραιότερα της πόλης, στην οδό Κυδαθηναίων, μετά τον Ναό του Σωτήρος. Και εκείνος συνέχισε τις δωρεές του προσφέροντας στην κοινότητα των Αθηνών αρκετή έκταση γης για να δημιουργήσει το πρώτο επίσημο νεκροταφείο της.
http://mikros-romios.gr/neraki/
Διαβάστε περισσότερα »
Τα υπόγεια υδάτινα όνειρα των Αθηναίων, οι νερουλάδες και το Αμαρουσιώτικο νερό.
https://lolanaenaallo.blogspot.com/2013 ... st_14.html
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Κυριακάτικα ταξιδάκια στο Σαρωνικό.
Το πολύβουο, έτσι κι' αλλιώς, λιμάνι του Πειραιά έφτανε σε όρια παροξυσμού κάθε Κυριακή, με τους Αθηναίους να επιλέγουν μια κοντινή βολτίτσα με το βαποράκι. Η «Εβδομάς» του 1928 έχει το σχετικό ρεπορτάζ του «Φ»:
«Η θάλασσα του Σαρωνικού που τόσο ήρεμα την ρητιδώνει αυτή την εποχή ένα γλυκό αεράκι που δροσίζει και μαγεύει, η θάλασσα του ιστορικού κόλπου με όλα της τα μάγια, τις δροσιές και τις χαρές τραβά τώρα το καλοκαίρι τους Αθηναίους και τους Πειραιώτες κατά μυριάδες!
Κάθε Κυριακή, που ζητάμε ν' αναπαυθούμε από την κουραστική καλοκαιρινή δουλειά, που ζητάμε κάποια διακοπή των βασάνων μας, ο Σαρωνικός μας ανοίγει την αγκαλιά του. Και άφθονα βαποράκια τρέχουν πρόθυμα να τεθούν στη διάθεσί μας...
Aπό εφημερίδα της εποχής.
Εκεί κάτω κοντά στο Ρολόι του Πειραιώς, στην παραλία του λιμένος, κάθε Κυριακή πρωϊ σπεύδει ο κόσμος. Εκεί βλέπει κανείς χιλιάδες κόσμου που ανυπομονεί ν' ανοιχθή προς τη θάλασσα. Όλος αυτός ο κόσμος που σπρώχνεται και κλωτσοπατείται και στοιβάζεται για να κάμη ένα μικρό θαλάσσιο ταξείδι, βέβαια δεν το κάνει για να φθάση κάπου. Κυρίως ταξειδεύει για να ευχαριστηθή το θαλάσσιο ταξείδι, ο σκοπός δεν είναι το φθάσιμο.
Δεμένα στην παραλία προσμένουν τα βαποράκια. Κοντά στο Ρολόι, αντίκρυ στο καφενείο τα πιο μικρά. Αυτά έχουν στη πρύμνη τους ένα μαυροπίνακα, κι' απάνω γράφεται το δρομολόγιό τους: «Πέραμα, Καματερό, Παλούκια». Να στη γραμμή 5 απ' αυτά. Όλα πηγαίνουν στο πευκόφυτο Πέραμα, στην δροσερή τοποθεσία με τα λίγα μαγαζάκια, όπου το πεύκο χαιρετιέται κι' αγκαλιάζεται με το κύμα. Κι' από κεί πηγαίνουν στις ακτές της Σαλαμίνος αντίκρυ: στο κατάξερο Καματερό και στα πιο ξερά Παλούκια.
Κι' όμως πάει πολύς κόσμος κ' εκεί γιατί πίσω από τους συνοικισμούς αυτούς με την απαίσια ξηρασία, με την έλλειψι δένδρων και σκιάς υπάρχουν εκτάσεις με δένδρα και δροσιά, υπάρχουν τ' Αμπελάκια και τ' άλλα χωριά της Κούλουρης με τους ίσκιους τους και με τη φημισμένη ρετσίνα τους. Μα υπάρχουν κ' εκείνοι που αγαπούν και τα ξηρά αυτά τοπεία. Έτσι στο Καματερό έχουν κτισθή ένα πλήθος νέα σπίτια και τα μαγαζιά των Παλουκιών ολοένα πολλαπλασιάζονται. Στις πιο κοντινές αυτές εξοχές του Σαρωνικού σπεύδει εφέτος ο πιο πολύς κόσμος. Ιδίως στο Πέραμα εφέτος η συρροή κάθε Κυριακή είναι κάτι τι εξαιρετικό. Εκτός όμως από τα βαπόρια, πηγαίνουν έως εκεί εφέτος και αυτοκίνητα με θέσεις και με φθηνότατο εισιτήριο.
H παραλία της Γλυφάδας το 1950
Πλάι στα βαποράκια της γραμμής «Πέραμα, Καματερό, Παλούκια» προσμένουν κ' η «Ευκαιρίες» του Ναυστάθμου. Πιο μεγάλα βαποράκια αυτά. Τ' άλλα είναι βενζινοκίνητα ενώ η «Ευκαιρίες» είναι ατμοκίνητες. Μ' αυτά τα βαπόρια γίνεται η συγκοινωνία του Ναυστάθμου. Πλήθος ναυτάκια με τα κάτασπρά τους πηγαίνουν κ' έρχονται μ΄αυτά...
Μα και πολίτες γίνονται δεκτοί, αλλά απαιτείται ειδική άδεια.
Ιδού και άλλα βαπόρια λίγο πιο ψηλά μα του κόλπου και αυτά. Είναι εκείνα που εκτελούν την δεύτερη γραμμή των δυτικών παραλιών του Σαρωνικού: «Ελευσίνα, Φανερωμένη, Μεγάλο Πεύκο». Γεμίζουν κι' αυτά γρήγορα, μα είναι πιο λίγα από τα άλλα της πιο κοντινής γραμμής. Μ' αυτά πάτε με 7 δραχμές στην Ελευσίνα, ενώ σιδηροδρομικώς το εισιτήριο έχει 57 δρ. η Α θέσις και 28 η Γ. Έτσι παμφθηνα ο κοσμάκης πηγαίνει στην Ελευσίνα, κάνει θαλάσσιο ταξείδι και ξεσκάει μια ημέρα. Αν θέλη βλέπει και τα αρχαία και το Μουσείο. Όλα εντελώς δωρεάν. Είναι αλήθεια ότι η παραλία της Ελευσίνος είναι κατάξερη. Φυσάει διαρκώς, αλλά η αντανάκλασις του ήλιου είνε τρομερή. Τα παραλιακά μαγαζάκια έχουν σκιάδες τεχνητές, αφού δένδρα μεγάλα δεν υπάρχουν. Εκεί κατά τα βράδια είναι μαγεία! Την ημέρα όμως; Ο ήλιος ψήνει τα πάντα. Τώρα φτιάνονται οι παραλιακοί δρόμοι και φυτεύονται πολλαπλές δενδροστοιχίες. Αλλά πότε θα μεγαλώσουν αυτά τα δένδρα;
Πολύς κόσμος με τα ίδια βαπόρια πηγαίνει και στην Φανερωμένη, στο Μοναστήρι αυτό της Σαλαμίνος, που είναι αντίκρυ στην Ελευσίνα. Υπάρχει εκεί ωραίο δασάκι από πεύκα πλάι στη θάλασσα. Και η Μονή όμως έχει πολύ ενδιαφέρον. Τα κτίριά της και πιο πολύ η τοιχογραφίες της.
Αλλά και από την Ελευσίνα και από την Φανερωμένη πιο πολύς κόσμος πηγαίνει κάθε Κυριακή στο Μεγάλο Πεύκο. Είναι μια εξοχή μεταξύ Ελευσίνος και Μεγάρων πού έγινε τώρα συνοικισμός και κέντρον διασκεδάσεως πρώτης τάξεως. Έχουν εγκατασταθή εκεί πρόσφυγες κ' έκτισαν το χωριό Νέα Πέραμος.
Εκεί βρίσκει κανείς ωραία εστιατόρια, φρέσκο ψάρι, δροσιά και θάλασσα με αμμουδιά για μπάνιο. Μακαριότης καθ' όλα! Γι' αυτό εκεί γίνεται ζωηρό γλέντι πλήθους πολλού κάθε Κυριακή. Το Μεγάλο Πεύκο έγινε μια από τις πιο αγαπημένες εξοχές των Αθηναίων και Πειραιωτών. Τώρα που η πιο κοντινές εξοχές έχουν πλημμυρίση από σκηνές και από κόσμον το Μεγάλο Πεύκο είναι πιο ευχάριστο, πιο άνετο, πιο βολικό.
Αυτές είναι οι δυό γραμμές του Δυτικού Σαρωνικού. Κ' έχουν, καθώς μαθαίνουμε, συναγωνισμό άγριο μεταξύ τους. Κάθε μια ζητεί ν' αρπάξη τους πιο πολλούς επιβάτες. Αυτό το βλέπει κανείς και αντίκρυ στο Ρολόι. Δεν αρκούν οι πίνακες με τα δρομολόγια, μα ακούονται και φωνές:
-Εδώ κύριοι για το Πέραμα και θα φύγωμε!
-Ελευσίνα κύριοι περάστε!
-Πέραμα, Καματερό, Παλούκια κ' εσαλπάραμε!
-Για Μεγάλο Πεύκο εδώ. Περάστε και φεύγουμε!
Ενώ έτσι συναγωνίζεται ο Δυτικός Σαρωνικός, πιο πέρα από την Παραλία, μέσα στο λιμάνι σφυρίζουν άλλα βαποράκια. Ειν' αυτά που ανυπομονούν να φύγουν για την Αίγινα. Κ' είναι και τ' άλλα που πηγαίνουν στη γραμμή: «Μέθανα,Πόρος,Σπέτσες». Έχουν κ' η εξοχές αυτές μυριάδες λάτρας και θαυμαστάς. Η Αίγινα συγκεντρώνει κάθε Κυριακή χιλιάδες κόσμου. Και το δροσερό και καταπράσινο νησί του Πόρου, μα κ' η Σπέτσες με το μεγάλο τους ξενοδοχείο και τα Μέθανα με τα λουτρά τους μαζεύουν και πλήθος Κυριακάτικους επισκέπτας και γλεντζέδες.
Όλα τα νησιά αυτά και τα παράλια γεμίζουν από μυρμηγκιές Αθηναίων κάθε Κυριακή. Η παραλία των Μεθάνων και του Πόρου, μα και το μοναστήρι του Πόρου γεμίζουν από κόσμον που ρουφά αχόρταγα το ιώδιο της θαλάσσης. Πρέπει να το ρουφήξη άφθονα γιατί αύριο είναι Δευτέρα. «Σήμερον έχει, αύριον δεν έχει».
Μα και ο Ανατολικός Σαρωνικός δεν πάει πίσω. Προς τα μέρη εκείνα μας φέρνουν και τ' αυτοκίνητα. Μα και τα βαπόρια, ιδίως τις Κυριακές, είναι άφθονα. Αυτά φεύγουν κυρίως από το Φάληρο. Η γραμμή είναι η ίδια πάντα: «Γλυφάδα, Βούλα, Βουλιαγμένη». Και ολοένα τα βαπόρια φέρνουν κόσμο προς τα δροσερά παράλια και τον ρίχνουν στο γυαλό, στην αμμουδιά που γίνεται τις Κυριακές ένα ατελείωτο μπαίν-μίξτ από πρωϊ έως το βράδυ. Νομίζει κανείς ότι τα βαποράκια σπέρνουν γυμνούς ανθρώπους στην αμμουδιά. Δεν υπάρχει πιά θέσις αδειανή κάθε Κυριακή σ' όλη αυτή την παραλία! Η Βουλιαγμένη πήζει από λουομένους πάσης τάξεως και φύλου μαζί κ' ανακατωτά. Μα εφέτος η Γλυφάδα έχει τα πιο συστηματικά μπαίν-μίξτ. Γίνανε πία της μόδας.
Οι λάτραι της θάλασσας του Σαρωνικού πηγαίνουν σ' όλες αυτές τις ακρογιαλιές. Μα όχι με αυτοκίνητο. Πηγαίνουν με τα βαποράκια για να χαρούν το θαλάσσιο ταξείδι, για να ρουφήσουν πιο πολύ ιώδιο. Έχουμε λοιπόν πέντε γραμμές ατμοπλοϊκές κάθε Κυριακή μόνο μέσα στο Σαρωνικό! Τραβούν τα βαποράκια προς όλες τις διευθύνσεις του κόλπου και σκορπίζουν σ' όλους τους γιαλούς μυριάδες ... Και το βράδυ ξαναπαίρνουν όλον αυτό τον κόσμο και τον φέρνουν στις πόλεις. Αυτό γίνεται κάθε Κυριακή.
Αυτή η κίνησις έχει πάλιν δημιουργήση συναγωνισμό. Γι' αυτό και τα εισιτήρια είναι σχετικά μικρά. Άλλοτε όμως ο συναγωνισμός ήτο πιο μεγάλος. Εξοντωτικός! Το ένα βαποράκι ζητούσε να φάη το άλλο. Ο συναγωνισμός είχε φθάση σε απίστευτο σημείο.
Κάποτε προπολεμικώς στη Σαλαμίνα οι βαρκάρηδες επρομήθευαν δωρεάν εισιτήρια είς όσους ήθελαν να γυρίσουν στον Πειραιά υπό τον όρον να μπούν στο δεύτερο βαπόρι που έφευγε. Αυτό εγίνετο για να μη πάρη επιβάτες το πρώτο. Αδιάφορον αν το δεύτερο δεν εισέπραττε ούτε μια πεντάρα.
Είναι δε γνωστόν ότι λίγα χρόνια πριν, εξ αφορμής του συναγωνισμού, όχι μονάχα εδίδετο δωρεάν το εισιτήριο στους ταξειδιώτες, αλλά τους έδιδαν ακόμα δωρεάν κ' ένα πιλάφι! Ευτυχισμένα προπολεμικά χρόνια!»
https://www.lifo.gr/guests/paliaathina/50063
Το πολύβουο, έτσι κι' αλλιώς, λιμάνι του Πειραιά έφτανε σε όρια παροξυσμού κάθε Κυριακή, με τους Αθηναίους να επιλέγουν μια κοντινή βολτίτσα με το βαποράκι. Η «Εβδομάς» του 1928 έχει το σχετικό ρεπορτάζ του «Φ»:
«Η θάλασσα του Σαρωνικού που τόσο ήρεμα την ρητιδώνει αυτή την εποχή ένα γλυκό αεράκι που δροσίζει και μαγεύει, η θάλασσα του ιστορικού κόλπου με όλα της τα μάγια, τις δροσιές και τις χαρές τραβά τώρα το καλοκαίρι τους Αθηναίους και τους Πειραιώτες κατά μυριάδες!
Κάθε Κυριακή, που ζητάμε ν' αναπαυθούμε από την κουραστική καλοκαιρινή δουλειά, που ζητάμε κάποια διακοπή των βασάνων μας, ο Σαρωνικός μας ανοίγει την αγκαλιά του. Και άφθονα βαποράκια τρέχουν πρόθυμα να τεθούν στη διάθεσί μας...
Aπό εφημερίδα της εποχής.
Εκεί κάτω κοντά στο Ρολόι του Πειραιώς, στην παραλία του λιμένος, κάθε Κυριακή πρωϊ σπεύδει ο κόσμος. Εκεί βλέπει κανείς χιλιάδες κόσμου που ανυπομονεί ν' ανοιχθή προς τη θάλασσα. Όλος αυτός ο κόσμος που σπρώχνεται και κλωτσοπατείται και στοιβάζεται για να κάμη ένα μικρό θαλάσσιο ταξείδι, βέβαια δεν το κάνει για να φθάση κάπου. Κυρίως ταξειδεύει για να ευχαριστηθή το θαλάσσιο ταξείδι, ο σκοπός δεν είναι το φθάσιμο.
Δεμένα στην παραλία προσμένουν τα βαποράκια. Κοντά στο Ρολόι, αντίκρυ στο καφενείο τα πιο μικρά. Αυτά έχουν στη πρύμνη τους ένα μαυροπίνακα, κι' απάνω γράφεται το δρομολόγιό τους: «Πέραμα, Καματερό, Παλούκια». Να στη γραμμή 5 απ' αυτά. Όλα πηγαίνουν στο πευκόφυτο Πέραμα, στην δροσερή τοποθεσία με τα λίγα μαγαζάκια, όπου το πεύκο χαιρετιέται κι' αγκαλιάζεται με το κύμα. Κι' από κεί πηγαίνουν στις ακτές της Σαλαμίνος αντίκρυ: στο κατάξερο Καματερό και στα πιο ξερά Παλούκια.
Κι' όμως πάει πολύς κόσμος κ' εκεί γιατί πίσω από τους συνοικισμούς αυτούς με την απαίσια ξηρασία, με την έλλειψι δένδρων και σκιάς υπάρχουν εκτάσεις με δένδρα και δροσιά, υπάρχουν τ' Αμπελάκια και τ' άλλα χωριά της Κούλουρης με τους ίσκιους τους και με τη φημισμένη ρετσίνα τους. Μα υπάρχουν κ' εκείνοι που αγαπούν και τα ξηρά αυτά τοπεία. Έτσι στο Καματερό έχουν κτισθή ένα πλήθος νέα σπίτια και τα μαγαζιά των Παλουκιών ολοένα πολλαπλασιάζονται. Στις πιο κοντινές αυτές εξοχές του Σαρωνικού σπεύδει εφέτος ο πιο πολύς κόσμος. Ιδίως στο Πέραμα εφέτος η συρροή κάθε Κυριακή είναι κάτι τι εξαιρετικό. Εκτός όμως από τα βαπόρια, πηγαίνουν έως εκεί εφέτος και αυτοκίνητα με θέσεις και με φθηνότατο εισιτήριο.
H παραλία της Γλυφάδας το 1950
Πλάι στα βαποράκια της γραμμής «Πέραμα, Καματερό, Παλούκια» προσμένουν κ' η «Ευκαιρίες» του Ναυστάθμου. Πιο μεγάλα βαποράκια αυτά. Τ' άλλα είναι βενζινοκίνητα ενώ η «Ευκαιρίες» είναι ατμοκίνητες. Μ' αυτά τα βαπόρια γίνεται η συγκοινωνία του Ναυστάθμου. Πλήθος ναυτάκια με τα κάτασπρά τους πηγαίνουν κ' έρχονται μ΄αυτά...
Μα και πολίτες γίνονται δεκτοί, αλλά απαιτείται ειδική άδεια.
Ιδού και άλλα βαπόρια λίγο πιο ψηλά μα του κόλπου και αυτά. Είναι εκείνα που εκτελούν την δεύτερη γραμμή των δυτικών παραλιών του Σαρωνικού: «Ελευσίνα, Φανερωμένη, Μεγάλο Πεύκο». Γεμίζουν κι' αυτά γρήγορα, μα είναι πιο λίγα από τα άλλα της πιο κοντινής γραμμής. Μ' αυτά πάτε με 7 δραχμές στην Ελευσίνα, ενώ σιδηροδρομικώς το εισιτήριο έχει 57 δρ. η Α θέσις και 28 η Γ. Έτσι παμφθηνα ο κοσμάκης πηγαίνει στην Ελευσίνα, κάνει θαλάσσιο ταξείδι και ξεσκάει μια ημέρα. Αν θέλη βλέπει και τα αρχαία και το Μουσείο. Όλα εντελώς δωρεάν. Είναι αλήθεια ότι η παραλία της Ελευσίνος είναι κατάξερη. Φυσάει διαρκώς, αλλά η αντανάκλασις του ήλιου είνε τρομερή. Τα παραλιακά μαγαζάκια έχουν σκιάδες τεχνητές, αφού δένδρα μεγάλα δεν υπάρχουν. Εκεί κατά τα βράδια είναι μαγεία! Την ημέρα όμως; Ο ήλιος ψήνει τα πάντα. Τώρα φτιάνονται οι παραλιακοί δρόμοι και φυτεύονται πολλαπλές δενδροστοιχίες. Αλλά πότε θα μεγαλώσουν αυτά τα δένδρα;
Πολύς κόσμος με τα ίδια βαπόρια πηγαίνει και στην Φανερωμένη, στο Μοναστήρι αυτό της Σαλαμίνος, που είναι αντίκρυ στην Ελευσίνα. Υπάρχει εκεί ωραίο δασάκι από πεύκα πλάι στη θάλασσα. Και η Μονή όμως έχει πολύ ενδιαφέρον. Τα κτίριά της και πιο πολύ η τοιχογραφίες της.
Αλλά και από την Ελευσίνα και από την Φανερωμένη πιο πολύς κόσμος πηγαίνει κάθε Κυριακή στο Μεγάλο Πεύκο. Είναι μια εξοχή μεταξύ Ελευσίνος και Μεγάρων πού έγινε τώρα συνοικισμός και κέντρον διασκεδάσεως πρώτης τάξεως. Έχουν εγκατασταθή εκεί πρόσφυγες κ' έκτισαν το χωριό Νέα Πέραμος.
Εκεί βρίσκει κανείς ωραία εστιατόρια, φρέσκο ψάρι, δροσιά και θάλασσα με αμμουδιά για μπάνιο. Μακαριότης καθ' όλα! Γι' αυτό εκεί γίνεται ζωηρό γλέντι πλήθους πολλού κάθε Κυριακή. Το Μεγάλο Πεύκο έγινε μια από τις πιο αγαπημένες εξοχές των Αθηναίων και Πειραιωτών. Τώρα που η πιο κοντινές εξοχές έχουν πλημμυρίση από σκηνές και από κόσμον το Μεγάλο Πεύκο είναι πιο ευχάριστο, πιο άνετο, πιο βολικό.
Αυτές είναι οι δυό γραμμές του Δυτικού Σαρωνικού. Κ' έχουν, καθώς μαθαίνουμε, συναγωνισμό άγριο μεταξύ τους. Κάθε μια ζητεί ν' αρπάξη τους πιο πολλούς επιβάτες. Αυτό το βλέπει κανείς και αντίκρυ στο Ρολόι. Δεν αρκούν οι πίνακες με τα δρομολόγια, μα ακούονται και φωνές:
-Εδώ κύριοι για το Πέραμα και θα φύγωμε!
-Ελευσίνα κύριοι περάστε!
-Πέραμα, Καματερό, Παλούκια κ' εσαλπάραμε!
-Για Μεγάλο Πεύκο εδώ. Περάστε και φεύγουμε!
Ενώ έτσι συναγωνίζεται ο Δυτικός Σαρωνικός, πιο πέρα από την Παραλία, μέσα στο λιμάνι σφυρίζουν άλλα βαποράκια. Ειν' αυτά που ανυπομονούν να φύγουν για την Αίγινα. Κ' είναι και τ' άλλα που πηγαίνουν στη γραμμή: «Μέθανα,Πόρος,Σπέτσες». Έχουν κ' η εξοχές αυτές μυριάδες λάτρας και θαυμαστάς. Η Αίγινα συγκεντρώνει κάθε Κυριακή χιλιάδες κόσμου. Και το δροσερό και καταπράσινο νησί του Πόρου, μα κ' η Σπέτσες με το μεγάλο τους ξενοδοχείο και τα Μέθανα με τα λουτρά τους μαζεύουν και πλήθος Κυριακάτικους επισκέπτας και γλεντζέδες.
Όλα τα νησιά αυτά και τα παράλια γεμίζουν από μυρμηγκιές Αθηναίων κάθε Κυριακή. Η παραλία των Μεθάνων και του Πόρου, μα και το μοναστήρι του Πόρου γεμίζουν από κόσμον που ρουφά αχόρταγα το ιώδιο της θαλάσσης. Πρέπει να το ρουφήξη άφθονα γιατί αύριο είναι Δευτέρα. «Σήμερον έχει, αύριον δεν έχει».
Μα και ο Ανατολικός Σαρωνικός δεν πάει πίσω. Προς τα μέρη εκείνα μας φέρνουν και τ' αυτοκίνητα. Μα και τα βαπόρια, ιδίως τις Κυριακές, είναι άφθονα. Αυτά φεύγουν κυρίως από το Φάληρο. Η γραμμή είναι η ίδια πάντα: «Γλυφάδα, Βούλα, Βουλιαγμένη». Και ολοένα τα βαπόρια φέρνουν κόσμο προς τα δροσερά παράλια και τον ρίχνουν στο γυαλό, στην αμμουδιά που γίνεται τις Κυριακές ένα ατελείωτο μπαίν-μίξτ από πρωϊ έως το βράδυ. Νομίζει κανείς ότι τα βαποράκια σπέρνουν γυμνούς ανθρώπους στην αμμουδιά. Δεν υπάρχει πιά θέσις αδειανή κάθε Κυριακή σ' όλη αυτή την παραλία! Η Βουλιαγμένη πήζει από λουομένους πάσης τάξεως και φύλου μαζί κ' ανακατωτά. Μα εφέτος η Γλυφάδα έχει τα πιο συστηματικά μπαίν-μίξτ. Γίνανε πία της μόδας.
Οι λάτραι της θάλασσας του Σαρωνικού πηγαίνουν σ' όλες αυτές τις ακρογιαλιές. Μα όχι με αυτοκίνητο. Πηγαίνουν με τα βαποράκια για να χαρούν το θαλάσσιο ταξείδι, για να ρουφήσουν πιο πολύ ιώδιο. Έχουμε λοιπόν πέντε γραμμές ατμοπλοϊκές κάθε Κυριακή μόνο μέσα στο Σαρωνικό! Τραβούν τα βαποράκια προς όλες τις διευθύνσεις του κόλπου και σκορπίζουν σ' όλους τους γιαλούς μυριάδες ... Και το βράδυ ξαναπαίρνουν όλον αυτό τον κόσμο και τον φέρνουν στις πόλεις. Αυτό γίνεται κάθε Κυριακή.
Αυτή η κίνησις έχει πάλιν δημιουργήση συναγωνισμό. Γι' αυτό και τα εισιτήρια είναι σχετικά μικρά. Άλλοτε όμως ο συναγωνισμός ήτο πιο μεγάλος. Εξοντωτικός! Το ένα βαποράκι ζητούσε να φάη το άλλο. Ο συναγωνισμός είχε φθάση σε απίστευτο σημείο.
Κάποτε προπολεμικώς στη Σαλαμίνα οι βαρκάρηδες επρομήθευαν δωρεάν εισιτήρια είς όσους ήθελαν να γυρίσουν στον Πειραιά υπό τον όρον να μπούν στο δεύτερο βαπόρι που έφευγε. Αυτό εγίνετο για να μη πάρη επιβάτες το πρώτο. Αδιάφορον αν το δεύτερο δεν εισέπραττε ούτε μια πεντάρα.
Είναι δε γνωστόν ότι λίγα χρόνια πριν, εξ αφορμής του συναγωνισμού, όχι μονάχα εδίδετο δωρεάν το εισιτήριο στους ταξειδιώτες, αλλά τους έδιδαν ακόμα δωρεάν κ' ένα πιλάφι! Ευτυχισμένα προπολεμικά χρόνια!»
https://www.lifo.gr/guests/paliaathina/50063
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
"Μη στέκεσθε ποτέ απέναντι εις το κύμα"
"Μικραί συμβουλαί δια να παίρνει κανείς θαλάσσιον λουτρόν ωφέλιμον και υγιεινόν"
Εις τον «Θεατή» του 1928 διαβάζουμε τις εξής εμπνευσμένες οδηγίες προς τους λουόμενους:
«Δια να παίρνη κανείς ένα θαλάσσιον λουτρόν ωφέλιμον και υγιεινόν, δια να επωφελήται δηλαδή όλων των ευεργετημάτων, τα οποία ημπορεί να προσφέρει εις τον οργανισμόν η θάλασσα, πρέπει να ξεύρη πώς να το παίρνη. Δεν αρκεί να πέφτη κανείς εις την θάλασσαν όταν του έρχεται η όρεξις και να βγαίνη όταν βαρυνθή. Ιδού μερικαί μικραί συμβουλαί, χρησιμώταται δι’εκείνους που παίρνουν θαλάσσια λουτρά:
»Περιμένετε δια να κάμετε μπάνιο, να είναι ο στόμαχός σας κενός. Θεωρητικώς, πρέπει να υπολογίζωνται πέντε ή εξ ώραι μετά το φαγητόν. Πρακτικώς, όμως τρεις ώραι αρκούν.
»Το πρωινό μπάνιο είναι προτιμώτερο από το βραδυνό! Ο οργανισμός διατελεί εν αναπαύσει, δεν υπέστη ακόμη τον αντίκτυπον των κοπώσεων της ημέρας, επομένως επωφελείται όλων των ευεργετημάτων του θαλασσίου λουτρού.
»Μπήτε στο νερό σιγά-σιγά. Ο απότομος τιναγμός που φέρει το ψυχρό νερό, δεν ωφελεί διόλου. Αν σας αρέση να κάμετε βουτιές, κάμετέ τας μετά την πρώτην επαφήν με τη θάλασσαν και ποτέ πριν.
»Μη στέκεσθε ποτέ απέναντι εις το κύμα. Τοποθετείσθε πάντοτε κατά τρόπον, ώστε να το δέχεσθε εις την ράχιν.
»Δια να παλαίσητε εναντίον της απωλείας της θερμότητος, η οποία οφείλεται εις την επίδρασιν εκ του ψυχρού νερού, μη μένετε ακίνητοι. Κινείσθε όσον ημπορείτε περισσότερον. Βλέπομεν τακτικούς λουόμενους που κάμνουν ανάσκελα επί ώραν πολλήν. Αυτό είναι μεγάλο λάθος, διότι το σώμα παθαίνει ψύξιν.
»Η διάρκεια του μπάνιου είναι κεφαλαιώδους σπουδαιότητος. Μη μένετε ποτέ πολλήν ώραν εις την θάλασσαν, αλλά ούτε πολύ ολίγην. Είκοσι λεπτά αντιπροσωπεύουν τον ωφέλιμον μέσον όρον. Μη λησμονείτε ποτέ ότι με ένα μπάνιο σχετικώς βραχύ, εξασφαλίζει κανείς την μεγαλειτέραν τόνωσιν.
»Όταν βγήτε από το νερό, μην πάτε αμέσως στην καμπίνα σας. Περιπατήσατε, τρέξατε, κινηθήτε επάνω εις την αμμουδιά. Ολίγη γυμναστική άσκησις είναι πολύ ωφέλιμος».
Αν τώρα πιστεύετε αγαπητοί φίλοι ότι όλα αυτά τα «απαγορευτικά» λειτουργούσαν αποτρεπτικά, μάλλον πλανάστε. Οι καλοί μας πρόγονοι γέμιζαν τις παραλίες και χαιρόντουσαν, όπως και μείς σήμερα, το νερό σε συνδυασμό πάντα με το ανυπέρβλητο θέαμα των λουομένων Ατθίδων …
https://www.lifo.gr/guests/paliaathina/40090
"Μικραί συμβουλαί δια να παίρνει κανείς θαλάσσιον λουτρόν ωφέλιμον και υγιεινόν"
Εις τον «Θεατή» του 1928 διαβάζουμε τις εξής εμπνευσμένες οδηγίες προς τους λουόμενους:
«Δια να παίρνη κανείς ένα θαλάσσιον λουτρόν ωφέλιμον και υγιεινόν, δια να επωφελήται δηλαδή όλων των ευεργετημάτων, τα οποία ημπορεί να προσφέρει εις τον οργανισμόν η θάλασσα, πρέπει να ξεύρη πώς να το παίρνη. Δεν αρκεί να πέφτη κανείς εις την θάλασσαν όταν του έρχεται η όρεξις και να βγαίνη όταν βαρυνθή. Ιδού μερικαί μικραί συμβουλαί, χρησιμώταται δι’εκείνους που παίρνουν θαλάσσια λουτρά:
»Περιμένετε δια να κάμετε μπάνιο, να είναι ο στόμαχός σας κενός. Θεωρητικώς, πρέπει να υπολογίζωνται πέντε ή εξ ώραι μετά το φαγητόν. Πρακτικώς, όμως τρεις ώραι αρκούν.
»Το πρωινό μπάνιο είναι προτιμώτερο από το βραδυνό! Ο οργανισμός διατελεί εν αναπαύσει, δεν υπέστη ακόμη τον αντίκτυπον των κοπώσεων της ημέρας, επομένως επωφελείται όλων των ευεργετημάτων του θαλασσίου λουτρού.
»Μπήτε στο νερό σιγά-σιγά. Ο απότομος τιναγμός που φέρει το ψυχρό νερό, δεν ωφελεί διόλου. Αν σας αρέση να κάμετε βουτιές, κάμετέ τας μετά την πρώτην επαφήν με τη θάλασσαν και ποτέ πριν.
»Μη στέκεσθε ποτέ απέναντι εις το κύμα. Τοποθετείσθε πάντοτε κατά τρόπον, ώστε να το δέχεσθε εις την ράχιν.
»Δια να παλαίσητε εναντίον της απωλείας της θερμότητος, η οποία οφείλεται εις την επίδρασιν εκ του ψυχρού νερού, μη μένετε ακίνητοι. Κινείσθε όσον ημπορείτε περισσότερον. Βλέπομεν τακτικούς λουόμενους που κάμνουν ανάσκελα επί ώραν πολλήν. Αυτό είναι μεγάλο λάθος, διότι το σώμα παθαίνει ψύξιν.
»Η διάρκεια του μπάνιου είναι κεφαλαιώδους σπουδαιότητος. Μη μένετε ποτέ πολλήν ώραν εις την θάλασσαν, αλλά ούτε πολύ ολίγην. Είκοσι λεπτά αντιπροσωπεύουν τον ωφέλιμον μέσον όρον. Μη λησμονείτε ποτέ ότι με ένα μπάνιο σχετικώς βραχύ, εξασφαλίζει κανείς την μεγαλειτέραν τόνωσιν.
»Όταν βγήτε από το νερό, μην πάτε αμέσως στην καμπίνα σας. Περιπατήσατε, τρέξατε, κινηθήτε επάνω εις την αμμουδιά. Ολίγη γυμναστική άσκησις είναι πολύ ωφέλιμος».
Αν τώρα πιστεύετε αγαπητοί φίλοι ότι όλα αυτά τα «απαγορευτικά» λειτουργούσαν αποτρεπτικά, μάλλον πλανάστε. Οι καλοί μας πρόγονοι γέμιζαν τις παραλίες και χαιρόντουσαν, όπως και μείς σήμερα, το νερό σε συνδυασμό πάντα με το ανυπέρβλητο θέαμα των λουομένων Ατθίδων …
https://www.lifo.gr/guests/paliaathina/40090
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Μεσημεριανή ανάπαυση, καλοκαιριάτικα, στη Παλιά Αθήνα.
Η άνιση μάχη με ρομβίες και πλανόδιους πωλητές!
Όπως δεν μπορεί κανείς να σκεφτεί τον χειμώνα χωρίς να θυμηθεί τα τσάγια, της χορευτικές ημερίδες και εσπερίδες, την βροχή, το κρύο, της λάσπες, τους κινηματογράφους, τα συγγενικά η φιλικά χορευτικά γκρουπ, τους καστανάδες, τ' άνοιγμα των σχολείων, τους σαλεπιτζήδες, τα υπόγεια καμπαρέ, έτσι ίδια κι' απαράλλαχτα δεν μπορεί κανείς να σκεφτεί καλοκαίρι χωρίς ζέστη, σκόνη, έλλειψη νερού, μπάνια, εξοχές, ηλιοθεραπεία, εκδρομές, και φυσικά χωρίς... μεσημεριάτικη ανάπαυση.
Κι' όσο για την ζέστη, την σκόνη, την έλλειψη νερού, είναι κάτι που είμαστε απόλυτα σίγουροι πώς ό, τι και να κάνουμε δεν θα ήταν ποτέ δυνατό να καλυτερέψουμε την θέση μας. Αλλά για την μεσημεριάτικη ανάπαυση δεν χρειάζεται παρά μια γωνίτσα, ένα κρεβατάκι, ένα ντιβάνι, ένα στρώμα για να εξασφαλίσουν στον καθένα λίγης ώρας ανάπαυση, που θα α έρθει να ξεκουράσει τα ταλαιπωρημένα νεύρα, το φλογισμένο κορμί, το αποχαυνωμένο μυαλό.
Λίγης ώρας αναπαυτικός ύπνος το μεσημέρι, φτάνει για να μας κάνει να ξεχάσουμε την πρωινή κούραση κι' απ' την άλλη μας δίνει καινούργιες δυνάμεις για το απόγευμα.
Μα οι καλοί άνθρωποι είχαν να σκεφτούν χωρίς τον ξενοδόχο, που στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι άλλος παρά οι πλανόδιοι πωλητές κι' οι ρομβίες!
Φεύγετε απ' το γραφείο σας το μεσημέρι κι' αρχίζετε να περπατάτε πάνω στην καιόμενη άσφαλτο και κάτω απ' της καυστικές ακτίνες του ηλίου, δεχόμενοι από καιρού σε καιρό στο πρόσωπό σας το θερμό φύσημα του λίβα. Τα μάτια σας ζαλίζονται και η αναπνοή σας βγαίνει βαριά, πνιγμένη. Στη στάση του τραίνου η του λεωφορείου περιμένετε μισή ώρα ώσπου να έρθει η να βρείτε θέση. Σας σπρώχνουν, σπρώχνεσθε και τέλος χωρίς και εσείς να το καταλάβετε βρίσκεσθε στριμωγμένος σαν σαρδέλα σωστή. Γύρω σας το κάθε τι έρχεται ν' αυξήσει την πυράδα της ατμόσφαιρας που ζείτε.
Βλαστημάτε την ώρα και την στιγμή που γεννηθήκατε, τον κόσμο, τον ήλιο, το καλοκαίρι. Δεν σας μένει παρά μόνο μια ελπίδα: Να φτάσετε σπίτι σας και να πέσετε στο κρεβάτι σας.
Και φτάνετε. Στο τραπέζι δεν υπάρχει νερό –κι' αν υπάρχει είναι ζεστό- τα φαγιά σας αηδιάζουν, δεν έχετε όρεξη να κουνήσετε τα χέρια σας, βαριέστε που ζείτε, τα λόγια σβήνουν μες στο στόμα σας πριν προφτάσουν να βγουν. Κ' επί τέλους αφού περάσει κι' αυτό το βασανιστικό τέταρτο της ώρας, προχωράτε και πέφτετε σαν ψόφιος στο κρεβάτι σας.
Κλείνετε τα μάτια κι' απ' το στήθος σας ξεφεύγει ένας ανακουφιστικός αναστεναγμός. Φαντάζεσθε πως τελείωσαν πια τα βάσανά σας...
Ειρωνεία! Εδώ ακριβώς βρίσκεται όλη η τραγωδία!
Δεν περνούν ούτε δύο λεφτά και η ησυχία του ακουστικού σας τυμπάνου ταράσσεται απ' τους βραχνιασμένους τόνους της ρομβίας που παίζει κάτω στο δρόμο.
-Ραμόνα, θυμήσου πάλι τα παλιά... Ραμόνα...
Απ' τα χείλη σας ξεφεύγει μια βλαστημιά. Η ρομβία παύει. Δοξάζετε τον Θεό και την Ραμόνα που σας λυπήθηκε εγκαίρως και ξανακλείνετε τα μάτια.
Η ρομβία όμως ξαναρχίζει. Χώνετε το κεφάλι σας κάτω απ΄ το μαξιλάρι κι' απ' το μέτωπό σας αρχίζει τώρα να τρέχει ο ιδρώτας της αγωνίας.
Καινούρια παύση, καινούριο ξανάρχισμα. Ή η ρομβία έχει προηγούμενα μαζί σας ή της αρέσει φαίνεται εξαιρετικά η ώρα αυτή για διασκέδαση. Υπομένετε καρτερικά την ιδιοτροπία της. Επί τέλους τελείωσε. Τώρα θα μπορέσετε να κοιμηθείτε. Μα δυστυχώς και πάλι γελαστήκατε.
(φυσικά η ίδια παρέλαση θα συνεχίσει και το μεσημέρι)
Αρχίζουν οι μανάβηδες, ο καρβουνάς, οι πλανόδιοι πωλητές υφασμάτων, ο σκουπιδιάρης, ο γαλατάς, ο ταχυδρόμος, η ζητιάνα κι' εγώ δεν ξέρω ποιος ακόμα.
Πάει τελείωσε, δεν θα κοιμηθείτε.
Το ρολόι κτυπά τέσσερεις.
Μόλις προφτάνετε να πάτε στο γραφείο.
Και την ώρα που θα βρεθείτε στον πυρωμένο δρόμο, στριμωγμένος σαν σαρδέλα μέσα στο λεωφορείο τα μάτια σας θα κλείνουνε πιο πολύ απ' την κούραση, που σας έδωσε η μεσημεριάτικη ανάπαυσή σας παρά η πρωινή δουλειά και η ζέστη.
(βασισμένο σε χρονογράφημα της εφημερίδας «Εβδομάς» 1929)
Πηγή: www.lifo.gr
Η άνιση μάχη με ρομβίες και πλανόδιους πωλητές!
Όπως δεν μπορεί κανείς να σκεφτεί τον χειμώνα χωρίς να θυμηθεί τα τσάγια, της χορευτικές ημερίδες και εσπερίδες, την βροχή, το κρύο, της λάσπες, τους κινηματογράφους, τα συγγενικά η φιλικά χορευτικά γκρουπ, τους καστανάδες, τ' άνοιγμα των σχολείων, τους σαλεπιτζήδες, τα υπόγεια καμπαρέ, έτσι ίδια κι' απαράλλαχτα δεν μπορεί κανείς να σκεφτεί καλοκαίρι χωρίς ζέστη, σκόνη, έλλειψη νερού, μπάνια, εξοχές, ηλιοθεραπεία, εκδρομές, και φυσικά χωρίς... μεσημεριάτικη ανάπαυση.
Κι' όσο για την ζέστη, την σκόνη, την έλλειψη νερού, είναι κάτι που είμαστε απόλυτα σίγουροι πώς ό, τι και να κάνουμε δεν θα ήταν ποτέ δυνατό να καλυτερέψουμε την θέση μας. Αλλά για την μεσημεριάτικη ανάπαυση δεν χρειάζεται παρά μια γωνίτσα, ένα κρεβατάκι, ένα ντιβάνι, ένα στρώμα για να εξασφαλίσουν στον καθένα λίγης ώρας ανάπαυση, που θα α έρθει να ξεκουράσει τα ταλαιπωρημένα νεύρα, το φλογισμένο κορμί, το αποχαυνωμένο μυαλό.
Λίγης ώρας αναπαυτικός ύπνος το μεσημέρι, φτάνει για να μας κάνει να ξεχάσουμε την πρωινή κούραση κι' απ' την άλλη μας δίνει καινούργιες δυνάμεις για το απόγευμα.
Μα οι καλοί άνθρωποι είχαν να σκεφτούν χωρίς τον ξενοδόχο, που στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι άλλος παρά οι πλανόδιοι πωλητές κι' οι ρομβίες!
Φεύγετε απ' το γραφείο σας το μεσημέρι κι' αρχίζετε να περπατάτε πάνω στην καιόμενη άσφαλτο και κάτω απ' της καυστικές ακτίνες του ηλίου, δεχόμενοι από καιρού σε καιρό στο πρόσωπό σας το θερμό φύσημα του λίβα. Τα μάτια σας ζαλίζονται και η αναπνοή σας βγαίνει βαριά, πνιγμένη. Στη στάση του τραίνου η του λεωφορείου περιμένετε μισή ώρα ώσπου να έρθει η να βρείτε θέση. Σας σπρώχνουν, σπρώχνεσθε και τέλος χωρίς και εσείς να το καταλάβετε βρίσκεσθε στριμωγμένος σαν σαρδέλα σωστή. Γύρω σας το κάθε τι έρχεται ν' αυξήσει την πυράδα της ατμόσφαιρας που ζείτε.
Βλαστημάτε την ώρα και την στιγμή που γεννηθήκατε, τον κόσμο, τον ήλιο, το καλοκαίρι. Δεν σας μένει παρά μόνο μια ελπίδα: Να φτάσετε σπίτι σας και να πέσετε στο κρεβάτι σας.
Και φτάνετε. Στο τραπέζι δεν υπάρχει νερό –κι' αν υπάρχει είναι ζεστό- τα φαγιά σας αηδιάζουν, δεν έχετε όρεξη να κουνήσετε τα χέρια σας, βαριέστε που ζείτε, τα λόγια σβήνουν μες στο στόμα σας πριν προφτάσουν να βγουν. Κ' επί τέλους αφού περάσει κι' αυτό το βασανιστικό τέταρτο της ώρας, προχωράτε και πέφτετε σαν ψόφιος στο κρεβάτι σας.
Κλείνετε τα μάτια κι' απ' το στήθος σας ξεφεύγει ένας ανακουφιστικός αναστεναγμός. Φαντάζεσθε πως τελείωσαν πια τα βάσανά σας...
Ειρωνεία! Εδώ ακριβώς βρίσκεται όλη η τραγωδία!
Δεν περνούν ούτε δύο λεφτά και η ησυχία του ακουστικού σας τυμπάνου ταράσσεται απ' τους βραχνιασμένους τόνους της ρομβίας που παίζει κάτω στο δρόμο.
-Ραμόνα, θυμήσου πάλι τα παλιά... Ραμόνα...
Απ' τα χείλη σας ξεφεύγει μια βλαστημιά. Η ρομβία παύει. Δοξάζετε τον Θεό και την Ραμόνα που σας λυπήθηκε εγκαίρως και ξανακλείνετε τα μάτια.
Η ρομβία όμως ξαναρχίζει. Χώνετε το κεφάλι σας κάτω απ΄ το μαξιλάρι κι' απ' το μέτωπό σας αρχίζει τώρα να τρέχει ο ιδρώτας της αγωνίας.
Καινούρια παύση, καινούριο ξανάρχισμα. Ή η ρομβία έχει προηγούμενα μαζί σας ή της αρέσει φαίνεται εξαιρετικά η ώρα αυτή για διασκέδαση. Υπομένετε καρτερικά την ιδιοτροπία της. Επί τέλους τελείωσε. Τώρα θα μπορέσετε να κοιμηθείτε. Μα δυστυχώς και πάλι γελαστήκατε.
(φυσικά η ίδια παρέλαση θα συνεχίσει και το μεσημέρι)
Αρχίζουν οι μανάβηδες, ο καρβουνάς, οι πλανόδιοι πωλητές υφασμάτων, ο σκουπιδιάρης, ο γαλατάς, ο ταχυδρόμος, η ζητιάνα κι' εγώ δεν ξέρω ποιος ακόμα.
Πάει τελείωσε, δεν θα κοιμηθείτε.
Το ρολόι κτυπά τέσσερεις.
Μόλις προφτάνετε να πάτε στο γραφείο.
Και την ώρα που θα βρεθείτε στον πυρωμένο δρόμο, στριμωγμένος σαν σαρδέλα μέσα στο λεωφορείο τα μάτια σας θα κλείνουνε πιο πολύ απ' την κούραση, που σας έδωσε η μεσημεριάτικη ανάπαυσή σας παρά η πρωινή δουλειά και η ζέστη.
(βασισμένο σε χρονογράφημα της εφημερίδας «Εβδομάς» 1929)
Πηγή: www.lifo.gr
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Η Παλιά Αθήνα ανακαλύπτει καλοκαιριάτικα τις ταράτσες.
«Οι Αθηναίοι ανεκάλυψαν κατ' αυτάς τις ταράτσες τους. Άλλοτε άπλωναν τα ρούχα τους, τώρα το ρωμαντισμό τους. Κι' αφ' ότου τα «ουΐκ έντ» και τα σχετικά φαγοπότια είνε όνειρο μακρυνό πιά, οι Αθηναίοι ανεβαίνουν τις νύχτες στην ταράτσα τους, για να δώσουν στο ρωμαντισμό τους ελεύθερη διέξοδο.
Και φεγγάρι να μην υπάρχη, τ' άστρα υπάρχουν και προσφέρονται σα στέγη, σα διακόσμησι και σα θέμα στο σιωπηλό ρεμβασμό τους.
Οι ταράτσες των σημερινών Αθηναίων δεν είνε τα παληά δώματα των μονόπατων και δίπατων σπιτιών όπου τραβούσαν τα στρώματα και τις κουβέρτες τους, να κοιμηθούν κ' έκαναν τους περιηγητές να γράφουν ότι οι Αθηναίοι χτίζουν σπίτια για να κοιμούνται απ' έξω!
Σήμερα πρόκειται για ταράτσες πολυκατοικιών, πού υψώνονται μεταξύ ουρανού και γης, σαν πύργοι παληών ακροπόλεων και λύουν θαυμάσια το πρόβλημα του παραθερισμού.
-Όταν κάνει ζέστη, μούλεγε χθές ένας ταρατσοδίαιτος, κάνει ζέστη παντού και δεν δροσίζει παρά το βραδάκι. Γιατί λοιπόν να μεταναστεύη κανείς στην εξοχή; Μετά το ηλιόγερμα ανεβαίνουμε και παραθερίζουμε ως τα μεσάνυχτα στην ταράτσα! πινακλάκι, κουβεντούλα, κανένα παγωτό σπιτίσιο...
Αλλά τα πράγματα δεν είνε τόσο απλά. Σε μια πολυκατοικία οι κατοικίες είνε οκτώ και δέκα και δώδεκα. Και η ταράτσα μία. Κι' όταν δεν πάει με το ρετιρέ, η χρήσι της πρέπει να προβλέπεται από το ενοικιαστήριο. Αν το ζήτημα είνε ακαθόριστο πρέπει να κανονισθή με συνεννοήσεις.
Κ' εκεί να ιδήτε σείς περιπλοκές! Ξέρω πολυκατοικία πού τα διαμερίσματα βρίσκονται σ' αληθινό εμφύλιο πόλεμο για το ζήτημα της ταράτσας. Έχουν φθάσει στα δικαστήρια. Και ξέρω άλλες, όπου έχει λυθή με μακρές διαπραγματεύσεις πού κατέληξαν στο σύστημα της περιτροπής:
-Ποιος έχει σειρά σήμερα γιά την ταράτσα; Ακούτε να ρωτούν στο εσωτερικό τηλέφωνο.
-Η Περιβολαρίδου!
-Ά, καλά... Τότε μείς είμαστ' αύριο!...
Και περιμένουν. Ο Θεός πού είνε τόσο κοντά στις ταράτσες, ας εφορεύει επάνω σ' αυτές τις συμφωνίες.
Άλλοτε πού επρόκειτο μόνο για τη μπουγάδα, ο καυγάς για τη σειρά περιωρίζετο στις πλύστρες και στα δουλικά. Αλλά να βλέπετε χαριτωμένα μουτράκια να συννεφιάζουν και στοματάκια καλοβαμμένα, έτοιμα να εκσφενδονίσουν μύδρους για λίγα τετραγωνικά μέτρα μπετόν-αρμέ, πού κρέμονται μετέωρα κάτω από τα' άστρα, τι μελαγχολικό!».
(«Βραδυνή», 1940)
Πηγή: www.lifo.gr
«Οι Αθηναίοι ανεκάλυψαν κατ' αυτάς τις ταράτσες τους. Άλλοτε άπλωναν τα ρούχα τους, τώρα το ρωμαντισμό τους. Κι' αφ' ότου τα «ουΐκ έντ» και τα σχετικά φαγοπότια είνε όνειρο μακρυνό πιά, οι Αθηναίοι ανεβαίνουν τις νύχτες στην ταράτσα τους, για να δώσουν στο ρωμαντισμό τους ελεύθερη διέξοδο.
Και φεγγάρι να μην υπάρχη, τ' άστρα υπάρχουν και προσφέρονται σα στέγη, σα διακόσμησι και σα θέμα στο σιωπηλό ρεμβασμό τους.
Οι ταράτσες των σημερινών Αθηναίων δεν είνε τα παληά δώματα των μονόπατων και δίπατων σπιτιών όπου τραβούσαν τα στρώματα και τις κουβέρτες τους, να κοιμηθούν κ' έκαναν τους περιηγητές να γράφουν ότι οι Αθηναίοι χτίζουν σπίτια για να κοιμούνται απ' έξω!
Σήμερα πρόκειται για ταράτσες πολυκατοικιών, πού υψώνονται μεταξύ ουρανού και γης, σαν πύργοι παληών ακροπόλεων και λύουν θαυμάσια το πρόβλημα του παραθερισμού.
-Όταν κάνει ζέστη, μούλεγε χθές ένας ταρατσοδίαιτος, κάνει ζέστη παντού και δεν δροσίζει παρά το βραδάκι. Γιατί λοιπόν να μεταναστεύη κανείς στην εξοχή; Μετά το ηλιόγερμα ανεβαίνουμε και παραθερίζουμε ως τα μεσάνυχτα στην ταράτσα! πινακλάκι, κουβεντούλα, κανένα παγωτό σπιτίσιο...
Αλλά τα πράγματα δεν είνε τόσο απλά. Σε μια πολυκατοικία οι κατοικίες είνε οκτώ και δέκα και δώδεκα. Και η ταράτσα μία. Κι' όταν δεν πάει με το ρετιρέ, η χρήσι της πρέπει να προβλέπεται από το ενοικιαστήριο. Αν το ζήτημα είνε ακαθόριστο πρέπει να κανονισθή με συνεννοήσεις.
Κ' εκεί να ιδήτε σείς περιπλοκές! Ξέρω πολυκατοικία πού τα διαμερίσματα βρίσκονται σ' αληθινό εμφύλιο πόλεμο για το ζήτημα της ταράτσας. Έχουν φθάσει στα δικαστήρια. Και ξέρω άλλες, όπου έχει λυθή με μακρές διαπραγματεύσεις πού κατέληξαν στο σύστημα της περιτροπής:
-Ποιος έχει σειρά σήμερα γιά την ταράτσα; Ακούτε να ρωτούν στο εσωτερικό τηλέφωνο.
-Η Περιβολαρίδου!
-Ά, καλά... Τότε μείς είμαστ' αύριο!...
Και περιμένουν. Ο Θεός πού είνε τόσο κοντά στις ταράτσες, ας εφορεύει επάνω σ' αυτές τις συμφωνίες.
Άλλοτε πού επρόκειτο μόνο για τη μπουγάδα, ο καυγάς για τη σειρά περιωρίζετο στις πλύστρες και στα δουλικά. Αλλά να βλέπετε χαριτωμένα μουτράκια να συννεφιάζουν και στοματάκια καλοβαμμένα, έτοιμα να εκσφενδονίσουν μύδρους για λίγα τετραγωνικά μέτρα μπετόν-αρμέ, πού κρέμονται μετέωρα κάτω από τα' άστρα, τι μελαγχολικό!».
(«Βραδυνή», 1940)
Πηγή: www.lifo.gr
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Για τις καλοκαιρινές σας διακοπές πηγαίνετε στου Μερακλή.
«Οι άνθρωποι που ζούν με το ένα πόδι στην πρωτεύουσα και το άλλο στην εξοχή –είνε η σαΐτες του αργαλειού, όπως τους έχει ονομάσει κάποιος-, διηγούντο, το μεσημέρι πούτρωγαν ά-λά γκαρσόν, της απολαύσεις και τα βάσανα του παραθεριστηρίου τους.
Έξαφνα ένας ρώτησε το σιωπηλό της παρέας:
-Κι' εσείς; Πού παραθερίζετε σείς;
-Εγώ παραθερίζω στου Μερακλή, απήντησε με περηφάνεια, σά νάλεγε:
Στην Κότ-Ντ' Αζούρ.
-Είνε ακτή; Είνε θέσις σε βουνό;
-Όχι, καφενεδάκι.
-Καφενεδάκι;
-Ακριβώς. Και μάλιστα στην πιο ασφυκτική συνοικία των Αθηνών.
Είνε σφηνωμένο σ' ένα δρομάκο της Πλάκας. Αλλά τι τα θέλετε φίλοι μου.
Είνε η καλλίτερη εξοχή. Δεν το αλλάζω με τίποτα –ούτε με το Χελμό.
Παραθερίζω εκεί επί τέσσερα χρόνια τώρα. Και είμαι κατενθουσιασμένος.
Οι άλλοι άρχισαν να γελούν.
-Το περνάτε γι' αστείο; Θα μπορούσα να σας πώ:
Έχει ζέστη, όπως και όλες η άλλες εξοχές, έχει μυΐγες, έχει σκόνη, έχει θορύβους... ότι τέλος πάντων δεν του λείπει καμμιά μιζέρια απ' όσες χαρακτηρίζουν την ελληνική εξοχή. Και ότι, επι πλέον, έχετε την οικονομία αρκετών χιλιοδράχμων, γιατί δε σας στοιχίζει παρά μερικά καφεδάκια ή μια γκαζόζα την ημέρα.
Αλλά δεν είνε έτσι! Έχει παχειά σκιά, έχει δροσιά, έχει πάστρα, έχει άφθονη πρασινάδα, έχει φαιδρότητα κι' αντιλαλεί όλη την ημέρα από κελαϊδισμούς.
-Μωρέ πού είνε αυτός ο επίγειος παράδεισος και δεν το ξέραμε;
-Έ, φίλοι μου! Δεν είμαι πληρωμένος διαφημιστής να σας δώσω αμέσως την διεύθυνσι. Άλλωστε δε με συμφέρει. Ότι βρίσκει κανείς ωραίο, με προσωπική του έρευνα, σ' αυτό το είδος, πρέπει να το κρατή μυστικό στην Αθήνα. Κάθε κέντρο πού θα λανσαρισθή εδώ γεμίζει κόσμο για μια στιγμή, παίρνει ύφος, έχει αξιώσεις, καταστρέφεται και σβύνει.
Αλλ' αυτό το καφενεδάκι το λατρεύω. Δε θα σας πώ ποτέ πού είνε. Πρέπει να μείνη έτσι, άγνωστο και παρθένο, στον παράμερο δρομάκο της Πλάκας – Μια όασις μέσα στο αφρικανικό καμίνι του αθηναϊκού καλοκαιριού.
Τα παληά σπίτια με της σκεβρωμένες αυλόπορτες, τα στραβοσάγονα μπαλκόνια και τα ξεπαϊδιασμένα χαγιάτια του κρατούν ίσκιο. Η πνοούλα, το ρευματάκι πού μπουκάρει στο σοκάκι από την γειτονική πλατεούλα, το μυρώνει με το άρωμα των βασιλικών και των δειλινών, που στολίζουν κάποιες παληές αυλές, με τ' άνθια τους, ντυμένα τη μεγάλη μώβ στολή.
Και ο Μερακλής φροντίζει για τα επίλοιπα. Δεν τον λένε έτσι τον άνθρωπο.
Μερακλής δεν είνε τ' όνομά του – είνε ιδιότης. Έχει μεράκι.
Έχει βάλει τη φιλοτιμία του, το έρτζι του, τη φιλοδοξία του,
το σεβδά του σ' αυτό το καφενεδάκι. Και είνε μια ζωντανή απόδειξις
του τι μπορεί να κάμη ένας άνθρωπος.
-Μά τι έχει κάμει τέλος πάντων; Ρώτησε κάποιος ανυπόμονα.
-Θαύματα. Μετέβαλε τη φυσιογνωμία του δρόμου. Έχει κάμει μια θαυμασία μικρή «τεράς» με περικοκλάδες που της διατηρεί μ' άγρυπνη προσοχή δροσερώτατες.
Είνε τόσο πυκνές, που, άμα καθίσης κάτω από τα χαρούμενα τόξα τους, νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε κιόσκι μουσουλμανικού κήπου. Οι πελάτες του φθάνουν άθλιοι, σκονισμένοι, ιδρωμένοι... και γίνονται ση στιγμή πασάδες. Η πρόσοψις είνε καλοβαμμένη, περασμένη πάντα με το σφουγγάρι, αστράφτει. Τα καρεκλάκια του περιποιημένα, ομοιόμορφα, ομοιόχρωμα, τα τραπεζάκια του με ριπολίνη, τα ζάρφια του με χρυσή γιρλανδούλα, τα ποτήρια του κρυστάλλινα, το νερό του πάντα παγωμένο, το γλυκό του σπιτίσιο. Έχεις αμέσως την εντύπωσι ότι άλλαξες διά μιάς περιβάλλον. Πάστρα και ανθρωπιά.
Και από πάνω από το κεφάλι σου, μέσα στα δροσερά, πράσινα φυλλώματα κρέμονται δέκα κλουβάκια με πουλιά, πού δίδουν κάθε τόσο γοητευτικές συναυλίες. Είνε κανάρια, φλώροι, καρδερίνες, φανέτα, σπίνοι, σκαθάρια, επί τέλους και μια γαλιάντρα. Τιτιβίζουν, σφυρίζουν, μιμούνται το ένα το άλλο, παραβγαίνουν.
Ο Μερακλής είνε μέγας πουλοπατέρας. Τα κλουβάκια είνε πεντακάθαρα, τα καλαμάκια τους ωμορφοβαλμένα, το νερό τους φρέσκο και στα σύρματα θα ιδήτε πάντα λιχουδιές: Ανοιχτά σύκα, ζάχαρι, πρασινάδα, για τους πτερωτούς υπηκόους του. Σ' ένα δύο υπάρχουν και φωληές. Ο Μερακλής τά ζευγαρώνει, επιβλέπει κι' ευλογεί τον καρπό τους.
Είν' ένας πρώην ναυτικός, χαροκαμμένος στα παιδιά του, άτυχος στη γυναίκα του, που γύρισε κάποτε από ταξείδι και δεν τη βρήκε σπίτι του... Κι' όλους τους καϋμούς του τους έχει κάμει ωμορφιές στο μαγαζάκι του. Καμμιά φορά το τσούζει, αργά τη νύχτα.
Και τότε ακουμπισμένος στον αγκώνα του, σιγανοτραγουδεί:
«Τα βάσανά μου γίνηκαν
Ανθοί και τους μαζώνω...»
Αυτού παραθερίζω κύριοι! Όταν πολυζεσταθώ, κατεβαίνω από το σπίτι μου στις περικοκλάδες του Μερακλή και δροσίζομαι, μ' ένα βύσσινο. Και... σας λυπούμαι. Δουλεύετε στην παραίσθησι της εξοχής.
Τον πολιόρκησαν μ' ερωτήσεις. Ζητούσαν τοπογραφικές λεπτομέρειες.
-Αδύνατον! Θα πάτε να μού τον κάμετε κι' αυτόν Γλυφάδα-Βούλα-Βουλιαγμένη!
Αμ' δε!...».
(«Αθηναϊκά Νέα», 1922)
Πηγή: www.lifo.gr
«Οι άνθρωποι που ζούν με το ένα πόδι στην πρωτεύουσα και το άλλο στην εξοχή –είνε η σαΐτες του αργαλειού, όπως τους έχει ονομάσει κάποιος-, διηγούντο, το μεσημέρι πούτρωγαν ά-λά γκαρσόν, της απολαύσεις και τα βάσανα του παραθεριστηρίου τους.
Έξαφνα ένας ρώτησε το σιωπηλό της παρέας:
-Κι' εσείς; Πού παραθερίζετε σείς;
-Εγώ παραθερίζω στου Μερακλή, απήντησε με περηφάνεια, σά νάλεγε:
Στην Κότ-Ντ' Αζούρ.
-Είνε ακτή; Είνε θέσις σε βουνό;
-Όχι, καφενεδάκι.
-Καφενεδάκι;
-Ακριβώς. Και μάλιστα στην πιο ασφυκτική συνοικία των Αθηνών.
Είνε σφηνωμένο σ' ένα δρομάκο της Πλάκας. Αλλά τι τα θέλετε φίλοι μου.
Είνε η καλλίτερη εξοχή. Δεν το αλλάζω με τίποτα –ούτε με το Χελμό.
Παραθερίζω εκεί επί τέσσερα χρόνια τώρα. Και είμαι κατενθουσιασμένος.
Οι άλλοι άρχισαν να γελούν.
-Το περνάτε γι' αστείο; Θα μπορούσα να σας πώ:
Έχει ζέστη, όπως και όλες η άλλες εξοχές, έχει μυΐγες, έχει σκόνη, έχει θορύβους... ότι τέλος πάντων δεν του λείπει καμμιά μιζέρια απ' όσες χαρακτηρίζουν την ελληνική εξοχή. Και ότι, επι πλέον, έχετε την οικονομία αρκετών χιλιοδράχμων, γιατί δε σας στοιχίζει παρά μερικά καφεδάκια ή μια γκαζόζα την ημέρα.
Αλλά δεν είνε έτσι! Έχει παχειά σκιά, έχει δροσιά, έχει πάστρα, έχει άφθονη πρασινάδα, έχει φαιδρότητα κι' αντιλαλεί όλη την ημέρα από κελαϊδισμούς.
-Μωρέ πού είνε αυτός ο επίγειος παράδεισος και δεν το ξέραμε;
-Έ, φίλοι μου! Δεν είμαι πληρωμένος διαφημιστής να σας δώσω αμέσως την διεύθυνσι. Άλλωστε δε με συμφέρει. Ότι βρίσκει κανείς ωραίο, με προσωπική του έρευνα, σ' αυτό το είδος, πρέπει να το κρατή μυστικό στην Αθήνα. Κάθε κέντρο πού θα λανσαρισθή εδώ γεμίζει κόσμο για μια στιγμή, παίρνει ύφος, έχει αξιώσεις, καταστρέφεται και σβύνει.
Αλλ' αυτό το καφενεδάκι το λατρεύω. Δε θα σας πώ ποτέ πού είνε. Πρέπει να μείνη έτσι, άγνωστο και παρθένο, στον παράμερο δρομάκο της Πλάκας – Μια όασις μέσα στο αφρικανικό καμίνι του αθηναϊκού καλοκαιριού.
Τα παληά σπίτια με της σκεβρωμένες αυλόπορτες, τα στραβοσάγονα μπαλκόνια και τα ξεπαϊδιασμένα χαγιάτια του κρατούν ίσκιο. Η πνοούλα, το ρευματάκι πού μπουκάρει στο σοκάκι από την γειτονική πλατεούλα, το μυρώνει με το άρωμα των βασιλικών και των δειλινών, που στολίζουν κάποιες παληές αυλές, με τ' άνθια τους, ντυμένα τη μεγάλη μώβ στολή.
Και ο Μερακλής φροντίζει για τα επίλοιπα. Δεν τον λένε έτσι τον άνθρωπο.
Μερακλής δεν είνε τ' όνομά του – είνε ιδιότης. Έχει μεράκι.
Έχει βάλει τη φιλοτιμία του, το έρτζι του, τη φιλοδοξία του,
το σεβδά του σ' αυτό το καφενεδάκι. Και είνε μια ζωντανή απόδειξις
του τι μπορεί να κάμη ένας άνθρωπος.
-Μά τι έχει κάμει τέλος πάντων; Ρώτησε κάποιος ανυπόμονα.
-Θαύματα. Μετέβαλε τη φυσιογνωμία του δρόμου. Έχει κάμει μια θαυμασία μικρή «τεράς» με περικοκλάδες που της διατηρεί μ' άγρυπνη προσοχή δροσερώτατες.
Είνε τόσο πυκνές, που, άμα καθίσης κάτω από τα χαρούμενα τόξα τους, νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε κιόσκι μουσουλμανικού κήπου. Οι πελάτες του φθάνουν άθλιοι, σκονισμένοι, ιδρωμένοι... και γίνονται ση στιγμή πασάδες. Η πρόσοψις είνε καλοβαμμένη, περασμένη πάντα με το σφουγγάρι, αστράφτει. Τα καρεκλάκια του περιποιημένα, ομοιόμορφα, ομοιόχρωμα, τα τραπεζάκια του με ριπολίνη, τα ζάρφια του με χρυσή γιρλανδούλα, τα ποτήρια του κρυστάλλινα, το νερό του πάντα παγωμένο, το γλυκό του σπιτίσιο. Έχεις αμέσως την εντύπωσι ότι άλλαξες διά μιάς περιβάλλον. Πάστρα και ανθρωπιά.
Και από πάνω από το κεφάλι σου, μέσα στα δροσερά, πράσινα φυλλώματα κρέμονται δέκα κλουβάκια με πουλιά, πού δίδουν κάθε τόσο γοητευτικές συναυλίες. Είνε κανάρια, φλώροι, καρδερίνες, φανέτα, σπίνοι, σκαθάρια, επί τέλους και μια γαλιάντρα. Τιτιβίζουν, σφυρίζουν, μιμούνται το ένα το άλλο, παραβγαίνουν.
Ο Μερακλής είνε μέγας πουλοπατέρας. Τα κλουβάκια είνε πεντακάθαρα, τα καλαμάκια τους ωμορφοβαλμένα, το νερό τους φρέσκο και στα σύρματα θα ιδήτε πάντα λιχουδιές: Ανοιχτά σύκα, ζάχαρι, πρασινάδα, για τους πτερωτούς υπηκόους του. Σ' ένα δύο υπάρχουν και φωληές. Ο Μερακλής τά ζευγαρώνει, επιβλέπει κι' ευλογεί τον καρπό τους.
Είν' ένας πρώην ναυτικός, χαροκαμμένος στα παιδιά του, άτυχος στη γυναίκα του, που γύρισε κάποτε από ταξείδι και δεν τη βρήκε σπίτι του... Κι' όλους τους καϋμούς του τους έχει κάμει ωμορφιές στο μαγαζάκι του. Καμμιά φορά το τσούζει, αργά τη νύχτα.
Και τότε ακουμπισμένος στον αγκώνα του, σιγανοτραγουδεί:
«Τα βάσανά μου γίνηκαν
Ανθοί και τους μαζώνω...»
Αυτού παραθερίζω κύριοι! Όταν πολυζεσταθώ, κατεβαίνω από το σπίτι μου στις περικοκλάδες του Μερακλή και δροσίζομαι, μ' ένα βύσσινο. Και... σας λυπούμαι. Δουλεύετε στην παραίσθησι της εξοχής.
Τον πολιόρκησαν μ' ερωτήσεις. Ζητούσαν τοπογραφικές λεπτομέρειες.
-Αδύνατον! Θα πάτε να μού τον κάμετε κι' αυτόν Γλυφάδα-Βούλα-Βουλιαγμένη!
Αμ' δε!...».
(«Αθηναϊκά Νέα», 1922)
Πηγή: www.lifo.gr
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Δεν πας καλύτερα σε άλλο χωριό;
Γραφικοί διάλογοι, όταν οι χωρικοί μάθαιναν να νοικιάζουν δωμάτια για παραθερισμό στους Παλιούς Αθηναίους.
Γράφαμε σε προηγούμενη ανάρτησή μας ότι από το 1862 και μετά, ήταν πολύ συνηθισμένο για τους κατοίκους της Παλιάς Αθήνας να κάνουν καλοκαιρινές διακοπές. Η Πόλη άδειαζε για ένα τρίμηνο (αρχές Ιουνίου-τέλη Αυγούστου) κι έδινε την εντύπωση έρημου τοπίου. Ο κόσμος σκόρπιζε στις γύρω κοντινές περιοχές, κατά προτίμηση κοντά στη θάλασσα, νοικιάζοντας πρόχειρα ξύλινα παραπήγματα-παράγκες ή αν επέτρεπαν τα οικονομικά του, δωμάτια σε σπίτια αγροτών.
Ας δούμε όμως σήμερα με πόσες δυσκολίες ξεκίνησε το rooms to let στην καχύποπτη επαρχία. Βρισκόμαστε στο 1910. Το ρεπορτάζ είναι του «Φιλέα Φογγ» στην εφημερίδα «Καιροί».
«Αλλοίμονον, κύριοί μου, εις τον άνθρωπον ο οποίος ευρίσκεται εις την ανάγκην να σκεφθή να “κάμη εξοχήν”, όπως λέγεται με σοβαρότητα εις την νεωτέραν ελληνικήν γλώσσαν αυτή η απλουστάτη μετατόπισις, την οποίαν κάμνουν το καλοκαίρι οι άνθρωποι εις όλα τα μέρη του κόσμου.
»Διά να εξέλθη, λοιπόν, κανείς από τας Αθήνας και να διευθυνθή εις ένα από τα προάστεια της πρωτευούσης, εις ένα νησί ή εις μίαν οιανδήποτε εξοχήν, πρέπει να πωλήση πρώτον τα υπάρχοντά του και να δώση αυτά όχι τοις πτωχοίς κατά την ευαγγελικήν ρήσιν, αλλά τοις ιδιοκτήταις σπητιών... ή καλύτερα σταύλων και υπογείων.
»Αξιόλογος συμπολίτης μας, πηγαίνων και περνών σαν άνθρωπος κατ’ έτος το καλοκαίρι του εις την Ευρώπην, απεφάσισεν εφέτος να μείνη εις την Ελλάδα, ίσως διά λόγους πατριωτικούς, ίσως διά λόγους οικονομικούς, φανταζόμενος ο άνθρωπος ότι πάντοτε να μείνη κανείς εις ένα χωριό της Ελλάδος θα είνε κάπως φθηνότερο παρά να εκστρατεύση εις τα μακρυνά χωριά της Ελβετίας.
»Κατέβη, λοιπόν, εις το Φάληρον, επήγεν εις την Κηφισσάν και σκεφθείς ότι απ’ όλα αυτά κάπως οικονομικώτερα θα ημπορούσε να τα καταφέρη εις ένα ολιγώτερον ένδοξον μέρος, εξεστράτευσε προς ένα από τα μικρότερα αλλά και τα υγιεινότερα χωριουδάκια της Αττικής.
»Οι χωρικοί, όταν έμαθον τον σκοπόν της επισκέψεώς του, τον εδέχθησαν με την εξαιρετικήν συμπάθειαν, με την οποίαν υποδέχεται κανείς εις το σπήτι του τον δικαστικόν κλητήρα που έρχεται να του κάμη έξωσιν.
– Και γιατί έρχεσαι στο χωριό μας και δεν πας σε άλλο χωριό; τον ηρώτησαν.
– Γιατί... γιατί έτσι θέλω. Εμποδίζεται να έλθω στο χωριό σας και να μην πάω σε άλλο;
»Χωρικός προθυμότερος κάπως παρενέβη και εξήγησε εις τον ξένον τον λόγον της ερωτήσεως...
– Ξέρετε γιατί σας ρωτούμε; Να μην έχετε κανένα άρρωστον από κολλητική αρρώστεια...
– Όχι, αδελφέ, είπεν ο άνθρωπος. Δεν είνε κανείς μας άρρωστος. Όλοι είμαστε καλά, ίσια-ίσια ερχόμαστε εδώ για να μην αρρωστήση κανείς.
»Αφού εξομαλύνθη και αυτό το ζήτημα, έμενε το της ευρέσεως σπητιού. Οι χωρικοί δεν έδειχναν εξαιρετικήν προθυμίαν να δώσουν σπήτι εις τον Αθηναίον, ο οποίος επήγαινε να προσφέρη τα χρήματά του. Αλλά επί τέλους του έδειξαν ένα σπητάκι με δύο πατώματα, με τρία δωμάτια εις το επάνω πάτωμα και με ολίγην πρασινάδα γύρω.
– Αυτό θα πάρετε, του είπαν. Δεν υπάρχει άλλο.
- Καλά, αλλά θα το ιδώ μέσα.
– Τι το θέλεις να το ιδής. Άμα θα μπης, το βλέπεις.
»Επενέβη πάλιν ο υποχρεωτικός χωρικός.
– Ξέρετε τι τρέχει; Τώρα είνε απάνω ακάθαρτα. Θέλουνε να καθαρίσουνε πρώτα. Έννοια σας, όμως, είνε αρκετά καλό το απάνω. Ένα πράγμα μόνον να ζητήσετε να βγάλη ο σπιτονοικοκύρης τα γουρούνια που έχει από κάτω, γιατί δεν θα μπορέσετε να σταθήτε!
– Να βγάλω τα γουρούνια; είπεν ο χωρικός όταν ήκουσε την αξίωσιν του ξένου. Και πού θα τα βάλω εγώ τα γουρούνια μου; Μήπως θέλεις τάχα να τους πιάσω κάμαρες στο ξενοδοχείο;
»Ο Αθηναίος είδεν ότι αδίκως εγένοντο αι συννενοήσεις, αλλ’ ηθέλησε να επιμείνη μέχρι τέλους.
– Και τι ζητάς γι’ αυτό το σπήτι; είπε. Θα μου το παραδώσης τον Ιούνιον και θα φύγω στις δεκαπέντε Σεπτεμβρίου.
»Ο χωρικός εσκέφθη ολίγον και έπειτα ως άνθρωπος που ξέρει καλά την δουλειά του, απήντησεν:
– Θα μου δώσης τετρακόσιες ακατέβατες!... Και για τα γουρούνια είμαστε σύμφωνοι, θα μείνουν!
»Ο Αθηναίος ευρίσκεται αυτήν την στιγμήν εις τον Πειραιά και συνεννοείται διά τα εισιτήριά του».
Πηγή: www.lifo.gr
Γραφικοί διάλογοι, όταν οι χωρικοί μάθαιναν να νοικιάζουν δωμάτια για παραθερισμό στους Παλιούς Αθηναίους.
Γράφαμε σε προηγούμενη ανάρτησή μας ότι από το 1862 και μετά, ήταν πολύ συνηθισμένο για τους κατοίκους της Παλιάς Αθήνας να κάνουν καλοκαιρινές διακοπές. Η Πόλη άδειαζε για ένα τρίμηνο (αρχές Ιουνίου-τέλη Αυγούστου) κι έδινε την εντύπωση έρημου τοπίου. Ο κόσμος σκόρπιζε στις γύρω κοντινές περιοχές, κατά προτίμηση κοντά στη θάλασσα, νοικιάζοντας πρόχειρα ξύλινα παραπήγματα-παράγκες ή αν επέτρεπαν τα οικονομικά του, δωμάτια σε σπίτια αγροτών.
Ας δούμε όμως σήμερα με πόσες δυσκολίες ξεκίνησε το rooms to let στην καχύποπτη επαρχία. Βρισκόμαστε στο 1910. Το ρεπορτάζ είναι του «Φιλέα Φογγ» στην εφημερίδα «Καιροί».
«Αλλοίμονον, κύριοί μου, εις τον άνθρωπον ο οποίος ευρίσκεται εις την ανάγκην να σκεφθή να “κάμη εξοχήν”, όπως λέγεται με σοβαρότητα εις την νεωτέραν ελληνικήν γλώσσαν αυτή η απλουστάτη μετατόπισις, την οποίαν κάμνουν το καλοκαίρι οι άνθρωποι εις όλα τα μέρη του κόσμου.
»Διά να εξέλθη, λοιπόν, κανείς από τας Αθήνας και να διευθυνθή εις ένα από τα προάστεια της πρωτευούσης, εις ένα νησί ή εις μίαν οιανδήποτε εξοχήν, πρέπει να πωλήση πρώτον τα υπάρχοντά του και να δώση αυτά όχι τοις πτωχοίς κατά την ευαγγελικήν ρήσιν, αλλά τοις ιδιοκτήταις σπητιών... ή καλύτερα σταύλων και υπογείων.
»Αξιόλογος συμπολίτης μας, πηγαίνων και περνών σαν άνθρωπος κατ’ έτος το καλοκαίρι του εις την Ευρώπην, απεφάσισεν εφέτος να μείνη εις την Ελλάδα, ίσως διά λόγους πατριωτικούς, ίσως διά λόγους οικονομικούς, φανταζόμενος ο άνθρωπος ότι πάντοτε να μείνη κανείς εις ένα χωριό της Ελλάδος θα είνε κάπως φθηνότερο παρά να εκστρατεύση εις τα μακρυνά χωριά της Ελβετίας.
»Κατέβη, λοιπόν, εις το Φάληρον, επήγεν εις την Κηφισσάν και σκεφθείς ότι απ’ όλα αυτά κάπως οικονομικώτερα θα ημπορούσε να τα καταφέρη εις ένα ολιγώτερον ένδοξον μέρος, εξεστράτευσε προς ένα από τα μικρότερα αλλά και τα υγιεινότερα χωριουδάκια της Αττικής.
»Οι χωρικοί, όταν έμαθον τον σκοπόν της επισκέψεώς του, τον εδέχθησαν με την εξαιρετικήν συμπάθειαν, με την οποίαν υποδέχεται κανείς εις το σπήτι του τον δικαστικόν κλητήρα που έρχεται να του κάμη έξωσιν.
– Και γιατί έρχεσαι στο χωριό μας και δεν πας σε άλλο χωριό; τον ηρώτησαν.
– Γιατί... γιατί έτσι θέλω. Εμποδίζεται να έλθω στο χωριό σας και να μην πάω σε άλλο;
»Χωρικός προθυμότερος κάπως παρενέβη και εξήγησε εις τον ξένον τον λόγον της ερωτήσεως...
– Ξέρετε γιατί σας ρωτούμε; Να μην έχετε κανένα άρρωστον από κολλητική αρρώστεια...
– Όχι, αδελφέ, είπεν ο άνθρωπος. Δεν είνε κανείς μας άρρωστος. Όλοι είμαστε καλά, ίσια-ίσια ερχόμαστε εδώ για να μην αρρωστήση κανείς.
»Αφού εξομαλύνθη και αυτό το ζήτημα, έμενε το της ευρέσεως σπητιού. Οι χωρικοί δεν έδειχναν εξαιρετικήν προθυμίαν να δώσουν σπήτι εις τον Αθηναίον, ο οποίος επήγαινε να προσφέρη τα χρήματά του. Αλλά επί τέλους του έδειξαν ένα σπητάκι με δύο πατώματα, με τρία δωμάτια εις το επάνω πάτωμα και με ολίγην πρασινάδα γύρω.
– Αυτό θα πάρετε, του είπαν. Δεν υπάρχει άλλο.
- Καλά, αλλά θα το ιδώ μέσα.
– Τι το θέλεις να το ιδής. Άμα θα μπης, το βλέπεις.
»Επενέβη πάλιν ο υποχρεωτικός χωρικός.
– Ξέρετε τι τρέχει; Τώρα είνε απάνω ακάθαρτα. Θέλουνε να καθαρίσουνε πρώτα. Έννοια σας, όμως, είνε αρκετά καλό το απάνω. Ένα πράγμα μόνον να ζητήσετε να βγάλη ο σπιτονοικοκύρης τα γουρούνια που έχει από κάτω, γιατί δεν θα μπορέσετε να σταθήτε!
– Να βγάλω τα γουρούνια; είπεν ο χωρικός όταν ήκουσε την αξίωσιν του ξένου. Και πού θα τα βάλω εγώ τα γουρούνια μου; Μήπως θέλεις τάχα να τους πιάσω κάμαρες στο ξενοδοχείο;
»Ο Αθηναίος είδεν ότι αδίκως εγένοντο αι συννενοήσεις, αλλ’ ηθέλησε να επιμείνη μέχρι τέλους.
– Και τι ζητάς γι’ αυτό το σπήτι; είπε. Θα μου το παραδώσης τον Ιούνιον και θα φύγω στις δεκαπέντε Σεπτεμβρίου.
»Ο χωρικός εσκέφθη ολίγον και έπειτα ως άνθρωπος που ξέρει καλά την δουλειά του, απήντησεν:
– Θα μου δώσης τετρακόσιες ακατέβατες!... Και για τα γουρούνια είμαστε σύμφωνοι, θα μείνουν!
»Ο Αθηναίος ευρίσκεται αυτήν την στιγμήν εις τον Πειραιά και συνεννοείται διά τα εισιτήριά του».
Πηγή: www.lifo.gr
Re: ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΑΘΗΝΑ!
Όταν η Αθήνα ξεροτηγανίζεται όλοι σπεύδουν … εις Γλυφάς Αύγουστος 1935.
Με την σπαρταριστή πένα του Αλέκου Σακελλάριου παρακολουθούμε τα τεκταινόμενα στην κοσμική παραλία.
«– Ιψήθηκα! φωνάζει η κώνα-Βικτώρια. Καλέ, εμείς τσι Σμύρνη δεν είχαμε νοιώσει τέτοιες κάψες...
– Αμάν! ωρύεται ο κυρ-Αγαθοκλής, τι είναι αυτό, βρε αδερφέ;
Καήκαμε!
»Ωχ, αποδώ, βαχ αποκεί... Και με το δίκηο τους. Δεν είναι ζέστη αυτή, είναι φούρνος, κόλασις, καμίνι...
»Τ’ ακρογιάλια του Σαρωνικού είναι στις δόξες τους. Όλος ο κόσμος εκεί μαζεύεται... Όχι βέβαια τόσο για δροσιά. Ναι, μη σας φαίνεται παράξενο. Αν ο κ. Ανεξίμανδρος πάη για να δροσισθή, η δις Λιλή πάει για να δείξη το μαγιώ της (τελευταίο μοντέλο, βλέπεις!). Η δις Σουζού πάει για να δείξη αυτά που ακριβώς προσπαθεί –πλην όμως ματαίως!- να κρύψη το φουκαριάρικο το μαγιώ. Η Λουλού πάει για γαμπρό, ο γαμπρός για προίκα και ούτω κάθ’ εξής.
»Η εκκίνησις, το Σαββατόβραδο, γίνεται πανηγυρικώς. Κάθε μέσον συγκοινωνίας επιστρατεύεται.
»Η κυρά Βικτώρια, τη βοηθεία της θυγατρός της, Μαρίτσας, φορτώνει το κάρρο που θα τους φέρη εκ Ποδονυφτίου εις Γλυφάς!
– Καλέ Μαρίτσααα!
– Κεσκ βουβουλέ, μαμά;
– Καλέ, επήρες το καρπούζι;
– Βουίς.
– Βουή στ’ αυτιά σου, μωρή σακαφιόρα, δεν το είδγες που είναι στη μεγάλη την κόφα;
»Στη Γλυφάδα όμως τα πράμματα αλλάζουν.
»Το κάρρο αράζει σε μια απόκρυφη γωνιά, ώστε να μην είναι ορατόν διά γυμνού οφθαλμού. Η Μαρίτσα γίνεται Μαρί. Μαγιό “ντερνιέρ κρι”, όπως λέει. Εκτός αυτού, διά συχνών ηλιοθεραπειών στην ταράτσα του σπιτιού της, έχει αποκτήσει το πολυπόθητον Ζοζεφίνειον χρώμα. Άρα έχει όλα τα προσόντα που πρέπει να έχη μια “καθώς πρέπει” δεσποινίς στην Πλαζ.
»Απομακρύνεται λίαν διακριτικώς από την βαρελοειδή μαμά της – που εκείνη την ώρα φτιάχνη τον κότσο της κι’ ετοιμάζεται να βουτήξη στη θάλασσα με το κόκκινο κομπιναιζόν της... γραμμή για τα μπαιν-μιξτ.
»Στην πλαζ, η Μαρί αποκτά θαυμαστάς.
»Ακούει μάλιστα και τέσσερες εν όλω ντεκλαρασιόν, εκ των οποίων αι δύο εις την γαλλικήν παρακαλώ!
»Η Μαρίτσα δίνει την καρδιά της και εις τους δύο που μεταχειρίσθηκαν την γαλλικήν. Αυτοί, πάλι, την μοιράζονται όπως θα μοιράζονταν και ένα αραποσίταρο.
»Ο ένας ευγενέστατα ερωτά τη Μαρί:
– Μαμζέλ, βουλεβού ντε Μπακλαβού;
»Τούθοπερ εις την γαλλικήν σημαίνει:
– Γουστάρετε μπακλαβαδάκι;
»Η Μαρί το γουστάρει. Διό και παραγγέλλεται. Και κει, στο Ζαχαροπλαστείο, αρχίζει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτησις.
– Κάθεστε “ισί” κοντά, μαμζέλ;
– Ουί, έχω μια βίλλα εδώ παραπάνω.
– Α, τρε μπιεν...
– Εσύ, “σερί”, πού κάθεσαι;
– Τέρμα Πατησίων, αλλά έχω βλέπετε την κούρσα μου, η οποία με φέρνει στην πλαζ σε πέντε “μινουίτ”!
– Είσθε τρε σαρμάν, αφού έχετε και κούρσα...
»Ξαφνικά όμως, η κυρά-Βικτώρια, που είχε κυριολεκτικώς χάσει τα νερά της, βγαίνει απ’ τη θάλασσα –πέντε αναδυόμενες Αφροδίτες μαζί– με το κόκκινο κομπιναιζόν της κολλημένο εις τας επικινδύνους ανωφερείας και κατωφερείας του σώματός της.
»Βλέπει το θυγάτριόν της εν μέσω των δύο νεαρών και μπήζει τις φωνές.
– Ιβί λωλάδες, ιβί! Καλέ συ, Μαρίτσα, λωλάθηκες; Καλέ, τι ξετσιπωσιές είν’ αυτές... Πού νομίζεις, μωρή, πως βρίσκεσαι; Στο φαρδύ του Αγίου Δημητρίου και σουλατσέρνεις; Πήγαινε, μωρή, στο κάρρο να προσέχης τα πράμματα...
»Οι δυο “τρε σικ” νεαροί, που δεν ήσαν παρά ο Μητσάρας ο μανάβης κι ο Τζιτζιφρίδας ο επιπλοποιός, ανταλλάσσουν βλέμματα γεμάτα απορίαν.
– Ρε συ, την τσούλα! Και μεις την νομίζαμε...
– Τουλάχιστον για βαρωνέσσα...
– Τι τα θες, ρε Τζιτζιφρίδα, το μαγιό κρύβει πολλά... πράμματα.
»Κι’ ο Τζιτζιφρίδας συμφωνεί...
»Αλλά δεν είναι μόνον αυτή η πλαζ που έχει κοσμικήν κίνησιν. Όλα τ’ ακρογιάλια απ’ την Καστέλλα μέχρι το Σούνιον είναι γεμάτα κόσμο.
»Ο καθ’ ένας ξεροψηνόμενος, ώσπερ κοκορέτσιον, Αθηναίος, αφίνει τα ρούχα του όπου τύχει και βουτάει στη θάλασσα.
» “Ιδού στάδιον δόξης λαμπρόν” για τους πορτοφολάδες, ρολόγια, δαχτυλίδια, πορτοφόλια, μα και κουστούμια ολόκληρα εξαφανίζονται.
– Ρε συ, πού πας το σακκάκι;
– Περίπατο... Μα γιατί ρωτάς, κύριος;
– Είναι δικό μου!...
– Σάμπως τόξερα; Βάζε άλλη φορά την κάρτα σου!»
(Περιοδικό Πάνθεον, Αύγουστος 1935, Αλέκος Σακελλάριος)
Πηγή: lifo.gr
https://lolanaenaallo.blogspot.com/2013 ... st_23.html
Με την σπαρταριστή πένα του Αλέκου Σακελλάριου παρακολουθούμε τα τεκταινόμενα στην κοσμική παραλία.
«– Ιψήθηκα! φωνάζει η κώνα-Βικτώρια. Καλέ, εμείς τσι Σμύρνη δεν είχαμε νοιώσει τέτοιες κάψες...
– Αμάν! ωρύεται ο κυρ-Αγαθοκλής, τι είναι αυτό, βρε αδερφέ;
Καήκαμε!
»Ωχ, αποδώ, βαχ αποκεί... Και με το δίκηο τους. Δεν είναι ζέστη αυτή, είναι φούρνος, κόλασις, καμίνι...
»Τ’ ακρογιάλια του Σαρωνικού είναι στις δόξες τους. Όλος ο κόσμος εκεί μαζεύεται... Όχι βέβαια τόσο για δροσιά. Ναι, μη σας φαίνεται παράξενο. Αν ο κ. Ανεξίμανδρος πάη για να δροσισθή, η δις Λιλή πάει για να δείξη το μαγιώ της (τελευταίο μοντέλο, βλέπεις!). Η δις Σουζού πάει για να δείξη αυτά που ακριβώς προσπαθεί –πλην όμως ματαίως!- να κρύψη το φουκαριάρικο το μαγιώ. Η Λουλού πάει για γαμπρό, ο γαμπρός για προίκα και ούτω κάθ’ εξής.
»Η εκκίνησις, το Σαββατόβραδο, γίνεται πανηγυρικώς. Κάθε μέσον συγκοινωνίας επιστρατεύεται.
»Η κυρά Βικτώρια, τη βοηθεία της θυγατρός της, Μαρίτσας, φορτώνει το κάρρο που θα τους φέρη εκ Ποδονυφτίου εις Γλυφάς!
– Καλέ Μαρίτσααα!
– Κεσκ βουβουλέ, μαμά;
– Καλέ, επήρες το καρπούζι;
– Βουίς.
– Βουή στ’ αυτιά σου, μωρή σακαφιόρα, δεν το είδγες που είναι στη μεγάλη την κόφα;
»Στη Γλυφάδα όμως τα πράμματα αλλάζουν.
»Το κάρρο αράζει σε μια απόκρυφη γωνιά, ώστε να μην είναι ορατόν διά γυμνού οφθαλμού. Η Μαρίτσα γίνεται Μαρί. Μαγιό “ντερνιέρ κρι”, όπως λέει. Εκτός αυτού, διά συχνών ηλιοθεραπειών στην ταράτσα του σπιτιού της, έχει αποκτήσει το πολυπόθητον Ζοζεφίνειον χρώμα. Άρα έχει όλα τα προσόντα που πρέπει να έχη μια “καθώς πρέπει” δεσποινίς στην Πλαζ.
»Απομακρύνεται λίαν διακριτικώς από την βαρελοειδή μαμά της – που εκείνη την ώρα φτιάχνη τον κότσο της κι’ ετοιμάζεται να βουτήξη στη θάλασσα με το κόκκινο κομπιναιζόν της... γραμμή για τα μπαιν-μιξτ.
»Στην πλαζ, η Μαρί αποκτά θαυμαστάς.
»Ακούει μάλιστα και τέσσερες εν όλω ντεκλαρασιόν, εκ των οποίων αι δύο εις την γαλλικήν παρακαλώ!
»Η Μαρίτσα δίνει την καρδιά της και εις τους δύο που μεταχειρίσθηκαν την γαλλικήν. Αυτοί, πάλι, την μοιράζονται όπως θα μοιράζονταν και ένα αραποσίταρο.
»Ο ένας ευγενέστατα ερωτά τη Μαρί:
– Μαμζέλ, βουλεβού ντε Μπακλαβού;
»Τούθοπερ εις την γαλλικήν σημαίνει:
– Γουστάρετε μπακλαβαδάκι;
»Η Μαρί το γουστάρει. Διό και παραγγέλλεται. Και κει, στο Ζαχαροπλαστείο, αρχίζει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτησις.
– Κάθεστε “ισί” κοντά, μαμζέλ;
– Ουί, έχω μια βίλλα εδώ παραπάνω.
– Α, τρε μπιεν...
– Εσύ, “σερί”, πού κάθεσαι;
– Τέρμα Πατησίων, αλλά έχω βλέπετε την κούρσα μου, η οποία με φέρνει στην πλαζ σε πέντε “μινουίτ”!
– Είσθε τρε σαρμάν, αφού έχετε και κούρσα...
»Ξαφνικά όμως, η κυρά-Βικτώρια, που είχε κυριολεκτικώς χάσει τα νερά της, βγαίνει απ’ τη θάλασσα –πέντε αναδυόμενες Αφροδίτες μαζί– με το κόκκινο κομπιναιζόν της κολλημένο εις τας επικινδύνους ανωφερείας και κατωφερείας του σώματός της.
»Βλέπει το θυγάτριόν της εν μέσω των δύο νεαρών και μπήζει τις φωνές.
– Ιβί λωλάδες, ιβί! Καλέ συ, Μαρίτσα, λωλάθηκες; Καλέ, τι ξετσιπωσιές είν’ αυτές... Πού νομίζεις, μωρή, πως βρίσκεσαι; Στο φαρδύ του Αγίου Δημητρίου και σουλατσέρνεις; Πήγαινε, μωρή, στο κάρρο να προσέχης τα πράμματα...
»Οι δυο “τρε σικ” νεαροί, που δεν ήσαν παρά ο Μητσάρας ο μανάβης κι ο Τζιτζιφρίδας ο επιπλοποιός, ανταλλάσσουν βλέμματα γεμάτα απορίαν.
– Ρε συ, την τσούλα! Και μεις την νομίζαμε...
– Τουλάχιστον για βαρωνέσσα...
– Τι τα θες, ρε Τζιτζιφρίδα, το μαγιό κρύβει πολλά... πράμματα.
»Κι’ ο Τζιτζιφρίδας συμφωνεί...
»Αλλά δεν είναι μόνον αυτή η πλαζ που έχει κοσμικήν κίνησιν. Όλα τ’ ακρογιάλια απ’ την Καστέλλα μέχρι το Σούνιον είναι γεμάτα κόσμο.
»Ο καθ’ ένας ξεροψηνόμενος, ώσπερ κοκορέτσιον, Αθηναίος, αφίνει τα ρούχα του όπου τύχει και βουτάει στη θάλασσα.
» “Ιδού στάδιον δόξης λαμπρόν” για τους πορτοφολάδες, ρολόγια, δαχτυλίδια, πορτοφόλια, μα και κουστούμια ολόκληρα εξαφανίζονται.
– Ρε συ, πού πας το σακκάκι;
– Περίπατο... Μα γιατί ρωτάς, κύριος;
– Είναι δικό μου!...
– Σάμπως τόξερα; Βάζε άλλη φορά την κάρτα σου!»
(Περιοδικό Πάνθεον, Αύγουστος 1935, Αλέκος Σακελλάριος)
Πηγή: lifo.gr
https://lolanaenaallo.blogspot.com/2013 ... st_23.html
-
- Παραπλήσια Θέματα
- Απαντήσεις
- Προβολές
- Τελευταία δημοσίευση
-
-
Νέα δημοσίευση Ο Γκέητς στην Αθήνα - Η Νέα Τάξη Πραγμάτων πολεμάει τον Αρίστο στην έδρα του
από Λεγεών » 27 Μάιος 2022, 16:28 » σε Κοινωνικά θέματα - 24 Απαντήσεις
- 1467 Προβολές
-
Τελευταία δημοσίευση από axilmar
30 Μαρ 2023, 11:15
-
-
-
Νέα δημοσίευση πού θα βρω αντίστοιχα στην αθήνα;
από Ανέστης_35 » 12 Νοέμ 2022, 02:32 » σε Μαγειρική - 1 Απαντήσεις
- 443 Προβολές
-
Τελευταία δημοσίευση από Ερμής
12 Νοέμ 2022, 08:15
-
-
- 78 Απαντήσεις
- 2732 Προβολές
-
Τελευταία δημοσίευση από vantono
30 Μαρ 2024, 01:31
-
-
Νέα δημοσίευση Πτώση 10 μονάδων για τη Ν.Δ. στην Αθήνα
από Αρκεσίλαος » 18 Απρ 2023, 15:29 » σε Εσωτερική Πολιτική - 103 Απαντήσεις
- 3901 Προβολές
-
Τελευταία δημοσίευση από Δημοκράτης
19 Απρ 2023, 17:33
-