ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΑΛΟΓΕΡΟΥ ΠΑΠΟΥΛΑΚΟΥ ΣΤΗΝ ΜΕΤΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ..
Δημοσιεύτηκε: 04 Δεκ 2019, 20:48
Χριστόφορος Παπουλάκος
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος, γνωστός ως Παπουλάκος (Άρμπουνας Αχαΐας, 1770 - Άνδρος, 18 Ιανουαρίου 1861)[1] ήταν Έλληνας Ορθόδοξος μοναχός και κήρυκας.
Ο Παπουλάκος, ο οποίος απέκτησε πλήθος φανατικών οπαδών, κήρυττε την πίστη στις παραδοσιακές χριστιανικές ορθόδοξες αξίες, την ανυπακοή στους Βαυαρούς και τις πρακτικές τους (όπως η εισαγωγή γαλλικών και γερμανικών κρατικών θεσμών στην ελληνική πραγματικότητα), κατήγγειλε την απόσχιση της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και καυτηρίαζε τις δυτικές επιρροές και την ανενόχλητη δραστηριότητα ξένων ιεραποστόλων στην Ελλάδα.[2] Έτσι, βρέθηκε αντιμέτωπος με την επίσημη κρατική εξουσία καθώς και με διανοούμενους όπως ο Θεόκλητος Φαρμακίδης.[3] Η κληρονομιά του παραμένει αμφιλεγόμενη μέχρι σήμερα: «Για το κράτος ήταν αγύρτης. Για την επίσημη Εκκλησία απόβλητος. Για τις φτωχές αγροτικές και ναυτικές μάζες άγιος και προφήτης».[4]
Με επίσημη θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος θεωρείται Αὐτοχειροτόνητος κῆρυξ, ἡ δέ διδασκαλία του «παράνομος καί ἄκυρος»
Βιογραφία
Γεννήθηκε το 1770 στο χωριό Άρμπουνας της επαρχίας Καλαβρύτων του νομού Αχαΐας ως Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος και αρχικά εργαζόταν ως κρεοπώλης. Ήταν τελείως αγράμματος, όταν πήρε την απόφαση να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο. Αρχικά μόνασε στην Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, ενώ αργότερα ασκήτεψε σε καλύβι κοντά στο χωριό του. Έμεινε στην απομόνωση για περίπου 20 χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων έμαθε γραφή και ανάγνωση. Σε ηλικία 80 ετών πήρε την απόφαση να κηρύξει.[7] Η φήμη του διαδόθηκε γρήγορα, αφού είχε τον δικό του τρόπο να συνεπαίρνει το κοινό του. Κυρίως κήρυττε εναντίον της μοιχείας και της κλοπής, και υπέρ της προσευχής. Μέσα από τα κηρύγματα του καυτηρίαζε την πολιτική της Βαυαρικής διακυβέρνησης και την συγκατάβαση σε αυτήν της Συνόδου της Εκκλησίας. Παραπέμφθηκε ενώπιον του Επισκόπου Καλαβρύτων, ο οποίος τον επέπληξε και του ζήτησε να περιορίσει τα κηρύγματα του.
Έξι μήνες αργότερα ο Παπουλάκος ξεκίνησε περιοδεία στην νότια Πελοπόννησο συγκεντρώνοντας χιλιάδες κόσμο στο πέρασμα του. Ύστερα από πιέσεις, ο Όθων υπέγραψε διάταγμα για τον περιορισμό του Παπουλάκου σε μοναστήρι. Ο Παπουλάκος κατέφυγε στην Μάνη για να σωθεί. Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν να στείλει άμεσα τον Στρατηγό Γενναίο Κολοκοτρώνη με επιτελείο αξιωματικών για να οργανώσει την σύλληψη του. Ο στρατός έφτασε τη νύχτα, αλλά το πρωί βρέθηκε περικυκλωμένος από 2000 Μανιάτες. Ακολούθησε εξέγερση των Μανιατών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο στρατός έδινε μάχη σώμα με σώμα με τους οπαδούς του Παπουλάκου. Τελικά στις 21 Ιουνίου 1852 συνελήφθη από τον στρατό, ύστερα από προδοσία, και μεταφέρθηκε στις φυλακές του Ρίου όπου έμεινε δύο χρόνια στην απομόνωση. Επρόκειτο να δικαστεί από το κακουργιοδικείο Αθηνών ως στασιαστής, αλλά τα γεγονότα του Κριμαϊκού πολέμου υποχρέωσαν τον Όθωνα να του δώσει αμνηστία.[8] Το 1854 εξορίστηκε στη Μονή Παναχράντου της Άνδρου, όπου απεβίωσε στις 18 Ιανουαρίου 1861 και ετάφη. Κατά τη διάρκεια της παραμονή του στο μαναστήρι, δεχόταν πλήθος επισκεπτών.[1]
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A7%CF ... E%BF%CF%82
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος, γνωστός ως Παπουλάκος (Άρμπουνας Αχαΐας, 1770 - Άνδρος, 18 Ιανουαρίου 1861)[1] ήταν Έλληνας Ορθόδοξος μοναχός και κήρυκας.
Ο Παπουλάκος, ο οποίος απέκτησε πλήθος φανατικών οπαδών, κήρυττε την πίστη στις παραδοσιακές χριστιανικές ορθόδοξες αξίες, την ανυπακοή στους Βαυαρούς και τις πρακτικές τους (όπως η εισαγωγή γαλλικών και γερμανικών κρατικών θεσμών στην ελληνική πραγματικότητα), κατήγγειλε την απόσχιση της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και καυτηρίαζε τις δυτικές επιρροές και την ανενόχλητη δραστηριότητα ξένων ιεραποστόλων στην Ελλάδα.[2] Έτσι, βρέθηκε αντιμέτωπος με την επίσημη κρατική εξουσία καθώς και με διανοούμενους όπως ο Θεόκλητος Φαρμακίδης.[3] Η κληρονομιά του παραμένει αμφιλεγόμενη μέχρι σήμερα: «Για το κράτος ήταν αγύρτης. Για την επίσημη Εκκλησία απόβλητος. Για τις φτωχές αγροτικές και ναυτικές μάζες άγιος και προφήτης».[4]
Με επίσημη θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος θεωρείται Αὐτοχειροτόνητος κῆρυξ, ἡ δέ διδασκαλία του «παράνομος καί ἄκυρος»
Βιογραφία
Γεννήθηκε το 1770 στο χωριό Άρμπουνας της επαρχίας Καλαβρύτων του νομού Αχαΐας ως Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος και αρχικά εργαζόταν ως κρεοπώλης. Ήταν τελείως αγράμματος, όταν πήρε την απόφαση να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο. Αρχικά μόνασε στην Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, ενώ αργότερα ασκήτεψε σε καλύβι κοντά στο χωριό του. Έμεινε στην απομόνωση για περίπου 20 χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων έμαθε γραφή και ανάγνωση. Σε ηλικία 80 ετών πήρε την απόφαση να κηρύξει.[7] Η φήμη του διαδόθηκε γρήγορα, αφού είχε τον δικό του τρόπο να συνεπαίρνει το κοινό του. Κυρίως κήρυττε εναντίον της μοιχείας και της κλοπής, και υπέρ της προσευχής. Μέσα από τα κηρύγματα του καυτηρίαζε την πολιτική της Βαυαρικής διακυβέρνησης και την συγκατάβαση σε αυτήν της Συνόδου της Εκκλησίας. Παραπέμφθηκε ενώπιον του Επισκόπου Καλαβρύτων, ο οποίος τον επέπληξε και του ζήτησε να περιορίσει τα κηρύγματα του.
Έξι μήνες αργότερα ο Παπουλάκος ξεκίνησε περιοδεία στην νότια Πελοπόννησο συγκεντρώνοντας χιλιάδες κόσμο στο πέρασμα του. Ύστερα από πιέσεις, ο Όθων υπέγραψε διάταγμα για τον περιορισμό του Παπουλάκου σε μοναστήρι. Ο Παπουλάκος κατέφυγε στην Μάνη για να σωθεί. Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν να στείλει άμεσα τον Στρατηγό Γενναίο Κολοκοτρώνη με επιτελείο αξιωματικών για να οργανώσει την σύλληψη του. Ο στρατός έφτασε τη νύχτα, αλλά το πρωί βρέθηκε περικυκλωμένος από 2000 Μανιάτες. Ακολούθησε εξέγερση των Μανιατών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο στρατός έδινε μάχη σώμα με σώμα με τους οπαδούς του Παπουλάκου. Τελικά στις 21 Ιουνίου 1852 συνελήφθη από τον στρατό, ύστερα από προδοσία, και μεταφέρθηκε στις φυλακές του Ρίου όπου έμεινε δύο χρόνια στην απομόνωση. Επρόκειτο να δικαστεί από το κακουργιοδικείο Αθηνών ως στασιαστής, αλλά τα γεγονότα του Κριμαϊκού πολέμου υποχρέωσαν τον Όθωνα να του δώσει αμνηστία.[8] Το 1854 εξορίστηκε στη Μονή Παναχράντου της Άνδρου, όπου απεβίωσε στις 18 Ιανουαρίου 1861 και ετάφη. Κατά τη διάρκεια της παραμονή του στο μαναστήρι, δεχόταν πλήθος επισκεπτών.[1]
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A7%CF ... E%BF%CF%82