Ίμβρος
Η Ίμβρος πήρε την ονομασία της από την τοπική καρική θεότητα Ίμβραμος που λατρευόταν στο νησί. Στην αρχαιότητα ανήκε, μαζί με τη Λήμνο, στην Αθηναϊκή Συμπολιτεία. Μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ο Μιλτιάδης κατέκτησε το νησί και περί το 450 π. Χ. οι Αθηναίοι ίδρυσαν εκεί αποικία, η οποία διατήρησαν τους επόμενους αιώνες.
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 92% του πληθυσμού του νησιού ήταν Έλληνες. Λόγω της στρατηγικής θέσης της, στην έξοδο των Δαρδανελλίων, παρέμεινε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, μαζί με την Τένεδο, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου, που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα. Το 1920 η Συνθήκη των Σεβρών παραχωρούσε τα δυο νησιά στην Ελλάδα. Μετά όμως την ήττα των Ελλήνων στη Μικρά Ασία και τη Μικρασιατική Καταστροφή, η Συνθήκη της Λωζάννης απέδωσε τα δύο νησιά στην Τουρκία. Εξαίρεσε όμως τους Έλληνες κατοίκους των δύο νησιών από την ανταλλαγή των πληθυσμών που ακολούθησε, και προέβλεψε γι’ αυτούς
εκτενή αυτονομία, η οποία όμως έμεινε εν πολλοίς κενό γράμμα.
Το 1926 ο νέος Αστικός Κώδικας της Τουρκίας ανακάλεσε όλα τα δικαιώματα των μειονοτήτων, μεταξύ αυτών και των κατοίκων της Ίμβρου, κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάννης.
Το 1927 η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία απαγορεύτηκε, ενώ καταπατήθηκε και η πρόβλεψη για ύπαρξη τοπικής αστυνομίας ελεγχόμενης από την ελληνική μειονότητα. Η Ίμβρος ονομάστηκε Gökçeada και εποικίστηκε από Τούρκους της ενδοχώρας, με σκοπό την αλλοίωση της πληθυσμιακής σύνθεσης. Ιδιοκτησίες Ελλήνων απαλλοτριώθηκαν με την επίκληση λόγων ασφαλείας σε εξευτελιστικές τιμές.
Η κλιμάκωση της έντασης στην Κύπρο τη δεκαετία του 1960 επιδείνωσε περισσότερο τη θέση των Ελλήνων στο νησί.
Η εγκατάσταση μιας "ανοικτής φυλακής" (δίπλα στο χωριό Σχοινούδι) για Τούρκους βαρυποινίτες επέτεινε το φαινόμενο της μετανάστευσης των Ελλήνων. Σήμερα οι Έλληνες στην Ίμβρο δεν είναι πάνω από 200, στην πλειονότητά τους γέροντες.
Οι μειονοτικοί που συνεχίζουν να κατοικούν στην Ίμβρο και την Τένεδο βρίσκονται αντιμέτωποι με πολλά ακόμη προβλήματα. Οι τουρκικές Αρχές δεν αναγνωρίζουν την κυριότητα των ιδρυμάτων της μειονότητας επί πολλών ακινήτων, ναών και παρεκκλησίων.
Με το πρόσχημα, δε, της κατάρτισης του νέου κτηματολογίου, την ανακήρυξη μεγάλων περιοχών ως διατηρητέων πολιτιστικών ή φυσικών μνημείων, την απαλλοτρίωση, καθώς και τη μη αναγνώριση παλαιών τίτλων κυριότητος, πολλά ακίνητα, ακόμη και ναοί, περιήλθαν στο Τουρκικό Δημόσιο. Εν συνεχεία, μέρος αυτών εκποιήθηκε σε εποίκους. Η Κοινότητα Τενέδου (Βακούφι Κοίμησης Θεοτόκου) προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την κατοχύρωση της περιουσίας της.
Στη σημερινή εποχή, η αποτελεσματική προστασία των μειονοτήτων αποτελεί υποχρέωση της Τουρκίας έναντι των ίδιων των πολιτών της. Είναι δε και πρόβλεψη των κριτηρίων της Κοπεγχάγης, στα οποία θα πρέπει να προσαρμοσθεί η Τουρκία εφόσον θέλει να ενταχθεί στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΟΥΣΜΟΥΤΗΣ
http://www.iskiosiskiou.com/2018/06/600.htmlΤα Σεπτεμβριανά 1955 της Κωνσταντινούπολης.
Από το 1955 και μετά, οπότε το Κυπριακό ήρθε στο προσκήνιο της τουρκικής κοινής γνώμης, ξεκίνησε μια εθνικιστική καμπάνια με στόχο το Πατριαρχείο και τη ρωμαίικη μειονότητα της Κωνσταντινούπολης. Στις 6 Σεπτεμβρίου 1955 στον τουρκικό Τύπο δημοσιεύονται ειδήσεις για επίθεση στο σπίτι όπου είχε γεννηθεί ο Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη. Μέσα σε λίγη ώρα, στην Κωνσταντινούπολη, μεγάλες ομάδες διαδηλωτών επιτίθενται σε καταστήματα, κατοικίες, εκκλησίες, σχολεία και νεκροταφεία, σχεδόν σε όλες τις περιοχές της πόλης όπου υπήρχαν κοινότητες Ρωμιών. Υπολογίζεται ότι στα επεισόδια συμμετείχαν περίπου 100.000 άνθρωποι.
Oι βιαιοπραγίες εκδηλώθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα και «ομοιόμορφα», κάτι που δείχνει ότι υπήρχε προσχεδιασμένη στρατηγική. Υπάρχουν ενδείξεις ότι την εκτέλεση των λεηλασιών διεύθυναν άτομα-καθοδηγητές, εφοδιασμένοι με καταλόγους των «στόχων». Πολλές επίσης μαρτυρίες αποδεικνύουν ότι είχαν μεταφερθεί διαδηλωτές από τα προάστια της Πόλης, αλλά και από την επαρχία. Αρκετές ώρες μετά την έναρξη των επιθέσεων, κι ενώ η καταστροφή είχε πλέον συντελεστεί, η τουρκική κυβέρνηση διέταξε την επιβολή στρατιωτικού νόμου στην Κωνσταντινούπολη, στην Άγκυρα και στη Σμύρνη. Ως υπεύθυνοι για τις ταραχές υποδείχθηκαν οι κομμουνιστές.
Παρά την έκταση των καταστροφών, ελάχιστες αποζημιώσεις δόθηκαν από το τουρκικό κράτος στις δεκάδες χιλιάδες Έλληνες που έχασαν τις περιουσίες τους.
Η τυπικά ψυχροπολεμική θεωρία όμως περί κομουνιστικής σκευωρίας ήταν ελάχιστα πειστική. Τα γεγονότα είχαν καθαρά εθνικιστικό χαρακτήρα και η εμπλοκή του αντικομουνιστικού εθνικόφρονα χώρου σε αυτά ήταν οφθαλμοφανής. Έτσι,
στα τέλη Δεκεμβρίου αφέθηκαν ελεύθεροι οι «κομμουνιστές» χωρίς καμία εξήγηση. Τον Μάιο του 1960 ο Μεντερές ανατρέπεται με στρατιωτικό πραξικόπημα, και τον Οκτώβριο του 1961 δικάζεται από έκτακτο δικαστήριο για τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου 1955. Κατά τη διάρκεια της δίκης τονίστηκε ο κεντρικός ρόλος που διαδραμάτισε η κυβέρνησή του στα επεισόδια. Η προσπάθεια των δικαστικών αρχών ήταν να συνδεθούν τα γεγονότα αποκλειστικώς με τον Μεντερές και το Δημοκρατικό Κόμμα. Αντιθέτως, αποσιωπήθηκαν συστηματικά η εμπλοκή του κρατικού μηχανισμού στη σύλληψη του σχεδίου, στην προβοκάτσια περί της δήθεν εκρήξεως στο τουρκικό προξενείο στη Θεσσαλονίκη, στην οργάνωση, τη μεταφορά και τον εφοδιασμό των «διαδηλωτών», στην εκ των προτέρων χαρτογράφηση των ελληνικών σπιτιών, καταστημάτων και όλων των σημείων ελληνικού ενδιαφέροντος και στην υπόδειξή τους κατά τη διάρκεια των ταραχών και, τέλος, στην κάλυψη από πλευράς αστυνομίας.
Για τον Ελληνισμό της Τουρκίας τα Σεπτεμβριανά ήταν η επιβεβαίωση ότι η πολιτική των Νεοτούρκων έναντι των μειονοτήτων συνεχιζόταν. Οι επιχειρήσεις που καταστράφηκαν δεν μπόρεσαν ποτέ να ορθοποδήσουν, ενώ τουλάχιστον
8.000 ομογενείς έμειναν χωρίς εργασία. Ουσιαστικά, μετά τα Σεπτεμβριανά οι Έλληνες απώλεσαν τον σημαντικό ρόλο που απολάμβαναν στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Κωνσταντινούπολης. Ήταν η αρχή του τελικού ξεριζωμού για τον Ελληνισμό της Πόλης, παρόμοιου με εκείνο των Ελλήνων της Μικράς Ασίας το 1922.
Από τους 100.000 Έλληνες που ζούσαν εκείνη την εποχή στην Πόλη, τα χρόνια που ακολούθησαν ο αριθμός τους συρρικνώθηκε σταδιακά σε λίγες χιλιάδες.
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΟΥΣΜΟΥΤΗΣ
http://www.iskiosiskiou.com/2018/09/1955-603.html