Χάνα Άρεντ – Το ξερίζωμα του ανθρώπου ως πηγή του ολοκληρωτισμού
Αποσπασμα
Η Άρεντ συμμερίζεται, όπως ο Κ. Παπαϊωάννου, την προφητική σκέψη της Ρόζα Λούξεμπουργκ ότι η κατάληξη του συγκεντρωτικού και του μονοκομματικού κράτους, καθώς και η μεταφορά του πνεύματος πειθαρχίας του καπιταλιστικού εργοστασίου σε ολόκληρη την κοινωνία, θα ήταν τελικά η δικτατορία ενός στενού κομματικού πυρήνα πάνω σε όλη την κοινωνία. Μάλιστα η ύπαρξη του ολοκληρωτισμού προϋπόθεσε την συντριβή των σοβιέτ, του συνεργατισμού και κοινοτήτων, που υπήρξαν από τις διαχρονικές αναφορές της ρώσικης κοινωνίας . Αντίθετα θεωρεί ότι οι ουτοπικοί σοσιαλιστές όπως ο Προυντόν και ο Μπακούνιν είχαν κατανοήσει καλύτερα την σημασία των κοινοτήτων.
Συνοψίζοντας ανιχνεύει την ύπαρξη κοινοτήτων στους μεσαιωνικούς δήμους, στα ελβετικά καντόνια, στα συμβούλια της Γαλλικής Επανάστασης, στην Παρισινή Κομμούνα, στην επανάσταση στη Ρωσία το 1905και το 1917, στη Βαυαρική δημοκρατία το 1919, στην Ουγγρική επανάσταση το 1956. Ένα από τα χαρακτηριστικά τους ήταν ότι η “κομματική ένταξη δεν έπαιζε κανένα ρόλο. Ήταν στην πραγματικότητα τα μόνα πολιτικά όργανα για ανθρώπους που δεν ανήκαν σε κανένα κόμμα”
Πηγη
https://antifono.gr/%CF%87%CE%AC%CE%BD% ... %89%CF%82/
Το ολοκληρωτικό σύστημα στη σκέψη της Χάνα Άρεντ
η Χάννα Άρεντ, στο πρωτοποριακό έργο της προέλευση τον ολοκληρωτισμού"(πρώτη έκδοση 1951), προσπαθώντας να συλλάβει την ιστορική ιδιομορφία των ολοκληρωτικών συστημάτων του Χίτλερ και του Στάλιν οδηγείται σε μία κρίσιμη διάκριση μεταξύ των μονοκομματικών δικτατοριών και των ολοκληρωτισμών ως πολίτικων συστημάτων εξουσίας. Αυτό που χαρακτηρίζει και θέτει σε λειτουργία τόσο το ναζιστικό όσο και στο σταλινικό καθεστώς, σύμφωνα με την Άρεντ, είναι η διαρκής επανάσταση", δηλαδή μία διαρκής αστάθεια, όπου κάνεις δεν είναι ασφαλής, χωρίς να χρειάζεται να είναι πολίτικα αντιπολιτευόμενος ή να σκέφτεται διαφορετικά. Αυτή η απαίτηση για παντελή απουσία σταθερότητας είναι εγγενής στον πολιτικό ολοκληρωτισμό ως σύστημα εξουσίας, διότι μόνον έτσι μπορεί να πραγματωθεί η ρώσικη αρχή του που συγκεφαλαιώνεται στο "Όλα είναι δυνατά".
Αυτή η αρχή δεν έχει να κάνει με κάποια πολίτικη αντιπολίτευση απέναντι στο σύστημα, αλλά αντίθετα βασικός όρος για την πραγμάτωσή της είναι η απουσία κάθε οργανωμένης αντιπολίτευσης, γιατί μόνο τότε μπορεί να έχει ως πεδίο αναφοράς της το συνολικό πληθυσμό και τον άνθρωπο εν γένει, που πάνω του εφαρμόζεται το "πείραμα της καθολικής κυριαρχίας" μέσω των στρατοπέδων συγκεντρώσεως.
Έτσι, μπορούμε να βρούμε στο καθεστώς του Λένιν πολλά στοιχεία που βοήθησαν στη δημιουργία του Στάλιν και του καθεστώτος του. Παρά ταύτα, δεν μπορούμε να μιλήσουμε, σύμφωνα με την Άρεντ, για μία ομαλή ανάπτυξη από τη μονοκομματική δικτατορία του Λένιν στην ολοκληρωτική κυριαρχία του Στάλιν. Η μονοκομματική δικτατορία του Λένιν έχει να κάνει με συγκεκριμένους πολιτικούς αντιπάλους, τους καντέτους, την Κροστάνδη, κ.λπ. Ο ολοκληρωτισμός του Στάλιν, από το 1930 περίπου και μετά, έχει να κάνει με το μετασχηματισμό των τάξεων σε μάζες και με την παράλληλη εξόντωση κάθε ομαδικής αλληλεγγύης, που αποτελούν την conpitio sine qua non της ολοκληρωτικής κυριαρχίας. Η διαφορετική αντιμετώπιση των κρατουμένων και η διαφορετική σύνθεσή τους διασαφηνίζουν πλήρως αυτήν τη διαφοροποίηση της Άρεντ μεταξύ μονοκομματικής δικτατορίας και ολοκληρωτισμού. Στη διάρκεια των πρώτων χρόνων του σοβιετικού καθεστώτος, οι αριστεροί πολιτικοί κρατούμενοι είχαν μερικά προνόμια σε σχέση με τους κοινούς εγκληματίες. Αντιθέτως, στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως της Ρωσίας και της Γερμανίας έχουμε μία ανάμειξη πολιτικών και ποινικών κρατουμένων. Και αυτό μόνο αρχικά, διότι γρήγορα προστέθηκε —και εδώ βρίσκεται το ουσιώδες δια- φοροποιό γνώρισμα του ολοκληρωτισμού— ένα τρίτο στοιχείο που κατέστη πλειοψηφία.
"Αυτή η μεγαλύτερη ομάδα σχηματίστηκε έκτοτε από ανθρώπους που καμία αιτία δεν μπορούσε να δικαιολογήσει τη σύλληψή τους, ούτε στα μάτια τους ούτε στα μάτια των δημίων τους. Στη Γερμανία, μετά το 1938, αυτό το στοιχείο αποτελέστηκε από τη μάζα των Εβραίων και στη Ρωσία από κάθε ομάδα που, άσχετα από τη δράση της, δεν άρεσε στις αρχές. Αυτές οι αθώες, με όλη την έννοια της λέξης, ομάδες είναι τα ιδανικά πειραματόζωα για την ολοκλήρωση του πειράματος της καταστροφής της νομικής προσωπικότητας και της καθολικής κυριαρχίας".(1)
Ακόμη και ο Μουσολίνι, που αγαπούσε τόσο πολύ την έκφραση "ολοκληρωτικό κράτος", δεν επιχείρησε, σύμφωνα με την Άρεντ να εγκαταστήσει εντελώς ολοκληρωτικό καθεστώς, αλλά αρκέστηκε στη δικτατορία και το μονοκομματισμό. "Αυτό που αποδεικνύει ότι η φασιστική δικτατορία δεν είναι ολοκληρωτική είναι ότι οι πολιτικές καταδίκες είναι λίγες και σχετικά ελαφρές. Στη διάρκεια των ιδιαίτερα μεστών από γεγονότα χρόνων, που καλύπτουν την περίοδο από το 1926 μέχρι το 1932, τα ειδικά δικαστήρια αποφάσισαν 7 θανατικές καταδίκες, 257 καταδίκες για 10 ή παραπάνω χρόνια φυλάκισης, 1.360 για λιγότερο από 10 χρόνια και πολύ περισσότερες αποφάσεις εκτόπισης. 12.000 άτομα συνελήφθησαν και κρίθηκαν αθώα, πράγμα ασύλληπτο κάτω από τη ναζιστική ή μπολσεβίκικη τρομοκρατία". Οι ίδιοι οι εθνικοσοσιαλι- στές, ο Χίτλερ, ο Χίμλερ, ο Γκαίμπελς, είχαν συνείδηση αυτής της διαφοράς τους από τον Μουσσολίνι και της ταύτισής τους με τον Στάλιν. Χαρακτηριστική είναι η άποψη του Γκαίμπελς: "Ο φασισμός δεν έχει καμία σχέση με τον εθνικοσοσιαλισμό. Ενώ ο δεύτερος φτάνει μέχρι τις ρίζες, ο φασισμός είναι απλά επιφανειακός. Ο Ντούτσε δεν είναι επαναστάτης, όπως ο Φύρερ ή ο Στάλιν. Είναι τόσο συνδεδεμένος με τον ιταλικό λαό του, που δεν έχει τις αρετές ενός διεθνούς κλίμακας επαναστάτη .
Σε αντίθεση με τις μονοκομματικές δικτατορίες, η ολοκληρωτική τρομοκρατία εδραιώνεται όταν πλέον δεν υπάρχουν πολιτικές ή κοινωνικές αντιπολιτεύσεις. Κάτω από το σταλινικό καθεστώς, η τρομοκρατία εξαπολύθηκε απόλυτα, όχι στη δεκαετία του 1920, αλλά του 1930, όταν — σύμφωνα με την Άρεντ— η αντίθεση της αγροτιάς δεν αποτελούσε πια έναν καθοριστικό παράγοντα της κατάστασης. Και τα ακραία καταπιεστικά μέτρα εναντίον των αντιπολιτευόμενων στοιχείων δε χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της διαμάχης με τους τροτσκιστές και τους μπουχαρινικούς. Αντιθέτως, χρησιμοποιήθηκαν μετά την ήττα τους. Το ίδιο συνέβη και κάτω απο το ναζιστικό καθεστώς. Η τρομοκρατία έφτασε στο αποκορύφωμά της κατά τον Πόλεμο, όταν το γερμανικό έθνος ήταν παραγματικά "ενωμένο". Η προετοιμασία της άρχισε το 1936, όταν είχε εξαφανιστεί στο εσωτερικό κάθε οργανωμένη αντίσταση και ο Χίμλερ πρότεινε μια προέκταση των στρατοπέδων συγκεντρώσεως.
Ο ολοκληρωτισμός στην εξουσία συνδέεται με τη διάλυση των κοινωνικών τάξεων και τη μετατροπή τους σε μάζες αλληλοαποξενωμένων όντων, μια μετατροπή που επιτεύχθηκε μέσω των επανειλημμένων εκκαθαρίσεων. Στη Ρωσία, ο Στάλιν άρχισε από την εκκαθάριση της καινούργιας μεσαίας τάξης των πόλεων και αγροτών. Χρησιμοποίησε το λιμό και την εκτόπιση, με το πρόσχημα της κατάσχεσης της περιουσίας των κουλάκων και της κολλεκτιβοποίησης της γης. Σύμφωνα με την Άρεντ, η εκκαθάριση της μεσαίας και της αγροτικής τάξης συμπληρώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930. "Εκείνοι που δεν συγκαταλέγονταν στα πολλά εκατομμύρια νεκρών ή εκτοπισμένων σε καταναγκαστικά έργα είχαν μάθει ποιος κάνει κουμάντο”, είχαν καταλάβει πως η ζωή τους κι η ζωή των οικογενειών τους εξαρτιώταν όχι από τους συμπολίτες τους, αλλά αποκλειστικά από το κέφι ενός καθεστώτος, απέναντι στο οποίο ήταν ολοσδιώλου απομονωμένοι, χωρίς καμία βοήθεια από την ομάδα όπου τύχαινε να ανήκουν".
Πηγη
https://athens.indymedia.org/post/1480221/