Τα πέντε «ατελή» ποιήματα του Καβάφη για τον ΙουλιανόΟ επίσκοπος Πηγάσιος ( Μάιος 1920 )
Εισήλθαν στον περικαλλή ναό της Αθηνάς
ο Χριστιανός επίσκοπος Πηγάσιος
ο Χριστιανός ηγεμονίσκος Ιουλιανός.
Εκύτταζαν με πόθον και στοργή τ’ αγάλματα
όμως συνομιλούσανε διστακτικώς.
με υπαινιγμούς, με λόγια διφορούμενα,
με φράσεις πλήρεις προφυλάξεως,
γιατί δεν ήσαν βέβαιοι ο ένας για τον άλλον
και συνεπώς φοβούνταν να μη εκτεθούν,
ο ψεύτης Χριστιανός επίσκοπος Πηγάσιος
ο ψεύτης Χριστιανός ηγεμονίσκος Ιουλιανός.
Το ποίημα αναφέρεται σε ένα επεισόδιο που μας είναι γνωστό από μια επιστολή του Ιουλιανού, την αριθ. 79. Στην επιστολή αυτή, ο Ιουλιανός, αυτοκράτορας πια, εξιστορεί ένα γεγονός που είχε συμβεί μερικά χρόνια νωρίτερα. Το 355 ο Ιουλιανός, που περνούσε ζωή φιλοσόφου στην Αθήνα, έλαβε τη διαταγή του θείου του, του αυτοκράτορα Κωνσταντίου, να έρθει στο Μεδιόλανο, όπου επρόκειτο να ανακηρυχθεί Καίσαρας της Δύσης. Όμως στο δρόμο ο Ιουλιανός έκανε παράκαμψη και επισκέφτηκε την Τροία· και εκεί, όταν επισκέφθηκε, προσποιούμενος τον περιηγητή, τα ιερά της πόλης, είδε στον βωμό του Έκτορος σημάδια πρόσφατων θυσιών. «Τι; Θυσιάζουν ακόμα οι κάτοικοι του Ιλίου;» ρώτησε τον ξεναγό του, τον επίσκοπο Πηγάσιο. Κι εκείνος, που όπως φαίνεται διατηρούσε ακόμα την παλαιά πίστη, απάντησε ότι δεν είναι κακό να τιμούν ένα επιφανές τέκνο της πόλης τους. Και στη συνέχεια ο ‘τουρίστας’ πρίγκιπας θέλησε να επισκεφτεί και το ναό της Αθηνάς, και ο Πηγάσιος πολύ πρόθυμα τον συνόδεψε. Και ο Ιουλιανός τον κατάλαβε που δεν είναι Χριστιανός, επειδή παρέλειψε να κάνει δυο πράγματα που, κατά τον Ιουλιανό, είναι το άλφα και το ωμέγα της χριστιανικής θεολογίας: να σταυροκοπηθεί και να συρίζει αποδοκιμαστικά μπροστά στα αγάλματα των θεών. Όπως μπορούμε να εικάσουμε από την ίδια επιστολή, όταν ο Ιουλιανός έγινε αυτοκράτορας ο Πηγάσιος εκδηλώθηκε υπέρ της παλαιάς θρησκείας και κάποιοι δεν του είχαν εμπιστοσύνη ακριβώς επειδή είχε διατελέσει επίσκοπος των Χριστιανών. Και με αυτή του την επιστολή, ο Ιουλιανός παρεμβαίνει υπέρ του Πηγάσιου. Νομίζω ότι για αυτόν τον Πηγάσιο δεν υπάρχει άλλη πηγή στην αρχαία γραμματεία (άλλος είναι βέβαια ο στρατηγός Πηγάσιος του Προκοπίου). Οπότε δεν μπορώ να επιβεβαιώσω την πληροφορία που βρήκα σε κείμενα σημερινών δωδεκαθεϊστών, ότι μετά τον θάνατο του Ιουλιανού ο Πηγάσιος υπέστη διώξεις ή θανατώθηκε. Δεν αποκλείεται να συνέβη κάτι τέτοιο, αλλά δεν το βρήκα να παραδίδεται.Η διάσωσις του Ιουλιανού ( Δεκέμβριος 1923 )
Όταν μαινόμενοι σκότωσαν οι στρατιώται
τους συγγενείς του αποθανόντος Κωνσταντίνου·
και τελευταίως κινδύνευεν απ’ την φρικτή
παραφορά των ώς και το μικρό παιδί -έξι χρονώ-
του Καίσαρος Ιουλίου Κωνσταντίου,
οι Χριστιανοί ιερείς, οι εύσπλαχνοι,
το βρήκαν, και το πήγανε στο άσυλον
της εκκλησίας. Εκεί τον διέσωσαν, τον εξαετή Ιουλιανόν.
Πλην επιβάλλεται να πούμεν ότι
είναι χριστιανικής πηγής πληροφορία.
Μα διόλου απίθανον να είν’ αληθινόν.
Τίποτε το παράδοξον ιστορικώς
δεν παρουσιάζει: του Χριστού ιερείς
διασώζοντες αθώα Χριστιανόπαιδα.
Αν είναι αληθινό –άραγε ο πολύς φιλόσοφος
Αύγουστος και σ’ αυτό να εξέφραζε
το «λήθη δε έστω του σκότους εκείνου»;
Ο Ιουλιανός γεννήθηκε το 331 στην Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας του, Ιούλιος Κωνστάντιος, ήταν ετεροθαλής αδελφός του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Δολοφονήθηκε το 337, τρεις μήνες μετά το θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, όπως άλλωστε και άλλα μέλη της βασιλικής οικογένειας. Ο εξάχρονος Ιουλιανός και ο αδελφός του, ο δωδεκάχρονος Γάλλος, επέζησαν αν και ο γιος του Κωνσταντίνου, ο Κωνστάντιος, που έγινε αυτοκράτορας, υποπτευόταν τα μικρότερα εξαδέλφια του και πολλά χρόνια τα κράτησε υπό επιτήρηση σε ένα φρούριο.
Η φράση «λήθη δε έστω του σκότους εκείνου» είναι από κείμενο του Ιουλιανού εναντίον των Χριστιανών.Αθανάσιος ( Απρίλιος 1920 )
Μέσα σε βάρκα επάνω στον μεγάλο Νείλο,
με δυο πιστούς συντρόφους μοναχούς,
φυγάς και ταλαιπωρημένος ο Αθανάσιος
-ο ενάρετος, ο ευσεβής, ο την ορθήν πίστιν τηρών-
προσεύχονταν. Τον καταδίωκαν οι εχθροί
και λίγη ελπίς υπήρχε να σωθεί.
Ήταν ο άνεμος ενάντιος·
και δύσκολα η σαθρή βάρκα τους προχώρει.
Σαν ετελείωσε την προσευχή,
έστρεψε το θλιμμένο βλέμμα του
προς τους συντρόφους του –κι απόρησε
βλέποντας το παράξενο μειδίαμά τους.
Οι μοναχοί, ενώ προσεύχονταν εκείνος,
είχαν συναισθανθεί τι εγίνονταν
στην Μεσοποταμία· οι μοναχοί
εγνώρισαν που εκείνη την στιγμή
το κάθαρμα ο Ιουλιανός είχεν εκπνεύσει.
Ο Καβάφης διάβασε το περιστατικό που ενέπνευσε το ποίημα σε ένα αγγλικό βιβλίο για την ιστορία της εκκλησίας της Αιγύπτου. Ο Καβάφης όμως γράφει ότι δεν βρήκε ούτε στον 67ο τόμο της πατρολογίας του Migne την επιβεβαίωση του περιστατικού, ούτε στον 82ο, και σημειώνει «εάν δεν ευρεθεί αλλού, σε κανέναν βίο του Αγ. Αθανασίου, το ποίημα δεν στέκεται». Και επειδή τελικά το ποίημα έμεινε ατελές, μπορούμε να υποθέσουμε ότι δεν βρήκε την αρχαία περικοπή που θα τεκμηρίωνε τη σύγχρονη πηγή!Hunc deorum templis (Μάρτιος 1926)
Γερόντισσα τυφλή, ήσουν κρυφή εθνική;
ή ήσουν χριστιανή; Τον λόγον σου
που βγήκε αληθινός –που αυτός που εισήρχετο
επευφημούμενος στην Βιέννη, ο ένδοξος
Καίσαρ Ιουλιανός ήταν προωρισμένος
να υπηρετήσει τα τεμένη των (ψευτών) θεών –
τον λόγον σου που βγήκε αληθινός,
γερόντισσα τυφλή, τον είπες με οδύνην
ως θέλω να υποθέτω ή, φαύλη! με χαράν;
Όταν τον Νοέμβριο του 355 ο Ιουλιανός έγινε Καίσαρας της Δύσης, πέρασε τον πρώτο του χειμώνα στην πόλη Vienne, στις όχθες του Ροδανού (κοντά στη Λυόν, όχι τη Βιέννη της Αυστρίας). Όπως διασώζει ο λατίνος ιστορικός Αμμιανός, όταν ο Ιουλιανός μπήκε στην πόλη κάτω από τις επευφημίες των κατοίκων, μια τυφλή γριά ρώτησε ποιος ήταν και όταν της απάντησαν φώναξε: αυτός θα αναστηλώσει τους ναούς των θεών.
Ο Καβάφης βάζει προσωρινό τίτλο τη φράση του Αμμιανού (αλλά με ένα λαθάκι: templa είναι το σωστό· κι άλλο ένα λαθάκι ή εσκεμμένη αλλαγή, όταν χρησιμοποιεί το ρήμα «να υπηρετήσει» αντί για το λατινικό reparaturum = θα αναστηλώσει). Όμως, χρησιμοποιεί για ομιλητή κάποιον χριστιανό της πόλης που ήταν υποτίθεται μπροστά στο επεισόδιο.[Πρώτα ο Ματθαίος, πρώτα ο Λουκάς]
Είχαν περάσει δέκα πέντε χρόνια.
Ήταν ο πρώτος χρόνος του Θεοδοσίου.
Στην αίθουσα του πατρικού μεγάρου του
περίμενε ένας νέος αλεξανδρινός
μία επίσκεψιν αγαπημένου φίλου.
Για να περνάει πιο εύκολα ο καιρός
πήρε κ’ εδιάβασε το πρώτο που έτυχε βιβλίο.
Ήτανε σοφιστού πολύ οργίλου,
που, για ταπείνωσιν των Χριστιανών,
παράθετε του Ιουλιανού την φράσι.
«Βεβαίως» ψιθύρισεν ο νέος αλεξανδρινός,
«πρώτα ο Ματθαίος, πρώτα ο Λουκάς».
Για τ’ άλλα, όμως, του Ιουλιανού,
Όμηρον και Ησίοδο, εμειδίασεν μονάχα.
Ο Καβάφης δεν έβαλε τίτλο σε αυτό το ποίημά του. Η δράση διαδραματίζεται τον πρώτο χρόνο του Θεοδοσίου, δεκαέξι χρόνια μετά το θάνατο του Ιουλιανού (363), δηλ. το 379. Το διάταγμα του Ιουλιανού, ο οποίος είχε απαγορεύσει στους Χριστιανούς να διδάσκουν Όμηρο και Ησίοδο αφού τους θεωρούσαν ασεβείς, είχε φυσικά προ πολλού καταργηθεί. Σε επιστολή του προς τους Αλεξανδρινούς, ο Ιουλιανός δικαιολογεί το μέτρο αυτό, και λέει, κάπως αυτάρεσκα, «αν πιστεύουν [οι Χριστιανοί δάσκαλοι] ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος πλανώνται, ας πάνε στις εκκλησίες των Χριστιανών να αναλύσουν τον Ματθαίο και τον Λουκά».https://sarantakos.wordpress.com/2012/04/08/julian/