Πορφύριος Εξαρχίδης έγραψε: ↑09 Σεπ 2020, 12:52
Κάποιος δυτικός άκουσε ότι στα βάθη του Αμαζονίου ζει μια φυλή που τρώει ένα ειδικό βότανο σε τελετουργίες με σκοπό να ενωθεί με το άπειρο. Να κατανοήσει τη γη και το τρόπο που αποτελεί ο ίδιος μέρος της με τον πιο πρωτόγονο τρόπο. Στο τσακίρ κέφι να αισθανθεί θέωση.
Ο Άγγλος δοκίμασε το βότανο και μετά από ξερατά κοιμήθηκε και είδε ένα όνειρο. Δεν υπήρξε γι' αυτόν ούτε ένωση, ούτε θέωση. Μόνο είχε αναμνήσεις από τα παιδικά του χρόνια. Έντονες αναμνήσεις σα να ταξίδευε πίσω στον χρόνο. Ποιο είναι το πρόβλημα με τον δυτικό;
Είναι εγωμανής. Εξηγεί και φιλτράρει τα πάντα με πλαίσιο τον εαυτό του. Αδυνατεί να αποδεχτεί τη φύση. Αρνείται να αισθανθεί τη μηδαμινότητα του. Το ταξίδι του ήταν επιφανειακό.
Κάτι δεν πάει καλά σε αυτή την ιστορία με τον "δυτικό άνθρωπο" καλέ μου Εξαρχίδη,
. Έλα, πες την αλήθεια, από το μυαλό σου την έβγαλες.
Τέλος πάντων θα προσπαθήσω να διευκρινίσω κάποια πράγματα, όπως τουλάχιστον τα καταλαβαίνω και τα νιώθω προσωπικά.
Η ναυμαχία του Τραφάλγκαρ, το νικηφόρο πλοίο που διαλυμένο αποσύρεται, η χαραυγή της βιομηχανικής εποχής, είναι ιστορίες φτιαγμένες ακριβώς για το “εγώ”.
Η υψηλή τέχνη, χρησιμοποιεί πολλές φορές την "αφήγηση", σαν ένα δούρειο ίππο- προσπαθεί δηλαδή να φέρει στο προσκήνιο τις απειλητικές συγκινήσεις κρυμμένες στα σπλάχνα μιας “ πραγματικής ιστορίας”.
Το ίδιο ακριβώς κάνει και το ασυνείδητο στο όνειρο. Δεν σε πάει απ’ ευθείας στο ψητό, -γιατί μπορεί να πάθεις ανακοπή- το πηγαίνει λάου λάου προσποιούμενο ότι κάτι λέει.
Αρχίζει λοιπόν και διηγείται μια ιστορία, πχ της κακομοίρας της Τεμεραίν, και το κοιτάζεις εσύ εν έτει 2020, που ανάθεμα και αν ξέρεις τι έγινε στο Τραφάλγκαρ, και πάνω που ετοιμάζεσαι να πεις ένα μεγαλοπρεπές “χέστ...κα!”, νιώθεις ένα κόμπο στο στομάχι. Κοιτάζεις τον πίνακα και δεν καταλαβαίνεις το γιατί... Κάτι άλλο, πέρα από την αφήγηση, σε έχει κυριεύσει...
Είναι το ίδιο ακριβώς όπως όταν ξυπνάς από ένα όνειρο και νιώθεις ότι θα σου διαλύσει τη μέρα. Χωρίς καμιά λογικοφανή αιτία, βρίσκεσαι μπλεγμένος στα δίχτυα μιας διάθεσης που δεν ξέρεις πως να την ξεφορτωθείς.
Αυτό είναι το πρώτο αχνό σημάδι, ότι το “εγώ” αρχίζει και υποχωρεί.
Υποχωρούν τα συναίσθηματα (της υπερηφάνειας, του “ανήκειν” και του “συνωστίζεσθαι” σε οικογένειες, πατρίδες ,φυλές, πολιτικά, φιλοσοφικά και καλλιτεχνικά “ρεύματα”), και κάτι πιο βορβορώδες και ριζικό διεκδικεί την παρουσία του στο φως.
Υποχωρούν τα συναισθήματα, και αναδύονται οι συγκινήσεις.
Τα κακά νέα είναι πως ο χώρος “πέραν του εγώ” μπορεί να είναι απαλλαγμένος από τα “εγωιστικά συναισθήματα”, αλλά κατακλύζεται από τις συγκινήσεις και εκεί τα πράγματα είναι πολύ πολύ χειρότερα από την ειδυλλιακή εικόνα της κατάνυξης και της ένωσης με τη φύση.
Αν θα μπορούσα να κάνω έναν πρώτο διαχωρισμό ανάμεσα στα συναισθήματα και τις συγκινήσεις, θα έλεγα ότι οι δεύτερες θέτουν τα ζητήματα με μια ισχύ “ζωής και θανάτου”. Ως εκ τούτου είναι πανίσχυρες.
Ο δεύτερος διαχωρισμός είναι ότι τα συναισθήματα έχουν να κάνουν με μιαν “επιφανειακή” ύπαρξη που προσαρτάται στις κοινωνικές αλλαγές (ιστορία), ενώ οι συγκινήσεις ριζώνουν στα βάθη της βιολογίας μας. Και αν ο πολιτισμός είναι υπόθεση 10,000 χρόνων η βιολογία μας, είναι υπόθεση εκατομμυρίων. Και ενώ το πρώτο αλλάζει με ρυθμούς εναλλασσόμενου κύματος, η βιολογία αλλάζει εξαιρετικά αργά, σαν βράχος.
Και εδώ είναι ίσως μια σοβαρότατη απάντηση σε ένα θέμα που συζητούσαμε και παλιότερα
ST48410, που πάντα με εγκαλούσες στην τάξη όταν επέμενα για "συναισθήματα" και για μορφές που επανέρχονταν ξανά και ξανά στην τέχνη...
Ίσως απομπλοκάρει και το αδιέξοδο της συζήτησης σου με τον
stavmanr.
Η υψηλή τέχνη έχει να κάνει με τις συγκινήσεις.
Η διαχρονικότητά της, έχει να κάνει με το ότι απευθύνεται στον βαρύ βιολογικό πυρήνα, στη βαθειά Φύση μέσα μας.
Εκεί τα πράγματα δεν αλλάζουν εύκολα, ο χρόνος φαίνεται ακίνητος και κραταιός (το άχρονο της τέχνης).
Επειδή δεν έχει να κάνει με τα φευγαλέα συναισθήματα που αλλάζουν με την ιστορία και τις εποχές, ούτε αναλώνεται σε έναν ατέλειωτο και ολισθηρό υποκειμενισμό, μπορεί και γίνεται “παγκόσμια”, “αντικειμενική” και “διαχρονική”. Η βιολογία μας είναι στοιχειώδης, βαθύτατη και απολύτως κοινή.
Ακολουθεί τους πολύ βραδείς ρυθμούς της Εξέλιξης των όντων και όχι τους ταχείς της ανθρώπινης Ιστορίας.
Άρα,
Το κομμάτι της ιστορίας, του “έργου και της εποχής” του, θα ανακινήσει συναισθήματα σίγουρα.
Όμως η πραγματική τέχνη ολοκληρώνεται όταν ανακινούνται οι συγκινήσεις.
Οκ, καταλαβαίνω ότι έχουν να ειπωθούν πολλά.
Αλλά για να σας τρομάξω :
Πρώτον: Οι συγκινήσεις ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΝΤΑΙ, η κοινωνία δεν τις επιτρέπει, γιατί είναι αντικοινωνικές (μπορούν να γίνουν πολύ βίαιες και σπαρακτικές, καταστροφικές ή αυτοκαταστροφικές). Οπότε η τέχνη τις φυγαδεύει κατά κάποιο τρόπο.
Και δεύτερο. Η σύγχρονη νευροβιολογία αναγνωρίζει αυτό το φοβερό διαχωρισμό, ανάμεσα στα συναισθήματα και τις συγκινήσεις. Ή τουλάχιστον μια σχολή της. Θα τα καταφέρει άραγε να δέσει την επιστήμη με την τέχνη; Ή θα συνεχίσουμε να μασάμε φύλλα δάφνης και να μιλάμε υπερβατικά και γενικοαόριστα... γιατί αυτό είναι τέχνη.