ΣΕΒ: Η παραγωγικότητα μειώνεται παρά την ανάκαμψη της οικονομίας - Αιτία η έλλειψη επενδύσεων
Δημοσιεύτηκε: 20 Ιούλ 2018, 00:31
Η παραγωγικότητα εξακολουθεί να μειώνεται παρά την ανάκαμψη της οικονομίας, αναφέρει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο του για την ελληνική οικονομία.
Χωρίς ιδιωτικές κερδοφόρες επενδύσεις, προειδοποιεί ο ΣΕΒ, δεν θα υπάρξει αληθινή προοπτική προόδου.
Μεταξύ άλλων, ο ΣΕΒ αναφέρει:
Το πρόβλημα της χαμηλής και μειούμενης παραγωγικότητας στην Ελλάδα εδράζεται στο γεγονός ότι οι κλάδοι εντάσεως εργασίας υπερτερούν των κλάδων εντάσεως κεφαλαίου. Στη φάση της ανάκαμψης της οικονομίας, οι κλάδοι που παρουσιάζουν υψηλή αύξηση της ΑΠΑ ανά ώρα εργασίας, είναι grosso modo και οι κλάδοι που εμφανίζουν μεγαλύτερη μείωση των ωρών εργασίας ανά απασχολούμενο, με τους απασχολούμενους να αυξάνουν ταχύτερα από ό,τι αυξάνουν οι ώρες εργασίας, ένδειξη ότι οι πιο δυναμικοί κλάδοι, κυρίως στην μεταποίηση, προχωρούν γρηγορότερα σε προσλήψεις. Αντιθέτως, οι κλάδοι που παρουσιάζουν μείωση της παραγωγικότητας είναι κλάδοι όπου οι ώρες εργασίας ανά απασχολούμενο αυξάνουν ταχύτερα, ένδειξη ότι προτιμούν να χρησιμοποιούν πιο εντατικά το υφιστάμενο εργατικό δυναμικό και πιο ευέλικτες μορφές εργασίας, παρά να προσλάβουν εργαζομένους πλήρους απασχόλησης, καθώς στους κλάδους αυτούς επικρατεί μεγαλύτερη αβεβαιότητα ως προς την ένταση και διάρκεια της ανάκαμψης.
Η παραγωγικότητα στην Ελλάδα αυξανόταν με υψηλούς ρυθμούς μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι τις πετρελαϊκές κρίσεις στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1970. Με την είσοδο της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, η παραγωγικότητα συνεχίζει να αυξάνει, με σχετικά χαμηλότερους, όμως, ρυθμούς, μέχρι και τη μεγάλη παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση και ύφεση του 2007-2009, που χτύπησε την Ελλάδα μετά από μια παρατεταμένη περίοδο δημοσιονομικού εκτροχιασμού και οδήγησε στην κατάρρευση και τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας από τους εταίρους της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έκτοτε, και μέχρι σήμερα, η παραγωγικότητα μειώνεται συνεχώς, σε μια περίοδο όπου οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά -60% περίπου. Σημειώνεται ότι τα τελευταία 40 χρόνια η παραγωγικότητα αυξανόταν κατά +1% ετησίως. Η Ελλάδα γερνάει με ταχείς ρυθμούς. Το εργατικό δυναμικό, εάν δεν αλλάξει δραστικά το δημογραφικό (και είναι εξαιρετικά δύσκολο, έως αδύνατο, να αλλάξει) θα μειώνεται ετησίως κατά -0,4%, σύμφωνα με τις επίσημες δημογραφικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Συνεπώς, για να καλυφθεί το έλλειμμα εργατικού δυναμικού και να πετύχουμε αύξηση του ΑΕΠ (εισοδημάτων δηλαδή) κατά 1% απαιτείται μια αύξηση της παραγωγικότητας κατά 1,4% το χρόνο.
Τα μεγέθη αυτά δεν μπορούν και δεν πρέπει να γίνουν νομοτελειακά αποδεκτά από την ελληνική κοινωνία. Η αντίδραση, πέραν από μέτρα κατά της υπογεννητικότητας (που είναι δύσκολο να αποδώσουν σε περιβάλλον διαρκούς δημοσιονομικής στενότητας) και υπέρ της μαζικότερης συμμετοχής των νέων, των γυναικών, και των ηλικιωμένων (που αυξήθηκε μόνο οριακά στη διάρκεια των Μνημονίων παρά το σοκ της ύφεσης του -25%), δεν μπορεί να περιλαμβάνει τίποτα άλλο από επενδύσεις, και ιδιαίτερα ιδιωτικές επενδύσεις, σε τομείς αυξανόμενης παραγωγικότητας, όπως είναι, στη μεταποίηση, για παράδειγμα, τα μη μεταλλικά ορυκτά, τα βασικά μέταλλα, τα μηχανήματα, ο ηλεκτρολογικός εξοπλισμός κ.ά.
Εάν δεν αποφασίσουμε να δώσουμε έμφαση στις ιδιωτικές κερδοφόρες επενδύσεις, τότε ζούμε μόνο για να πληρώνουμε τα χρέη μας
http://www.enikonomia.gr/economy/192911 ... mias-.html
Χωρίς ιδιωτικές κερδοφόρες επενδύσεις, προειδοποιεί ο ΣΕΒ, δεν θα υπάρξει αληθινή προοπτική προόδου.
Μεταξύ άλλων, ο ΣΕΒ αναφέρει:
Το πρόβλημα της χαμηλής και μειούμενης παραγωγικότητας στην Ελλάδα εδράζεται στο γεγονός ότι οι κλάδοι εντάσεως εργασίας υπερτερούν των κλάδων εντάσεως κεφαλαίου. Στη φάση της ανάκαμψης της οικονομίας, οι κλάδοι που παρουσιάζουν υψηλή αύξηση της ΑΠΑ ανά ώρα εργασίας, είναι grosso modo και οι κλάδοι που εμφανίζουν μεγαλύτερη μείωση των ωρών εργασίας ανά απασχολούμενο, με τους απασχολούμενους να αυξάνουν ταχύτερα από ό,τι αυξάνουν οι ώρες εργασίας, ένδειξη ότι οι πιο δυναμικοί κλάδοι, κυρίως στην μεταποίηση, προχωρούν γρηγορότερα σε προσλήψεις. Αντιθέτως, οι κλάδοι που παρουσιάζουν μείωση της παραγωγικότητας είναι κλάδοι όπου οι ώρες εργασίας ανά απασχολούμενο αυξάνουν ταχύτερα, ένδειξη ότι προτιμούν να χρησιμοποιούν πιο εντατικά το υφιστάμενο εργατικό δυναμικό και πιο ευέλικτες μορφές εργασίας, παρά να προσλάβουν εργαζομένους πλήρους απασχόλησης, καθώς στους κλάδους αυτούς επικρατεί μεγαλύτερη αβεβαιότητα ως προς την ένταση και διάρκεια της ανάκαμψης.
Η παραγωγικότητα στην Ελλάδα αυξανόταν με υψηλούς ρυθμούς μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι τις πετρελαϊκές κρίσεις στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1970. Με την είσοδο της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, η παραγωγικότητα συνεχίζει να αυξάνει, με σχετικά χαμηλότερους, όμως, ρυθμούς, μέχρι και τη μεγάλη παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση και ύφεση του 2007-2009, που χτύπησε την Ελλάδα μετά από μια παρατεταμένη περίοδο δημοσιονομικού εκτροχιασμού και οδήγησε στην κατάρρευση και τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας από τους εταίρους της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έκτοτε, και μέχρι σήμερα, η παραγωγικότητα μειώνεται συνεχώς, σε μια περίοδο όπου οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά -60% περίπου. Σημειώνεται ότι τα τελευταία 40 χρόνια η παραγωγικότητα αυξανόταν κατά +1% ετησίως. Η Ελλάδα γερνάει με ταχείς ρυθμούς. Το εργατικό δυναμικό, εάν δεν αλλάξει δραστικά το δημογραφικό (και είναι εξαιρετικά δύσκολο, έως αδύνατο, να αλλάξει) θα μειώνεται ετησίως κατά -0,4%, σύμφωνα με τις επίσημες δημογραφικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Συνεπώς, για να καλυφθεί το έλλειμμα εργατικού δυναμικού και να πετύχουμε αύξηση του ΑΕΠ (εισοδημάτων δηλαδή) κατά 1% απαιτείται μια αύξηση της παραγωγικότητας κατά 1,4% το χρόνο.
Τα μεγέθη αυτά δεν μπορούν και δεν πρέπει να γίνουν νομοτελειακά αποδεκτά από την ελληνική κοινωνία. Η αντίδραση, πέραν από μέτρα κατά της υπογεννητικότητας (που είναι δύσκολο να αποδώσουν σε περιβάλλον διαρκούς δημοσιονομικής στενότητας) και υπέρ της μαζικότερης συμμετοχής των νέων, των γυναικών, και των ηλικιωμένων (που αυξήθηκε μόνο οριακά στη διάρκεια των Μνημονίων παρά το σοκ της ύφεσης του -25%), δεν μπορεί να περιλαμβάνει τίποτα άλλο από επενδύσεις, και ιδιαίτερα ιδιωτικές επενδύσεις, σε τομείς αυξανόμενης παραγωγικότητας, όπως είναι, στη μεταποίηση, για παράδειγμα, τα μη μεταλλικά ορυκτά, τα βασικά μέταλλα, τα μηχανήματα, ο ηλεκτρολογικός εξοπλισμός κ.ά.
Εάν δεν αποφασίσουμε να δώσουμε έμφαση στις ιδιωτικές κερδοφόρες επενδύσεις, τότε ζούμε μόνο για να πληρώνουμε τα χρέη μας
http://www.enikonomia.gr/economy/192911 ... mias-.html