Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Φιλοσοφία πολιτικής
Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:25

Του Γιώργου Πολυμερίδη
Πηγή: Ριζοσπάστης
https://www.rovespieros.gr/agnosti-epis ... onomias-1/

Η Πολιτική Οικονομία μελετάει τη σπουδαιότερη πλευρά της ανθρώπινης κοινωνίας, την οικονομική της ζωή κι ανήκει στις κοινωνικές επιστήμες.

Όσο σημαντική είναι άλλο τόσο και παρεξηγημένη.Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός ότι ήταν και παραμένει μέχρι σήμερα ένα πεδίο σχεδόν άγνωστο για τις λαϊκές μάζες, ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου.

Η σειρά αυτών των άρθρων που δημοσιευτεί παλιότερα (στα ένθετα) του Κυριακάτικου Ριζοσπάστη είχαν κύριο στόχο να αλλάξει αυτή την κατάσταση.

Η γνώση της Πολιτικής Οικονομίας ανοίγει δρόμους για την παραγωγή γνήσιας πολιτικής σκέψηςκαι καθαρής (ταξικής) ανάλυσης της ιστορίας αλλά και της επικαιρότητας.

Άλλωστε δεν πρέπει να θεωρείται τυχαία η διαχρονική επιτυχία των προβλέψεων των κομμουνιστών σε ζητήματα οικονομικής και κοινωνικής ζωής, την ίδια στιγμή που «δεξιοί» κι «αριστεροί» πίνουν θάλασσα ή πέφτουν από τα σύννεφα. Ξεκινάμε λοιπόν!
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:31

Μέρος 1ο



Η παραγωγή των υλικών αγαθών κύριος όρος ύπαρξης της ανθρώπινης κοινωνίας


Η ανθρώπινη κοινωνία είναι ένα ειδικό κομμάτι του υλικού κόσμου, που υποτάσσεται στους δικούς της νόμους ύπαρξης και ανάπτυξης.

Ο άνθρωπος δε δημιουργήθηκε από κάποια μυστηριώδη, υπερφυσική δύναμη, αλλά προήλθε από το ζωικό βασίλειο και γι’ αυτό είναι μέρος της φύσης, ανώτερο γέννημά της.

Είναι πολύ μακρινός ο δρόμος που πέρασε η ανθρωπότητα από τα πρωτόγονα πέτρινα εργαλεία έως τις πολύπλοκες γιγάντιες σύγχρονες μηχανές, από τους αρχαίους οικισμούς και τα χωριά με τις καλύβες έως τις σημερινές μεγάλες πόλεις, από τις νομαδικές μικρές κοινότητες των αγρίων έως τα μεγάλα έθνη, από τις φτωχές γνώσεις της ανθρωπότητας έως τη σημερινή βαθιά διείσδυση στα μυστικά της φύσης.


Εικόνα

Βασική και καθοριστική δύναμη της ανοδικής ανάπτυξης της κοινωνίας από την πρωτόγονη εποχή έως τις μέρες μας είναι η εργασία, η υλική παραγωγή.

Η παραγωγή υλικών αγαθών είναι ο κύριος, ο αποφασιστικός όρος της ανθρώπινης ζωής. Για να ζήσουν οι άνθρωποι πρέπει να έχουν τροφή, ενδυμασία, κατοικία, θέρμανση κλπ.

Και για να έχουν μέσα ύπαρξης, πρέπει να τα παράγουν. Οποιαδήποτε κοινωνία θα εξαφανιζόταν, αν σταματούσε την εργασία έστω και για λίγες βδομάδες.

Οι άνθρωποι ξεχώρισαν από το ζωικό κόσμο και εξασφάλισαν επιτυχίες στην κυριαρχία πάνω στις δυνάμεις της φύσης και στην ανάπτυξη του πολιτισμού ακριβώς χάρη στην παραγωγή υλικών αγαθών.

Τα ζώα, τρώγοντας φυτά ή άλλα ζώα, χρησιμοποιούν ως μέσα ύπαρξης αυτά που βρίσκουν έτοιμα στη φύση. Γι’ αυτό τα ζώα βρίσκονται σε πλήρη εξάρτηση από τη γύρω φύση.

Οι αλλαγές στο ζωικό κόσμο, αν δεν εκδηλωνόταν η μεταμορφωτική επίδραση των ανθρώπων, θα γίνονταν μόνον από τις αυθόρμητες βιολογικές λειτουργίες, κάτω από την επίδραση των αλλαγών των φυσικών όρων ύπαρξης των ζώων.

Ο άνθρωπος δεν προσαρμόζεται παθητικά στη φύση, αλλά επιδρά ενεργά σ’ αυτή, με την εργασία υποτάσσει τις δυνάμεις της φύσης και τις χρησιμοποιεί για τους σκοπούς του.

Οι άνθρωποι μεταμορφώνουν τα υλικά της φύσης, φτιάχνουν από αυτά εργαλεία εργασίας και μέσα για την ύπαρξή τους. Γι’ αυτό ο άνθρωπος διαφέρει ριζικά από τα ζώα.



Η Πολιτική Οικονομία είναι ένα από τα τρία συστατικά του μαρξισμού-λενινισμού. Η ονομασία «Πολιτική Οικονομία» μπήκε στην επιστημονική χρήση από τον Γάλλο επιστήμονα Αντουάν ντε Μονγκρετιέν το 1615 στο βιβλίο του «Πραγματεία Πολιτικής Οικονομίας».



Ο όρος αυτός δημιουργήθηκε από τις ελληνικές λέξεις «πόλις», «οίκος» και «νόμος» και σημαίνουν «Νόμοι Κρατικής Διαχείρισης».

Η Πολιτική Οικονομία ανήκει στις κοινωνικές επιστήμες και μελετάει τη σπουδαιότερη πλευρά της ανθρώπινης κοινωνίας, την οικονομική της ζωή.

Βάση της ζωής της κοινωνίας είναι η υλική παραγωγή. Για να ζήσουν οι άνθρωποι πρέπει να έχουν τροφή, ρούχα, στέγαση και άλλα υλικά αγαθά. Για να τα έχουν όλα αυτά οι άνθρωποι πρέπει να τα παράγουν.

Γιατί, όπως δεν μπορούν να παύσουν να καταναλώνουν υλικά αγαθά, έτσι δεν μπορούν και να σταματήσουν να τα παράγουν.

Όμως, είναι γνωστό πως η φύση δε δίνει έτοιμα όλα όσα είναι απαραίτητα για την ικανοποίηση των αναγκών των ανθρώπων.

Γι’ αυτό οι άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να επενεργούν αδιάκοπα πάνω στα υλικά της φύσης και να τα μετατρέπουν σε προϊόντα, που τους είναι απαραίτητα.

Ετσι, οι άνθρωποι είναι αναγκασμένοι να έρχονται σε μια συνεχή σχέση με τη φύση. Η παραγωγή είναι πάντα η σχέση των ανθρώπων με τη φύση.

Σ’ αυτή τη σχέση με τη φύση οι άνθρωποι δεν παράγουν τα υλικά αγαθά ένας – ένας, δηλαδή παλεύουν με τη φύση από κοινού, κατά ομάδες, κατά κοινωνίες.

Συνεπώς, πάντα και σε όλες τις συνθήκες η παραγωγή είναι κοινωνική παραγωγή και η εργασία είναι δραστηριότητα του κοινωνικού ανθρώπου.

Το προτσές (διαδικασία) της παραγωγής των υλικών αγαθών προϋποθέτει τους παρακάτω παράγοντες:
Την εργασία
Τα μέσα παραγωγής.

Η εργασία


Η εργασία είναι η σκόπιμη δραστηριότητα, με την οποία ο άνθρωπος προσαρμόζει τα αντικείμενα της φύσης και τα κάνει κατάλληλα για την ικανοποίηση των αναγκών του.
«Η εργασία – γράφει ο Κ. Μαρξ – είναι πρώτα ένα προτσές ανάμεσα στον άνθρωπο και στη φύση, όπου ο άνθρωπος, με τη δική του πράξη, μεσολαβεί, ρυθμίζει και ελέγχει την ανταλλαγή της ύλης ανάμεσα στον εαυτό του και στη φύση».1

Η εργασία είναι ουσιαστικά απόκτημα του ανθρώπου και έχει δυο διακριτικά:

Πρώτο: Η εργασία του ανθρώπου αποτελεί δράση, η οποία αποβλέπει στην εκπλήρωση ενός εκ των προτέρων καθορισμένου σκοπού.

Η εργατική δραστηριότητα των ανθρώπων, όταν συγκρίνεται επιφανειακά με την «εργασία» μερικών ζώων, π.χ., των μυρμηγκιών, μελισσών, πουλιών, φαίνεται σαν να μοιάζει με αυτήν.





Στην ουσία, όμως, η εργασία του ανθρώπου και η «εργασία» των ζώων διαφέρουν ριζικά μεταξύ τους.Η «εργασία» των ζώων κατευθύνεται από το ένστικτο, ενώ η εργασία του ανθρώπου αποτελεί πάντα μια λογική, συνειδητή και σκόπιμη δραστηριότητα.

Ο εργάτης προτού αρχίσει την εργασία του, βάζει μέσα του ένα συγκεκριμένο σκοπό, καταστρώνει με το μυαλό του το σχέδιο των ενεργειών του,

ελέγχει με τη βοήθεια του μυαλού τις κινήσεις των οργάνων του, των χεριών και των ποδιών του, συγκρίνει τα αποτελέσματα της εργασίας με το ιδεατό πρότυπο, που είχε πλάσει προηγούμενα στο κεφάλι του.
«Η αράχνη κάνει δουλιές που μοιάζουν με αυτές που κάνει ο υφαντής και η μέλισσα με το κτίσιμο των κυττάρων της κερήθρας της ντροπιάζει καμπόσους ανθρώπους-αρχιτέκτονες. Αυτό όμως που ξεχωρίζει από τα πριν το χειρότερο αρχιτέκτονα από την καλύτερη μέλισσα είναι ότι έχει κιόλας φτιάξει το κύτταρο στο κεφάλι του, προτού το φτιάξει στο κερί».2

Στο τέλος του προτσές της εργασίας προκύπτει ένα αποτέλεσμα, που υπήρχε κιόλας από την αρχή στην παράσταση του εργάτη, δηλαδή υπήρχε κιόλας ιδεατά.

Ο εργάτης δεν πετυχαίνει μονάχα μια αλλαγή της μορφής του φυσικού, πραγματοποιεί ταυτόχρονα στο φυσικό στοιχείο το σκοπό του, έναν σκοπό που καθορίζει ως νόμος τον τρόπο και το είδος της ενέργειάς του και που σε αυτόν πρέπει να υποτάξει τη θέλησή του.

Δεύτερο, η εργασία του ανθρώπου συνδέεται απαραίτητα με την παραγωγή εργαλείων. Αυτό είναι μια άλλη καθοριστικής σημασίας ιδιομορφία της ανθρώπινης εργασίας και έγκειται στο γεγονός, ότι οι άνθρωποι δημιουργούν και χρησιμοποιούν για την παραγωγή προϊόντων τα εργαλεία εργασίας.

Είναι αλήθεια, πως ορισμένα είδη ζώων χρησιμοποιούν στις ενέργειές τους φυσικά αντικείμενα, π.χ., ο ελέφαντας ξεριζώνει ένα κλαδί και το κουνάει πέρα-δώθε. Ο πίθηκος αρπάζει ένα ξύλο ή μια πέτρα και αμύνεται με αυτή στους εχθρούς του.






Κανένα, όμως, από τα ζώα δε δημιουργεί εργαλεία εργασίας. Και το κυριότερο είναι ότι οι πρωτόγονες μορφές της τυχαίας χρησιμοποίησης από τα ζώα ορισμένων φυσικών αντικειμένων ως εργαλείων δεν έχουν καμιά σημασία για την ανάπτυξή τους.

Αλλά η ανάπτυξη των εργαλείων είναι αποφασιστική δύναμη για την κοινωνική πρόοδο.

«Οι οικονομικές εποχές – γράφει ο Κ. Μαρξ – ξεχωρίζουν η μια από την άλλη όχι από το τι φτιάχνεται, αλλά από το πώς και με τι μέσα εργασίας φτιάχνεται».3

Σχετικά με τη σημασία και το ρόλο της εργασίας για την ανάπτυξη του ανθρώπου, ο Φρ. Ενγκελς γράφει:

«Ο ρόλος της εργασίας στη μεταμόρφωση του πιθήκου σε άνθρωπο είναι η βασική, η πρώτη προϋπόθεση κάθε ανθρώπινης ζωής και σε τέτοιο βαθμό, που από μια άποψη μάς κάνει να πούμε: Η εργασία δημιούργησε τον ίδιο τον άνθρωπο».4

Σημειώσεις:

[1]. Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τομ. Ι, σελ. 190.
[2]. Στο ίδιο, σελ. 191.
[3]. Στο ίδιο, σελ. 193.
[4]. Φρ. Ενγκελς, Αρθρα και μελέτες, τ. Α΄, Απαντα, τόμ. 9, σελ. 9, εκδόσεις «Μπάϋρον».
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:32

Μέρος 2ο


Παραγωγικές δυνάμεις και σχέσεις παραγωγής


Στο προηγούμενο άρθρο αναφερθήκαμε στο γεγονός ότι:
«Η παραγωγή των υλικών αγαθών είναι ο κύριος όρος ύπαρξης της ανθρώπινης κοινωνίας» και στην «εργασία»,

ως τον πρώτο παράγοντα της διαδικασίας της παραγωγής.

Σήμερα θα συνεχίσουμε με τον άλλο παράγοντα αυτής της διαδικασίας, τα Μέσα Παραγωγής (Αντικείμενα εργασίας + Μέσα εργασίας).

Αντικείμενα εργασίας


Αντικείμενο εργασίας είναι κάθε τι προς το οποίο κατευθύνεται η εργασία του ανθρώπου.
«Ολα τα πράγματα, που η εργασία απλώς τα αποσπάει από την άμεση σχέση τους με το γήινο σύνολο, είναι αντικείμενα εργασίας, που υπάρχουν από τη φύση».1

Π.χ. το δέντρο, που κόβουν στο δάσος ή το μετάλλευμα που βγάζουν από τα σπλάχνα της γης.

Ένα άλλο μέρος των αντικειμένων εργασίας υποβάλλονται σε μια προκαταρκτική κατεργασία και ονομάζονται πρώτες ύλες ή ακατέργαστα υλικά.
«Οταν το αντικείμενο εργασίας έχει […] περάσει και φιλτραριστεί από προηγούμενη εργασία το ονομάζουμε πρώτη ύλη».2

Π.χ. το μετάλλευμα στο μεταλλουργικό εργοστάσιο ή το βαμβάκι στο κλωστήριο κλπ. Μέσα εργασίας


Τα μέσα εργασίας είναι όλα τα πράγματα με τη βοήθεια των οποίων ο άνθρωπος επιδρά στη φύση και προσαρμόζει τα αντικείμενά της για να τα καταναλώσει.
«Το μέσο εργασίας – γράφει ο Κ. Μαρξ – είναι ένα πράγμα ή σύνολο από πράγματα, που ο εργάτης τα παρεμβάλλει ανάμεσα στον εαυτό του και στο αντικείμενο της εργασίας και που χρησιμεύουν σαν αγωγοί της δραστηριότητάς του πάνω σ’ αυτό το αντικείμενο».3

Στα μέσα εργασίας ανήκουν πριν απ’ όλα τα εργαλεία παραγωγής, καθώς και η γη, τα κτίρια παραγωγής, οι δρόμοι, οι διώρυγες, οι αποθήκες κλπ.

Η Γη:

α) Σαν μέσο εργασίας – όταν χρησιμοποιείται για την καλλιέργεια των αγροτικών προϊόντων,
β) Σαν αντικείμενο εργασίας – όταν φτιάχνουμε τούβλα, κεραμίδια κλπ.

Ανάμεσα στα μέσα εργασίας ο καθοριστικός ρόλος ανήκει στα εργαλεία παραγωγής (ο Μαρξ τα αποκάλεσε παραστατικά σύστημα οστών και μυώνων της παραγωγής).

Στα εργαλεία παραγωγής συμπεριλαμβάνονται τα πολυποίκιλα εργαλεία, που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος στην εργασία του, από τα χοντροκομμένα πέτρινα εργαλεία των πρωτόγονων ανθρώπων ως τις σύγχρονες μηχανές.

Το επίπεδο ανάπτυξης των εργαλείων παραγωγής αποτελεί το μέτρο της εξουσίας της κοινωνίας πάνω στη φύση, το μέτρο της ανάπτυξης της παραγωγής. Μέσα παραγωγής


Τα μέσα παραγωγής είναι:
α) Τα αντικείμενα εργασίας.
β) Τα μέσα εργασίας, με τη βοήθεια των οποίων οι άνθρωποι παράγουν τα πράγματα που τους είναι αναγκαία.

Τα μέσα παραγωγής, όμως, αυτά καθαυτά, έξω από την ένωσή τους με την εργατική δύναμη,αποτελούν μόνο ένα σωρό από νεκρά πράγματα.

Για να μπορεί να αρχίσει το προτσές (διαδικασία) της εργασίας πρέπει η εργατική δύναμη να ενωθεί με τα εργαλεία. Εργατική δύναμη



Η εργατική δύναμη (ΕΔ) είναι η ικανότητα του ανθρώπου για εργασία. Είναι το σύνολο των σωματικών και πνευματικών δυνάμεων του ανθρώπου, που χάρη σε αυτές είναι σε θέση να παράγει υλικά αγαθά.


Η ΕΔ είναι το ενεργητικό στοιχείο της παραγωγής, βάζει σε κίνηση τα μέσα παραγωγής.

Γι’ αυτό αποφασιστική δύναμη της παραγωγής είναι ο άνθρωπος. Οι άνθρωποι όχι μόνο χρησιμοποιούν τα μέσα παραγωγής, αλλά και τα δημιουργούν.

Οι άνθρωποι, που είναι ικανοί για εργασία και βάζουν σε κίνηση τα μέσα παραγωγής αποτελούν το κύριο στοιχείο των παραγωγικών δυνάμεων.
«Η πρώτη παραγωγική δύναμη όλης της ανθρωπότητας – γράφει ο Λένιν – είναι ο εργάτης, ο εργαζόμενος».4
Παραγωγικές δυνάμεις


Τα μέσα παραγωγής, που με τη βοήθειά τους παράγονται τα υλικά αγαθά, οι άνθρωποι (η εργατική τους δύναμη), που τα βάζουν σε κίνηση αυτά τα μέσα παραγωγής και πραγματοποιούν την παραγωγή των υλικών αγαθών, χάρη σε μια ορισμένη παραγωγική πείρα και τριβή στη δουλιά, αποτελούν τις παραγωγικές δυνάμεις.

Οι παραγωγικές δυνάμεις εκφράζουν τη σχέση των ανθρώπων προς τα αντικείμενα και τις δυνάμεις της φύσης, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των υλικών αγαθών. Σχέσεις παραγωγής


Ωστόσο:
«Μέσα στην παραγωγή οι άνθρωποι δεν επενεργούν μονάχα πάνω στη φύση, μα και ο ένας πάνω στον άλλο. Παράγουν μονάχα ενεργώντας κατά ένα ορισμένο τρόπο από κοινού και ανταλλάσσοντας αμοιβαία τις δραστηριότητες τους.

Για να παράγουν έρχονται σε ορισμένες σχέσεις και συνάφειες μεταξύ τους και μονάχα μέσα σ’ αυτές τις κοινωνικές σχέσεις και συνάφειες συντελείται η επενέργειά τους πάνω στη φύση, συντελείται η παραγωγή…».5

Στο προτσές της παραγωγής οι άνθρωποι έρχονται αναπόφευκτα και ανεξάρτητα από τη θέλησή τους σε καθορισμένες κοινωνικές σχέσεις μεταξύ τους, οι οποίες ονομάζονται σχέσεις παραγωγής ή οικονομικές σχέσεις.
«Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους, οι άνθρωποι έρχονται σε καθορισμένες, αναγκαίες, ανεξάρτητες από τη θέλησή τους σχέσεις, σε σχέσεις παραγωγής που αντιστοιχούν σε μια ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων».6

Ο χαρακτήρας των σχέσεων παραγωγής εξαρτιέται από τούτο:
Ποιανού ιδιοκτησία είναι τα μέσα παραγωγής; (η γη, τα δάση, τα νερά, το υπέδαφος, οι πρώτες ύλες, τα εργαλεία παραγωγής κλπ).

Είναι ιδιοκτησία μεμονωμένων ατόμων, κοινωνικών ομάδων ή τάξεων, που χρησιμοποιούν αυτά τα μέσα για να εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους;

Ή είναι ιδιοκτησία της κοινωνίας, που σκοπός της είναι να ικανοποιεί τις υλικές και πολιτιστικές ανάγκες των λαϊκών μαζών, όλης της κοινωνίας;

Η κατάσταση των σχέσεων παραγωγής δείχνει πού διανέμονται ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας τα μέσα παραγωγής, συνεπώς και τα υλικά αγαθά, που παράγουν οι άνθρωποι.

Η παραγωγή, η διανομή, η ανταλλαγή και η κατανάλωση αποτελούν μια ενότητα, όπου ο καθοριστικός ρόλος ανήκει στην παραγωγή.





Έτσι, τη βάση των σχέσεων παραγωγής την αποτελεί μια καθορισμένη μορφή ιδιοκτησίαςστα μέσα παραγωγής.

Οι σχέσεις παραγωγής καθορίζουν και τις αντίστοιχες σχέσεις διανομής. Η διανομή είναι συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην παραγωγή και στην κατανάλωση.




Η κατανομή των παραγμένων αντικειμένων ατομικής κατανάλωσης εξαρτιέται από την κατανομή των μέσων παραγωγής.

Στην καπιταλιστική κοινωνία τα μέσα παραγωγής είναι ατομική ιδιοκτησία και γι’ αυτό και τα προϊόντα της εργασίας ανήκουν στους καπιταλιστές.

Οι εργάτες δεν έχουν μέσα παραγωγής και για να μην πεθάνουν από την πείνα είναι υποχρεωμένοι να δουλεύουν για τους κεφαλαιοκράτες, που ιδιοποιούνται τα προϊόντα της εργασίας των εργατών.

Στη σοσιαλιστική κοινωνία τα μέσα παραγωγής είναι κοινωνική ιδιοκτησία. Γι’ αυτό και τα προϊόντα της εργασίας ανήκουν στους ίδιους τους εργαζόμενους.
Σημειώσεις:


[1]. Κ. Μαρξ: Το Κεφάλαιο, τομ. Ι, σελ. 191.
[2]. Στο ίδιο, σελ. 192.
[3]. Στο ίδιο.
[4]. Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», τομ. 38, σελ. 359.
[5]. Κ. Μαρξ και Φρ. Ενγκελς: «Διαλεχτά Εργα», τομ. Ι, σελ. 88.
[6]. Στο ίδιο, σελ.424.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:33

Μέρος 3ο
Οι οικονομικοί νόμοι ανάπτυξης της κοινωνίας και ο αντικειμενικός τους χαρακτήρας



Είναι αναμφισβήτητο πως η προλεταριακή πολιτική οικονομία μελετάει την ουσία των νόμων, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτοί εμφανίζονται, το μηχανισμό λειτουργίας και τους τρόπους χρησιμοποίησής τους στην πρακτική δραστηριότητα των ανθρώπων.

Η θεωρία μας εξετάζει τους νόμους της φύσης και της κοινωνίας σαν αντανάκλαση των αντικειμενικών εξελίξεων, που συντελούνται έξω και ανεξάρτητα από τη θέληση των ανθρώπων.





Οι άνθρωποι μπορούν να ανακαλύψουν αυτούς τους νόμους, να τους γνωρίσουν, να τους μελετήσουν, να τους υπολογίσουν στη δράση τους και να τους χρησιμοποιήσουν για το συμφέρον της κοινωνίας.

Δεν μπορούν, όμως, να τους αλλάξουν ή να τους καταργήσουν. Ακόμα περισσότερο δεν μπορούν να τους διαμορφώσουν ή να δημιουργήσουν καινούριους νόμους της επιστήμης.
Μήπως αυτό σημαίνει ότι τα αποτελέσματα της δράσης των νόμων της φύσης, τα αποτελέσματα της δράσης των δυνάμεων της φύσης είναι γενικά αναπόφευκτα, ότι οι καταστροφικές ενέργειες των δυνάμεων της φύσης συμβαίνουν παντού και πάντοτε με μια δύναμη αυτόματη και αδυσώπητη, που δεν υποτάσσεται στην αντίδραση των ανθρώπων;

Οχι, δε σημαίνει.

Αν εξαιρέσουμε τα αστρονομικά, τα γεωλογικά και μερικά άλλα ανάλογα φαινόμενα, όπου οι άνθρωποι, αν και γνώρισαν τους νόμους της ανάπτυξής τους, όμως, είναι πραγματικά ανίσχυροι να επενεργήσουν σε αυτά, σε πολλές περιπτώσεις οι άνθρωποι δεν είναι καθόλου ανίσχυροι, με την έννοια ότι έχουν τη δυνατότητα να επενεργήσουν πάνω στα φαινόμενα της φύσης.

Σε όλες τις παρόμοιες περιπτώσεις οι άνθρωποι γνωρίζοντας τους νόμους της φύσης, υπολογίζοντάς τους και βασιζόμενοι πάνω σε αυτούς, εφαρμόζοντάς τους και χρησιμοποιώντας τους επιδέξια, μπορούν να περιορίσουν τη σφαίρα της ενέργειάς τους, να δώσουν στις καταστροφικές δυνάμεις της φύσης άλλη κατεύθυνση, να τις χρησιμοποιήσουν προς όφελος της κοινωνίας.

Τέτοια είναι η περίπτωση της αντιμετώπισης του ξεχειλίσματος των μεγάλων ποταμών από τις πλημμύρες και η αξιοποίηση των ωφέλιμων δυνάμεων του νερού για το καλό της κοινωνίας. Παρόμοιες είναι και οι περιπτώσεις με τον ηλεκτρισμό του κεραυνού και της πυρκαγιάς.
«Μια ανάλογη εικόνα θα έχουμε αν δούμε τη διαφορά ανάμεσα στην καταστροφική δύναμη του ηλεκτρισμού που έχει φορέα του τον κεραυνό της καταιγίδας και του δαμασμένου, του διευθυνόμενου ηλεκτρισμού, του τηλέγραφου ή του ηλεκτρικού λαμπτήρα ή αν δούμε τη διαφορά ανάμεσα στην πυρκαγιά και στη φωτιά που δρα στην υπηρεσία του ανθρώπου».1

Μήπως αυτό σημαίνει ότι έτσι οι άνθρωποι καταργούν τους νόμους της φύσης, τους νόμους της επιστήμης, ότι έφτιαξαν καινούριους νόμους της φύσης και της επιστήμης; Όχι, βέβαια.

Η πραγματικότητα είναι πως όλη αυτή η διαδικασία της αποτροπής της καταστροφικής δράσης των δυνάμεων της φύσης, του νερού και της χρησιμοποίησής τους για το συμφέρον της κοινωνίας, γίνεται δίχως την οποιαδήποτε παραβίαση, αλλαγή είτε εκμηδένιση των νόμων της επιστήμης, χωρίς τη δημιουργία καινούριων νόμων της επιστήμης.

Αντίθετα, όλη αυτή η διαδικασία πραγματοποιείται σε πλήρη συμφωνία με τους νόμους της φύσης,τους νόμους της επιστήμης, γιατί μια οποιαδήποτε παραβίαση των νόμων της φύσης, ακόμα και η παραμικρότερη καταστροφή τους θα οδηγούσε μονάχα στην ανατροπή των πραγμάτων, στην αποτυχία της διαδικασίας αυτής.2 Το ίδιο ισχύει και για τους οικονομικούς νόμους.


Οικονομικός νόμος είναι η υπάρχουσα σταθερή και συνεχώς επαναλαμβανόμενη ουσιαστική σχέση και αλληλεξάρτηση των φαινομένων, γεγονότων και προτσές της οικονομικής ζωής, που εκφράζουν διάφορες μορφές και πλευρές των δοσμένων σχέσεων παραγωγής.






Όπως οι νόμοι της φύσης έτσι και οι οικονομικοί νόμοι έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα, γιατί αντικειμενικές είναι και οι σχέσεις παραγωγής, που πάνω στη βάση τους εμφανίστηκαν και δρουν οι νόμοι αυτοί.

Είναι αντανάκλαση των αντικειμενικών εξελίξεων που πραγματοποιούνται έξω και ανεξάρτητα από τη βούληση – ακόμα και όταν αυτό γίνεται συνειδητά – των ανθρώπων, αν και εκδηλώνονται διαμέσου της δραστηριότητας των τελευταίων.



Στις συνθήκες του καπιταλισμού τέτοιοι νόμοι είναι:
Ο βασικός οικονομικός νόμος του καπιταλισμού, δηλαδή ο νόμος της υπεραξίας,
ο γενικός νόμος της καπιταλιστικής συσσώρευσης,
ο νόμος της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης,
του συναγωνισμού και της αναρχίας της παραγωγής,
ο νόμος της αξίας κ.ά.

Οι άνθρωποι μπορούν να ανακαλύψουν αυτούς τους νόμους, να τους γνωρίσουν, να τους μελετήσουν, να τους υπολογίσουν στη δράση τους και να τους χρησιμοποιήσουν κάτω από ορισμένες συνθήκες για το συμφέρον της κοινωνικής προόδου.

Δεν μπορούν, όμως, να τους αλλάξουν ή να τους καταργήσουν. Ακόμα περισσότερο δεν μπορούν να τους διαμορφώσουν ή να δημιουργήσουν καινούριους νόμους της επιστήμης.

Ο αντικειμενικός αυτός χαρακτήρας των οικονομικών νόμων δε σημαίνει καθόλου πως οι άνθρωποι είναι τάχα ανίσχυροι απέναντί τους.

Μια τέτοια φετιχοποίηση των οικονομικών νόμων δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και οδηγεί αναπόφευκτα στις θέσεις της θεωρίας του αυτόματου και αυθόρμητου χαρακτήρα της αλλαγής της κοινωνίας και το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.
«Οι κοινωνικές δυνάμεις – γράφει ο Φρ. Ενγκελς – δρουν ακριβώς όπως και οι δυνάμεις της φύσης: τυφλά, βίαια, καταστροφικά, εφ’ όσον δεν τις γνωρίζουμε και δεν μπορούμε να τις προβλέψουμε… Οταν όμως κατανοήσουμε τη φύση τους, τότε μπορούν στα χέρια των συνενωμένων παραγωγών, από τυραννικοί δεσπότες να μεταβληθούν σε πρόθυμους υπηρέτες».3

Η τυφλή λατρεία τους σαν κάτι το μοιραίο, το αναπόφευκτο, αποθαρρύνει τους ανθρώπους, δεσμεύει την πρωτοβουλία τους, τη δημιουργικότητά τους, καταδικάζει τους ανθρώπους στην αδράνεια, υποβιβάζει τη σημασία της επαναστατικής θεωρίας και δράσης.

Το ζήτημα για τον αντικειμενικό χαρακτήρα των οικονομικών νόμων έχει αποφασιστική σημασία για την οικονομική επιστήμη.

Η άρνηση του αντικειμενικού χαρακτήρα των οικονομικών νόμων ανοίγει κατ’ ευθείαν το δρόμο προς τον υποκειμενισμό και τον ιδεαλισμό.

Οδηγεί στην άρνηση της επιστημονικής γνώσης των οικονομικών φαινομένων και προτσές, κάνει εξ αντικειμένου αδύνατη την επεξεργασία και την εφαρμογή μιας επιστημονικά θεμελιωμένης οικονομικής πολιτικής, γεννά το βολονταρισμό και τον τυχοδιωκτισμό στην πολιτική γενικά και στην οικονομική πολιτική ιδιαίτερα.

Σε διάκριση από τους νόμους της φύσης, οι οικονομικοί νόμοι, τουλάχιστον στην πλειοψηφία τους,ενεργούν στη διάρκεια μόνο ενός κοινωνικοοικονομικού συστήματος και μετά παραχωρούν τη θέση τους σε νέους νόμους.

Όμως, οι νόμοι αυτοί δεν καταστρέφονται, αλλά χάνουν την ισχύ τους χάρη στις νέες οικονομικέςσυνθήκες και αποχωρούν από το προσκήνιο, για να αφήσουν τόπο στους νέους νόμους που δε δημιουργούνται από τη θέληση των ανθρώπων, αλλά ξεπροβάλλουν πάνω στη βάση των νέων οικονομικών συνθηκών.

Στις ταξικές κοινωνίες, η χρησιμοποίηση των οικονομικών νόμων αποκτά ταξικό χαρακτήρα.






Στις συνθήκες του καπιταλισμού, η εργατική τάξη χρησιμοποιεί τους οικονομικούς νόμους για το συμφέρον της σοσιαλιστικής επανάστασης, για το πέρασμα στον κομμουνισμό, όταν η αστική τάξη αντιστέκεται σε αυτό και τους χρησιμοποιεί για να εδραιώσει τον καπιταλισμό.

Η κυριαρχία της ατομικής ιδιοκτησίας καθορίζει τον αυθόρμητο χαρακτήρα της δράσης των οικονομικών νόμων του καπιταλισμού.

Η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, χωρίζει τους ανθρώπους. Οι οικονομικοί νόμοι ανοίγουν το δρόμο τους μέσα από μια σειρά τυχαίων γεγονότων.

Στις συνθήκες του σοσιαλισμού η κοινωνική ιδιοκτησία στα βασικά μέσα παραγωγής συνενώνει τους ανθρώπους, τους δίνει τη δυνατότητα, κατά την έκφραση του Ένγκελς, να γίνουν αφεντικά των ίδιων των σχέσεών τους, των ίδιων των κοινωνικών τους ενεργειών.

Γι’ αυτό στο σοσιαλισμό οι οικονομικοί νόμοι εκδηλώνονται στη συνειδητή και στοχοπροσηλωμένη δράση των ανθρώπων.

Με την κατάργηση του καπιταλισμού και με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής οι άνθρωποι θα αποκτήσουν εξουσία πάνω στα μέσα παραγωγής τους, θα ελευθερωθούν από το ζυγότων κοινωνικο-οικονομικών σχέσεων, θα γίνουν «κυρίαρχοι» της κοινωνικής τους ζωής.

Ο Ένγκελς ονομάζει αυτή την ελευθερία «γνώση της αναγκαιότητας».4 Αλλά τι μπορεί να σημαίνει «γνώση της αναγκαιότητας»;


Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι γνωρίζοντας τους αντικειμενικούς νόμους («με την αναγκαιότητα») θα τους εφαρμόσουν εντελώς συνειδητά για το συμφέρον της κοινωνίας.

Η συνειδητή μεθοδική χρησιμοποίηση των οικονομικών νόμων προς το συμφέρον ολόκληρης της κοινωνίας είναι δυνατή μόνο στο σοσιαλισμό.

Γι’ αυτό ακριβώς ο Ένγκελς γράφει:
«Οι νόμοι, που διέπουν τη δική τους δραστηριότητα και που ως τώρα ορθώνονταν απέναντί τους σαν ξένοι, σαν φυσικοί νόμοι και που τους καταδυνάστευαν, τώρα οι ίδιοι αυτοί νόμοι θα εφαρμόζονται από τους ίδιους τους ανθρώπους, που θα τους γνωρίζουν ως το βάθος και έτσι θα κυριαρχούν πάνω σε αυτούς.

Οι ως τώρα ξένες αντικειμενικές δυνάμεις που κυριαρχούσαν πάνω στην ιστορία, μπαίνουν κάτω από τον έλεγχο των ανθρώπων. Μόνο από δω και πέρα οι άνθρωποι θα δημιουργούν συνειδητά την ιστορία τους, μόνο από δω και πέρα τα κοινωνικά ελατήρια, που οι ίδιοι θα βάζουν σε κίνηση, θα φέρνουν σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό, τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, θα πρόκειται για ένα άλμα της ανθρωπότητας από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας».5
Σημειώσεις:


[1]. Φρ. Ενγκελς: «Αντι-Ντύρινγκ», εκδ. «Αναγνωστίδης», σελ. 415.
[2]. Β. Ι. Στάλιν: «Οικονομικά Προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ». Εκδ. 1953, σελ. 4-5.
[3]. Φρ. Ενγκελς: «Αντι-Ντύρινγκ», εκδ. «Αναγνωστίδης», σελ. 415.
[4]. Στο ίδιο, σελ. 171.
[5]. Στο ίδιο, σελ. 420-421.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:33

Μέρος 4ο



Το αντικείμενο της Πολιτικής Οικονομίας


Στο προηγούμενο άρθρο αναφερθήκαμε στους οικονομικούς νόμους ανάπτυξης της κοινωνίας και στον αντικειμενικό τους χαρακτήρα. Σχετικά με το ίδιο θέμα θέλουμε να συμπληρώσουμε τα εξής:







Σύμφωνα με την άποψη της αστικής πολιτικής οικονομίας, οι οικονομικοί νόμοι δρουν περίπου με τον ίδιο τρόπο, όπως και οι νόμοι της φύσης.

Η αλήθεια όμως είναι πολύ διαφορετική. Παρά το γεγονός ότι και οι νόμοι της φύσης και της κοινωνίας έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα, ωστόσο οι οικονομικοί νόμοι διαφέρουν από τους νόμους της φύσης:

1. Γιατί έχουν ιστορικά μεταβατικό χαρακτήρα. Δεν είναι μακροχρόνιοι.

2. Γιατί έχουν ταξικό χαρακτήρα. Η δράση τους θίγει άμεσα και καίρια τα συμφέροντα των κοινωνικών τάξεων και ομάδων.

3. Γιατί, σε αντίθεση με τους νόμους της φύσης, όπου η ανακάλυψη και η εφαρμογή ενός καινούριου νόμου γίνεται περισσότερο ή λιγότερο ομαλά, στον οικονομικό τομέα η ανακάλυψη και εφαρμογή ενός καινούριου νόμου που προσβάλλει τα συμφέροντα των παλιών τάξεων της κοινωνίας συναντά την πιο ισχυρή και λυσσαλέα αντίδραση από μέρους αυτών των δυνάμεων.
«Στην περιοχή της πολιτικής οικονομίας η ελεύθερη επιστημονική έρευνα δεν αντιμετωπίζει μονάχα τον ίδιο εχθρό που αντιμετωπίζει και σε όλες τις άλλες περιοχές. Η ιδιόμορφη φύση της ύλης που πραγματεύεται, προκαλεί ενάντιά της στο πεδίο της μάχης τα πιο βίαια, μικροπρεπή και μισητά πάθη της ανθρώπινης ψυχής, τις μαινάδες του ατομικού συμφέροντος».1

4. Γιατί οι οικονομικοί νόμοι, σε αντίθεση με τους νόμους της φύσης, δρουν μέσω της δραστηριότητας των ανθρώπων που, στους ταξικούς και ανταγωνιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς, εκδηλώνονται με τις διάφορες μορφές της ταξικής πάλης.

Να γιατί ο Μαρξ και ο Ένγκελς σημείωναν:
«Για τους κομμουνιστές το ζήτημα είναι να επαναστατικοποιήσουν τον κόσμο που υπάρχει, να εξεγερθούν ενάντια στην υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και να τον αλλάξουν».2

Μετά απ’ αυτά συνεχίζουμε με το αντικείμενο της Πολιτικής Οικονομίας, το τι μελετά σαν επιστήμη.

Η παραγωγή έχει την τεχνική και την κοινωνική της πλευρά.






Την τεχνική πλευρά της παραγωγής τη μελετούν οι φυσικές επιστήμες: φυσική, χημεία, μεταλλουργία, μηχανουργία, γεωπονία, κ.λπ.

Η πολιτική οικονομία μελετάει την κοινωνική πλευρά της παραγωγής, τις κοινωνικο-οικονομικές σχέσεις, δηλαδή τις σχέσεις παραγωγής των ανθρώπων.

Αυτές οι σχέσεις παραγωγής αποτελούνται από το σύνολο των σχέσεων που υπάρχουν στην παραγωγή, κατανομή, ανταλλαγή και κατανάλωση.

Η προλεταριακή πολιτική οικονομία δεν πραγματεύεται πράγματα αλλά σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και – σε τελευταία ανάλυση – τις σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων.

Οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων είναι πάντα στενά δεμένες με πράγματα και εμφανίζονται σαν πράγματα.
«Η πολιτική οικονομία δεν ασχολείται καθόλου με την «παραγωγή», αλλά με τις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων στην παραγωγή, με το κοινωνικό καθεστώς της παραγωγής».3

Η πολιτική οικονομία ερευνά το πώς συντελείται η εξέλιξη από τις κατώτερες βαθμίδες ανάπτυξης της κοινωνικής παραγωγής προς τις ανώτερες βαθμίδες της, πώς εμφανίζονται, αναπτύσσονται και εξαφανίζονται τα κοινωνικά συστήματα, τα οποία στηρίζονται στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο:

Αποκαλύπτει, δείχνει και αποδεικνύει πως όλη η πορεία της ιστορικής εξέλιξης δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τη νίκη του σοσιαλιστικού τρόπου παραγωγής, καθώς επίσης και τους οικονομικούς νόμους που διέπουν τις διάφορες φάσεις της αναπαραγωγικής διαδικασίας.

Η πολιτική οικονομία είναι επιστήμη που μελετάει τις οικονομικές σχέσεις, τις σχέσεις παραγωγής και τους νόμους που διέπουν την παραγωγή, διανομή, ανταλλαγή και την κατανάλωση των υλικών αγαθών στις διάφορες βαθμίδες ανάπτυξης της ανθρώπινης κοινωνίας, καθώς επίσης και τους τρόπους της χρησιμοποίησης αυτών των νόμων στην πρακτική δραστηριότητα των ανθρώπων.
«Πολιτική οικονομία στην ευρύτερή της έννοια, είναι η επιστήμη των νόμων που διέπουν την παραγωγή και την ανταλλαγή των υλικών μέσων ύπαρξης, μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία».4

Η αστική πολιτική οικονομία δίνει διάφορους ορισμούς του αντικειμένου της πολιτικής οικονομίας,που ουσιαστικά συγκαλύπτουν το κύριο τις σχέσεις παραγωγής, τις ταξικές σχέσεις.

Η «ιστορική Σχολή» π.χ. έκανε απόπειρες να αλλάξει και το ίδιο το αντικείμενο της πολιτικής οικονομίας.


Ο αστός οικονομολόγος Π.Σάμουελσον



Ο Ρόσερ θεωρούσε την πολιτική οικονομία σαν επιστήμη που απασχολείται με την «Εθνική Οικονομία», που περιγράφει διάφορες ιστορικές μορφές εθνικής οικονομίας και που συμπεριλαμβάνει στο αντικείμενό της τους διάφορους κλάδους της οικονομίας.

Σήμερα, υπάρχει η τάση άρνησης του όρου «πολιτική οικονομία»και προσπάθεια να αντικατασταθεί με την άμορφη ονομασία «οικονομική».

Ο Αμερικανός καθηγητής Πολ Σάμουελσον απαριθμεί 5 από τους πιο διαδομένους ορισμούς του αντικειμένου της πολιτικής οικονομίας και φτάνει στο συμπέρασμα ότι:
«Κανένας από τους ορισμούς του αντικειμένου της οικονομικής θεωρίας δεν μπορεί να είναι ακριβής, αλλά στην ουσία δεν είναι καν αναγκαίος».

Παραθέτουμε μερικούς από τους ορισμούς αυτούς:
Οικονομική θεωρία είναι η επιστήμη σχετικά με τις μορφές δραστηριότητας που συνδέονται με την ανταλλαγή και τις χρηματικές συναλλαγές ανάμεσα στους ανθρώπους…
Οικονομική θεωρία είναι η επιστήμη σχετικά με την καθημερινή επιχειρησιακή δραστηριότητα των ανθρώπων, σχετικά με την από μέρους τους εξοικονόμηση των μέσων για την ύπαρξή τους και την αξιοποίηση αυτών των μέσων.
Οικονομική θεωρία είναι η επιστήμη σχετικά με το πώς η ανθρωπότητα εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της παραγωγής.
Οικονομική θεωρία είναι η επιστήμη σχετικά με τον πλούτο.

Ο ίδιος ορίζει το αντικείμενο της πολιτικής οικονομίας ως εξής:
«Οικονομική θεωρία είναι η επιστήμη για τους σπανίζοντες πόρους που διαλέγουν οι άνθρωποι και η κοινωνία με την πάροδο του χρόνου, με τη βοήθεια του χρήματος ή και χωρίς τη μεσολάβηση του χρήματος, για την παραγωγή διαφόρων εμπορευμάτων και την κατανομή των εμπορευμάτων αυτών, με σκοπό την κατανάλωση στο παρόν και στο μέλλον από τους ανθρώπους ή από ομάδες της κοινωνίας».5

Η άποψη των Ελλήνων Οικονομολόγων είναι:
«Το αντικείμενο της πολιτικής οικονομίας είναι η επιστημονική μελέτη της ιστορικής εξέλιξης και λειτουργίας των θεσμών και μηχανισμών που αποτελούν την οργάνωση της οικονομικής ζωής μιας κοινωνίας».6

Η πολιτική οικονομία μελετάει τις σχέσεις παραγωγής στην αλληλοεπίδρασή τους με τις παραγωγικές δυνάμεις.






Οι παραγωγικές δυνάμεις και οι σχέσεις παραγωγήςστη διαλεκτική ενότητά τους απαρτίζουν τον τρόπο παραγωγής.

Οι παραγωγικές δυνάμεις είναι το πιο κινητό και το πιο επαναστατικό στοιχείο της παραγωγής.

Η ανάπτυξη της παραγωγής αρχίζει από τις αλλαγές στις παραγωγικές δυνάμεις – πριν απ’ όλα από την αλλαγή και την ανάπτυξη των εργαλείων παραγωγής και έπειτα συντελούνται οι αντίστοιχες αλλαγές και στον τομέα των σχέσεων παραγωγής.

Οι σχέσεις παραγωγής των ανθρώπων που αναπτύσσονται σε εξάρτηση από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, επιδρούν με τη σειρά τους κι οι ίδιες με ενεργό τρόπο στις παραγωγικές δυνάμεις.

Οι παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας μπορούν να αναπτύσσονται ανεμπόδιστα μόνο στην περίπτωση που οι σχέσεις παραγωγής ανταποκρίνονται στην κατάσταση των παραγωγικών δυνάμεων.

Σε μια ορισμένη βαθμίδα της ανάπτυξής τους, οι παραγωγικές δυνάμεις ξεπερνούν τα πλαίσια των δοσμένων σχέσεων παραγωγής και έρχονται σε αναντιστοιχία με αυτές.

Το αποτέλεσμα είναι οι παλιές σχέσεις παραγωγής να αντικαθίστανται αργά ή γρήγορα από νέες σχέσεις παραγωγής, που ανταποκρίνονται στο φτασμένο επίπεδο ανάπτυξης και στο χαρακτήρα των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας.




Οι υλικές προϋποθέσεις για την αντικατάσταση των παλιών σχέσεων παραγωγής από νέες γεννιούνται και αναπτύσσονται μέσα στα σπλάχνα του παλιού σχηματισμού.

Σε μια κοινωνία, που στηρίζεται στην ατομική ιδιοκτησία και στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, οι συγκρούσεις ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και στις σχέσεις παραγωγής εκδηλώνονται με την ταξική πάλη.

Η αντικατάσταση του παλιού τρόπου παραγωγής από το νέο τρόπο παραγωγής πραγματοποιείται με κοινωνική επανάσταση. Η πολιτική οικονομία είναι ιστορική επιστήμη.


Ασχολείται με την υλική παραγωγή στην ιστορικά καθορισμένη κοινωνική της μορφή, με τους οικονομικούς νόμους που προσιδιάζουν στους αντίστοιχους τρόπους παραγωγής.
Σημειώσεις:


[1]. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. Ι, σελ. 16.
[2]. Κ. Μαρξ & Φρ. Ένγκελς: «Η Γερμανική Ιδεολογία», μέρος 1, σελ. 70.
[3]. Β. Ι. Λένιν: «Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία», Άπαντα, τ. 3, σελ. 52.
[4]. Φρ. Ένγκελς: «Αντι-Ντύρινγκ», εκδ. «Αναγνωστίδης», σελ. 219.
[5]. Π. Σάμουελσον: «Οικονομική», ρωσική μετάφραση από τα Αγγλικά 1964, σελ. 25. – ΠεντάτομοΠολιτικής Οικονομίας του Πανεπιστημίου «Λομονόσοφ» της Μόσχας, τ. 1, σελ. 78.
[6]. «Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία», Αθήνα, 1977, σελ. 9.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:34

Μέρος 5ο
Η εμφάνιση κι η ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής



Η εμπορευματική παραγωγή δεν υπήρχε και δε θα υπάρχει πάντα. Θα πάψει να υπάρχει μόνο στις συνθήκες της 2ης φάσης του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής.





Τα πρώτα έμβρυα της εμπορευματικής παραγωγήςεμφανίζονται ακόμα κατά την περίοδο της αποσύνθεσης του πρωτόγονου κοινοτικού συστήματος, δηλαδή πριν 7.000 χρόνια.

Η εμπορευματική παραγωγή υπήρχε και στη δουλοκτητική κοινωνία και στη φεουδαρχία. Σε αυτά τα κοινωνικά συστήματα, όμως, η εμπορευματική παραγωγή δεν ήταν κυρίαρχη γιατί:
Πρώτο, η παραγωγή των εμπορευμάτων ήταν περιορισμένη, επειδή κυριαρχούσαν οι φυσικές μορφές παραγωγής.
Δεύτερο, οι προκαπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής από την ίδια τους την εσωτερική δομή, δεν απαιτούσαν τη μετατροπή των προϊόντων της εργασίας σε εμπορεύματα και μπορούσαν να υπάρχουν ανεξάρτητα από το αν υπήρχε ή όχι εμπορευματική παραγωγή.
Τρίτο, στους προκαπιταλιστικούς κοινωνικο-οικονομικούς σχηματισμούς η εμπορευματική μορφή των προϊόντων ήταν ένα ιδιόμορφο «ξένο σώμα», που δε βοηθούσε στο δυνάμωμά τους.

Μόνο στον καπιταλισμό η εμπορευματική παραγωγή αποχτάει καθολικό χαρακτήρα.

Εδώ τα πάντα πωλούνται και αγοράζονται. Αντικείμενο αγοραπωλησίας γίνεται και η ίδια η εργατική δύναμη (ΕΔ) του ανθρώπου.

Το εμπόρευμα γίνεται «οικονομικό κύτταρο», ένα στοιχείο που είναι εσωτερικά αναγκαίο για το καπιταλιστικό σύστημα και που χωρίς αυτό η εμφάνιση και η ύπαρξη του καπιταλισμού είναι κατ’ αρχήν αδύνατη.

Στο οικονομικό αυτό κύτταρο που λέγεται εμπόρευμα εμπεριέχονται τα κύρια χαρακτηριστικά και οι αντιθέσεις του καπιταλισμού.

Αυτός είναι ο λόγος που ο Κ. Μαρξ γράφει:
«Ο πλούτος των κοινωνιών, όπου κυριαρχεί ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής εμφανίζεται σαν ένας «τεράστιος σωρός εμπορευμάτων» και το ξεχωριστό εμπόρευμα σαν η στοιχειώδικη μορφή του. Γι’ αυτό η έρευνά μας αρχίζει με την ανάλυση του εμπορεύματος».1

Τι είναι εμπορευματική παραγωγή


Η εμπορευματική παραγωγή είναι τέτοια μορφή οργάνωσης της παραγωγής, στην οποία τα προϊόντα παράγονται όχι για την κατανάλωση από τον παραγωγό τους, αλλά προορίζονται για την αγορά, για την πώληση.






Εδώ οι οικονομικές σχέσεις των ανθρώπων εκδηλώνονται μέσω της ανταλλαγής των εμπορευμάτων, διαμέσου της αγοράς.

Η μορφή της παραγωγής δεν μπορεί να διαλέγεται από τους ανθρώπους αυθαίρετα, γιατί εξαρτάται από τις συνθήκες που διαμορφώνονται αντικειμενικά.

Για την εμφάνιση και την ύπαρξη της εμπορευματικής παραγωγής απαιτείται ο συνδυασμός δύο προϋποθέσεων:
Πρώτο, είναι ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, σύμφωνα με τον οποίο οι διάφοροι παραγωγοί ειδικεύονται στην παραγωγή καθορισμένων ειδών.
Δεύτερο, είναι το οικονομικό ξεχώρισμα. Δηλαδή η εμφάνιση και η ύπαρξη της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και στα προϊόντα της εργασίας.
Οι δύο τύποι της εμπορευματικής παραγωγής


Υπάρχουν δύο τύποι εμπορευματικής παραγωγής:

1. Η μικρή εμπορευματική παραγωγή στηρίζεται:

α) Στη μικρή ιδιοκτησία των ίδιων παραγωγών (αγροτών και βιοτεχνών).
β) Στην προσωπική εργασία των ίδιων των παραγωγών και των μελών των οικογενειών τους. (Δηλαδή, δεν υπάρχει χρησιμοποίηση και εκμετάλλευση ξένης εργασίας).
γ) Γίνεται για τη συντήρηση και την εξασφάλιση των ίδιων των παραγωγών και των οικογενειών τους.
δ) Σε αυτή χρησιμοποιούνται χειρωνακτικά ή πολύ απλά μηχανικά μέσα παραγωγής.
ε) Αυτή είναι μικρή, κομματιασμένη παραγωγή.

2. Η Καπιταλιστική εμπορευματική παραγωγή στηρίζεται:

α) Στην ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία.
β) Στη χρησιμοποίηση και εκμετάλλευση ξένης μισθωτής εργασίας των εργατών.
γ) Γίνεται με σκοπό το κέρδος και τον πλουτισμό των καπιταλιστών.
δ) Χρησιμοποιεί σύγχρονα μέσα παραγωγής.
ε) Είναι μεγάλη, μαζική παραγωγή.

Τα κοινά χαρακτηριστικά και των δύο τύπων εμπορευματικής παραγωγής είναι:
α) Στηρίζονται στην ατομική ιδιοκτησία μέσων παραγωγής.
β) Οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους και τις επιχειρήσεις γίνονται διά μέσου της ανταλλαγής, έχουν στοιχειακό και άναρχο χαρακτήρα.


Το εμπόρευμα και οι ιδιότητές του


Το κάθε πράγμα, το κάθε προϊόν από μόνο του δεν είναι εμπόρευμα.

Ένα πράγμα μπορεί να είναι αξία χρήσης, χωρίς να είναι αξία.

Αυτό γίνεται στην περίπτωση που ωφελεί τον άνθρωπο χωρίς τη μεσολάβηση της εργασίας. Π.χ. τέτοια είναι ο αέρας, το παρθένο δάσος, τα φυσικά λιβάδια κλπ.

Ένα πράγμα μπορεί να είναι ωφέλιμο και προϊόν της ανθρώπινης εργασίας χωρίς να είναι εμπόρευμα. Π.χ. όταν ένας άνθρωπος ικανοποιεί τη δική του ανάγκη με το δικό του προϊόν δημιουργεί αξία χρήσης, αλλά δε δημιουργεί εμπόρευμα.

Για να παράγει κανείς εμπόρευμα, δεν πρέπει να παράγει απλώς αξία χρήσης, αλλά αξία χρήσης για άλλους, κοινωνική αξία χρήσης.

Και όχι απλώς για άλλους. Ο αγρότης του μεσαίωνα παρήγαγε το στάρι που έδινε στο φεουδάρχηαφέντη και το στάρι (του φόρου) της δεκάτης για τον παπά.

Και όμως, ούτε το στάρι για το φεουδάρχη του, ούτε το στάρι για τον παπά γινόταν εμπόρευμαεπειδή παράγονταν για άλλους.

Για να γίνει το προϊόν εμπόρευμα, πρέπει να μεταβιβαστεί μέσω της ανταλλαγής στον άλλο, σε αυτόν που του χρησιμεύει σαν αξία χρήσης.

Τέλος, κανένα πράγμα δεν μπορεί να είναι αξία, χωρίς να είναι αντικείμενο χρήσης. Αν είναι ανώφελο, τότε ανώφελη είναι και η εργασία που περιέχεται σε αυτό, δεν υπολογίζεται σαν εργασία και γι’ αυτό δεν αποτελεί αξία.

Σύμφωνα με το Φρ. Ένγκελς:
«Αν κάποιος κατασκευάζει ένα πράγμα που δεν έχει καμιά χρησιμότητα, δηλαδή αξία χρήσης για τους άλλους, τότε ολόκληρη η δύναμη που κατανάλωσε δε δημιουργεί ούτε κόκκο αξία».2


Γι’ αυτό:
«Προτού τα εμπορεύματα μπορέσουν να πραγματοποιηθούν σαν αξίες, πρέπει να αποδείξουν ότι είναι αξίες χρήσης».3

Τι είναι το εμπόρευμα
«Το εμπόρευμα είναι πριν απ’ όλα ένα εξωτερικό αντικείμενο, ένα πράγμα που με τις ιδιότητές του ικανοποιεί οποιουδήποτε είδους ανθρώπινες ανάγκες».4







Ενα πράγμα για να είναι εμπόρευμα πρέπει να πληροί τους εξής όρους:

1. Να μπορεί να ικανοποιεί μια οποιαδήποτε ανθρώπινη ανάγκη.
2. Να είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης εργασίας.
3. Το πράγμα αυτό να μην ικανοποιεί τις ανάγκες του ίδιου του παραγωγού του, αλλά να προορίζεται για την αγορά, δηλαδή να ανταλλάσσεται με άλλα πράγματα, μέσω της αγοραπωλησίας.



Κάθε εμπόρευμα έχει δύο ιδιότητες: Είναι αξία χρήσης και αξία.

Η ωφελιμότητα ενός πράγματος το κάνει αξία χρήσης. Η ωφελιμότητα όμως αυτή δεν κρέμεται στον αέρα.

Καθορίζεται από τις ιδιότητες του σώματος του εμπορεύματος και δεν υπάρχει χωρίς αυτό. Χάρη στις φυσικές, χημικές κλπ. ιδιότητές του το εμπόρευμα μπορεί να ικανοποιεί τη μια ή την άλλη ανάγκη των ανθρώπων.

Στις συνθήκες της εμπορευματικής παραγωγής η αξία χρήσης αποτελεί το υλικό περιεχόμενο του πλούτου, όποια κι αν είναι η κοινωνική μορφή του. Και δεύτερο, είναι ο υλικός φορέας της αξίας του εμπορεύματος.

Στην αγορά, στη διαδικασία της ανταλλαγής των εμπορευμάτων, γίνεται φανερό ότι όλα τα εμπορεύματα που διαφέρουν μεταξύ τους σαν αξίες χρήσης, έχουν κάποια κοινή ιδιότητα που επιτρέπει στους ανθρώπους να εξισώσουν το ένα με το άλλο και να τα ανταλλάσσουν σε καθορισμένες αναλογίες.

Σύμφωνα με τις αστικές θεωρίες οι αναλογίες αυτές καθορίζονται:

1. Από την προσφορά και ζήτηση. Μερικοί αστοί οικονομολόγοι προσπαθούν να αποδείξουν ότι οι αναλογίες της ανταλλαγής των εμπορευμάτων εξηγούνται με την προσφορά και τη ζήτηση.






Οι διακυμάνσεις της προσφοράς και της ζήτησης ασκούν πραγματικά ουσιαστική επίδραση στις αναλογίες της ανταλλαγής.

Όσο μεγαλύτερη είναι η ζήτηση ενός εμπορεύματος τόσο πιο ακριβά μπορεί ο κάτοχός του να το πουλήσει στην αγορά.

Οι διακυμάνσεις μπορούν να εξηγήσουν μόνο την απόκλιση αυτών των αναλογιών, από κάποιο μέσο-κανονικό επίπεδο, δεν είναι σε θέση να εξηγήσουν αυτό το ίδιο το επίπεδο.

Η θεωρία αυτή δε δίνει απάντηση στο ερώτημα:
Πού στηρίζεται η ανταλλαγή στην περίπτωση που η προσφορά και η ζήτηση εξισορροπούνται;


2. Από το βαθμό ωφελιμότητας. Σύμφωνα με μια άλλη αστική θεωρία οι αναλογίες της ανταλλαγής των εμπορευμάτων εξηγούνται με το βαθμό ωφελιμότητας των τελευταίων.

Αλλά η σύγκριση της ωφελιμότητας είναι δυνατή, μόνο όταν πρόκειται για ομοειδή ή για αλληλοαναπληρωνόμενα προϊόντα. Στις άλλες περιπτώσεις δεν έχει κανένα νόημα. Π.χ.
Πώς μπορεί να συγκρίνει κανείς την ωφελιμότητα της υδραυλικής τουρμπίνας και του ψυγείου;


Ασφαλώς δεν μπορεί να γίνει, γιατί τα δύο πράγματα έχουν εντελώς διαφορετικό προορισμό.

Από τα παραπάνω είναι ολοφάνερο ότι τα εμπορεύματα έχουν μόνο μια κοινή ιδιότητα ό,τι όλα τους είναι προϊόντα της εργασίας των ανθρώπων.

Αυτό που δημιουργεί την αξία ενός εμπορεύματος είναι ακριβώς η εργασία που ξοδεύτηκε για την παραγωγή τους.

Επομένως, η αξία του εμπορεύματος είναι η ενσωματωμένη σε αυτό κοινωνική εργασία των εμπορευματοπαραγωγών.

Η αξία δημιουργείται από την εργασία που ξοδεύεται σε όλα τα στάδια της παραγωγής του εμπορεύματος.

Σαν αξίες χρήσης όλα τα εμπορεύματα είναι διαφορετικά, ενώ σαν αξίες είναι εντελώς ομοιογενή, πράγμα που επιτρέπει στα εμπορεύματα να εξισώνονται το ένα με το άλλο στην πορεία της ανταλλαγής.






Κάθε εμπόρευμα είναι ένα αγαθό, ένα προϊόν, αλλά κάθε προϊόν και κάθε αγαθό δεν είναι εμπόρευμα.

Σε διάκριση από την αξία χρήσης, η αξία του εμπορεύματος δεν περιέχει καθόλου φυσική ύλη, αλλά είναι μια καθαρά κοινωνική, οικονομική ιδιότητα του εμπορεύματος.

Η αξία του εμπορεύματος εκδηλώνεται με την ανταλλακτική αξία, η οποία εκφράζει τις αναλογίες στις οποίες ανταλλάσσονται τα προϊόντα.

Η αξία και η ανταλλακτική αξία συνδέονται στενά, αλλά δεν είναι ταυτόσημες.

Η αξία είναι η εσωτερική ιδιότητα, η ουσία του εμπορεύματος, ενώ η ανταλλακτική αξία είναι η εξωτερική έκφραση της αξίας του.

Η αξία είναι το περιεχόμενο και η ανταλλακτική αξία η μορφή του εμπορεύματος.

Σημειώσεις:


[1]. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμος 1, σελ. 49.
[2]. Φρ. Ένγκελς: «Αντι-Ντύρινγκ», εκδ. «Αναγνωστίδης», σελ. 277.
[3]. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμος 1, σελ.100.
[4]. Στο ίδιο, σελ. 49.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:34

Μέρος 6ο


Το χρήμα: Σύντομη ιστορική αναδρομή


Όπως η εμπορευματική παραγωγή δεν υπήρχε πάντα ούτε θα υπάρχει πάντα, έτσι και το χρήμα δεν υπήρχε και δε θα υπάρχει πάντα.





Για να εμφανιστεί το χρήμα έπρεπε η εμπορευματική παραγωγή και η ανταλλαγή να περάσει μέσα από μια μακρόχρονη ιστορική διαδικασία.

Έτσι, στη μεγάλη αλυσίδα των εμπορευμάτων που έπαιζαν το ρόλο του εμπορεύματος – ισοδύναμου, ο χρυσός είναι ο τελευταίος κρίκος.

Βαθμιαία ο χρυσός πήρε μια ιδιαίτερη θέση στον κόσμο των εμπορευμάτων. Αρχισε να παίζει το ρόλο του εμπορεύματος – ισοδύναμου. Τι είναι το εμπόρευμα – ισοδύναμο

Το εμπόρευμα που χρησιμοποιείται ως πρότυπο για την έκφραση της αξίας των άλλων εμπορευμάτων, λέγεται εμπόρευμα – ισοδύναμο.

Το εμπόρευμα – ισοδύναμο στην αναπτυγμένη του μορφή είναι ακριβώς το χρήμα. Αλλά πριν εμφανιστεί το χρήμα, το εμπόρευμα – ισοδύναμο πέρασε ένα μακρόχρονο ιστορικό προτσές.

Σε διάφορες εποχές οι διάφοροι λαοί χρησιμοποιούσαν σαν γενικό ισοδύναμο, τα ζώα, τα δημητριακά, τα γουναρικά, τα μέταλλα, τα κοσμήματα κλπ.

Ορισμένες φορές χρησιμοποιούσαν σαν γενικό ισοδύναμο και ζωντανό εμπόρευμα, το δούλο, όπου 1 δούλος ισοδυναμούσε με 5 ταύρους. Τα ευγενή μέταλλα





Ο χρυσός δεν είναι από τη φύση του χρήμα. Έγινε τέτοιο στη διάρκεια ενός μακρόχρονου ιστορικού προτσές ανάπτυξης της εμπορευματικής παραγωγής, της ανταλλαγής και των μορφών της αξίας.

Η μακρόχρονη πείρα έδειξε ότι τα ευγενή μέταλλαείναι τα πιο κατάλληλα για τις ανάγκες της εμπορευματικής κυκλοφορίας, γιατί έχουν τις παρακάτω ιδιότητες:
Ομοιογένεια. Όποιο μέγεθος και να έχουν ποιοτικά δε διαφέρουν μεταξύ τους.
Φορητότητα. Μεγάλη συμπυκνωμένη αξία στο χρυσό που επιτρέπει τη διατήρηση και τη μεταφορά από τόπο σε τόπο.
Διαιρετότητα. Μπορεί να διαιρεθεί σε πολλά κομμάτια χωρίς να χάνει μέρος του περιεχομένου του.
Διατηρησιμότητα. Δεν οξειδώνεται και δε χάνει την αξία του.
Οι βασικές μορφές της αξίας του εμπορεύματος

α) Απλή ή τυχαία μορφή. Αυτή συμβολίζεται ως εξής: Ε – Ε, (εμπόρευμα – εμπόρευμα). Για παράδειγμα, 1 τσεκούρι είναι ίσο με 20 κιλά σιτάρι. Αυτή είναι η σχετική μορφή, ή η ισοδύναμη μορφή.

β) Ολική ή αναπτυγμένη μορφή. Η ανάπτυξη του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας και ύστερα από τον πρώτο κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, το ξεχώρισμα της κτηνοτροφίας από τη γεωργία, οδήγησε στην εμφάνιση της ολικής μορφής του εμπορεύματος.

Για παράδειγμα, 1 πρόβατο είναι ίσο με 40 κιλά σιτάρι, ή με 2 τσεκούρια, ή με 3 γραμμάρια χρυσού, κλπ. και μ’ αυτή την αναλογία ανταλλάσσονται μεταξύ τους. Δηλαδή 40 κιλά σιτάρι είναι ίσα με 2 τσεκούρια, κλπ.



Εδώ δημιουργούνται δυσκολίες στην ανταλλαγή, αφού δεν υπάρχει ακόμη ένα γενικό ισοδύναμο.

γ) Γενική μορφή. Με τον δεύτερο κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, το ξεχώρισμα της βιοτεχνίας από τη γεωργία γίνεται το πέρασμα στη γενική μορφή του εμπορεύματος,

όπου π.χ. 40 κιλά σιτάρι είναι ίσα με 1 πρόβατο, ή 20 μέτρα πανί είναι ίσα με 1 πρόβατο, ή 2 τσεκούρια είναι ίσα με 1 πρόβατο, ή 3 γραμμάρια χρυσού είναι ίσα με 1 πρόβατο, κλπ.
«Τα εμπορεύματα εκφράζουν τώρα τις αξίες τους:

1. Απλά, γιατί τις εκφράζουν με ένα μοναδικό εμπόρευμα.
2. Ενιαία, γιατί τις εκφράζουν με το ίδιο εμπόρευμα.
3. Η μορφή της αξίας τους είναι απλή και κοινή, και γι’ αυτό γενική».1





δ) Η πληθώρα των εμπορευμάτων ως γενικό ισοδύναμο ήρθε σε αντίθεση με τις ανάγκες της αγοράς, που απαιτούσε το πέρασμα στη χρηματική μορφή της αξίας:

Έτσι 40 κιλά σιτάρι είναι ίσα με 3 γραμμάρια χρυσού, ή 20 μέτρα πανί είναι ίσα με 3 γραμμάρια χρυσού ή 4 πρόβατα είναι ίσα με 3 γραμμάρια χρυσού ή 2 τσεκούρια είναι ίσα με 3 γραμμάρια χρυσού κλπ.

Τώρα η αξία όλων των εμπορευμάτων εκφράζεται με την αξία χρήσης του χρυσού που έγινε γενικό ισοδύναμο.

Το χρήμα, επομένως, είναι το γενικό ισοδύναμο ανταλλαγής των εμπορευμάτων στην αγορά.

Σημειώσεις:

[1]. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμος 1, σελ. 79.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:35

Μέρος 7ο


Το μέγεθος της αξίας του εμπορεύματος – Συγκεκριμένη κι Αφηρημένη Εργασία

Στην παραγωγή των εμπορευμάτων παίρνουν μέρος εργαζόμενοι με διαφορετική ειδίκευση. Η εργασία του εργαζόμενου χωρίς καμιά κατάρτιση είναι απλή εργασία. Η εργασία που απαιτεί ειδική κατάρτιση είναι σύνθετη ή ειδικευμένη εργασία.





Η σύνθετη εργασία παράγει στη μονάδα του χρόνου αξία μεγαλύτερου μεγέθους, σε σύγκριση με την απλή εργασία.

Στην αξία του εμπορεύματος που παράγεται από σύνθετη εργασία μπαίνει και μέρος της εργασίας που ξοδεύτηκε για την εκπαίδευση του εργαζόμενου.

Η μετατροπή όλων των ειδών της σύνθετης εργασίας σε απλή εργασία συντελείται αυθόρμητα.

Το μέγεθος της αξίας του εμπορεύματος καθορίζεται από την κοινωνικά αναγκαία ποσότητα απλής εργασίας.

Η σύνθετη εργασία αποκτάει τη σημασία πολλαπλασιασμένης απλής εργασίας, μια ώρα σύνθετης εργασίας είναι ίση με κάμποσες ώρες απλής εργασίας.

Είναι γνωστό πως οι χωριστοί εμπορευματοπαραγωγοί εργάζονται κάτω από διαφορετικές συνθήκες και ξοδεύουν για την παραγωγή των ίδιων εμπορευμάτων διαφορετική ποσότητα χρόνου εργασίας.
Μήπως αυτό σημαίνει πως όσο πιο τεμπέλης είναι ο εργαζόμενος, όσο λιγότερο ευνοϊκοί οι όροι κάτω από τους οποίους εργάζεται, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η αξία του εμπορεύματος;
Οχι, δε σημαίνει αυτό.

Το μέγεθος της αξίας του εμπορεύματος δεν καθορίζεται από τον ατομικό χρόνο εργασίας που ξοδεύεται για να παραχθεί το εμπόρευμα από τον χωριστό εμπορευματοπαραγωγό, αλλά από τον Κοινωνικά Αναγκαίο Χρόνο Εργασίας.

Κοινωνικά Αναγκαίος Χρόνος Εργασίας είναι ο χρόνος, που απαιτείται για την παραγωγή ενός εμπορεύματος, κάτω από μέσους κοινωνικά κανονικούς όρους παραγωγής, δηλαδή με μέσο επίπεδο τεχνικής, με μέση επιδεξιότητα και εντατικότητα της εργασίας.

Ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας αλλάζει με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.

Η παραγωγικότητα της εργασίας καθορίζεται από την ποσότητα των προϊόντων που δημιουργούνται στη μονάδα του χρόνου εργασίας.

Η παραγωγικότητα της εργασίας αυξάνει με την τελειοποίηση ή την πληρέστερη χρησιμοποίηση των εργαλείων παραγωγής, με την ανάπτυξη της επιστήμης, με το ανέβασμα της τέχνης του εργαζόμενου, με την ορθολογική οργάνωση της εργασίας και με άλλες βελτιώσεις στο προτσές της παραγωγής.

Όσο μεγαλύτερη είναι η παραγωγικότητα της εργασίας, τόσο λιγότερος είναι ο αναγκαίος χρόνος για την παραγωγή της μονάδας του δοσμένου εμπορεύματος, τόσο χαμηλότερη είναι και η αξία του εμπορεύματος.
«Το μέγεθος της αξίας ενός εμπορεύματος αλλάζει απευθείας, ανάλογα με την ποσότητα και αντιστρόφως ανάλογα με την παραγωγική δύναμη της εργασίας, που πραγματοποιείται μέσα σε αυτό το εμπόρευμα».1


Η εντατικότητα της εργασίας καθορίζεται από την ποσότητα της εργασίας που ξοδεύεται στη μονάδα του χρόνου.

Όσο περισσότερη εργασία ξοδεύεται στη μονάδα του χρόνου, τόσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος της δημιουργούμενης αξίας, που ενσωματώνεται σε μεγαλύτερη ποσότητα παραγμένων εμπορευμάτων.
«Το ανέβασμα της παραγωγικής δύναμης της εργασίας και η αύξηση της έντασής της επενεργούν από μια άποψη ομοιόμορφα. Και τα δύο αυξάνουν τη μάζα των προϊόντων που παράγονται στο ίδιο χρονικό διάστημα. Και τα δύο συντομεύουν, λοιπόν, το μέρος εκείνο της εργάσιμης ημέρας που χρειάζεται ο εργάτης για την παραγωγή των μέσων συντήρησής του ή του ισοδύναμού τους».2
Ο διπλός χαρακτήρας της εργασίας


Κάθε εμπόρευμα έχει διπλό χαρακτήρα: Από τη μια μεριά, είναι αξία χρήσης και, από την άλλη, αξία.

Αυτός ο διπλός χαρακτήρας του εμπορεύματος καθορίζεται από το διπλό χαρακτήρα της εργασίας,που είναι ενσωματωμένη στο εμπόρευμα.

Τα είδη εργασίας είναι τόσο πολυποίκιλα, όσο και οι παραγόμενες αξίες χρήσης.

Σήμερα στον κόσμο παράγονται πάνω από 20 εκατομμύρια αξίες χρήσης. Π.χ., η εργασία του μαραγκού είναι ποιοτικά διαφορετική από την εργασία του ράφτη, του τσαγκάρη κλπ.

Τα διαφορετικά είδη εργασίας διαφέρουν το ένα από το άλλο στο σκοπό, στις μεθόδους, στα εργαλεία και, τέλος, στα αποτελέσματά τους.

Π.χ., ο μαραγκός δουλεύει με το σκεπάρνι, το πριόνι, το ροκάνι και παράγει είδη ξύλου (τραπέζια, καρέκλες, κλπ.).

Ο ράφτης παράγει ρούχα με τη βοήθεια της ραπτομηχανής, του ψαλιδιού και της βελόνας. Έτσι, βλέπουμε ότι σε κάθε αξία χρήσης είναι ενσωματωμένο ένα ορισμένο είδος εργασίας.

Η εργασία που ξοδεύτηκε με καθορισμένη μορφή είναι συγκεκριμένη εργασία.

Η συγκεκριμένη εργασία δημιουργεί την αξία χρήσης του εμπορεύματος. Αλλά αυτή η εργασία δεν είναι η μοναδική πηγή των αξιών χρήσης, που παράγει τον υλικό πλούτο.

Μια άλλη πηγή της αξίας χρήσης είναι τα υλικά αντικείμενα της φύσης.

Η συγκεκριμένη εργασία και η αξία χρήσης υπάρχουν ανεξάρτητα από το αν η παραγωγή είναι ή δεν είναι εμπορευματική.

Στις συνθήκες, όμως, της εμπορευματικής παραγωγής, η εργασία των εμπορευματοπαραγωγών δεν είναι μόνο συγκεκριμένη, αλλά και αφηρημένη.

Κατά την ανταλλαγή συγκρίνονται μεταξύ τους και εξισώνονται το ένα με το άλλο τα πιο ποικιλόμορφα εμπορεύματα που έχουν δημιουργηθεί από διαφορετικά είδη συγκεκριμένης εργασίας.

Συνεπώς, πίσω από τα διαφορετικά συγκεκριμένα είδη εργασίας κρύβεται κάτι το κοινό, που χαρακτηρίζει κάθε εργασία.



Τόσο η εργασία του μαραγκού, όσο και η εργασία του ράφτη, παρά την ποιοτική διαφορά ανάμεσα σ’ αυτά τα είδη εργασίας, αποτελούν παραγωγικό ξόδεμα του μυαλού, των νεύρων, των μυώνων κλπ. του ανθρώπου, και με αυτήν την έννοια αποτελούν όμοια ανθρώπινη εργασία, εργασία γενικά.

Η ομοιογενής κοινωνική εργασία των εμπορευματοπαραγωγών, ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη μορφή της, λέγεται αφηρημένη εργασία.

Η αφηρημένη εργασία δημιουργεί την αξία του εμπορεύματος και, μάλιστα, είναι η μοναδική πηγήτης αξίας.

Η αφηρημένη εργασία, που αποτελεί τη βάση της αξίας, εκφράζει τις οικονομικές σχέσεις μεταξύ των εμπορευματοπαραγωγών.

Η αφηρημένη και η συγκεκριμένη εργασία αποτελούν δύο πλευρές της εργασίας, που είναι ενσωματωμένη στο εμπόρευμα:
«Κάθε εργασία είναι, από τη μια, ξόδεμα ανθρώπινης εργατικής δύναμης με τη φυσιολογική έννοια, και με αυτήν την ιδιότητα της όμοιας ανθρώπινης ή αφηρημένης ανθρώπινης εργασίας αποτελεί την αξία του εμπορεύματος.

Κάθε εργασία είναι, από την άλλη, ξόδεμα ανθρώπινης εργατικής δύναμης με την ιδιαίτερη καθορισμένη σκόπιμη μορφή, και με την ιδιότητα αυτή της συγκεκριμένης ωφέλιμης εργασίας παράγει αξίες χρήσης».3

Σημειώσεις:

[1]. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμος 1, σελ. 55.
[2]. Στο ίδιο, σελ. 545.
[3]. Στο ίδιο, σελ. 60.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:35

Μέρος 8ο



Οι λειτουργίες του χρήματος – Ο νόμος της αξίας

Στην αναπτυγμένη εμπορευματική παραγωγή το χρήμα εκπληρώνει τις παρακάτω λειτουργίες:

Πρώτο, το χρήμα αποτελεί το μέτρο της αξίας όλων των εμπορευμάτων.





Αυτό σημαίνει ότι με το χρήμα μετριέται η αξία όλων των άλλων εμπορευμάτων. Το χρήμα παίζει αυτό το ρόλο, γιατί και το ίδιο είναι εμπόρευμα και έχει αξία.

Η αξία, εκφρασμένη σε χρήμα είναι η τιμή του εμπορεύματος. Π.χ. αν ένα κομμάτι ύφασμα ισούται με 10 γραμμάρια χρυσού, αυτά τα 10 γραμμάρια είναι η τιμή του εμπορεύματος.

Η αξία και η τιμή του εμπορεύματος δεν ταυτίζονται πάντα σε τόπο και χρόνο. Η τιμή πάντα κυμαίνεται γύρω από την αξία του εμπορεύματος, πάνω ή κάτω, ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση.

Η μονάδα του χρήματος και οι υποδιαιρέσεις της χρησιμεύουν σαν κλίμακα των τιμών.

Σαν μέτρο της αξίας το χρήμα μετρά την αξία των άλλων εμπορευμάτων.

Σαν κλίμακα των τιμών μετρά την ποσότητα του ίδιου του χρηματικού μετάλλου, δηλαδή του χρυσού.

Δεύτερο, το χρήμα χρησιμεύει σαν μέσο κυκλοφορίας. Με την εμφάνιση του χρήματος η άμεση ανταλλαγή παραχώρησε τη θέση της στην κυκλοφορία των εμπορευμάτων που συμβολίζεται ως Ε-Χ, (εμπόρευμα – χρήμα).

Το χρήμα, μετά την πώληση του εμπορεύματος, ο εμπορευματοπαραγωγός το χρειάζεται για να αγοράσει άλλα εμπορεύματα. Ετσι έχουμε το συμβολισμό Χ-Ε. Και ολόκληρη αυτή η διαδικασία συμβολίζεται ως εξής: Ε-Χ-Ε.

Το χρήμα εδώ είναι μεσολαβητής στην κυκλοφορία των εμπορευμάτων.

Η κυκλοφορία του χρήματος υποτάσσεται σε καθορισμένο νόμο – στο νόμο της κυκλοφορίας του χρήματος.

Ο νόμος αυτός εκφράζει την εξάρτηση της κυκλοφορίας του χρήματος από την κυκλοφορία των εμπορευμάτων.

Έτσι έχουμε ΠΧ=AT.

Οπου: Το ΠΧ είναι η ποσότητα του χρήματος, αναγκαία για την κυκλοφορία. To AT είναι το άθροισμα των τιμών των εμπορευμάτων που πουλιούνται στη δοσμένη περίοδο.






Όσο μεγαλύτερη ποσότητα εμπορευμάτων πουλιέται και όσο υψηλότερη είναι η τιμή τους, τόσο περισσότερο χρήμα απαιτείται για την κυκλοφορία.

Όσο γρηγορότερα κυκλοφορεί το χρήμα, όσο περισσότερα εμπορεύματα πραγματοποιεί η κάθε χρηματική μονάδα,1 τόσο λιγότερο χρήμα απαιτείται για την κυκλοφορία της ίδιας ποσότητας εμπορευμάτων.

Τρίτο, το χρήμα παίζει το ρόλο του μέσω της συσσώρευσης.

Όταν ένας εμπορευματοπαραγωγός πουλήσει το εμπόρευμά του και δεν αγοράσει άλλο εμπόρευμα, τότε το χρήμα αποσύρεται από την κυκλοφορία και συσσωρεύεται.

Η συσσώρευση υπαγορεύεται:

α) Από το συναγωνισμό.

β) Από την οικονομική αστάθεια και αβεβαιότητα.

Ο χρυσός είναι το πραγματικό μέσο συσσώρευσης. Στην πράξη γίνεται: και με τα μεταλλικά, και με τα χάρτινα σύμβολα.

Ο πλασματικός τους χαρακτήρας εκδηλώνεται τη στιγμή της υποτίμησης αυτών των συμβόλων.

Τέταρτο. Το χρήμα είναι μέσο πληρωμής.

Η λειτουργία αυτή του χρήματος συνδέεται με την πούληση των εμπορευμάτων με πίστωση.

Τον ίδιο ρόλο παίζει και στις πληρωμές που δε συνδέονται άμεσα με την κυκλοφορία των εμπορευμάτων, όπως είναι: πληρωμή μισθών πληρωμή φόρων, πληρωμή ενοικίων κλπ.

Πέμπτο, στις οικονομικές σχέσεις των χωρών το χρήμα παίζει το ρόλο του παγκόσμιου χρήματος.

Στο διεθνή στίβο το χρήμα παρουσιάζεται με την πρωταρχική, τη χρυσή του μορφή.

Με τη λειτουργία του παγκόσμιου χρήματος, ο χρυσός:

α) Παίζει το ρόλο του γενικού μέσου πληρωμής, περνώντας από τη μια μεριά στην άλλη.

β) Χρησιμεύει σαν γενικό μέσο αγοράς, όταν πληρώνονται εισαγόμενα εμπορεύματα.

γ) Εμφανίζεται σαν γενική ενσάρκωση του κοινωνικού πλούτου, όταν παρέχονται δάνεια στις άλλες χώρες, όταν πληρώνονται πολεμικές επανορθώσεις κλπ. Τι είναι το χρήμα


Ακολουθώντας την ιστορική ανάπτυξη της ανταλλαγής και της μορφής της αξίας, ο Μαρξ για πρώτη φορά στην ιστορία της Πολιτικής Οικονομίας αποκαλύπτει το μυστικό του χρήματος και λύνει το πρόβλημα της ουσίας του.






Το χρήμα είναι εμπόρευμα, που εκφράζει την κοινωνική αφηρημένη εργασία, συνεπώς εκφράζει και τις σχέσεις παραγωγής των εμπορευματοπαραγωγών.

Ο χρυσός σαν εμπόρευμα, σαν μέταλλο έχει τη δική του αξία χρήσης, με την οποία ικανοποιεί ορισμένες τεχνικές ανάγκες (ιατρική κλπ.).

Σαν γενικό ισοδύναμο, σαν χρήμα, ο χρυσός ικανοποιεί την κοινωνική ανάγκη της εμπορευματικής παραγωγής – να εκφράζει την αξία όλων των εμπορευμάτων.

Αυτή η ιδιότητα του χρυσού σαν χρήματος είναι η δεύτερη, κοινωνική αξία χρήσης του. Η αξία του χρυσού σαν χρήματος εκφράζεται στην αξία χρήσης των άλλων εμπορευμάτων.

Σύμφωνα με τον Μαρξ, το χρήμα είναι:
«Εμπόρευμα όλων των εμπορευμάτων. […] Το χρήμα δεν έχει τιμή. Για να συμμετέχει σε αυτήν την ενιαία σχετική μορφή της αξίας των άλλων εμπορευμάτων, θα έπρεπε να αναφερθεί στον ίδιο τον εαυτό του σαν προς το δικό του ισοδύναμο».2



Η ουσία του χρήματος συνίσταται:

α) Στο ότι είναι μέσο εμφάνισης της αξίας του κάθε εμπορεύματος,

β) Στο ότι είναι αυθόρμητος υπολογιστής της κοινωνικής εργασίας των ατομικών παραγωγών,

γ) Στο ότι κάτω από ορισμένες ιστορικές συνθήκες γίνεται μέσο εκμετάλλευσης των εργαζομένων.

Να γιατί στο χρήμα (στο χρυσό) εστιάζονται όλα τα νήματα των κοινωνικών σχέσεων.

Όπως γράφει ο Σοφοκλής στην «Αντιγόνη», το χρήμα είναι:
«Το μεγαλύτερο από όλα τα κακά του κόσμου, που έχει εξουσία».


Ο νόμος της αξίας


Η εμπορευματική παραγωγή σαν μορφή οικονομίας υποτάσσεται στους δικούς της νόμους και πρώτα απ’ όλα στο νόμο της αξίας.

Ο νόμος της αξίας απαιτεί ορισμένη ποσότητα εργασίας μιας μορφής να ανταλλάσσεται με την ίδια ποσότητα εργασίας άλλης μορφής.

Ο νόμος της αξίας συνίσταται στο ότι η ανταλλαγή των εμπορευμάτων συντελείται με βάση τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας.

Στην αναπτυγμένη εμπορευματική παραγωγή η ανταλλαγή των εμπορευμάτων γίνεται ανάλογα με τις τιμές που διαμορφώνονται στην αγορά.

Ο νόμος της αξίας είναι ακριβώς ο νόμος του σχηματισμού των τιμών.

Στη βάση των τιμών βρίσκεται η αξία και σε τελευταία ανάλυση ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας.

Στον καπιταλισμό ο νόμος της αξίας είναι αυθόρμητος ρυθμιστής της οικονομίας.

Αυτό σημαίνει ότι:

Πρώτο, ο νόμος της αξίας παρακινεί (ενθαρρύνει) τους εμπορευματοπαραγωγούς να τελειοποιούν τις μεθόδους παραγωγής και να αναπτύσσουν τις παραγωγικές δυνάμεις.

Παράδειγμα:





Ας υποθέσουμε ότι σε έναν κλάδο που παράγει κάποιο ομοειδές προϊόν (Α) υπάρχουν 3 επιχειρήσεις με διαφορετικό τεχνικό επίπεδο και με διαφορετικό βαθμό οργάνωσης της παραγωγής και της εργασίας.

Η πρώτη επιχείρηση είναι η πιο τέλεια από τεχνική άποψη και ξοδεύει 6 ώρες για ένα προϊόν (Α).

Η δεύτερη επιχείρηση είναι εκείνη η επιχείρηση που έχει μέσες συνθήκες παραγωγής και ξοδεύει 8 ώρες.

Η τρίτη επιχείρηση είναι με τις χειρότερες συνθήκες παραγωγής, η οποία ξοδεύει 10 ώρες.

Ας υποθέσουμε ακόμα ότι η μεγαλύτερη ποσότητα του εμπορεύματος (Α) παράγεται στη δεύτερη επιχείρηση με μέσες συνθήκες παραγωγής.

Σε αυτή την περίπτωση ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας που καθορίζει το μέγεθος της αξίας του εμπορεύματος, θα είναι 8 ώρες.

Όταν θα πουληθεί το εμπόρευμα (Α) με την ίδια τιμή, η πρώτη επιχείρηση όχι μόνο θα καλύψει τα έξοδά της, αλλά θα πάρει και ένα επιπρόσθετο εισόδημα, που θα ισοδυναμεί με 2 ώρες.

Αντίθετα, η τρίτη επιχείρηση από τις 10 ώρες εργασίας που ξόδεψε θα μπορέσει να καλύψει μόνο 8 ώρες.

Πάνω σε αυτή τη βάση, ανάμεσα στους παραγωγούς εμφανίζεται ένας οξύς ανταγωνισμός, ο οποίος τους αναγκάζει να μειώσουν τα ατομικά έξοδα παραγωγής του εμπορεύματος.

Για αυτό ανεβάζουν την παραγωγικότητα της εργασίας μέσω της τελειοποίησης των τεχνικών μέσων, βελτίωση της οργάνωσης της παραγωγής και της έντασης της εκμετάλλευσης των εργατών.

Δεύτερο, με βάση το νόμο της αξίας συντελείται η αυθόρμητη, η διαμέσου της αγοράς ρύθμιση των αναλογιών μεταξύ των κλάδων της οικονομίας, δηλαδή των αναλογιών στην παραγωγή των διαφόρων εμπορευμάτων.

Η απόκλιση των τιμών από την αξία είναι σαν ένα είδος βαρομέτρου που δείχνει την ύπαρξη δυσαναλογιών στον καταμερισμό της συνολικής κοινωνικής εργασίας.

Παράδειγμα:

Ας υποθέσουμε ότι σε μια δοσμένη στιγμή σημειώνεται αύξηση της ζήτησης για το εμπόρευμα (Α) και μείωση της ζήτησης για το εμπόρευμα (Β).

Η τιμή του εμπορεύματος (Α) θα είναι πάνω από την αξία, ενώ του (Β) θα είναι κάτω από την αξία.

Σε αυτές τις περιπτώσεις αρχίζει αναπόφευκτα μια μετατόπιση κεφαλαίου από τους ασύμφορους στους συμφέροντες κλάδους.





Στις συνθήκες της αναρχίας και του ανταγωνισμού οι μικροί εμπορευματοπαραγωγοί στο μεγάλο τους μέρος δεν αντέχουν, χάνουν τα μέσα παραγωγής και μετατρέπονται σε μισθωτούς εργάτες.

Ταυτόχρονα, μόνο μια μικρή ομάδα εύπορων εμπορευματοπαραγωγών έχει τη δυνατότητα να αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας, να συσσωρεύει κέρδη και να πλουτίζει.

Οι εμπορευματοπαραγωγοί αυτοί μετατρέπονται σε καπιταλιστές.

Συνεπώς, μέσα στις συνθήκες αυτές η δράση του νόμου της αξίας προκαλεί την ταξική διαφοροποίηση των εμπορευματοπαραγωγών.

Σημειώσεις:


[1]. Eνας παραγωγός πουλάει στον έμπορο 1000 λίτρα γάλα εισπράττοντας 500€. Την ίδια χρονιά πάει στον έμπορο και με τα 500€ αγοράζει 700 λίτρα πετρέλαιο. Ο έμπορος ξαναπαίρνει τα 500€ και τα βάζει στο χρηματοκιβώτιο, από όπου θα τα βγάλει του χρόνου, για την ίδια διαδικασία.

Εδώ λοιπόν, χρειάστηκαν 500€ ανά έτος για να κυκλοφορήσουν 1000 λίτρα γάλα και 700 λίτρα πετρέλαιο. Η δοσμένη ταχύτητα κυκλοφορίας χρήματος (για κάθε χρηματική μονάδα ένας κύκλος/έτος) πραγματοποίησε την δοσμένη ποσότητα κυκλοφορίας εμπορευμάτων (1000 λίτρα γάλα + 700 λίτρα πετρέλαιο) ανά έτος.

Μια άλλη χρονιά πραγματοποιούνται οι ίδιες συνολικά ποσότητες αλλά σε δύο δόσεις (από 500 λίτρα γάλα και 350 λίτρα πετρέλαιο την κάθε φορά), οπότε για τις συναλλαγές χρειάζονται μόνο 250€, που κάνουν τον κύκλο δύο φορές μέσα στην ίδια χρονιά.

Σε αυτή την περίπτωση κάθε χρηματική μονάδα κάνει δύο κύκλους/έτος, δηλαδή κυκλοφορεί με διπλάσια ταχύτητα για να πραγματοποιήσει την κυκλοφορία ίδιας ποσότητας εμπορευμάτων μέσα στην χρονιά.

Τώρα απαιτείται το μισό χρηματικό κεφάλαιο για να πραγματοποιήσει ο έμπορος τον ίδιο όγκο συναλλαγών μέσα στο έτος κι έτσι το χρήμα αξιοποιείται καλύτερα.
[2]. Καρλ Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμος 1, σελ. 108.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:36

Μέρος 9ο



Η Μετατροπή του Χρήματος σε Κεφάλαιο – Η Εργατική Δύναμη

Το θέμα αυτό κατέχει κεντρική θέση στη μαρξιστική – λενινιστική οικονομική διδασκαλία, είναι ο πυρήνας της.

Και τούτο γιατί δίνει το κλειδί για την κατανόηση της ουσίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής,του εκμεταλλευτικού του χαρακτήρα.


Το Κεφάλαιο






Εδώ η μαρξιστική οικονομία αποκαλύπτει το κίνητρο, το σκοπό της καπιταλιστικής παραγωγής, το βασικό οικονομικό νόμο του καπιταλισμού,

τη βασική παραγωγική του σχέση – την εκμετάλλευση της μισθωτής εργασίας από το κεφάλαιο – που αποτελεί και τη βασική ταξική κοινωνική αντίθεση της καπιταλιστικής κοινωνίας.

Καπιταλισμός θα πει αναπτυγμένη εμπορευματική παραγωγή.

Η εμπορευματική κυκλοφορία είναι η αφετηρία του κεφαλαίου.

Κάθε κεφάλαιο αρχίζει το δρόμο του με τη μορφή ορισμένου ποσού χρημάτων.

Το χρήμα ως το τελευταίο προϊόν της εμπορευματικής κυκλοφορίας «είναι η πρώτη μορφή εμφάνισης» του κεφαλαίου.

Για αυτό ο Μαρξ γράφει:
«Κάθε νέο κεφάλαιο εμφανίζεται για πρώτη φορά στη σκηνή, δηλαδή στην αγορά εμπορευμάτων, στην αγορά εργασίας ή στη χρηματαγορά, πάντα σαν χρήμα, σαν χρήμα που πρόκειται με ορισμένα προτσές να μετατραπεί σε κεφάλαιο».1


Αυτό σημαίνει ότι: Κάθε κεφάλαιο εμφανίζεται στην αρχή σαν χρήμα, με το οποίο θα αγοραστούν και θα πληρωθούν τα μέσα παραγωγής και η εργατική δύναμη.

Το χρήμα αυτό καθ’ εαυτό δεν είναι ακόμα κεφάλαιο.

Όταν οι απλοί εμπορευματοπαραγωγοί ανταλλάσσουν εμπορεύματα τότε το χρήμα δε φιγουράρει σαν κεφάλαιο, αλλά σαν μέσο κυκλοφορίας.

Γι’ αυτό πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα στο χρήμα σαν χρήμα και το χρήμα σαν κεφάλαιο.
«Το χρήμα σαν χρήμα και το χρήμα σαν κεφάλαιο διακρίνονται πριν απ’ όλα μόνο από τη διαφορετική μορφή κυκλοφορίας τους».2


Για την απλή εμπορευματική παραγωγή ισχύει ο τύπος:
Εμπόρευμα –> Χρήμα –> Εμπόρευμα (Ε –> Χ –> Ε).


Αυτό σημαίνει πως ένα εμπόρευμα πουλιέται για να γίνει δυνατή η αγορά ενός άλλου εμπορεύματος.

Η αρχή και το τέλος της κάθε φορά κίνησης είναι ένα εμπόρευμα. Στην προκειμένη περίπτωση το χρήμα μόνο μεσολαβεί σ’ αυτή την εμπορευματική κυκλοφορία.



Το χρήμα δεν είναι αυτόματα κεφάλαιο
Ο σκοπός της κίνησης του παραπάνω τύπου είναι: Με την παραγωγή και την πούληση μιας αξίας χρήσης να πάρουμε άλλη αξία χρήσης, δηλαδή να ικανοποιηθούν ορισμένες ανάγκες.

Στην καπιταλιστική εμπορευματική οικονομία ισχύει ο τύπος:
Χρήμα –> Εμπόρευμα –> Χρήμα (Χ –> Ε –> Χ).


Εδώ το χαρακτηριστικό είναι: Το χρήμα είναι η αρχή και το τέλος της κίνησης. Το εμπόρευμα μόνο μεσολαβεί στο προτσές της ανταλλαγής.

Ο σκοπός και το κίνητρο είναι το χρήμα και όχι το εμπόρευμα. Βέβαια, μια ανταλλαγή χρήματος με χρήμα στην ίδια ποσότητα είναι πλήρης ανοησία.

Το πραγματικό νόημα της πράξης Χ –> Ε –> Χ είναι:
Να αποσυρθεί περισσότερο χρήμα από την κυκλοφορία απ’ ό,τι ρίχτηκε σε αυτήν στην αρχή.


Γι’ αυτό, ο ολοκληρωμένος τύπος της κυκλοφορίας είναι:
Χρήμα – Εμπόρευμα – Χρήμα αυξημένο (Χ –> Ε –> Χ’),


όπου το Χ’ σημαίνει μια μεγαλύτερη ποσότητα χρήματος.

Στην προκειμένη περίπτωση το χρήμα:
«Γεννοβολάει ζωντανά νεογνά ή τουλάχιστον γεννάει χρυσά αυγά».3


Δηλαδή, η αξία γίνεται αυτοαυξανόμενη αξία, αυτοαυξανόμενο χρήμα και σαν τέτοιο γίνεται κεφάλαιο.
«Το χρήμα που στην κίνησή του διαγράφει αυτόν τον τελευταίο κύκλο, μετατρέπεται σε κεφάλαιο, γίνεται κεφάλαιο και είναι από τον προορισμό του κιόλας κεφάλαιο».4


Ο τύπος Χ –> Ε –> Χ’ είναι στην πραγματικότητα ο γενικός τύπος του κεφαλαίου, γιατί η κίνηση του κεφαλαίου σε όλους τους οικονομικούς τομείς του καπιταλισμού ολοκληρώνεται σε αυτόν το τύπο.

Εξετάζοντας το γενικό τύπο της κίνησης του κεφαλαίου Χ –> Ε –> Χ’ δικαιολογημένα γεννάται το ερώτημα:
Πώς γίνεται η προσαύξηση μιας δοσμένης αξίας; Και από ΠΟΥ προέρχεται η προσαύξηση του κεφαλαίου;


Σύμφωνα με τους αστικούς ισχυρισμούς, η προσαύξηση της αξίας προέρχεται από την κυκλοφορία.






Ο ισχυρισμός αυτός είναι αστήριχτος γιατί:

α) Οταν υπάρχει ισοδύναμη ανταλλαγή εμπορευμάτων κανένας από τους κατόχους των εμπορευμάτων δεν μπορεί να τραβήξει από την κυκλοφορία περισσότερη αξία από εκείνη που είναι ενσωματωμένη στο εμπόρευμά του.

Εδώ ισχύει η αρχή:
«Όπου υπάρχει ισότητα δεν υπάρχει κέρδος».


β) Αν υποθέσουμε ότι οι πωλητές κατορθώνουν να πουλάνε τα εμπορεύματά τους πάνω από την αξία τους, π.χ. κατά 10% τότε όταν θα γίνονταν οι ίδιοι αγοραστές θα πρέπει να πληρώνουν επιπλέον αυτό το 10% στους πωλητές.

Έτσι, ό,τι κερδίζουν σαν πωλητές των εμπορευμάτων το χάνουν σαν αγοραστές.

Συνεπώς, η αύξηση της αξίας και του κεφαλαίου δεν μπορεί να γίνει στη σφαίρα της κυκλοφορίας.

Αυτό δεν είναι καθόλου υποτίμηση του ρόλου της κυκλοφορίας.

Η κυκλοφορία είναι ένας αναγκαίος όρος για την αύξηση του κεφαλαίου.
«Το κεφάλαιο λοιπόν δεν μπορεί να πηγάζει από την κυκλοφορία και εξίσου δεν μπορεί να μην πηγάζει από την κυκλοφορία. Πρέπει να πηγάζει ταυτόχρονα και μέσα σε αυτήν και όχι μέσα σε αυτήν».5


Αυτές είναι οι αντιθέσεις του γενικού τύπου κίνησης του κεφαλαίου.

Από τη σκοπιά της κυκλοφορίας ο τύπος Χ –> Ε –> Χ’ αποτελείται από δύο χωριστά προτσές δηλαδή:

α) Από την αγορά (Χ –> Ε)

β) Από την πώληση (Ε’ –> Χ’)

Όπως βλέπουμε, το εμπόρευμα εμφανίζεται δύο φορές και μάλιστα σαν «Ε» και σαν «Ε’».

Ανάμεσα στο «Ε» και «Ε’», πρέπει να έχει συμβεί κάτι το αποφασιστικό: Ανάμεσα στην αγορά και στην πώληση πρέπει να κρύβεται η αύξηση της αξίας.

Το χαρακτηριστικό είναι ότι:

Ενώ στη σφαίρα της κυκλοφορίας κυριαρχεί η τυπική ισότητα ανάμεσα στους καπιταλιστές και στους μισθωτούς εργάτες, οι δυο τους στέκονται αντιμέτωποι σαν ιδιοκτήτες εμπορευμάτων και ανταλλάσσουν ισοδύναμα.

Αντίθετα, στη σφαίρα της παραγωγής φαίνεται η πραγματική ανισότητα ανάμεσα στους καπιταλιστές και στους εργάτες. Εδώ φανερώνεται η ανταγωνιστική ταξική σχέση.

Η αύξηση της αξίας και του κεφαλαίου δημιουργείται κατά τη χρήση των εμπορευμάτων που αγοράστηκαν από τους καπιταλιστές.

Αυτό είναι δυνατό μόνο αν βρίσκεται σε αυτά ένα τέτοιο εμπόρευμα, το οποίο δημιουργεί με τη χρήση του αξία. Αυτό το εμπόρευμα είναι η ανθρώπινη εργατική δύναμη.

Το εμπόρευμα Εργατική Δύναμη


Όταν λέμε εργατική δύναμη ή ικανότητα για εργασία εννοούμε:
Το σύνολο των φυσικών και πνευματικών ικανοτήτων που υπάρχουν στη ζωντανή προσωπικότητα ενός ανθρώπου και που τις βάζει σε κίνηση κάθε φορά που παράγει οποιουδήποτε είδους αξίες χρήσης.

Εμπόρευμα όμως η εργατική δύναμη γίνεται μόνο στον καπιταλισμό.



Ο δούλος δεν μπορούσε να πουλήσει την εργατική του δύναμη, γιατί ο ίδιος μαζί με την εργατική του δύναμη ανήκε στο δουλοκτήτη.

Δεν μπορούσε να πουλήσει την εργατική του δύναμη και ο δουλοπάροικος, γιατί και εκείνος βρισκόταν σε προσωπική εξάρτηση από το φεουδάρχη.

Μόνο ο προσωπικά ελεύθερος άνθρωπος μπορεί να πουλήσει την εργατική του δύναμη.

Αλλά και αυτό δε φτάνει.

Πρέπει να είναι διπλά ελεύθερος έστω και τυπικά.

α) Μόνο όποιος δε διαθέτει κανενός είδους μέσα παραγωγής.

β) Συνεπώς ούτε και τα αναγκαία μέσα για τη ζωή. Μπορεί να πουλήσει την εργατική του δύναμη.

Οι προσωπικά ελεύθεροι άνθρωποι πρέπει να είναι:
«Ελεύθεροι εργάτες, πωλητές της δικής τους εργατικής δύναμης και επομένως πωλητές της εργασίας.

Ελεύθεροι εργάτες με τη διπλή έννοια, με την έννοια πως ούτε αυτοί οι ίδιοι ανήκουν άμεσα στα μέσα παραγωγής, όπως οι δούλοι, οι δουλοπάροικοι κλπ., και με την έννοια πως ούτε σε αυτούς ανήκουν τα μέσα παραγωγής,

όπως γίνεται λ.χ. στους αγρότες που διαχειρίζονται μόνοι το νοικοκυριό τους κλπ., απεναντίας είναι ελεύθεροι απαλλαγμένοι από αυτά, τα στερούνται».6
Σημειώσεις:

[1]. Καρλ Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμος 1, σελ. 159.
[2]. Στο ίδιο, σελ. 159.
[3]. Στο ίδιο, σελ. 167.
[4]. Στο ίδιο, σελ. 160.
[5]. Στο ίδιο, σελ. 178.
[6]. Στο ίδιο, σελ. 739.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:36

Μέρος 10ο
Οι ιδιότητες της εργατικής δύναμης



Όπως κάθε εμπόρευμα έτσι και η εργατική δύναμη (ΕΔ) σαν εμπόρευμα, έχει δύο βασικές ιδιότητες, αξία και αξία χρήσης.






Η αξία της ΕΔ σαν εμπόρευμα καθορίζεται από τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας που είναι απαραίτητος, για την παραγωγή και την αναπαραγωγή της.

Η αναπαραγωγή της ΕΔ συνίσταται στην αποκατάσταση των δυνάμεων και της ενέργειας που ξοδεύει ο εργάτης.

Για να γίνει αυτό πρέπει ο εργάτης να φάει, να πιει, να ντυθεί, να ξεκουραστεί, να έχει κατοικία κλπ.

Οι φορείς της ΕΔ είναι θνητοί και τη θέση τους, των εργατών που έγιναν ανίκανοι για εργασία, πρέπει να την καταλάβουν άλλοι, κυρίως η νέα γενιά του προλεταριάτου.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η αξία του εμπορεύματος ΕΔ είναι ίση με την αξία των αντικειμένων κατανάλωσης που είναι αναγκαία για τη συντήρηση του εργάτη και της οικογένειάς του.

Το μέγεθος της αξίας του εμπορεύματος ΕΔ καθορίζεται από πολλούς παράγοντες: Στην πορεία της ιστορικής εξέλιξης της κοινωνίας αλλάζουν το επίπεδο και τα μέσα ικανοποίησης των συνηθισμένων αναγκών του εργάτη.

Στις διάφορες χώρες το επίπεδο των συνηθισμένων αναγκών του εργάτη δεν είναι το ίδιο.






Οι ιδιομορφίες του ιστορικού δρόμου που πέρασε η κάθε χώρα και των συνθηκών μέσα στις οποίες διαμορφώθηκε η τάξη των μισθωτών εργατών, καθορίζουν κατά πολύ το χαρακτήρα των αναγκών της.

Οι κλιματολογικές και άλλες φυσικές συνθήκες ασκούν μια ορισμένη επίδραση στις ανάγκες του εργάτη (τροφή, ρούχα, κατοικία κλπ.).

Επίσης σημαντικός παράγοντας που περιλαμβάνεται στην αξία της ΕΔ είναι οι δαπάνες για την ικανοποίηση των πολιτιστικών αναγκών του εργάτη και της οικογένειάς του (μόρφωση παιδιών, αγορά εφημερίδων, βιβλίων, κλπ.).

Η τιμή της ΕΔ όπως και κάθε άλλου εμπορεύματος, διακυμαίνεται ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση.

Ακόμα το επίπεδο της αξίας και της τιμής της ΕΔ εξαρτάται και από τη δύναμη και συσπείρωση της εργατικής τάξης της δοσμένης χώρας, από την ικανότητά της να αντιμετωπίσει την πίεση της αστικής τάξης, η οποία επιδιώκει να μειώσει το επίπεδο αυτό.

Η αξία χρήσης της ΕΔ σαν εμπόρευμα συνίσταται στην ικανότητά της να δημιουργεί αξία και μάλιστα αξία μεγαλύτερη από αυτήν που έχει η ίδια η εργατική δύναμη.

Σε ό,τι αφορά την ποσότητα και τη δομή των αξιών χρήσης, καθώς και το μέγεθος της αξίας τους που είναι απαραίτητες για την κανονική αναπαραγωγή της ΕΔ, παρατηρούνται δύο τάσεις σήμερα:

Από τη μια μεριά σημειώνεται αύξηση, όχι μόνο ποσοτική αλλά και ποιοτική – περισσότερα εμπορεύματα και υπηρεσίες με διαφορετική δομή όπως είναι τα ψυγεία, τα πλυντήρια, οι τηλεοράσεις, τα τηλέφωνα και άλλα μακράς χρήσης προϊόντα.






Και από την άλλη μεριά η εμφάνιση νέων αναγκών, λόγω της επιστημονικο-τεχνικής επανάστασης, η οποία ολοένα και αυξάνει το μερίδιο της σύνθετης, υψηλά ειδικευμένης εργασίας και μειώνει αντίστοιχα εκείνο της απλής (ανειδίκευτης) εργασίας.

Οι αλλαγές στο χαρακτήρα και την ένταση της εργασίας όπως και στο φυσικό περιβάλλον, έχουν ως συνέπεια την αύξηση όχι μόνο της ποσότητας αλλά και της ποιότητας των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών,

ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις στεγαστικές και συγκοινωνιακές ανάγκες, αλλά και των δαπανών για τη γενική και την ειδική μόρφωση των εργαζομένων.

Ολα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της αξίας της εργατικής δύναμης.

Η κίνηση όμως της αξίας της ΕΔ επιδέχεται την επίδραση και παραγόντων που αντιστρατεύονται την τάση αυτή.

Και αυτοί οι παράγοντες προέρχονται από την πιο γοργή, σε σχέση με τις προκαπιταλιστικές κοινωνίες, ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.

Η ανάπτυξη αυτή αυξάνει την παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας, η οποία οδηγεί στη μείωση της αξίας της ΕΔ, της αξίας των μέσων συντήρησής της.




Η παραγωγικότητα της κοινωνικής εργασίας στις περισσότερες καπιταλιστικές χώρες, μακροπρόθεσμα αυξάνει πιο γρήγορα απ’ ό,τι οι εκφραζόμενες, στην αγοραστική δύναμη του μισθού εργασίας, δαπάνες για αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης.

Γι’ αυτό οι τάσεις στην κίνηση της αξίας της ΕΔ πρέπει πάντα να εξετάζονται συγκριτικά σε σχέση με την υπεραξία.


Στις σημερινές συνθήκες μόνο το 1/3, αν όχι το 1/4 από τη νεοδημιουργημένη από το μισθωτό εργάτη αξία, πηγαίνει για την αναπαραγωγή του εμπορεύματος εργατική δύναμη.

Αυτή η αντιφατική εξάρτηση εξηγείται με το διπλό χαρακτήρα της εργασίας, που παράγει το εμπόρευμα.

Στο ερώτημα: Ποια από τις δύο αυτές τάσεις της αξίας της ΕΔ, στη συγκεκριμένη χώρα και περίοδο επικρατεί,

αυτό είναι ένα ζήτημα που κατά πρώτο και κύριο λόγο εξαρτάται από την πορεία της παραγωγικότητας της κοινωνικής εργασίας και των αναγκών της εργατικής τάξης.

Αυτό βέβαια καθόλου δε σημαίνει ότι καλύπτονται όλες οι ανάγκες της εργατικής δύναμης. Απεναντίας.

Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του καπιταλισμού είναι η συνεχής τάση να πληρώνεται η ΕΔ κάτω από την αξία της.

Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι η αξία της ΕΔ, είναι εκείνο το χρηματικό ποσό που απαιτείται για την αγορά των μέσων συντήρησης του εργάτη και της οικογένειάς του, αποτελεί τη χρηματική έκφραση της αξίας ή την τιμή της εργατικής δύναμης. Η ΕΔ σαν εμπόρευμα έχει ορισμένες ιδιομορφίες







α) Ενώ όλα τα άλλα εμπορεύματα πωλούνται για πάντα, η εργατική δύναμη σαν εμπόρευμα πουλιέται μόνο για ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα -μέρα, βδομάδα, μήνα κλπ.

β) Η πώληση της ΕΔ μόνο για ένα χρονικό διάστημα διαφυλάσσει την προσωπική ελευθερία του προλεταριάτου.

γ) Επειδή η ΕΔ είναι αδιαχώριστη από τον κάτοχό της, η κατανάλωση της ΕΔ στην καπιταλιστική επιχείρηση είναι ταυτόχρονα και εκμετάλλευση του ίδιου του μισθωτού εργάτη.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:37

Μέρος 11ο

Το κεφάλαιο (σταθερό και μεταβλητό)



Τι είναι το κεφάλαιο; Είναι η βασική σχέση παραγωγής στον καπιταλισμό. Το κεφάλαιο δεν είναι καθόλου ένα αιώνιο φαινόμενο.

Αντίθετα, αποτελεί μια ιστορική κατηγορία που γεννήθηκε νομοτελειακά σε μια ορισμένη ιστορική φάση ανάπτυξης της κοινωνίας.





Σύμφωνα με τον ορισμό του Κ. Μαρξ, το κεφάλαιο είναι:

α) «Αυτοαξιοποιούμενη αξία, αυτοαυξανόμενη αξία»,1

β) «Αξία που δημιουργεί αξία»,2

γ) «Το κεφάλαιο είναι πεθαμένη εργασία που ζωντανεύει μονάχα, σαν το βρικόλακα, ρουφώντας ζωντανή εργασία και ζει τόσο περισσότερο, όσο περισσότερη ζωντανή εργασία ρουφά».3

Αυτός ο μαρξιστικός ορισμός δείχνει:
Πως το κεφάλαιο είναι μια κοινωνική σχέση των καπιταλιστών προς τους μισθωτούς εργάτες.
Πως το κεφάλαιο αποτελεί την κύρια σχέση παραγωγής με την οποία είναι συνδεμένοι όλοι οι οικονομικοί νόμοι και οι αντιθέσεις του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής.


Click image for larger version

Name: %CE%97-%C2%AB%CE%AC%CE%B3%CE%BD%CF%89%CF%83%CF%84%CE%B7%C2%BB-%CE%B5%CF%80%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AE%CE%BC%CE%B7-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CE%9F%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%AF%CE%B1%CF%82-%E2%80%93
Views: 1
Size: 22.7 KB
ID: 2167834




Σε αντίθεση με το μαρξισμό, οι αστοί οικονομολόγοι ανακηρύχνουν για κεφάλαιο κάθε μέσο παραγωγής:

Αρχίζοντας από την πέτρα και το ραβδί του πρωτόγονου ανθρώπου και φτάνουν μέχρι τις σημερινές υπερσύγχρονες μηχανές και εργαλεία.

Ένας από τους κορυφαίους εκπροσώπους της αστικής κλασικής πολιτικής οικονομίας ο Νταβίντ Ρικάρντο θεωρούσε ότι:
«Κεφάλαιο είναι το μέρος εκείνο του πλούτου μιας χώρας που χρησιμοποιείται στην παραγωγή και που αποτελείται από μέσα διατροφής, είδη ενδυμασίας, εργαλεία, πρώτες ύλες, μηχανές κλπ., από πράγματα που είναι απαραίτητα για να επιτευχθούν αποτελέσματα με την εργασία».4
Τα ίδια πράγματα περίπου λένε και οι Έλληνες αστοί οικονομολόγοι, όταν γράφουν ότι:
«Κεφάλαιο είναι το σύνολο των διαρκών αγαθών που έχουν παραχθεί και που χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία για την παραγωγή άλλων αγαθών».5
Είναι εμφανές ότι ο αστικός ορισμός του κεφαλαίου αποσκοπεί να κρύψει την καπιταλιστική εκμετάλλευση, να παρουσιάσει το κεφάλαιο σαν αιώνιο και αμετάβλητο όρο ύπαρξης της ανθρώπινης κοινωνίας και τον καπιταλισμό σαν αιώνιο κοινωνικο – οικονομικό σύστημα.

Ποια είναι η αλήθεια;

Η αλήθεια είναι ότι τα μέσα παραγωγής, το χρήμα και τα εμπορεύματα μετατρέπονται σε κεφάλαιο μόνο στον καπιταλισμό, όπου είναι ατομική ιδιοκτησία της αστικής τάξης και χρησιμεύουν σαν μέσο εκμετάλλευσης της ξένης μισθωτής εργασίας. Η διάρθρωση του κεφαλαίου

Τα διάφορα μέρη του κεφαλαίου παίζουν διαφορετικό ρόλο στο προτσές της παραγωγής της υπεραξίας.

Ο καπιταλιστής ένα μέρος από το επενδυμένο κεφάλαιό του το ξοδεύει, για να χτίσει το κτίριο του εργοστασίου, για να αποκτήσει εγκαταστάσεις και μηχανές, για να αγοράσει πρώτες ύλες, καύσιμα, βοηθητικά υλικά.



Η αξία αυτού του μέρους του κεφαλαίου μεταφέρεται τμηματικά στο νέο παραγόμενο εμπόρευμα, στο βαθμό που τα μέσα παραγωγής καταναλώνονται ή φθείρονται στο προτσές της εργασίας.

Το μέρος αυτό του κεφαλαίου που δεν αλλάζει το μέγεθός του στο προτσές της παραγωγής και συμμετέχει πολλές φορές στο προτσές της παραγωγής, ονομάζεται σταθερό κεφάλαιο.

Το άλλο μέρος του επενδυμένου κεφαλαίου, ο καπιταλιστής το δαπανά για την αγορά της εργατικής δύναμης – για τη μίσθωση εργατών.

Σε αντάλλαγμα αυτού του μέρους του δαπανημένου κεφαλαίου ο καπιταλιστής παίρνει στο τέλος του προτσές της παραγωγής την καινούρια αξία, που παρήγαγαν οι εργάτες στην επιχείρησή του.

Όπως ήδη γνωρίζουμε, η καινούρια αυτή αξία είναι μεγαλύτερη από την αξία της εργατικής δύναμης που αγόρασε ο καπιταλιστής.

Έτσι, το μέρος εκείνο του κεφαλαίου που ξοδεύεται για το μισθό των εργατών στο προτσές της παραγωγής, μεταβάλλει το μέγεθός του:
Αυξάνεται με τη δημιουργία από τους εργάτες της υπεραξίας, που την ιδιοποιείται δωρεάν ο καπιταλιστής.
Το μέρος του κεφαλαίου που ξοδεύεται για την αγορά εργατικής δύναμης (δηλαδή για το μισθό εργασίας των εργατών και αυξάνεται στο προτσές της παραγωγής) ονομάζεται μεταβλητό κεφάλαιο.

Η διαίρεση αυτή του κεφαλαίου σε σταθερό και μεταβλητό κεφάλαιο έγινε για πρώτη φορά από τον Κ. Μαρξ.

Με τη διαίρεση αυτή αποκαλύφθηκε ο ειδικός ρόλος του μεταβλητού κεφαλαίου που ξοδεύεται για την αγορά της εργατικής δύναμης.




Η εκμετάλλευση των μισθωτών εργατών από τους καπιταλιστές αποτελεί την πραγματική πηγή της υπεραξίας.

Αυτός είναι και ο λόγος που η αστική πολιτική οικονομία δεν αναγνωρίζει τη διαίρεση του κεφαλαίου σε σταθερό και μεταβλητό κεφάλαιο.
Σημειώσεις:

[1]. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμ. 1, σελ. 207
[2]. Κ. Μαρξ: «Θεωρίες για την υπεραξία, Μέρος πρώτο», σελ. 438.
[3]. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τόμ. 1, σελ. 244.
[4]. Κ. Μαρξ: «Θεωρίες για την υπεραξία, Μέρος δεύτερο», σελ. 466.
[5]. Καθηγητές: Θ. Γεωργακόπουλος (ΑΣΟΕΕ), Θ. Λιανός (ΑΣΟΕΕ), Θ. Μπένος (ΑΒΣΘ), Γ. Τσεκούρας (ΑΒΣΘ), Μ. Χατζηπροκοπίου (ΑΒΣΘ), Γ. Χρήστου (ΑΒΣΘ). Στην «Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία», Αθήνα 1977, σελ. 21.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Manolis
Δημοσιεύσεις: 1985
Εγγραφή: 07 Σεπ 2018, 14:06

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Manolis » 23 Μαρ 2019, 15:37

Μέρος 12ο


Υπεραξία και Βαθμός Εκμετάλλευσης




Αφού αγοράσει την εργατική δύναμη και τα μέσα παραγωγής ο καπιταλιστής οργανώνει την παραγωγή εμπορευμάτων.

Το προτσές της εργασίας στην καπιταλιστική επιχείρηση έχει διπλό χαρακτήρα:




Από τη μια μεριά είναι προτσές δημιουργίας αξιών χρήσης (υφάσματα, παπούτσια, ρούχα, ψωμί, μηχανές κλπ., αντικείμενα που μπορούν να χρησιμοποιούν οι άνθρωποι).

Από την άλλη, είναι προτσές δημιουργίας αξίας.Αυτό ενδιαφέρει τον καπιταλιστή, γιατί στην αξία των νέων εμπορευμάτων που δημιουργήθηκε από την εργασία των μισθωτών εργατών,

υπάρχει εκτός από την αξία της εργατικής δύναμης και των μέσων παραγωγής και ένα πρόσθετο μέρος της αξίας, το οποίο ιδιοποιείται δωρεάν ο καπιταλιστής.

Εκείνο ακριβώς το μέρος της αξίας που δημιουργείται από την εργασία των μισθωτών εργατών, αλλά δεν πληρώνεται από τον καπιταλιστή, είναι η υπεραξία.

Ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής προϋποθέτει ένα σχετικά υψηλό επίπεδο παραγωγικότητας της εργασίας, όπου ο εργάτης χρειάζεται μονάχα ένα μέρος της εργάσιμης μέρας, για να δημιουργήσει μια αξία ίση με την αξία της εργατικής δύναμης.

Η υπεραξία δημιουργείται μόνο στην παραγωγή, στο προτσές της εκμετάλλευσης της εργασίας από το κεφάλαιο.

Ας πάρουμε ένα παράδειγμα με το εμπόρευμα (Ε) και υποθέσουμε ότι:
Η εργάσιμη μέρα είναι ένα 8ωρο.
Το 8ωρο διαιρείται σε δύο ίσα μέρη:

α) Σε αναγκαίο χρόνο εργασίας – 4 ώρες, όπου ο εργάτης παράγει αξία ίση με την αξία της εργατικής του δύναμης.

β) και σε πρόσθετο χρόνο εργασίας, – 4 ώρες, όπου ο εργάτης δουλεύει δωρεάν στον καπιταλιστή.

Βεβαίως, η αναλογία ανάμεσα στον αναγκαίο χρόνο εργασίας και στον πρόσθετο αλλάζουν, αλλά αυτός ο διαχωρισμός υπάρχει πάντα στον καπιταλισμό.

Στη διάρκεια της εργάσιμης μέρας των 8 ωρών ο εργάτης παράγει εμπορεύματα.

Σ’ αυτά εμπεριέχεται μέρος της αξίας του σταθερού κεφαλαίου που μεταβιβάζεται με την εργασία στα νέα εμπορεύματα και η αξία της εργατικής δύναμης.

Η αξία των εμπορευμάτων που παράγονται στο 8ωρο είναι μεγαλύτερη από το άθροισμα της αξίας του σταθερού κεφαλαίου που μεταβιβάστηκε σ’ αυτά και της αξίας της εργατικής δύναμης.

Γιατί αν ήταν ίση, τότε ο καπιταλιστής θα πουλούσε τα εμπορεύματα αλλά δε θα αποκόμιζε κέρδος.Θα έπαιρνε πίσω μόνο το σύνολο του κεφαλαίου που είχε δαπανήσει για την παραγωγή τους.

Έτσι στο παράδειγμά μας, μέσα σε 8 ώρες εργασίας ας υποθέσουμε ότι παράγονται εμπορεύματα αξίας 60€.

Η αξία του σταθερού κεφαλαίου, (πρώτες ύλες, απόσβεση μηχανών, κτιρίων κλπ.), είναι 44€ και η αξία της εργατικής δύναμης είναι 8€.



Ο καπιταλιστής δαπάνησε κεφάλαιο 44+8=52€, αλλά η αξία των νέων εμπορευμάτων είναι 60€.

Επομένως, στη διάρκεια των 8 ωρών έχουμε παραγωγή παραπάνω αξίας 8€. Αυτή η νέα αξία είναι η υπεραξία.

Έτσι στις πρώτες 4 ώρες, (αναγκαίος χρόνος εργασίας), ο εργάτης παρήγαγε αξία ίση με την αξία της εργατικής του δύναμης, (η αξία του σταθερού κεφαλαίου προϋπάρχει στα χτίρια, τα μηχανήματα, τις πρώτες ύλες και απλά μεταβιβάζεται στα παραγόμενα εμπορεύματα),

ενώ τις επόμενες 4 ώρες, (πρόσθετος χρόνος εργασίας) παρήγαγε νέα αξία 8€, την υπεραξία, που καρπώνεται ο καπιταλιστής.

Η υπεραξία των 8€ δημιουργείται από την απλήρωτη πρόσθετη εργασία του εργάτη που παράγει το εμπόρευμα (Ε).

Ακριβώς σε αυτήν τη δωρεάν ιδιοποίηση από τους καπιταλιστές του προϊόντος της απλήρωτης εργασίας των εργατών, δηλαδή στην ιδιοποίηση της υπεραξίας, συνίσταται η ουσία της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

Η υπεραξία γεννιέται στην παραγωγή και εκδηλώνεται στην κυκλοφορία.

Η παραγωγή και η ιδιοποίηση της υπεραξίας από τους καπιταλιστές είναι ο βασικός οικονομικός νόμος του καπιταλισμού. Οι δύο τρόποι αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης


Βαθμός εκμετάλλευσης είναι η σχέση πρόσθετου προς τον αναγκαίο χρόνο εργασίας ή αλλιώς η σχέση υπεραξίας προς την αξία της εργατικής δύναμης.

Κάθε καπιταλιστής προσπαθεί με κάθε τρόπο να αυξήσει το μερίδιο της υπεραξίας που απομυζά από τον εργάτη.

Η υπεραξία που παράγεται με την παράταση της εργάσιμης μέρας, επομένως και με την αύξηση του πρόσθετου χρόνου εργασίας, ονομάζεται απόλυτη υπεραξία.

Αυτό γινόταν στις αρχές του καπιταλισμού. Σύγχρονη μορφή του είναι οι υπερωρίες.

Η υπεραξία που προέρχεται από την ελάττωση του αναγκαίου χρόνου εργασίας και την αντίστοιχη αύξηση του πρόσθετου χρόνου εργασίας, με σταθερό τον ημερήσιο εργάσιμο χρόνο, ονομάζεται σχετική υπεραξία.






Η βασική μέθοδος αύξησης της σχετικής υπεραξίας είναι η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.

Γιατί η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας σημαίνει παραγωγή περισσότερων εμπορευμάτων στη διάρκεια του ημερήσιου χρόνου εργασίας, επομένως και περισσότερη νέα αξία.

Εκτός από την απόλυτη και τη σχετική υπεραξία, υπάρχει και η πρόσθετη υπεραξία. Αυτή είναι παραλλαγή της σχετικής υπεραξίας.

Η πηγή της πρόσθετης υπεραξίας είναι η υψηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας σε ορισμένες επιχειρήσεις σε σύγκριση με το μέσο επίπεδο για το δοσμένο κλάδο παραγωγικότητας.

H ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων είναι ένα προοδευτικό φαινόμενο. Αλλά στις συνθήκες του καπιταλισμού η ανάπτυξη αυτή συνδέεται πάντοτε με το δυνάμωμα της εκμετάλλευσης των εργατών.

Οι δύο αυτοί τρόποι αύξησης της υπεραξίας παίζουν διαφορετικό ρόλο στις διάφορες βαθμίδες της ιστορικής ανάπτυξης του καπιταλισμού:

Στην περίοδο της μανιφακτούρας, όπου η τεχνική βρισκόταν σε χαμηλό επίπεδο και προχωρούσε σχετικά αργά, την κυριότερη σημασία είχε η αύξηση της απόλυτης υπεραξίας.

Με την παραπέρα ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων του καπιταλισμού στη μηχανική και κυρίως στη σύγχρονη περίοδο, όταν η αναπτυγμένη σε πολύ υψηλό επίπεδο τεχνική επιτρέπει ν’ αυξάνεται γρήγορα η παραγωγικότητα της εργασίας,

οι καπιταλιστές πετυχαίνουν μια τεράστια ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης,προπαντός με την αύξηση της σχετικής υπεραξίας.

Ταυτόχρονα, οι καπιταλιστές επιδιώκουν, όπως και πριν, με κάθε τρόπο την παράταση της εργάσιμης μέρας (όπως γίνεται και σήμερα με την αλλαγή των εργασιακών σχέσεων) και ιδιαίτερα την αύξηση της εντατικότητας της εργασίας. Η σημασία της θεωρίας για την υπεραξία


Ο Κ. Μαρξ στο «Κεφάλαιο» ερεύνησε την οικονομική διάρθρωση της καπιταλιστικής κοινωνίας.Αποκάλυψε τις σχέσεις που διέπουν τις δύο βασικές τάξεις της καπιταλιστικής κοινωνίας.

Οι σχέσεις μεταξύ της αστικής τάξης και της εργατικής τάξης είναι σχέσεις εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και καταπίεσης του προλεταριάτου από την τάξη των καπιταλιστών.






Από τις σχέσεις αυτές απορρέουν οι ανταγωνιστικές ταξικές αντιθέσεις και η ταξική πάλη.

Την κοινωνικο-οικονομική βάση αυτών των ανταγωνιστικών σχέσεων την αποτελεί η καπιταλιστική ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής.

Με τη θεωρία της υπεραξίας ο Μαρξ ανέλυσε επιστημονικά, για πρώτη φορά, την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης από την τάξη των καπιταλιστών.

Ατράνταχτη απόδειξη γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι η ύπαρξη και η αύξηση του κεφαλαίου είναι δυνατές μόνο στη βάση της εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας από το κεφάλαιο, και η υπεραξία που προέρχεται από την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης είναι μεταξύ τους αχώριστα συνδεδεμένα.

Ο Κ. Μαρξ στο νόμο της υπεραξίας, που είναι ο βασικός οικονομικός νόμος του καπιταλισμού, ανακάλυψε τον οικονομικό νόμο κίνησης του σύγχρονου καπιταλισμού.

Η θεωρία της υπεραξίας δίνει το κλειδί ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί να καταργήσει την εκμετάλλευση μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού.

Η θεωρία της υπεραξίας αναδείχνει, θεμελιώνει και αποδεικνύει την αντικειμενική αναγκαιότητα της ενιαίας οικονομικής, πολιτικής και ιδεολογικής πάλης.

Η θεωρία της υπεραξίας τεκμηριώνει επιστημονικά την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης, σαν νεκροθάφτη του καπιταλισμού και δημιουργού της σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής κοινωνίας.

Ολα αυτά έκαναν το Β.Ι. Λένιν να χαρακτηρίσει τη διδασκαλία της υπεραξίας σαν
«Τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομικής θεωρίας του Μαρξ».1
Σημειώσεις:


[1]. Β. Ι. Λένιν: «Οι τρεις πηγές και τα τρία συστατικά μέρη του μαρξισμού». Απαντα, τόμ. 23, σελ. 46.
Μπορείτε να με βρείτε και εδώ: https://www.forums.gr/member/63826-manolis-7

Αρρηνmax41postspermonth
Δημοσιεύσεις: 445
Εγγραφή: 30 Μάιος 2018, 18:31
Phorum.gr user: Μητσάκος

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Αρρηνmax41postspermonth » 24 Μαρ 2019, 04:35

Πολύ ενδιαφέρουσες οι αναλύσεις που πάρετέθησαν, μένει να δούμε
κατά πόσον είναι λογικά και αναντίρρητα ανακόλουθο να δικάζει κάποιος το αντάρτικο του 46-49 χωρίς να είναι σε θέση να αποδομήσεις τα ανωτέρω
μένει να το δούμε κάποια στιγμή αυτό το ζήτημα κατάματά όμως ,να μην το προσπεράσουμε...
...και να σταματήσουμε καποιά στιγμή να επαναλαμβάνουμε σαν αυτιστικά η ιδεολογική ηγεμονίας της αριστεράς και η ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς ...
νομίζω ότι το ρεζουμέ των ανώτερων είναι η συνειδητοποίηση των ατεγκτών οικονομικών νόμων και η συμπόρευση με αυτούς ώστε να επιτευχθεί ο στόχος που θέτει ο μαρξισμός λενινισμός,
με άλλα λόγια μέχρι την εποχή του καπιταλισμού η ανθρωπότης είχε θολή αντίληψη για την εξέλιξης της κοινωνίας με βάση τους οικονομικούς νόμους... κατι σαν καράβι που πάλευε αβοήθητο με τα κύματα ,μετά ηρθε ο Μαρξ κι ο Λένιν και εξήγησε που βρισκόμαστε και με ποιον τρόπο θα μπορούμε να βελτιώσουμε τη θέση μας ως παραγωγικά και κοινωνικά όντα ,λογικό ακούγεται.
Υγ. ναι βέβαια μπορείς να επιλέξεις να μη συμφωνήσει με τους στόχους του μαρξισμού και του λενινισμόυ αλλά πάντα η απάντηση θα είναι μία και μοναδική
κακό του κεφαλιού σου...
Aράζω ξάπλα oλημερίς
και κάνω μαύρες σκέψεις:
Mην πεις για τoν Mελιγαλά,
Aρ(ρ)η(ν) (!!!!), γιατί θα μπλέξεις...

pylothess
Δημοσιεύσεις: 6738
Εγγραφή: 19 Απρ 2018, 22:39
Phorum.gr user: pylothess

Re: Η «άγνωστη» επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από pylothess » 17 Απρ 2019, 21:56

Αρρηνmax41postspermonth έγραψε:
24 Μαρ 2019, 04:35

...και να σταματήσουμε καποιά στιγμή να επαναλαμβάνουμε σαν αυτιστικά η ιδεολογική ηγεμονίας της αριστεράς και η ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς ...
Η ιδεολογική ηγεμονία της αριστεράς είναι λαϊκισμός. Όπως λαϊκισμός είναι επίσης και το Rolex του Κουτσούμπα και ότι η κόρη της Αλέκας είναι εσώκλειστη σε οκοτροφείο στην Ελβετία με καλόγριες. Λαϊκισμός είναι επίσης έξω οι κλέφτες ,οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι τεμπέληδες κ.τ.λ. Λαϊκσιμός είναι επίσης να πούμε ότι το κεφάλαιο φταίει για όλα. Το ΚΚΕ είναι το ίδιο λαϊκίστικο όπως και όλα τα υπόλοιπα.

Συμφωνώ με τις αναλύσεις πιο πάνω . Αυτά τα πράγματα τα γράφουν ακόμη και τα "αστικά" η επισήμως φιλελεύθερα εγχειρίδια αστικής οικονομίας.
Ποιος φιλελεύθερος οικονομολόγος αρνείται σήμερα για παράδειγμα ότι ο εργαζόμενος πληρώνεται λιγότερα από αυτά που προσφέρει; Ξεκάθαρα πράγματα. Στόχος είναι το Κέρδος. Αν δεν βγάζουμε κέρδος ,γιατί να γίνουμε επιχειρηματίες; Καλύτερα να πάμε να σκάψουμε κανένα χωράφι.
Αυτό που κάποιοι αποκαλούν πλεονεξία. Ναι αλλά πως θα δωθούν κίνητρα για ανάπτυξη και παραγωγικότητα χωρίς το κέρδος; Κάποιος φερ'ειπείν απλώς επειδή διακατέχεται από αλτρουιστικά συναισθήματα, όπως αυτοί που βοηθάνε στα συσσίτια στην ενορία, θα καθίσει και θα σχεδιάσει καινούρια προϊόντα;

Επίσης ο μαρξισμός δεν δίνει απαντήσεις στο πρόβλημα της μόλυνσης και καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος.

Απάντηση


  • Παραπλήσια Θέματα
    Απαντήσεις
    Προβολές
    Τελευταία δημοσίευση

Επιστροφή στο “Φιλοσοφία πολιτικής”

Phorum.com.gr : Αποποίηση Ευθυνών