Τι είναι το χρήμα
Ακολουθώντας την ιστορική ανάπτυξη της ανταλλαγής και της μορφής της αξίας, ο Μαρξ για πρώτη φορά στην ιστορία της Πολιτικής Οικονομίας αποκαλύπτει το μυστικό του χρήματος και λύνει το πρόβλημα της ουσίας του.
Το χρήμα είναι εμπόρευμα, που εκφράζει την κοινωνική αφηρημένη εργασία, συνεπώς εκφράζει και τις σχέσεις παραγωγής των εμπορευματοπαραγωγών.
Ο χρυσός σαν εμπόρευμα, σαν μέταλλο έχει τη δική του αξία χρήσης, με την οποία ικανοποιεί ορισμένες τεχνικές ανάγκες (ιατρική κλπ.).
Σαν γενικό ισοδύναμο, σαν χρήμα, ο χρυσός ικανοποιεί την κοινωνική ανάγκη της εμπορευματικής παραγωγής - να εκφράζει την αξία όλων των εμπορευμάτων.
Αυτή η ιδιότητα του χρυσού σαν χρήματος είναι η δεύτερη, κοινωνική αξία χρήσης του.
Η αξία του χρυσού σαν χρήματος εκφράζεται στην αξία χρήσης των άλλων εμπορευμάτων.
Το χρήμα είναι: «εμπόρευμα όλων των εμπορευμάτων» (Κ. Μαρξ).
«Το χρήμα δεν έχει τιμή. Για να συμμετέχει σε αυτήν την ενιαία σχετική μορφή της αξίας των άλλων εμπορευμάτων, θα πρεπε ν' αναφερθεί στον ίδιο τον εαυτό του σαν προς το δικό του ισοδύναμο».1
Η ουσία του χρήματος συνίσταται:
α) στο ότι είναι μέσο εμφάνισης της αξίας του κάθε εμπορεύματος,
β) στο ότι είναι αυθόρμητος υπολογιστής της κοινωνικής εργασίας των ατομικών παραγωγών,
γ) στο ότι κάτω από ορισμένες ιστορικές συνθήκες γίνεται μέσο εκμετάλλευσης των εργαζομένων.
Να γιατί στο χρήμα (στο χρυσό) εστιάζονται όλα τα νήματα των κοινωνικών σχέσεων. (Οπως γράφει ο Σοφοκλής στην «Αντιγόνη», το χρήμα είναι: «το μεγαλύτερο από όλα τα κακά του κόσμου, που έχει εξουσία»).
Ο νόμος της αξίας
Ηεμπορευματική παραγωγή σαν μορφή οικονομίας υποτάσσεται στους δικούς της νόμους και πρώτα απ' όλα στο νόμο της αξίας.
Ο νόμος της αξίας απαιτεί ορισμένη ποσότητα εργασίας μιας μορφής να ανταλλάσσεται με την ίδια ποσότητα εργασίας άλλης μορφής.
Ο νόμος της αξίας συνίσταται στο ότι η ανταλλαγή των εμπορευμάτων συντελείται με βάση τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο εργασίας.
Στην αναπτυγμένη εμπορευματική παραγωγή η ανταλλαγή των εμπορευμάτων γίνεται ανάλογα με τις τιμές που διαμορφώνονται στην αγορά.
Ο νόμος της αξίας είναι ακριβώς ο νόμος του σχηματισμού των τιμών.
Στη βάση των τιμών βρίσκεται η αξία και σε τελευταία ανάλυση ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας.
Στον καπιταλισμό ο νόμος της αξίας είναι αυθόρμητος ρυθμιστής της οικονομίας.
Αυτό σημαίνει ότι:
Πρώτο, ο νόμος της αξίας παρακινεί (ενθαρρύνει) τους εμπορευματοπαραγωγούς να τελειοποιούν τις μεθόδους παραγωγής και να αναπτύσσουν τις παραγωγικές δυνάμεις.
Παράδειγμα:
Ας υποθέσουμε ότι σε έναν κλάδο που παράγει κάποιο ομοειδές προϊόν (Α) υπάρχουν 3 επιχειρήσεις με διαφορετικό τεχνικό επίπεδο και με διαφορετικό βαθμό οργάνωσης της παραγωγής και της εργασίας.
Η πρώτη επιχείρηση είναι η πιο τέλεια από τεχνική άποψη και ξοδεύει 6 ώρες για ένα προϊόν (Α).
Η δεύτερη επιχείρηση είναι εκείνη η επιχείρηση που έχει μέσες συνθήκες παραγωγής και ξοδεύει 8 ώρες.
Η τρίτη επιχείρηση είναι με τις χειρότερες συνθήκες παραγωγής, η οποία ξοδεύει 10 ώρες.
Ας υποθέσουμε ακόμα ότι η μεγαλύτερη ποσότητα του εμπορεύματος (Α) παράγεται στη δεύτερη επιχείρηση με μέσες συνθήκες παραγωγής.
Σε αυτή την περίπτωση ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας που καθορίζει το μέγεθος της αξίας του εμπορεύματος, θα είναι 8 ώρες.
Οταν θα πουληθεί το εμπόρευμα (Α) με την ίδια τιμή, η πρώτη επιχείρηση όχι μόνο θα καλύψει τα έξοδά της, αλλά θα πάρει και ένα επιπρόσθετο εισόδημα, που θα ισοδυναμεί με 2 ώρες.
Αντίθετα, η τρίτη επιχείρηση από τις 10 ώρες εργασίας που ξόδεψε θα μπορέσει να καλύψει μόνο 8 ώρες.
Πάνω σε αυτή τη βάση, ανάμεσα στους παραγωγούς εμφανίζεται ένας οξύς ανταγωνισμός, ο οποίος τους αναγκάζει να μειώσουν τα ατομικά έξοδα παραγωγής του εμπορεύματος.
Γι' αυτό ανεβάζουν την παραγωγικότητα της εργασίας μέσω της τελειοποίησης των τεχνικών μέσων, βελτίωση της οργάνωσης της παραγωγής και της έντασης της εκμετάλλευσης των εργατών.
Δεύτερο, με βάση το νόμο της αξίας συντελείται η αυθόρμητη, η διαμέσου της αγοράς ρύθμιση των αναλογιών μεταξύ των κλάδων της οικονομίας, δηλαδή των αναλογιών στην παραγωγή των διαφόρων εμπορευμάτων.
Η απόκλιση των τιμών από την αξία είναι σαν ένα είδος βαρομέτρου που δείχνει την ύπαρξη δυσαναλογιών στον καταμερισμό της συνολικής κοινωνικής εργασίας.
Παράδειγμα:
Ας υποθέσουμε ότι σε μια δοσμένη στιγμή σημειώνεται αύξηση της ζήτησης για το εμπόρευμα (Α) και μείωση της ζήτησης για το εμπόρευμα (Β).
Η τιμή του εμπορεύματος (Α) θα είναι πάνω από την αξία, ενώ του (Β) θα είναι κάτω από την αξία.
Σε αυτές τις περιπτώσεις αρχίζει αναπόφευκτα μια μετατόπιση κεφαλαίου από τους ασύμφορους στους συμφέροντες κλάδους.
Στις συνθήκες της αναρχίας και του ανταγωνισμού οι μικροί εμπορευματοπαραγωγοί στο μεγάλο τους μέρος δεν αντέχουν, χάνουν τα μέσα παραγωγής και μετατρέπονται σε μισθωτούς εργάτες.
Ταυτόχρονα, μόνο μια μικρή ομάδα εύπορων εμπορευματοπαραγωγών έχει τη δυνατότητα να αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας, να συσσωρεύει κέρδη και να πλουτίζει.
Οι εμπορευματοπαραγωγοί αυτοί μετατρέπονται σε καπιταλιστές.
Συνεπώς, μέσα στις συνθήκες αυτές η δράση του νόμου της αξίας προκαλεί την ταξική διαφοροποίηση των εμπορευματοπαραγωγών.
1. Κ. Μαρξ: «Το Κεφάλαιο», τ. 1, σελ. 108.
Του
Γιώργου ΠΟΛΥΜΕΡΙΔΗ