Φράγμα αποβλήτων ορυχείου σιδήρου κατέρρευσε και προκλήθηκε χείμαρρος με λυματώδη λάσπη. Δυστυχώς υπάρχουν 9 νεκροί και 150 αγνοούμενοι εργάτες
Δεν ξέρω τι ρύπους έχει η λάσπη αλλά η επιβάρυνση στο περιβάλλον θα είναι τεράστια.
Στις ΣΚουριές θέλουν να κάνουν τέτοια λίμνη απόθεσης αποβλήτων από την επεγεργασία των μεταλλευμάτων αδιαφορώντας ότι η περιοχή είναι πάνω σε σεισμικό ρήγμα όπως είπε ο υιός Παπαζάχος στο θεατράκι της Καλαμαριάς.
Ο καθηγητής Γεωφυσικής του ΑΠΘ Κώστας Παπαζάχος υπογράμμισε το «παράδοξο» του μεταλλευτικού κανονισμού, να εγκρίνεται μελέτη τεχνικών έργων, με στοιχεία «που πολλές φορές τα στοιχεία μπορεί να είναι και περιγραφικά» και στη συνέχεια στις επιμέρους άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας να παρέχεται τεκμηρίωση για το εάν μπορεί να γίνει εφαρμογή επί του πεδίου. Σημείωσε, για παράδειγμα, ότι στις σεισμικές μελέτες για τα δύο φράγματα του Καρατζά Λάκκου και του Λοτσάνικου, τα οποία σχεδιάζονται να γίνουν κοντά στο ρήγμα του Γοματίου, οι μελετητές της εταιρίας «δεν μπορούν να κατηγορηθούν ότι είπαν ψέματα», αλλά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είπαν και «όλη την αλήθεια». Παρότι στη μελέτη υπάρχει η γενική περιγραφή και για τα δύο φράγματα, οι απαιτούμενες εξειδικευμένες αναλύσεις που ακολουθούν, γίνονται μόνο για το πρώτο φράγμα, κάτι το οποίο δεν προβλέπεται από το νομικό πλαίσιο. «Το αστείο είναι ότι η ίδια η μελέτη στις πρώτες αναλύσεις τις πιο απλές βγάζει ότι το δεύτερο φράγμα - αυτό για το οποίο δεν έγιναν αναλύσεις - έχει δυσμενέστερα σενάρια από το πρώτο».
«Οι συνάδελφοι πράγματι έχουν υπολογίσει πολύ μεγάλες τιμές για την περιοχή, εδώ, της τάξης του 0,5 g, είναι πιο μεγάλες από αυτές τις οποίες δέχονται τα κτίρια στην Κεφαλονιά και στη Ζάκυνθο και δε μπορεί κανείς να κατηγορηθεί ότι έκρυψε την αλήθεια» είπε ο κ. Παπαζάχος, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι για ορισμένες παραδοχές, δεν λαμβάνονται υπόψη άλλες παράμετροι, εξίσου σημαντικοί, όπως «η διάρκεια κι όχι μόνο το μέγεθος ενός σεισμού», όπως θα ήταν το σωστό, καθώς «διακυβεύονται πολύ μεγάλες μετατοπίσεις, πολύ βαρβάτες μετακινήσεις». Επικαλέστηκε τα συμπεράσματα, της ίδιας, της μελέτης της εταιρίας, όπου σε περίπτωση πολύ μεγάλου σεισμού, προβλέπεται μετατόπιση του φράγματος έως και εννέα μέτρα, με τέσσερα μέτρα μετατόπιση του πυρήνα του φράγματος και διερωτήθηκε ποια κατασκευή μπορεί να αντέξει μια τέτοια μετατόπιση και να παραμείνει σταθερή και λειτουργική. Επιπλέον, είπε, ότι στη μελέτη έχουν αγνοηθεί «πλήρως» οι επιπτώσεις λόγω της εγγύτητας τους με τα ρήγματα, καθώς «εκτός από τη σεισμική ταλάντωση, θα δεχτούν και μεγάλες πρωτογενείς μετατοπίσεις».
«Καθαρά επιστημονικά, η μελέτη παρουσιάζει σοβαρές τεχνικές ελλείψεις, αγνοούν ότι είναι δίπλα σε πολύ μεγάλα ρήγματα στην πράξη» σημείωσε ο κ. Παπαζάχος. Για το σχεδιαζόμενο φράγμα στον Κοκκινόλακκα είπε ότι δεν έχει υπάρξει προηγούμενο, να σχεδιάζεται ένα τέτοιο φράγμα που να συγκρατεί επικίνδυνα απόβλητα επεξεργασίας μεταλλευμάτων, πάνω σε ένα τέτοιο ρήγμα, που «διαπιστωμένα έχει δώσει τις μεγαλύτερες επιφανειακές μετατοπίσεις στην Ελλάδα τον 20ου». Υπογράμμισε, ότι το φράγμα θα βρίσκεται «ακριβώς πάνω στο ρήγμα», του σεισμού με μέγεθος 7,0 της Ιερισσού του 1932, που δημιούργησε μια σχισμή στο έδαφος «πλάτους δύο και βάθους δέκα μέτρων και μήκους 7 χλμ., η οποία ακολουθεί τη διαδρομή Στρατώνι - Μαντεμ Λάκκο - Στρατονίκη και είχε 161 νεκρούς, 669 τραυματίες και 4.106 κατεστραμμένα κτίρια στην περιοχή».
Ο διευθυντής Ερευνών του ΙΤΣΑΚ - ΟΑΣΠ Βασίλης Λεκίδης αναφέρθηκε στη μελέτη της εταιρίας, υπογραμμίζοντας ότι «σύμφωνα με τον ελληνικό αντισεισμικό κανονισμό απαιτείται έρευνα δεδομένων, με τουλάχιστον πέντε επιταχυσιονγραφήματα και σύμφωνα με τον ευρωκώδικα επτά», ενώ οι μελετητές της εταιρείας έχουν χρησιμοποιήσει μόνο τρία, παίρνοντας, ως παραδείγματα, τρεις σεισμούς που παράγουν ενέργεια σε υψηλές συχνότητες (απομακρυσμένους από το ρήγμα) δηλαδή, της Λευκάδας, της Καλαμάτας και του Αιγίου. Διερωτήθηκε για ποιο λόγο δεν πήραν σεισμό με επίκεντρο κοντά στο ρήγμα, όπως το σεισμό της Κεφαλονιάς, ώστε να μελετήσουν τις επιπτώσεις στο φράγμα. «Γιατί θα βγάζανε δυσμενέστερα αποτελέσματα, λόγω του ότι η ιδιοπερίοδος του φράγματος είναι κοντά στο 1 δευτερόλεπτο» είπε ο κ. Λεκίδης. Σημείωσε, επίσης, ότι «φαραωνικές» κατασκευές όπως αυτά τα φράγματα, καμία σχέση δεν έχουν με τα τριώροφα κτίρια της Κεφαλονιάς.
«Πιστεύετε, ότι με μετακινήσεις της τάξεως, από 4 έως 9 μέτρα, όπως αποφαίνεται η μελέτη τους, θα έχουμε ελαστική συμπεριφορά του φράγματος; Όχι φυσικά δε θα έχει. Δε χρησιμοποιείται (στη μελέτη) η φασματική ανάλυση, δε χρησιμοποιούνται τα σωστά φάσματα σχεδιασμού και απόκρισης, έπρεπε να έχει ληφθεί υπόψη το δυσμενέστερο σενάριο, όπως της Κεφαλονιάς, το οποίο θα οδηγούσε σε μεγαλύτερες μετακινήσεις» είπε ο κ. Λεκίδης και πρόσθεσε : «Στην Ελβετία δίνουν όρια (μετακίνησης) μισό μέτρο, στις ΗΠΑ δίνουν 1,5-2 μέτρα, στη Γαλλία 4 μέτρα, αλλά εδώ έχουμε μέχρι 9 μέτρα. Και αυτές τις μετακινήσεις τις έχουμε, με τα φυσικά επιταχυσιονγραφήματα, που δε φορτίζονται πολύ τα φράγματα, αν βάλουμε τα τεχνητά, τότε πιθανό να φτάσουμε και στα δεκαπέντε μέτρα μετακίνησης, κάτι με το οποίο ως ενδεχόμενο δε μπορεί κανείς να διανοηθεί ότι αυτό το φράγμα θα είναι χρήσιμο μετά από ένα ισχυρό σεισμό».
«Το ένα τρίτο (470.000 μελίσσια ) των μελισσιών έρχεται στη Χαλκιδική και στη Θάσο κάθε φθινόπωρο για να συλλέξουν το πευκόμελο που είναι μοναδικό παγκοσμίως, ανέφερε ο γεωπόνος, διδάκτωρ μελισσοκομίας στο ΑΠΘ, Γιώργιος Γκόρας και πρόσθεσε :«Οποιαδήποτε επιβάρυνση ή έλλειψη του πεύκου θα επηρεάσει σημαντικά τη μελισσοκομία της χώρας».
https://www.makthes.gr/
Δυστυχώς, η Χαλκιδική απέχει 600 χιλιόμετρα από την Αθήνα, Αν ήταν κοντά ή στην Πελοπόννησο δε νομίζω να άφηναν να γίνει τέτοια ''επένδυση'' ειδικά σε ένα μέρος που αποφέρει δισεκατομμύρια ευρώ από τον τουρισμό και την γεωργία.
«Το ένα τρίτο (470.000 μελίσσια ) των μελισσιών έρχεται στη Χαλκιδική και στη Θάσο κάθε φθινόπωρο για να συλλέξουν το πευκόμελο που είναι μοναδικό παγκοσμίως, ανέφερε ο γεωπόνος, διδάκτωρ μελισσοκομίας στο ΑΠΘ, Γιώργιος Γκόρας και πρόσθεσε :«Οποιαδήποτε επιβάρυνση ή έλλειψη του πεύκου θα επηρεάσει σημαντικά τη μελισσοκομία της χώρας».
«Η παραγόμενη σκόνη, εάν ειδικά περιέχει και βαρέα μέταλλα, μπορεί να επηρεάσει το νέκταρ, για το μέλι και τη γύρη (πρωτείνη), που είναι οι τροφές των μελισσών, να περιορίσει τη δυνατότητα των μελισσών να ανιχνεύουν με την οσμή τα άνθη, αλλά και τη διαδικασία της επικονίασης των φυτών. Για να γίνει ένα κιλό μέλι οι μέλισσες πρέπει να επισκεφθούν είκοσι εκατομμύρια άνθη, αν μειωθούν τα φυτά αυτό αυτομάτως μειώνεται» είπε ο κ. Γκόρας.