Γέροντες της εποχής μας - Αμβρόσιος Λάζαρης

Θρησκείες, Θεοί και παραδόσεις.

Συντονιστής: ΟΥΤΙΣ

bluerose
Δημοσιεύσεις: 9426
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 22:08

Γέροντες της εποχής μας - Αμβρόσιος Λάζαρης

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από bluerose » 11 Απρ 2019, 00:55

Εικόνα


Ο Γέροντας Αμβρόσιος Λάζαρης, ο πνευματικός της ιεράς Μονής Παναγίας της Γαυριώτισσας του Δαδίου
αποτελεί μια αγιασμένη ιερατική μορφή


Βίος
SpoilerShow
Ιερομόναχος Αμβρόσιος Λάζαρης γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1912 στα Λαζαράτα Λευκάδος και ανήκε σε πολύτεκνη οικογένεια πέντε τέκνων. Το κοσμικό του όνομα ήταν Σπυρίδων. Ο πατέρας του υπηρέτησε για χρόνια στους Βαλκανικούς πολέμους με ξεχωριστό θάρρος και τόλμη. Αργότερα υπηρέτησε ως γραμματοδιδάσκαλος στη Λευκάδα και μαρτυρίες αναφέρουν ότι ήταν πολύ αυστηρός και αυταρχικός. Αντίθετα, σύμφωνα με τις μαρτυρίες η μητέρα του ήταν πολύ ήπιος και ήρεμος άνθρωπος και ο Γέροντας της είχε αδυναμία. Ο Γέροντας Αμβρόσιος έκρυβε, όχι τυχαίως, μέσα στο γιγαντώδες σώμα του μια λεπτή παιδική ψυχή φλεγόμενη από θείο έρωτα.

Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν δύσκολες στο χωριό και η πείνα θέριζε όλες τις οικογένειες, με αποτέλεσμα ο Γέροντας στην παιδική του ηλικία να στερηθεί πολλά. Αναγκάστηκε πολύ νωρίς να σταματήσει το σχολείο, προκειμένου να βοηθήσει την οικογένεια, εργαζόμενος ως εργάτης σε κτήματα των συγχωριανών του. Γράμματα δεν έμαθε πολλά, όμως χάρη στη μητέρα του είχε καλή επαφή με τον Χριστό και την Εκκλησία. Από πολύ νωρίς εξέφραζε την πίστη του στον πνευματικό κόσμο, επισκεπτόμενος τους ναούς και απομακρυσμένα εξωκκλήσια.

Οι κουβέντες εύστοχες και συχνά αυστηρές με ύφος έντονο που όμως έκρυβε τις μεγάλες ευαισθησίες και την ασίγαστη λαχτάρα του να μην χάσουν οι άνθρωποι την ψυχή τους. Με πηγαίο χιούμορ και βλέμμα που ακτινογραφούσε. Ένας χαρακτήρας τόσο ιδιαίτερος, με πίστη ακλόνητη και αδιατάραχτη προς τον Χριστό, την Παναγία και τις άγιες πνευματικές οντότητες. Μάλιστα, επειδή είχε ωραίο παράστημα επιλέχθηκε στους ευζώνους στο στρατό. Το βλέμμα του ήταν πάντα καθάριο και αγνό. Την ομορφιά του, τη δύναμη και τα νιάτα του προσέφερε με προθυμία στο Χριστό, καθώς αυτό που τον ενδιέφερε ήταν ο πλούτος της ψυχής και τις πίστης στο Θείο Λόγο.

Αμέσως μετά το στρατό πήγε στο Άγιο Όρος. Με το που έμεινε στο Μοναστήρι έπαψε να έχει επαφές με την οικογένειά του. Εκείνοι τον επισκέπτονταν και εκείνος τους εξεδήλωνε την αγάπη του, όπως για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη και τους βοηθούσε μέσα από τις προσευχές του. Τα υλικά αγαθά και το παρελθόν του τον άφηναν αδιάφορο. Για εκείνον αλλού βρισκόταν ο πλούτος, η κατοικία και η αληθινή ευτυχία.

Βγήκε από το Άγιο Όρος, με προτροπή του αγαπημένου του φίλου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, πήγε στην Ιερά Μονή της Παναγίας της Γαυριώτισσας στο Δαδί. Στα χρόνια της ιταλογερμανικής Κατοχής, ηγούμενος της Μονής από τον Οκτώβριο του 1940 και για 2,5 χρόνια υπήρξε ο Αρχιμανδρίτης Γερμανός Δημάκος (με το ψευδώνυμο Ανυπόμονος κατά την περίοδο της Αντίστασης), μετέπειτα ηγούμενος της Μονής Αγάθωνος από το 1950 και μετά, με μεγάλο πνευματικό, κοινωνικό και πολιτιστικό έργο. Η ηγουμένη τότε της Μονής, Γερόντισσα Παρθενία, είχε ζητήσει από τον Γέροντα Πορφύριο, που πολύ εκτιμούσε, κάποιον καλό Πνευματικό και εκείνος πρότεινε τον Γέροντα Αμβρόσιο.

Ο τότε Μητροπολίτης Φθιώτιδος Αμβρόσιος τον χειροτόνησε πρώτα ιεροδιάκονο μετονομάζοντας τον Σπυρίδωνα σε Αμβρόσιο και λίγες ημέρες αργότερα εκάρη πρεσβύτερος με τον τίτλο του Αρχιμανδρίτου. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα του έδωσε την ευλογία για «το της πνευματικής αξίας λειτούργημα» (του Πνευματικού). Όμως, επειδή η Μονή Δαδίου ήταν πολύ φτωχή και δύσκολα τα χρόνια πήγε ως εφημέριος σε διάφορους ναούς, ενισχύοντας οικονομικά τη Μονή. Στην Ιερά Μονή Δαδίου ο Γέροντας από το 1954 ήταν ο Πνευματικός και εκεί έζησε, προσευχήθηκε, βοήθησε την Γερόντισσα να ανακατασκευάσει το Μοναστήρι, στήριξε πλήθος ανθρώπων στις ποικίλες δυσκολίες που αντιμετώπιζαν. Φανερώθηκε από τον Θεό στον κόσμο κυρίως τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του.

Η περιφρόνηση των υλικών αγαθών, οι αγώνες του κατά της ψυχολέθρου αμαρτίας, η αγάπη του για τους πονεμένους ανθρώπους και η αφοσίωσή του στα Μοναχικά ιδεώδη τον κατέστησαν έσοπτρο του Αγίου Πνεύματος «ακτινοβόλους αστραπάς εισδεχόμενον».

Στο πρόσωπό του συγκεντρώνονται πολλά χαρίσματα και αρετές, που οδήγησαν πλήθος ψυχών απλανώς προς τον Κύριο. Ο χαρακτήρας του συνδύαζε την αδιατάρακτη πίστη του προς τον Χριστό, την Παναγία Μητέρα του και τις Άγιες πνευματικές Οντότητες, τις οποίες έπλασε ο Θεός, αλλά και την αγάπη του προς τους ανθρώπους. Διαρκώς εφάρμοζε τη μετάνοια ως τον μόνο και σίγουρο δρόμο που οδηγεί στον Παράδεισο και αγαλλιάζει τις πονεμένες ψυχές.

Ο Γέροντας είχε αποκτήσει το χάρισμα της νοεράς προσευχής, της ευχής του Ιησού (Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με), η οποία έβγαινε από μέσα του αβίαστα, καρδιακά. Ο ίδιος είχε πει κάποτε ότι είχε ωφεληθεί πολύ από τον Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή, καθώς και από τον Σοφρώνιο του Έσσεξ.

Είχε το χάρισμα της θεωρίας, της αγάπης, της σοφίας, το προορατικό και διορατικό χάρισμα, καθώς και το χάρισμα να μιλάς στην ψυχή των ανθρώπων. Οι νουθεσίες του, οι ομιλίες του πάνω σε διάφορα θέματα ήταν πάρα πολλές. Συχνά έλεγε: Ο Κύριος Ιησούς Χριστός είναι ο Σωτήρας μας, ο οποίος ήρθε στη Γη για να πιάσει τον άνθρωπο από τα χέρια και να τον ανεβάσει στον ουρανό. Κανένας άλλος τρόπος δεν θα μπορούσε να υπάρξει που να απαλλάξει τον άνθρωπο από την ενοχή και την καταδίκη μετά την πτώση των πρωτοπλάστων. Κι εμείς οι απόγονοι αυτών φέραμε τα ιδιώματα του γήινου ανθρώπου, φέραμε τις αδυναμίες και όλα τα παρεπόμενα που ακολουθούν τον σύγχρονο άνθρωπο στην παρούσα ζωή του».

«Βλέπουμε πόσο υποφέρουν οι άνθρωποι σήμερα, γι' αυτό και με την ταπεινή μας αδυναμία να λέμε πολλές φορές την ημέρα «Δέσποινα Παναγία μας έλα και σώσε μας γιατί χανόμαστε. Έλα, Εσύ είσαι η δύναμη η θεϊκή» και βλέπουμε ότι η Παναγία όταν με την καρδιά μας, με την ψυχή μας, με ειλικρίνεια στην καρδιά και με πίστη σταθερή πούμε και επικαλεστούμε το όνομά Της το Άγιο, τότε η Παναγία μας δε θα μας εγκαταλείψει, μέχρι τέλους θα βρίσκεται εδώ μέσα, σ' αυτόν τον ταλαίπωρο κόσμο της εποχής».

Είναι κατάδηλο ότι ήταν συνδεδεμένος με τον Κύριο του σύμπαντος, ο Οποίος τον χρησιμοποιούσε ως αγγελιαφόρο και ως δίαυλο, προκειμένου να μεταφέρει στους άλλους ανθρώπους το θέλημά Του, το μήνυμά Του, το σχέδιό Του. Επομένως ο πιστός, που είχε ανάγκη από τη βοήθεια του Θεού, μπορούσε να την δέχεται μέσα από αυτόν τον επίγειο Άγγελό Του, όπως και μέσα από άλλους «ασυρματιστές του Θεού», ήτοι τους Γέροντες Παϊσιο, Πορφύριο, Ιάκωβο Τσαλίκη. Αγαπημένος του φίλος ήταν ο Γέροντας Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης.

Ήταν άνθρωπος της προσευχής, της μετανοίας. Για την εξομολόγηση τόνιζε ότι είναι το μυστήριο της φιλανθρωπίας του Θεού και ότι πρέπει να εξομολογούμαστε στον πνευματικό τα πάντα. Έλεγε μάλιστα ότι η ελευθερία που παίρνουμε από το Άγιο Πνεύμα, όταν φανερώνουμε τους λογισμούς μας, είναι τεράστια. Με τον Γέροντα Πορφύριο είχε κοινά τα χαρίσματα της ταπείνωσης, της μετάνοιας και της αγάπης. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο ότι μετά την κοίμηση του Γέροντος Πορφυρίου την 2 Δεκεμβρίου 1991, ο Γέρων Αμβρόσιος κοιμήθηκε λίγα χρόνια αργότερα την ίδια όμως ημερομηνία, την 2 Δεκεμβρίου 2006. Είναι φανερό ότι ο Θεός οικονόμησε να φύγουν την ίδια μέρα.

Όμως και με την Γερόντισσα Παρθενία παρουσίαζε κοινά χαρίσματα, που δεν είναι άλλα από το γνήσιο Ορθόδοξο φρόνημα, την καλοσύνη, την ειρήνη και την προσευχή.

Η ενοίκηση του Παναγίου Πνεύματος στην ύπαρξή του τον κατέστησε οντότητα πολλών προσωπικών θαυμάτων και δέκτη θείων φωτοφανειών. Αυτή η ακτινοβολία που εξέπεμπε είλκυσε ως μαγνήτης πολλούς ανθρώπους κοντά του. Επί πολλές δεκαετίες η αγιασμένη Μάνδρα της Παναγίας στις πλαγιές του Παρνασσού είχε καταστεί ζωοδόχος πηγή για τους «πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην».

Ήταν τόσο αγαπητός που τον επισκέπτονταν καθημερινά πλήθη ανθρώπων, κοσμικών και λαϊκών. Χαρακτηριστική ήταν η αγάπη, η τιμή και η ευλάβεια που έδειχνε προς τους Αγίους. Γι' αυτό και εδέχθη πολλών Αγίων την επίσκεψη: οι Άγιοι Ανάργυροι, ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο Άγιος Αμβρόσιος των Μεδιολάνων, ο Άγιος Χαρίτων, ο Όσιος Λουκάς, ο Άγιος Ανδρέας, ο Άγιος Γεράσιμος, ο Άγιος Τίτος, ο Άγιος Παντελεήμων, ο Άγιος Νεκτάριος, κ.ά.

Ολοκληρώνοντας την πολύ σύντομη αναφορά μας για τον θεοφώτιστο πνευματικό πατέρα, Γέροντα Αμβρόσιο, σκόπιμη κρίνεται η παράθεση μιας νουθεσίας, που συμπυκνώνει στο περιεχόμενό της το πηγαίο πνευματικό φρόνημα του Γέροντος. «Πρέπει ν' αποφασίσουμε να βάζουμε το θέλημά μας στο Θέλημα του Θεού. Αυτό είναι μεγάλη υπόθεση, γιατί τότε ελευθερώνεσαι. Αν βάλεις το θέλημά σου στο Θέλημα του Θεού, ο κόσμος να χαλάσει θα είσαι ειρηνικός και ατάραχος. Γιατί καμιά δυσκολία, κανένα πρόβλημα ή καμιά ευτυχία δεν είναι δική μας. Του Θεού είναι. Ο διαχειριστής της ζωής και του θανάτου είναι Άλλος, όχι εμείς. Και ο Γέροντας Αμβρόσιος αυτό μας δίδαξε με τη ζωή του».

bluerose
Δημοσιεύσεις: 9426
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 22:08

Re: Γέροντες της εποχής μας - Αμβρόσιος Λάζαρης

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από bluerose » 11 Απρ 2019, 01:01

Διδαχές


Εντάξει, δέχομαι το παράπονό σου αλλά, το δικό σου φταίξιμο ποιο είναι;


Τα θεμέλια της Μετάνοιας, η απλότητα και η ειλικρίνεια, που αν λειτουργήσουν με οδηγό τις Εντολές του Χριστού, γίνονται Μετάνοια


Ή Γραφή είναι μία και αιώνια και αληθινή. Δεν μπορούμε να παίρνουμε κομμάτια και να τη χρησιμοποιούμε όπως μας βολεύει. Έχουμε κάνει τον δικό μας Θεό. Κόβουμε και ράβουμε ότι μας συμφέρει

bluerose
Δημοσιεύσεις: 9426
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 22:08

Re: Γέροντες της εποχής μας - Αμβρόσιος Λάζαρης

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από bluerose » 11 Απρ 2019, 01:08

Θαύματα

Το διορατικό χάρισμα


SpoilerShow









Ένας άνδρας από τη Ρόδο συνήθιζε να γονατίζει από σεβασμό, όταν επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με τον Γέροντα. Άλλα μια μέρα πού τον είχε πάρει να ζητήσει ευχή για τον ίδιο Και για το παιδί του, τον άκουσε να ρωτά:

- Δεν μου λες, ποιος είναι πίσω σου, στο δεξιό μέρος; Ό άνθρωπος κοίταξε, αλλά δεν είδε κάποιον.

- Κανένας, Γέροντα.

- Κανένας, ε; Δεν είναι ο Κύριος;

Ό άλλος τότε πρόσεξε. Υπήρχε όντως στον τοίχο μία εικόνα του Κυρίου εσταυρωμένου.

- Ναι, Γέροντα, ψέλλισε.

-Ε, απ' Αυτόν να ζητάς την ευχή Και την προστασία Και σ' Αυτόν να γονατίζεις Και να προσεύχεσαι, του απάντησε από το Δαδί εκείνος, πού, εννοείται, δεν ήξερε τίποτε για το πώς συμπεριφέρεται ο άνθρωπος ή για το πως είναι διαμορφωμένο το εσωτερικό του σπιτιού του.







Κάποτε επισκέφτηκε το Μοναστήρι μια συντροφιά από τη Χαλκίδα. Μεταξύ αυτών ήταν και μία γυναίκα, ή οποία πολύ ευλαβείτο τον Γέροντα.

Κάποια στιγμή μπήκαν στο κελί του, περιγελώντας και αμφισβητώντας τον, ο άνδρας της κι ένας φίλος του. Ή γυναίκα περίμενε απ' έξω με μεγάλη ανυπομονησία. Όπως μπήκαν, έτσι και βγήκαν. Γελούσαν και ειρωνεύονταν.

Αυτή απόρησε. Και μπήκε μέσα, να δείτε είχε συμβεί. Ό Γέροντας της είπε:

- Μη στενοχωριέσαι, παιδί μου. Ήρθαν χωρίς διάθεση. Κούτσουρα ήρθαν και κούτσουρα έφυγαν.






- Μια μέρα τον επισκέφθηκαν τέσσερις νέοι, τρεις Έλληνες Και ένας κατά το ήμισυ Έλληνας Και κατά το άλλο ήμισυ Γάλλος. Μπήκε πρώτος στο κελί του ο ένας Έλληνας, στον όποιο ο Γέροντας είχε μεγάλη αγάπη.

- Γέροντα, ευλογείτε. Έχω έλθει με κάποιους φίλους μου. Να περάσουν;

- Όχι. Να φέρεις τον Στέφανο πρώτα.

-Ποιόν Στέφανο; είπε ο άνθρωπος απορώντας και βγήκε να βεβαιωθεί. Επέστρεψε σε λίγο.

Δεν υπάρχει Στέφανος, Γέροντα.

Βρε, φέρε τον Στέφανο μέσα, έκανε χαμογελώντας ο παππούς, και μπήκε τελικά ο Έτιέν (έτσι λέγεται ο Στέφανος στα γαλλικά), έμεινε για ώρα μόνος του με τον Γέροντα Και βγήκε έπειτα κλαίγοντας.

- Μου ανέλυσε όλη μου τη ζωή, από τότε πού γεννήθηκα μέχρι τώρα, πρόλαβε να πει ο άνθρωπος κι απομακρύνθηκε να μείνει μόνος με τις αποκαλύψεις πού του είχαν γίνει.







Ήταν κάποια γυναίκα πάμφτωχη σ' ένα μικρό χωριό της Αιτωλοακαρνανίας Και είχε τρία παιδιά. Κατάφερε να τα μεγαλώσει με απίστευτες στερήσεις Και δυσκολίες, όμως με μια μοναδική αξιοπρέπεια. Ή κυρα-Βασιλική.

Πέθανε παραμονή της Παναγίας του 1998. Την επόμενη μέρα, 15 Αυγούστου, το φτηνό φέρετρο με τη σορό της ήταν πάνω στην καρότσα του μικρού αγροτικού ημιφορτηγού του ιερέα Και κατευθυνόταν προς το κοιμητήριο. Ακολουθούσαν μερικοί συγχωριανοί της Και συζητούσαν για τα βάσανα πού είχε περάσει, όταν ξάφνου ευωδίασε ο τόπος· χιλιάδες άνθη Και λουλούδια να υπήρχαν, δεν θα μύριζαν τόσο. Παραξενεύτηκαν Και απόρησαν. Δεν είχαν εξήγηση.

Ανάμεσα σ' εκείνους πού τη συνόδευαν ήταν κι ένα πνευματικό παιδί του Γέροντα Αμβρόσιου, πού λίγες μέρες μετά πήγε και του ανέφερε το γεγονός. Του είπε μόνο πώς μια γυναίκα πέθανε Και ευωδίασε ο τόπος. Εκείνος στην αρχή έμεινε σιωπηλός. Έπειτα μπήκε στο δωμάτιο του, έμεινε για λίγο και επέστρεψε.

- Αυτή αγίασε, απάντησε. Και ξέρεις τον λόγο; Γιατί ποτέ στη ζωή της δεν παραπονέθηκε. Τέτοιους ανθρώπους θέλει ο Θεός, για να γεμίσει τον Παράδεισο Και να κάνει τη Δευτέρα Παρουσία. Κατάλαβες;






Ένας γιατρός, μετά από κάποια επίσκεψη του στο Μοναστήρι, όπου είχε ακούσει τον Γέροντα να του λέει πολλά για τη ζωή του, αναρωτιόταν αν αυτά ήταν αληθινά ή του τα έλεγε για ευχές. Βγήκε έξω ζαλισμένος. Συνάντησε μια μοναχή και της εξέφρασε ψιθυριστά την αμφιβολία του:

- Αδελφή, ο Γέροντας τα λέει αυτά προφητικά ή τα λέει για να τα πει;

- Μα, τι είναι αυτά πού ακούω; αναπήδησε ξαφνιασμένη ή μοναχή.

- Συγγνώμη, αλλά καμιά φορά μπαίνει μέσα μας ή αμφιβολία, είπε αυτός και επέστρεψε σε λίγο να πάρει την ευχή του πριν φύγει.

- Γεια σου, Γέροντα, ήρθα να σε χαιρετήσω και να φύγω.

- Ποιος είσαι εσύ; τον άκουσε τότε να του λέει.

- Τι ποιος είμαι, Γέροντα; Ό γιατρός είμαι, πού μιλάγαμε πριν από λίγο, είπε ο άνθρωπος και σκέφτηκε πώς ο παππούς είναι κουρασμένος ή πώς άρχισε να «πέφτει» Και δεν θυμάται.

- Και τι ήρθες να κάνεις εδώ; επέμενε ο Γέροντας.

- Να πάρω την ευχή σου.

-Όμως γιατί ήρθες σ' ένα Γέροντα πού τα λέει στην τύχη; είπε κοιτάζοντάς τον κατευθείαν στα μάτια. Μα ξέρεις πώς όσα λέω δεν είναι δικά μου. Αυτός τα λέει. (Και του έδειξε την εικόνα του Κυρίου.) Δεν τα λέω εγώ.














Ένα πούλμαν με εκδρομείς κατευθυνόταν προς τις κατασκηνώσεις του Παρνασσού.

Περνώντας από τη Μονή Δαδιού, έκαναν μια σύντομη στάση Και εκεί συνάντησαν τον Γέροντα.

Αφού προσκύνησαν την Παναγία, τον πλησίασαν κι εκείνος τους μίλησε.

Επέμενε πολύ στη μετάνοια, στην εξομολόγηση Και στη θεία Κοινωνία.

Κάποιος όμως απ' τους επισκέπτες άρχισε να βρίζει τους ιερείς Και να λέει μεταξύ άλλων:

- Εσείς οι παπάδες πρέπει να εξομολογείστε και να μετανοείτε, πού κάνετε τόσα.

Αλλά τότε ο Γέροντας γύρισε προς το μέρος του, χτύπησε τη μαγκούρα που κρατούσε στο έδαφος και του είπε έντονα:

- Εσύ τολμάς να μιλάς έτσι για τους παπάδες, πού πέθανε ο αδελφός σου και αδίκησες την οικογένεια του;

Ό άνθρωπος ταράχτηκε, κοκκίνισε, δεν άνοιξε πάλι το στόμα του και βγαίνοντας απ' το Μοναστήρι πήγε στην πηγή με το κρύο νερό πού τρέχει και δροσίζει τους περαστικούς, για να βρέξει το πρόσωπο του Και να συνέλθει.

Στο μεταξύ, ο Γέροντας πλησίασε κάποιον άλλον επισκέπτη, τον αγκάλιασε και του είπε:

-Εσύ είσαι καλός άνθρωπος. Έλα όμως να σου πω κάτι, να το διορθώσεις και τον πήρε παράμερα και τον συμβούλεψε.







Πήγε ο Γέροντας σε κάποιο Μοναστήρι μ' ένα νέο ιερέα, πνευματικό του παιδί, για να προσκυνήσουν.

Στο αρχονταρίκι πού κάθισαν, υπήρχε μία παλιά φωτογραφία μοναχών της Μονής.

Την ώρα πού έπιναν τον καφέ έπιασε τη φωτογραφία και του είπε στο αυτί, δείχνοντας ένα μοναχό από τους 20 περίπου πού εικονίζονταν:

- Τους βλέπεις; Μόνο αυτός σώθηκε.







Ένας άνδρας έκανε στη γυναίκα του για κάποια περίοδο μια ιδιαίτερη γκριμάτσα, κοροϊδευτική, πού πολλές φορές μετά το ξεχνούσε. Φθάνοντας μια μέρα στο Μοναστήρι, πήγε μπροστά του ο Γέροντας και άρχισε συνέχεια να του κάνει την ίδια γκριμάτσα, την οποία έκανε αυτός στη γυναίκα του.

- Σου αρέσει; τον ρώτησε μετά γελώντας.

Απάντηση


  • Παραπλήσια Θέματα
    Απαντήσεις
    Προβολές
    Τελευταία δημοσίευση

Επιστροφή στο “Θρησκειολογία”

Phorum.com.gr : Αποποίηση Ευθυνών