Μακεδονία άγνωστη.

Συζητήσεις για τα εθνικά θέματα της Ελλάδας, τα στρατιωτικά ζητήματα και τις ένοπλες δυνάμεις.
Άβαταρ μέλους
Ζαποτέκος
Δημοσιεύσεις: 9027
Εγγραφή: 14 Ιαν 2019, 17:08

Re: Μακεδονία άγνωστη.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Ζαποτέκος » 14 Σεπ 2022, 21:24

Επιτύμβιο μικρού γουρουνιού :kthnaki::kthnaki::kthnaki: που σκοτώθηκε τη ρωμαϊκή εποχή σε τροχαίο στην Εγνατία
Κωνσταντίνος Λαγός, Ιστορικός – Συγγραφέας
http://www.postaugustum.com/%CE%B5%CF%8 ... %BF%CF%84/

Τον 2ο ή 3ο αιώνα μ.Χ. στην Έδεσσα της Ημαθίας φιλοτεχνήθηκε μια επιτύμβια στήλη που απεικόνιζε μία τετράτροχη άμαξα με τέσσερα μουλάρια, ένα γουρούνι κάτω από τα μπροστινά τους πόδια και ένα άλλο κάτω από την άμαξα.

Στην στήλη υπάρχουν και οι εξής στίχοι:

«χοῖρος ὁ πᾶσι φίλος,
τετράπους νέος,
ἐνθάδε κεῖμαι
Δαλματίης δάπεδον προλιπὼν
δῶρον προσενεχθείς
καὶ Δυρράχιν δὲ ἐπάτησα
Ἀπολλωνίαν τε ποθήσας
καὶ πᾶσαν γαίην διέβην
ποσὶ μοῦνος ἄλιπτος
νῦν δὲ τροχοῖο βίῃ
τὸ φάος προλέλοιπα
Ἠμαθίην δὲ ποθῶν
κατιδεῖν φαλλοῖο δὲ ἅρμα
ἐνθάδε νῦν κεῖμαι
τῷ θανάτῳ μηκέτ’ ὀφειλόμενος»


Δηλαδή :

«Εγώ, ο Χοίρος, αγαπητός σε όλους
τετράποδος νέος,
είμαι θαμμένος εδώ.
Άφησα τη γη της Δαλματίας,
όταν με έκαναν δώρο.
Πάτησα το Δυρράχιο και
πόθησα την Απολλωνία,
και με τα πόδια μου διάβηκα όλη τη γη,
χωρὶς νὰ μείνω πίσω .
Τώρα όμως από τροχαίο έχασα
το φως της ημέρας,
πάνω που ποθούσα να δω την
Ημαθία και τη πομπή της Φαλληφόριας,
και βρίσκομαι θαμμένος εδώ,
χωρίς να οφείλω πλέον τίποτα στο θάνατο».


Εικόνα
Η στήλη βρέθηκε το 1968 στην Έδεσσα της Ημαθίας στη διάρκεια αρχαιολογικής ανασκαφής ενσωματωμένη στα υστερορωμαϊκά τείχη της πόλης. Είναι προφανές ότι εκεί κατέληξε σε δεύτερη χρήση και αρχικά θα πρέπει να βρισκόταν πάνω σε τάφο. Το περιεχόμενό της -μοναδικό για αρχαία επιγραφή- προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στους ειδικούς και δημοσιεύθηκαν διάφορες θεωρίες σχετικά με την ιστορία που μνημόνευε. Είναι χαρακτηριστικό ότι και γνωστοί αρχαιολόγοι, όπως ο Σπυρίδων Μαρινάτος και ο Στέφανος Κουμανούδης, ασχολήθηκαν με τη «Στήλη του Χοίρου». Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι ο πρωταγωνιστής δεν ήταν ζώο, άλλα ένας δούλος που το όνομά του παρέπεμπε σε «χοίρο» και έτσι το γουρούνι στην πραγματικότητα ήταν λαλούν σύμβολο για ένα άνθρωπο. Υπήρξαν και άλλοι που θεωρούσαν την όλη ιστορία φανταστική και τη στήλη μία ευφάνταστη φάρσα από την αρχαιότητα. Όμως, η πιο δημοφιλής θεωρία μέχρι σήμερα είναι ότι η στήλη καταγράφει ένα πραγματικό γεγονός για ένα μικρό γουρούνι που σκοτώθηκε σε τροχαίο στην Εγνατία και ετάφη στην Έδεσσα. Σύμφωνα με το κείμενο της επιγραφής, το γουρουνάκι ταξίδευε από τη Δαλματία για την Έδεσσα, μαζί με τον κύριο του στον οποίο είχε δοθεί ως δώρο. Στην πόλη της Μακεδονίας οι δύο τους θα έπαιρναν μέρος στα “Φαλλοφόρια”, γιορτή του Διονύσου, κάτι σαν τα σημερινά καρναβάλια. Το γουρουνάκι ακολουθούσε με τα πόδια -σαν σκυλάκι!- την τετράτροχη άμαξα του κυρίου του πάνω στην Εγνατία. Ενώ έφθαναν κοντά στην Έδεσσα σε κάποια κατηφόρα συνέβη το τραγικό ατύχημα που στοίχισε τη ζωή στο άτυχο ζώο: μία άμαξα -μάλλον του κυρίου του- πέρασε κατά λάθος από πάνω του και το σκότωσε. Αυτός περίλυπος έθαψε το νεκρό γουρουνάκι και τοποθέτησε ένα επιτύμβιο ανάγλυφο στον τάφο του. Εκεί απεικονίστηκε το ατύχημά του σε δύο φάσεις: ενώ προπορεύεται στην κατηφόρα και ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν τον πατήσουν τα μουλάρια και στη συνέχεια κάτω από την άμαξα καθώς αυτή περνά από πάνω του και τον αποτελειώνει. Το έμμετρο κείμενο καταγράφει με συγκινητικό τρόπο τον θάνατο του γουρουνιού, όπως το αφηγείται το ίδιο.

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF ... E%B1%CF%82
https://www.learn4change.gr/archives/5488
… εις μικράς μεν ατυχίας ευρεθήσεται φίλος, εις μεγίστην δε και επιμένουσαν συμφοράν μηδείς σε πλανήση , φίλος ουκ έσται . ( Στρατηγικόν Κεκαυμένου )

Άβαταρ μέλους
Ζαποτέκος
Δημοσιεύσεις: 9027
Εγγραφή: 14 Ιαν 2019, 17:08

Re: Μακεδονία άγνωστη.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Ζαποτέκος » 28 Οκτ 2022, 10:09

Ποιόν σκοτώνει ο Αη Δημήτρης;
Ιωάννης Σαΐνης
https://ardin-rixi.gr/archives/239521

Εικόνα

του Ιωάννη Σαΐνη

Το εικονογραφικό πρότυπο του έφιππου Αγίου που λογχίζει κάποιον άνθρωπο πεσμένο στο έδαφος, δεν είναι το αρχαιότερο ιστορικά πρότυπο αναπαράστασης του Αγίου Δημητρίου.

Για να είμαστε ακριβείς ιστορικά, είναι το πιο πρόσφατο.

Ο άγιος Δημήτριος, ένας Μάρτυρας των πρώτων Χριστιανικών αιώνων αρχικά αναπαρίσταται σε στάση δέησης και μόνο κατά τον 10ο και 11ο αιώνα αρχίζουν οι αναπαραστάσεις του ως στρατιωτικού Αγίου. Ακόμη και τότε όμως, ο Άγιος αναπαρίσταται όχι ολόσωμος, ούτε ως έφιππος, αλλά ως Βυζαντινός ένοπλος. Και ποτέ βέβαια στις αναπαραστάσεις αυτές δεν σκοτώνει κάποιον.

Πόθεν και πότε προέκυψε λοιπόν η γνωστή σε όλους μας έφιππη αναπαράσταση του ανδροκτόνου Αγίου;

Ο γίγαντας της ερμηνείας της Βυζαντινής αγιογραφικής τέχνης, Φώτης Κόντογλου αναφέρει:

“Ὁ Άγιος Δημήτριος μαζί με τον Άγιο Γεώργιο, είναι τα δύο παλληκάρια της χριστιανοσύνης…..Στα αρχαία χρόνια τους ζωγραφίζανε δίχως άρματα, πλην στα κατοπινά τα χρόνια τους παριστάνουνε αρματωμένους με σπαθιά και με κοντάρια και ντυμένους με σιδεροπουκάμισα. …..Τα τελευταία χρόνια, ύστερα από το πάρσιμο της Πόλης, οι δύο αυτοί άγιοι και πολλές φορές κι᾿ άλλοι στρατιωτικοι άγιοι ζωγραφίζουνται καβαλλικεμένοι απάνω σὲ άλογα, σε άσπρο ο άγιος Γεώργης, σε κόκκινο ὁ άγιος Δημήτρης. Κι ο μέν ένας κονταρίζει ένα θεριό κι᾿ ο άλλος έναν πολεμιστή, τον Λυαίο.

H έφιππη αναπαράσταση λοιπόν, σύμφωνα με τον Κόντογλου, χρονολογείται μετά το πάρσιμο της Πόλης και αυτός που σκοτώνει ο Άγιος είναι ο Λυαίος, τον οποίο παρεμπιπτόντως τον σκότωσε ο μαθητής του Αγίου, ο Νέστορας. Συνεπώς, το λόγχισμα του Λυαίου από τον Άγιο λειτουργεί ως υπενθύμιση του κατορθώματος του Νέστορος.

Σύμφωνα με άλλους όμως, ο Φώτης Κόντογλου μάλλον σφάλει, ως προς αυτή του τη θέση.

Αλλά ας ακούσουμε τι λέει ο μεγάλος Βορειοελλαδίτης λάτρης της καθ ημάς Ανατολής Νικόλαος Γαβριήλ Πεντζίκης, για το ίδιο θέμα:

«Σε χρωματουργίες από την πολυκαιρία στους τοίχους μισόσβηστες η Ορθόδοξη Χριστιανική Εποποιία αρχινούσε απ΄ το Νάρθηκα, / ….. / παριστάνοντας αριστερά στον τοίχο, στον κυρίως ναό, έναν έφιππο. Από το κόκκινο τ΄ άτι του ευθύς γνώρισαν τον Άγιο Δημήτριο. Διαβάζοντας όμως «ΣΚΥΛΟΓΙΑΝΝΗΣ», δίπλα στην πεσμένη μορφή, που την υποτάσσει τρυπώντας την με το κοντάρι του ο Μυροβλήτης, απόρεσαν, γιατ΄ ήξεραν πως με τον Λυαίο η νίκη του Αγίου σχετίζεται”

Αλλά ποιός ήταν αυτός ο «Σκυλογιάννης»;

Ο «Σκυλογιάννης» των Βυζαντινών δεν είναι παρά ο Καλογιάννης ή Καλογιάν ή Ιωαννίτζης, τσάρος των Βουλγάρων. Ο ίδιος αυτοαποκαλούνταν Ρωμαιοκτόνος, γιατί, θέλοντας να μιμηθεί τον Βουλγαροκτόνο, κατέστρεψε, διαγούμισε και ισοπέδωσε πλήθος Ρωμαίικων πόλεων. Η καταστροφική του μανία εναντίον των Ρωμαίων ευνοήθηκε όταν, μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, η δύναμή τους ελαττώθηκε.

Ο Γεώργιος Ακροπολίτης, αναφέρει για τον τσάρο Ιωαννίτζη τα παρακάτω: «Αυτός λοιπόν ο Ιωάννης, αφού ανακηρύχθηκε βασιλιάς των Βουλγάρων, έγινε αίτιος μεγάλων κακών εις βάρος των Ρωμαίων»… «λεηλάτησε όλη τη Μακεδονία….και δεν υπήρχε κανένας άλλος να του εναντιωθεί. Άρπαξε λοιπόν πολλά λάφυρα, αιχμαλώτισε όλον τον πληθυσμό διαφόρων πόλεων που τις κατέστρεψε τελείως.

Σκοπός του ήταν να μη συνέλθουν ποτέ οι Ρωμαίοι και να μην ξαναπάρουν πίσω τις πόλεις τους. Γι’ αυτό κατέστρεψε εκ θεμελίων τη Φιλιππούπολη, την εξαιρετική αυτή πόλη που βρίσκεται κοντά στον Έβρο, και έπειτα όλες τις άλλες πόλεις: την Ηράκλεια, το Πάνιο, τη Ραιδεστό, τη Χαριούπολη, την Τραϊανούπολη, τη Μάκρη, την Κλαυδιούπολη, τη Μοσυνόπολη, το Περιθεώριο και άλλες πολλές, που δεν είναι ανάγκη να τις απαριθμήσω».


Το τέλος όμως του Ιωαννίτζη δεν άργησε να έρθει. Το 1207 και ενώ πολιορκεί τη Θεσσαλονίκη, πεθαίνει αιφνιδίως.

Ο Ακροπολίτης ιστορεί τα εξής: «Έφθασε μάλιστα ως τη Θεσσαλονίκη, εκεί όμως πέθανε προσβληθείς από πλευρίτιδα, όπως υποστήριξαν μάλιστα κάποιοι πέθανε από οργή θεόσταλτη, γιατί είχε δει στον ύπνο του έναν άνδρα ένοπλο, να τον χτυπά με το δόρυ στα πλευρά¨.

Ήταν 26 Οκτωβρίου του 1207, ανήμερα του Αγίου Δημητρίου.

Για το λόγο αυτό ο ελληνικός λαός, δημιούργησε την παράδοση που θέλει τον Άγιο Δημήτριο να είναι αυτός που σκοτώνει τον Ιωαννίτζη και σώζει τη Θεσσαλονίκη.


Ο Άγιος Δημήτριος τιμάται απ’ όλους τους βαλκανικούς λαούς, χωρίς να εξαιρούνται οι Βούλγαροι.

Και είναι εντυπωσιακό πως, και στη βουλγάρικη εικονογραφία του Αγίου, ο αγιογραφικός τύπος του έφιππου ανδροκτόνου αγίου είναι αυτός που κυριαρχεί, υπενθυμίζοντάς μας ότι οι εθνικές διαφορές και τα εθνικά μίση δίνουν τη θέση τους στην συνύπαρξη, που μυστικώς ιερουργείται καθημερινώς σε κάθε Ορθόδοξη Λειτουργία, υποδεικνύοντας ταυτόχρονα τη συγκολλητική Ουσία που δένει μεταξύ τους όλους τους Βαλκανικού Λαούς.

Άλλωστε, ο Λυαίος-Σκυλογιάννης, στα 400-500 χρόνια της σκλαβιάς, στα μάτια όλων, γίνεται ο κοινός κατακτητής.

Χρόνια πολλά Θεσσαλονίκη!!

Χρόνια πολλά Ελλάδα!!

Χρόνια πολλά στους Βαλκάνιους αδερφούς!!

Χρόνια πολλά στο Δημήτρη και στη Δήμητρα!!

Честит рожден ден Димитрис и Димитра!!
Εικόνα
Ο άγιος Δημήτριος λογχίζει τον Ιωαννίτζη έξω απο τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Εικόνα στο Μουσείο Clinton Μασαχουσέτης.
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE ... E%B1%CF%82
Κωστής Παλαμάς ( Οκτώβριος 1885 - την ίδια περίοδο προσάρτησε η Βουλγαρία την Ανατολική Ρωμυλία )
Ο Σκυλογιάννης
https://www.greek-language.gr/digitalRe ... xt_id=1232


[ Ο Σκυλογιάννης είχε νικήσει τους Λατίνους της Κωνσταντινούπολης. Έκανε όμως και συμμαχία με τον πάπα.
Οι "Κομάνοι" είναι Τούρκοι Κουμάνοι του βουλγαρικού κράτους . Κομανο-Βλαχο-Βουλγαρικής καταγωγής ήταν οι τσάροι του β΄ βουλγαρικού κράτους.
Ο Κρούμος είχε κάνει κούπα το κρανίο του αυτοκράτορα Νικηφόρου.
Ο Σκυλογιάννης θαυμάζει τον Ρως Όλεγκ που επιτέθηκε στην Πόλη. Σαφής αντιρωσική αναφορά του ποιητή. Η Ρωσία υποστήριζε την Βουλγαρία στην επέκτασή της στην Μακεδονία και την υπόλοιπη Βαλκανική.
Υπάρχουν υπόνοιες πως ο Σκυλογιάννης δολοφονήθηκε από ανταγωνιστές του . ]
SpoilerShow
Ο Σκυλογιάννης, βασιλιάς στης Βουλγαριάς τη χώρα,
άνθρωπος που εμπρός του είν’ αρνιά οι λύκοι,
μαζί μ’ ασκέρι ταιριαστό τρεις μήνες έχει τώρα
που κοιτάει να πάρει τη Θεσσαλονίκη.

Μεγάλον αυτοκράτορα ο Πάπας τονε χρίζει
που της εκκλησιάς του δούλος έχει γίνει.
Είναι το χρίσμα Φράγκικο, μα δεν τον εμποδίζει
μέσα σε κρανίο φράγκικο να πίνει.
Και το κρανίο ήτανε του Βαλδουίνου, πρώτου

Φράγκου βασιλέα μες στην Πόλη· οϊμένα,
την τύχη του βαριόμοιρου και το μαρτύριό του·
δεν το λέει γλώσσα, δεν το γράφει πένα.—
Ο βασιλιάς της Βουλγαριάς μες στη σκηνή του μένει,
κάθεται φορώντας τα χρυσά άρματά του·

γύρω του άγριοι σκοποί κι αρχόντοι φοβισμένοι
καρτερούν να λάβουν τα προστάγματά του.
Απ’ τον πορφυροστόλιστο κι ολόλαμπρό του θρόνο
νά που κατεβαίνει, και μια γνέψη κάνει,—
κι οι βοεβόδαι προσκυνούν και τον αφήνουν μόνο·

φύλακες απέξω στέκουν δυο Κομάνοι.
Δίχως να βγάλει τ’ άρματα ξαπλώθη στο κρεβάτι·
μαύρη νύχτα έξω, και φουρτούνα μαύρη·
αλλά να κλείσει δε μπορεί ο Σκυλογιάννης μάτι,
δε μπορεί τον ύπνο του δικαίου νά βρει.

Μέσα στο νου του οι στοχασμοί σα στρίγλες τριγυρίζουν,
στο κρεβάτι απάνου άγρυπνος κυλιέται,
καμιά φορά απ’ το στόμα του πετούν και τον ξαφνίζουν
βραχνιασμένα λόγια… Νά τί συλλογιέται:

—Καρτέρα με στο κάστρο σου νά μπω, Θεσσαλονίκη!

Το πάρσιμό σου —μάθε το— δε θά ειναι μόνο νίκη!
Θα ’ναι για όλους σας, μικρούς, τρανούς, απελπισία,
κατακλυσμός, αφανισμός, Δευτέρα Παρουσία.
Δεν τρέμω τα Εφταπύργια σου κι ουδέ τον Άγιό σου,
κι εκείνον απ’ τον τάφο του θα βγάλω, αλίμονό σου!

Του κάκου μες στα αίματα, σε χώματα σκαμμένα,
σε καπνισμένα λείψανα θ’ αναζητούν εσένα.
Τέτοια κακά σε καρτερούν παντού, Μακεδονία,
παντοτινή του Γένους μας φροντίδα και μανία,
όμως ακόμ’ ανίκητη, παντοτινή Ελληνίδα!

Βουλγάρα να σε κάμουμε του κάκου έχομ’ ελπίδα,
του κάκου σέρνουμε μακριά στα ξένα τα παιδιά σου,
κι όλο Βουλγάρους σπέρνουμε παντού στα χώματά σου!
Μακεδονία! Ελληνική πνοή την ανασταίνει,
κι όσο κι αν λιώνεις το κορμί, μα η ψυχή απομένει.

Αθάνατος ανάμεσα στους κύκλους των αιώνων,
Αλέξανδρε, ω βασιλιά τρανέ των Μακεδόνων,
εσύ η ψυχή της είσ’, εσύ! Παντού είσαι σκορπισμένος.
Κάθε ποτάμι της γοργό, και κάμπος ανθισμένος,
οι λόγγ’, οι χώρες, τα χωριά, κι η πιο κρυφή μεριά της,

ο πιο μεγάλος άρχοντας, κι ο πιο μικρός χωριάτης,
κι όσα ζωή δεν έχουνε κι όσα ζωή βαστούνε,
σ’ έχουν στο νου, σε προσκυνούν, θαρρείς σε καρτερούνε,
κι όταν φουρτούνα ρυάζεται στη χώρα και ξεσπάει,
«Ο βασιλιάς Αλέξανδρος, κράζουν, περνά και πάει!»

Όμως εγράφτηκ’ από με να σβήσεις μιαν ημέρα
με την Ελληνοπούλα σου ακριβοθυγατέρα!
Δουλεύετε, φωτιά, σπαθί, κρεμάλα, απ’ άκρη σ’ άκρη·
Δε φτάνουν η Ηράκλεια κι η Ραιδεστός και η Μάκρη
να σβήσουν του ξολοθρεμού την πείνα που με τρώει.

Σαν ασκητής την προσευχή, μετρώ στο κομπολόι
τις χώρες που το διάβα μου κάθε φορά ρημάζει,
και σαν τις βρίσκω λιγοστές το ’χω κρυφό μαράζι.
Δε φτάν’ η Βάρνα που βοριάς τής γκρέμισα ώς πέρα
κάστρα και σπίτια κι εκκλησιές και πόλη σε μια μέρα

κι ύστερα πήρα κι έπνιξα μες σε βαθιά χαντάκια
όλους, μεγάλους και μικρούς, γυναίκες και παιδάκια,
ούτε αι Σέρραι πὄκοβα κεφάλια ολοένα,
και ούτε η Φιλιππούπολις είν’ αρκετή σ’ εμένα
Που εμπήκα μες στα τείχη της μ’ ενός θηρίου λύσσα

και κόλαση την έκαμα από φωτιά και πίσσα
κι απόστασα τον κόσμο της μες στη σκλαβιά να σέρνω
και να σταυρώνω απόστασα, βαρέθηκα να γδέρνω.
Ω! πόσες χώρες ξέγνοιαστες ακόμη μ’ αψηφούνε
και πόσοι ακόμα τη ζωή σα μέλι τη ρουφούνε!

Εσύ, που βρέχουν τα νερά του Δρίνου, πρώτη ώς τώρα
εξέφυγες τα χέρια μου τ’ Αδριανού η χώρα!
Α! κι αν πιαστείς στα βρόχια μου φωτιά που θα σε κάψει!
Δε θα μπορεί τα πάθη σου γραμματικός να γράψει.
Μα μόνο τότε θε να πω πως χόρτασα ωστόσο

και τότε μ’ αναγάλλιασμα τα χέρια θα σταυρώσω
και θα γιορτάσ’ η Βουλγαριά την πιο τρανή της σχόλη,
όταν η πόρτα σου η χρυσή, των Κωνσταντίνων πόλη,
διάπλατη ανοίξει να διαβούν τ’ ανίκητά μου ασκέρια
όπου το αίμα σα νερό σκορπούν με τα μαχαίρια.

Τη γη που δεν επάτησε ώς τώρα εχθρού ποδάρι,
που ο μεγάλος Συμεών δε μπόρεσε να πάρει,
κι έχει αψηφήσει κάθε οργή Θεού και κάθε μπόρα,
ντροπή! Φράγκοι τη χαίρονται και Βενετσάνοι τώρα,
και στην Αγία της Σοφιά ακόμα εμείς να μπούμε!

Μεγάλος είσαι βασιλιάς κι αθάνατος, ω Κρούμε,
και είχες για ποτήρι σου βασιλικό κρανίο.
Σε βρίσκω πάντα φοβερό, καμιά φορά θηρίο,
αλλά και δίκαιο μαζί, με καλοσύνης χάρη·
δε σε ζηλεύω! έν’ απ’ τα δυο· ή σφάχτης ή σφαχτάρι.

Τέρβελη πρώτο δοξαστό της Βουλγαρίας στέμμα,
που το χρυσάφι αγάπησες περσότερο απ’ το αίμα,
δε σε ζηλεύω ούτε σε, ω προγονέ του Κρούμου!
Ολέγ! εσένα μοναχά δε βγάζω από το νου μου,
των Ρώσων Τσάρε τρομερέ, ω φάγοσσα του κόσμου,

εσύ είσαι η αγάπη μου, εσ’ είσαι ο δάσκαλός μου.
Όταν στη Θράκη σ’ έβγαλαν της Βαλτικής οι πάγοι,
παγώσαν της Ανατολής τα γαλανά πελάγη
κι οι ηλιοφωτισμένοι της εσκοτιδιάσαν τόποι,
ο Έβρος εκρυστάλλωσε, χιονίστηκε η Ροδόπη.

Της Πόλης της περήφανης τα σιδερένια τείχη,
τα φύλαξε απ’ τα πλήθη σου τ’ ανήμερα η τύχη.
Ακολουθούσανε, Ολέγ, το σκυθικό σου άτι
πάντα για αίμα αχόρταστοι, πάντ’ απ’ αυτό χορτάτοι,
κι όσοι από κείνους γλίτωναν, πεθαίνανε από τρόμο.

Χόρτο χλωρό δεν άφηναν στο φοβερό τους δρόμο,
ζωή που να μη σβήσουνε σα δαίμονες με μύρια
αναπάντεχα κι απίστευτα του σατανά μαρτύρια.
Κι άκουγες τότε στην ερμιά, στη φλόγα, στη νεκρίλα:
«Οι Ούννοι αναστήθηκαν μαζί με τον Αττίλα!»

Ε! ό,τι δεν κατάφερε κανείς, ούτ’ ο μεγάλος
ο Συμεών, ούτ’ ο Ολέγ, ούτε κανένας άλλος,
φτάν’ η δική μου θέληση για να το καταφέρει·
ας είν’ καλά οι Κομάνοι μου· καθένας και ξεφτέρι!
Κι αν είμαι αυτοκράτορας μεγάλος των Βουλγάρων

κι αν ταπεινά με προσκυνούν τα πλήθη των Βογιάρων,
μα δεν αλλάζω ξακουστή της Ταταρίας γέννα,
δέκα Βογιάρους διαλεχτούς μ’ ένα Κομάνο, ένα,
και χίλιους δυο Βουλγάρους μου μ’ εσέ, ω Μαναστρά μου!
Ψυχή των, καπετάνιε των, σπαθί μου, στήριγμά μου!

Ναι! οι Κομάνοι! αυτοί για με κι εγώ για κείνους πάλι.
Όταν τους βλέπω να ξεσπούν, πελάγου ανεμοζάλη,
να πέφτουν μες στον πόλεμο, ν’ αρπάζουν, να σκλαβώνουν,
να καίνε, να σκοτώνουν,
τους σκλάβους να διαλέγουνε, και να φυλάγουν χώρια

τα πλέον ωραιότερα που θα βρεθούν αγόρια
κι απ’ το μαχαίρι ευθύς γοργά γοργά να τα περνούνε
θυσία στους ανήμερους θεούς που προσκυνούνε,
όταν τους βλέπω ύστερα, σαν τελειώσ’ η μάχη,
κι ένα κεφάλι ο καθείς σ’ ένα κοντάρι να ’χει,

και να χορεύουν και τρελό να στήνουν πανηγύρι,
κι ο ένας τ’ άλλου πίνοντας το αίμα στο ποτήρι
τους βλέπω έτσι να δένουνε πιστή αδερφοσύνη,
λέω: για κείνους είμ’ εγώ, για μένα είν’ εκείνοι!
Μ’ αυτούς στην Πόλη θε να μπω, και με τους κεραυνούς των!

θε να ντυθώ την άλικη χλαμύδα των Αυγούστων,
και με το στέμμα θα φανώ το μαργαριταρένιο
στ’ αμάξι το βασιλικό και το μαλαματένιο
που άσπρες μούλες θα τραβούν· στο διάβα μ’ όλοι εμπρός μου
θα πέφτουν χάμου· θ’ ακουσθώ στα πέρατα του κόσμου,

κι ο Κομνηνός κι ο Λάσκαρης, τ’ αφεντικό ζευγάρι,
οπού καθένας καρτερά για νύφη του να πάρει
την κόρη την επτάλοφη, και τρέμει μην τη χάσει
κι ανοίγει χέρια ερωτικά για να την αγκαλιάσει,
θα ιδούν πως είναι χαμηλοί για τον ψηλό της θρόνο.

το περιστέρι επλάσθηκε για το γεράκι μόνο!
Θα ξαφνισθείς στο μνήμα σου πικρά, Βουλγαροκτόνε,
εσύ που ακόμα οι νίκες σου τα σωθικά μου τρώνε!
Τη Βουλγαριά την έπνιξες στα δάκρυα και στο αίμα,
μες στη φωτιά τής έλιωσες το ακριβό της στέμμα

και το δικό σου εστόλισες με όλα του τα πλούτη.
Μα παν εκείνοι οι καιροί, και τώρα ήρθαν τούτοι!
Κάθε Βουλγάρικη αρχοντιά και νιότη διαλεγμένη
μες στο χρυσό αμάξι σου την έσυρες δεμένη,
και βασιλόπουλα χλωρά, γλυκιές βασιλοπούλες

σ’ επροσκυνήσαν σκλάβοι σου, σ’ ακολουθήσαν δούλες,
και του λαού σου επάτησε με λύσσα το ποδάρι
το νικημένο κι άψυχο της Βουλγαριάς λιοντάρι.
Χα! Χα! μα δεν εγνώριζες μια μέρα εσύ με ποιόνε
θε να ’χες να λογαριασθείς νεκρός, Βουλγαροκτόνε!

Θα πληρωθεί του Γένους μου περίσσια η ατιμία
κι η χώρα σου η απέραντη απέραντη ερημία
θα γίνει από τα χέρια μου. Στάχτη, φωτιά! Στη Θράκη
θε να βοσκήσουν μοναχά τα όρνια κι οι κοράκοι,
και ώς την ύστερη στιγμή του υστερνού αιώνος

το όνομά μου αθάνατο θα ζει· Ελληνοκτόνος!

Κι εκεί που τέτοια εγύριζε στο νου του αγριεμένος,
βαριά βαριά εκοιμήθη
μα το πρωί ο βασιλιάς εβρέθη σκοτωμένος
με μια λογχιά στα στήθη.

Κανείς δεν ξέρει το φονιά, δεν είδε πούθ’ εφάνη
το φονικό μαχαίρι·
τρομάζουνε οι Βούλγαροι, ταράζοντ’ οι Κομάνοι,
σταυροκοπιένται οι γέροι.
Σε λίγο μες στο στράτευμα παράδοξ’ ιστορία

εμάθαινε καθένας,
μα ποιός την είχε πρωτοειπεί, ποιανού ήτον μαρτυρία
δεν ήξερε κανένας.
Τη νύχτα που σκοτώθηκεν εκείνος, απ’ το κάστρο
που κοίταζε να πάρει,

νιος καβαλάρης πρόβαλε που έλαμπε σαν άστρο
κι εκράταε κοντάρι.
Προς τις Βουλγάρικες σκηνές ατάραχος σιμώνει·
όποιος ζητά να φράξει
του κάτασπρου αλόγου του το δρόμο, μαρμαρώνει,

βουβαίνετ’ όποιος κράξει.
Στου Σκυλογιάννη τη σκηνή τη χρυσοστολισμένη
με τ’ άλογο τραβάει·
μα δεν τον είδεν αποκεί κανείς να ξαναβγαίνει·
έγιν’ αχνός και πάει.

Και στρατιώται, στρατηγοί, καθένας πλια το ξέρει,
δεν είναι πλια μυστήριο
πως εσκοτώθη ο βασιλιάς από αγίου χέρι,
ω χέρι εκδικητήριο!
Τ’ αϊ-Δημήτρη ήτανε το άτι, το κοντάρι

—Ουράνια καταδίκη!—
που βασιλεύει κι ευλογά με του Θεού τη χάρη
μες στη Θεσσαλονίκη.
Και θυμηθήκαν τον καιρό που ένας κύρης πάλι
της Βουλγαριάς σηκώθη

την ίδια πόλη ολόσφιχτα να ζώσει, να προσβάλει,
αλλ’ ακριβά επληρώθη.
Γιατί στον Άγιο δέονται οι Θεσσαλονικιώται
κι ολονυχτία σταίνουν,
κι εγκαρδιωμένοι, την αυγή όλοι με μίας τότε

έξω απ’ το κάστρο βγαίνουν.
Και πολεμούν· στα στήθη των καρδιά ξυπνά γενναία·
απάνου απ’ τ’ άσπρο άτι
ο Άγιος καίει τον εχθρό με φλόγινη ρομφαία,
τον διώχνει με το μάτι.

Τέτοια να λένε τους ακούς, και τους θωρείς γεμάτους
από περίσσια φρίκη,
να φεύγουνε, να πάρουνε μακριά το φύσημά τους
απ’ τη Θεσσαλονίκη.

Του Σκυλογιάννη μοναχά ο πολυαγαπημένος,

μόν’ ο Κομάνος Μαναστράς σ’ αυτή την τρικυμία
λιγόλογος, ατάραχος, βαρύς και παγωμένος·
δε ζάρωσε την όψη του έγνοια κρυφή καμία.
Τα χείλη του περίγελο κρυφοκινάει· μοιάζει
μέσα σε δένδρα έν’ άγαλμα πλασμένο από γρανίτη,

που ενώ τα δένδρα ο βοριάς λυγίζει και ταράζει,
δε χάνει αυτό τη θέση του που έχει απ’ τον τεχνίτη.
Ξέρει πως δε σηκώνεται ο άγιος απ’ το μνήμα,
πως άνθρωπος το έχυσε το αίμα του τυράννου,
πως της οχιάς ο σκοτωμός ποτέ δεν είναι κρίμα,

πως τη λογχιά την έδωκε το χέρι ενός Κομάνου.
… εις μικράς μεν ατυχίας ευρεθήσεται φίλος, εις μεγίστην δε και επιμένουσαν συμφοράν μηδείς σε πλανήση , φίλος ουκ έσται . ( Στρατηγικόν Κεκαυμένου )

Άβαταρ μέλους
nik_killthemall
Δημοσιεύσεις: 6672
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 19:35

Re: Μακεδονία άγνωστη.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από nik_killthemall » 28 Οκτ 2022, 10:31

Yochanan έγραψε:
27 Ιαν 2019, 21:08
Είναι απλό το πράμα. Ηταν η Μακεδονική Δυναστεία του Βυζαντιου που πολέμησε νικηφόρα εναντια στον Μακεδονα Τσάρο Σαμουηλ και ετσι ο Μακεδόνας Αυτοκρατωρ Βασιλειος ο Β πηρε το προσωνυμιο "ο Μακεδονοκτονος".
:smt005:
ΕΙΜΑΙ μαζί με το Ισραηλ ! Mπραβο στην γενοκτονία - εθνοκαθαρση που κάνει στους Παλαιστίνιους !
ΖΗΤΩ ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ, θανατος στα ισλαμοπιθηκια του πλανητη, ουτε ενας παλαιστινιος να μην μεινει ζωντανος !

Άβαταρ μέλους
Ζαποτέκος
Δημοσιεύσεις: 9027
Εγγραφή: 14 Ιαν 2019, 17:08

Re: Μακεδονία άγνωστη.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Ζαποτέκος » 12 Ιαν 2023, 18:47

Όλγανος : Ποτάμιος θεός των αρχαίων Μακεδόνων ( Ηρωδιανός , Στέφανος Βυζάντιος ).
Γιος του Βέρητος και αδελφός της Βέροιας και της Μίεζας, από τις οποίες ονομάστηκαν οι δύο σημαντικές πόλεις της Ημαθίας . Μεταμορφώθηκε σε ποτάμιο θεό και έδωσε το όνομά του στο ποτάμι που ίσως ταυτίζεται με το ποτάμι Αραπίτσα, που κατεβαίνει από τη Νάουσα στον κάμπο κοντά στο χωριό Κοπανός. Εκεί αποκαλύφθηκε και προτομή του ποταμού (2ος αι. μ.Χ.) και ίσως εκεί υπήρχε και ιερό προς τιμήν του.
Εικόνα
Bust of Olganos, on display at the Archaeological Museum, Veria
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%8C%CE ... E%BF%CF%82
https://en.wikipedia.org/wiki/Olganos
https://epigraphy.packhum.org/text/151224
Στέφανος Βυζάντιος :
Εικόνα
… εις μικράς μεν ατυχίας ευρεθήσεται φίλος, εις μεγίστην δε και επιμένουσαν συμφοράν μηδείς σε πλανήση , φίλος ουκ έσται . ( Στρατηγικόν Κεκαυμένου )

Άβαταρ μέλους
Σέλευκας
Δημοσιεύσεις: 9172
Εγγραφή: 04 Αύγ 2018, 01:00
Phorum.gr user: Seleykos
Τοποθεσία: Sapan

Re: Μακεδονία άγνωστη.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Σέλευκας » 25 Ιαν 2023, 17:02

δωδαφδφασ
Ιδιωτικές δομές παιδιών. Πως είναι δυνατόν;
Κοινοβουλευτισμός είναι η εκπροσώπηση των φεουδαρχών απέναντι στον βασιλιά.
Azzurra Carnelos

Απάντηση


  • Παραπλήσια Θέματα
    Απαντήσεις
    Προβολές
    Τελευταία δημοσίευση

Επιστροφή στο “Εθνικά Θέματα”

Phorum.com.gr : Αποποίηση Ευθυνών