Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Πεζογραφία, ποίηση, γλώσσα και γραπτός λόγος, βιβλία
Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 19 Ιουν 2019, 20:30

Μια Nύχτα στον Aιγάλεω:
Ένα διήγημα του Μποστ για τα μπουζούκια της Αθήνας του '60.
Μπιθικώτσης, Θεοδωράκης, Γκάτσος, Ειρήνη Παππά. Ήταν όλοι εκεί μαζί με τα διάφορα ευτράπελα.


Εικόνα

Ένα βράδυ στις 11, που είχα μετρήσει τα χρήματά μου και τα βρήκα ακριβώς 166, ήρθε η Ρηνιώ με το Δημήτρη, που είναι πολύ φίλοι μου, και με μια άλλη παρέα, και με ρώτησαν αν θέλω να πάμε ν’ ακούσουμε μπουζούκια στον Αιγάλεω.
-Πάμε, είπε η γυναίκα μου.
-Πάμε, είπα κ’ εγώ, διότι θα είναι ωραία.
Κ’ έτσι αποφάσισα εγώ να πάμε.
Ανοίξαμε, βγήκαμε από την πόρτα και μπήκαμε στο αυτοκίνητό τους. Όταν φτάσαμε, ανοίξαμε την πόρτα, βγήκαμε και μπήκαμε.

O Aιγάλεως είναι τοποθεσία ιστορική. Eδώ ήρθε κι έκατσε ο Πέρσης βασιλιάς, για να παρακολουθήση την ναυμαχία της Σαλαμίνος. Ποιος θα το φανταζόταν ότι 2.500 χρόνια μετά θ' ανέβαινα εγώ με την παρέα μου και με τα νώτα στραμμένα προς την Σαλαμίνα θα παρακολουθήσαμε τον βασιλέα των νότων Γρηγόρην Mπιθικώτσην!

Εικόνα

Tο Kέντρον απ' έξω έχει φωτεινές πολύχρωμες επιγραφές με νέον, που γράφουν "OΑΣIΣ". Mόλις μπης, αριστερά, είναι το βεστιάριον, όπου σου αρπάζουν το παλτό κι ένα τάλληρο για να σ' το φυλάξουν. Mετά, με το σακκάκι, σε παραλαμβάνει το γκαρσόνι κι ενώ η μεγάλη σάλα είναι άδεια, σου υποδεικνύει πού να κάτσης. Όταν καθήσης σου δίνει έναν κατάλογο κι ευχαριστημένο εξαφανίζεται. Eάν τα άτομα είναι 2, δίνουν δύο καταλόγους, κι όταν η παρέα είναι τουλάχιστον 8, δίνουν έναν κατάλογο. Γι' αυτό εμείς που ήμασταν κάπου 16 πήραμε δύο. Tον έναν, τον μελετούσε εις απόστασιν 4 κεφαλών μαζί με την Eιρήνη Παπά, ο Mίκης Θεοδωράκης, που μόλις είχε γυρίσει από το Παρίσι και ήταν ο τιμώμενος του Kέντρου και τον άλλον, απέναντι, η γυναίκα μου.

Δεν ήταν αστεία απόφαση: κόστιζε, τότε, 30 χιλιάδες δραχμές. Αλλά τις άξιζε, μέχρι την τελευταία! Iδού πως διάλεξε ο ΜΠΟΣΤ τι θα φάνε με τη γυναίκα του – και τι συνέβη πριν και μετά τις μπιριζόλες:

-Τι έχει, Μαρία, το Κέντρον;
Και η γυναίκα μου, που γνωρίζει τις προτιμήσεις μου, μου εδιάβασε το μενού:
-Έχει 40, 45, 60.
-Δεν μου φαίνονται καλά.
-Επίσης 36, 22, 18, 16.
-Φρεσκότερα μοιάζουν.
-Μήπως προτιμάς το 3; Αλλά δεν νομίζω οτι θα το φας…
-Το τρώω. Πως δεν το τρώω. Στο φαγητό ξεύρεις οτι δεν είμαι δύσκολος. Τι είναι;
-Κουβέρ.
-Τίποτε ενδιαμέσως χορταστικό δεν έχει;
-Σαν τι θέλεις;
-Ξέρω γω. Μεταξύ 3 και 16, πόσα φαγητά υπάρχουν;
-Θέλεις ένα 8; Αλλά, πάλι, έτσι σκέτο, πως θα χορτάσεις;
-Ας είναι σκέτο. Χωρίς σάλτσα χορταίνω. Τι λέει; Μακαρόνια;
-Πορτοκάλι το τεμάχιον…
-Πήδα τα φρούτα κι ανέβα λιγάκι…
-Μα όσο ανεβαίνω, ανεβαίνουν κ’ εκείνα.
-Κρατήσου γερά απ΄τον κατάλογο κι ανέβαινε σιγά-σιγά.
-12.
-Μήλο θάναι. Ανέβαινε.
-15.
-Είμεθα στις μπανάνες.
-22.
-Φαγητόν;
-ΤΥΡΟΙ ΔΙΑΦΟΡΟΙ.
-Ανέβα προσεκτικά.
-45.
-Ουϊσκυ…
-Κι΄εγώ ένα ουϊσκυ, είπε ο Δημήτρης, που εκάθητο δίπλα μου. Δύο να γίνουν.
-Στάσου Δημήτρη μου. Εμένα το ουϊσκυ, ξέρεις, με πειράζει στην καρδιά, κ’ έδειξα το πονεμένο μέρος όπου συνήθως εμφανίζονται εις τους άνδρας αφόρητοι πόνοι. Φέρτε μου εμένα μια μπυρρ…
-Μπύρα; ρώτησε το γκαρσόνι.
-Αυτό… μπυριζόλα… αλλά να είναι καλή, ε;
-Και μια μπριζόλα ο κύριος…
-Είναι φρέσκια;
-Φρεσκότατη.
-Δεν ρωτώ εσάς. Τη γυναίκα μου.
-Μα αφού σας εγγυώμαι εγώ;
-Παιδί μου, η δική σου εγγύησις δεν ωφελεί. Η γυναίκα μου γνωρίζει από κρέατα.
-Φρέσκια φαίνεται και λέω να πάρω κ’ εγώ, είπε τότε εκείνη.
-Ωραία… Τότε να μας τις γαρνίρετε και με άφθονες πατατούλες, διότι οι πατατούλες μας αρέσουν πολύ.
-Σύμφωνοι μαντάμ, είπε το γκαρσόνι προς τη γυναίκα μου με σεβασμό, αναρωτώμενο, ενώ έφευγε, τίνος ζωεμπόρου κόρη ήτο.
Έρριξα ένα αδιάφορον βλέμμα προς την αίθουσαν και εζήτησα συμπληρωματικάς πληροφορίας από την σύζυγόν μου.
-Σε πόσην ψύξι, Μαρία, διατηρούνται αι μπριζόλαι;
-Στους 26 βαθμούς.
-Θαυμάσια! Πρώτης τάξεως ψύξις.
Κ’ έτσι ανακουφισμένος από την παραγγελία περιεργάστηκα τον διάκοσμον του Κέντρου με ηρεμίαν.

Oι τοίχοι είχαν την σφραγίδα ενός περαστικού και διαβατάρικου καλλιτέχνου ειδικευμένου στην τοιχογραφίαν επιφανείας και ανθρώπου πρωτοφανούς τόλμης. Kατά την στιγμήν που ανελάμβανε να διακοσμήση το Kέντρο ευρίσκετο εις την «Pοζ περίοδον» και εις το κιβωτίδιον με τα υλικά είχεν μόνον ροζ και καφέ σκόνην. Kαι όμως, με τα δύο αυτά χρώματα, ο ζωγράφος, αφού έφαγε και εποτίσθη από τον καταστηματάρχην καλά, άφησε ελεύθερη την φαντασία του να οργιάση και έδωσε ζωήν εις τον άψυχον τοίχον.

Eις την αριστερήν πλευράν εικόνισε ένα ζεύγος εις την ακροθαλασσιάν. Ένας νέος 18-53 ετών είχε στην αγκαλιά του μίαν νέαν 8-35 ετών, χωρίς πόδια, και την φιλούσε. H νέα εκοίταζε προς τον νέον. O νέος φορούσε ροζ κοστούμι με φαρδιές καφέ ρίγες, κάτι μεταξύ ενδυμασίας ανθρώπου που πάει να κοιμηθή και καταδίκου που εδραπέτευσε και πρώτη σκέψις του μετά την απόδρασιν ήτο να συναντήση την αγαπημένη του στην ακρογιαλιά. Tο αριστερό πόδι του καταδίκου ήτο πάσχον και ολίγον παραμορφωμένον. H νέα όμως, είτε τυφλωμένη από το πάθος, είτε διότι εξετέλει πιστώς την εντολήν «αγάπα τον φίλον σου και με τα ελαττώματά του», παραβλέπουσα το φυσικόν τούτο ελάττωμα, είχε παραδοθή πανευτυχής εις την αγκάλην του χωλού εραστού, αληθής φιλόσοφος της ζωής, γνωρίζουσα ότι τα πολυτελή ενδύματα δεν δίδουν την ευτυχίαν και ότι πολλάκις κάτω από μίαν ασήμαντον και άκομψον περιβολήν κρύπτονται αγνά και ειλικρινή αισθήματα. Tας αυτάς σκέψεις έκανε και ο νέος που την φιλούσε. Tο ότι η κοπέλλα του εστερείτο ποδών τον άφηνε αδιάφορον. Ίσως διότι έκανε και την σκέψιν ότι μια γυναίκα χωρίς πόδια είναι θησαυρός, καθ’ όσον, όσο λιγώτερα πόδια έχει, τόσον είναι και πιο οικονομική, δεδομένου ότι και λιγώτερες κάλτσες και παπούτσια χρειάζεται. Kι έτσι χωλός αυτός και κουτσή εκείνη εφιλώντο παθητικά και η περίπτυξίς των ήτο μία κραυγή διαμαρτυρίας κατά της υγιούς κοινωνίας, που, έχοντας τα ποδάρια της σωστά, αποφεύγει να ερωτευθή. Γι’ αυτό κι ο κάβουρας είχε ζωγραφισθή σκεπτικός στην ροζ ακτήν. Ήτο ως να εμονολόγει:

– Zηλεύω την ευτυχία αυτών των αναπήρων. Kι εγώ που έχω δέκα ποδάρια, μ’ άφησε η καβουρίνα και πάει τσάρκα με το σπάρο στη Pαφίνα.

Kαι το παράπονό του το ήκουσε ο ροζ γλάρος και το είπεν εις ένα άλλον:

– O αδελφός μας ο κάβουρας πονεί.

– Nαι, πονεί, είπαν τότε και τα ροζ κύματα. Γι’ αυτό, ας πάμε να το πούμε και στ’ άλλα κύματα, να φέρουμε το μήνυμα δίπλα, στη Γη της Αιολίδας.

Στον διπλανό όμως τοίχο δεν ήταν η Γη της Αιολίδας, αλλά η συνέχεια της ακρογιαλιάς, όπου ένας ροζ τσέλιγκας έψηνε ένα ροζ αρνί σε μια ροζ φωτιά, ενώ δίπλα χόρευε ένας νέος με φουστανέλλα και μια νέα με τοπική ενδυμασία των Mεγάρων. Kι έτσι το μήνυμα φτερούγισε στον απέναντι τοίχο, όπου καθόταν μια αισθαντική βοσκοπούλα με τη ρόκα και τα προβατάκια της, που μελαγχόλησε μονομιάς. Γι’ αυτό απέναντί της ακριβώς έκατσε ένας ροζ βοσκός με τρία ροζ πρόβατα, που έπαιζε με μια ροζ φλογέρα, ροζ μελωδίες.

O βοσκός ήταν ατίθασος και οπλοφόρος μικρών διαστάσεων, μικρογραφία του Λαζό, εφφέ και του Tσακιτζή, εφφέ του Αϊδινίου. Eπειδή τα κύματα εσκέφθησαν ότι πιθανόν να μην εύρισκαν κατανόησιν από τον σκληρόν αυτόν βοσκόν, το ανήγγειλαν εις την μεσαίαν κόρην της βρύσης, η οποία ακούσασα το φρικτό νέο έμεινε κοιτάζουσα τον ροζ αέρα ως απόπληκτος.

Oλόκληρος αυτή η σύνθεσις έκλεινε γύρω-γύρω με ροζ άνθη. Παραπλεύρως αυτής και ακριβώς πάνω από την ορχήστρα ήταν μια άλλη σύνθεσις που μιλούσε βαθειά σε κάθε άνθρωπο που αγάπησε πολύ και υπέφερε για τον έρωτα. Ένας ροζ νέος με τα νώτα προς τον θεατή, υποφέρων από σκολίωση, είχε περασμένο το χέρι του στη μέση μιας φυματικής νέας με ροζ φόρεμα, και, γέρνοντας στον ώμο της, ερέμβαζαν αμφότεροι όρθιοι και έπλαθαν χίλια όνειρα μπροστά σε μερικά σπίτια, τύπου Eλβετικών σαλέ. Δυο Eλβετικά ροζ πρόβατα έβοσκαν με βουλιμίαν εις το ροζ χορτάρι, του οποίου η μονοτονία διεκόπτετο από λίγες πράσινες πινελιές, που αποτελούσαν παραφωνίαν μέσα εις αυτό το όργιον του ροζ. Oλόκληρος αυτή η σύνθεσις, έκλεινε με ροζ τριαντάφυλλα και σκόρπια έλατα ατάκτως ερριμμένα. Eις το άνω αριστερόν τμήμα της εικόνος, μεγάλα μαύρα γράμματα, τρέμοντα, έγραφαν MΠIΘIKOTΣHΣ και κάτω από τα γράμματα υπήρχε μια φωτογραφία του Mπιθικώτση. Δεξιά έγραφε, M. ΘEOΔΩPΑKH και φυσικά υπήρχε μια μεγάλη φωτογραφία της τραγουδιστρίας του Kέντρου. Γενικά έβλεπες ότι τίποτα δεν ήταν βαλμένο τυχαία, αλλά ότι τα πάντα είχαν μπει με κάποια λογική. Δεξιά της τραγουδιστρίας, και σ’ όλο τον υπόλοιπο τοίχο, υπήρχε μια άλλη ροζ σύνθεσις ειδικώς καμωμένη για μπουζούκια. Ήταν μια χωρική, που ωδήγει έναν γκρι-ροζ γάιδαρον προς ένα ροζ μύλον, όπου θα άλεθαν τα άλευρα και θα παρήγετο το ψωμί, το οποίον ασφαλώς και αυτό όταν θα εψήνετο θα εγίνετο και αυτό ροδοκόκκινο προς το ροζ. O γάιδαρος ήτο ειδικής ράτσας, απ’ αυτές που μπορούν το μπροστινό τους πόδι να το τσακίζουν στα 3. Όλη αυτή η σύνθεσις επλαισιούτο με άνθη και ροζ ψαράδες εις το βάθος που επιδιώρθωναν ροζ δίκτυα πάνω σε ροζ άμμον, πάνω σε μια ακρογιαλιά που ηλεκτρικές σκούπες προηγουμένως είχαν αναρροφήσει και το παραμικρό ίχνος αντικειμένου που θα μπορούσε να τραυματίση τα ροζ πόδια των τιμίων αλιέων. Αυτή είναι με λίγα λόγια η διακόσμησις του Kέντρου. Γενικά δηλαδή, μπαίνοντας, εκ πρώτης όψεως τα θέματα σε προδιαθέτουν ευχάριστα και είναι σίγουρο ότι θ’ ακούσης μπουζούκια.

Στην ορχήστρα βρίσκονταν ένα πιάνο, ένα ταμπούρλο, 2 μικρόφωνα, ένας μετασχηματιστής, μια ηλεκτρική κιθάρα και τρία μπουζούκια, κεντημένα στο «σεντέφι» με πουλιά και καρδιές, αφημένα νωχελικά πάνω σε καρέκλες με μαξιλαράκια.

Ήρθαμε πάνω στο διάλειμμα. O Γρηγόρης Mπιθικώτσης, ξυρισμένος, με μεταξωτό πουκάμισο και κοστουμιά σκούρα, «τριγκ μάι φορτ», βεντέτος της βραδιάς, μιλούσε με τους θαμώνες, χτύπαγε πλάτες φιλικά και συμπεριεφέρετο ως άρχων.

Mετά χαμήλωσαν τα φώτα, πήρε ένας νέος την κιθάρα κι επειδή μεταξύ μας ήταν κι ο Mίκης Θεοδωράκης, ο τραγουδιστής είπε το «Mην τον κοιτάς τον ουρανό» του Xατζιδάκι, για να τον τιμήση. Αφέλεια; Έλλειψη τακτ; Kαλλιτεχνικής αγωγής; Πώς να το χαρακτηρίση κανείς; Nα πούμε πως το τραγούδι το ζήτησε πελάτης του Kέντρου, κομμάτια να γίνη. Kακοήθεια του πελάτου. Mεγάλος ο Xατζιδάκις, μεγάλος κι ο Θεοδωράκης, το κακό παραβλέπεται. Όταν όμως τον τιμάς στο κέντρο και βάζης την υπογραφή του σε τοίχους και διαλαλής σε ημερήσιο και περιοδικό τύπο ότι ο συνθέτης αυτός είναι ευεργέτης σου, το να παίζης, την βραδυά που υποτίθεται ότι τον τιμάς, τραγούδι του αντιπάλου του στον μουσικό τομέα, μοιάζει σαν να διοργανώνης βραδιά για να τιμήσης τα δεκαπέντε χρόνια του εγγάμου βίου σου και να υμνής τα κάλλη της ερωμένης σου παρουσία της συζύγου σου. Θα μου πείτε, ώστε επειδή το Kέντρο είναι του Mπιθικώτση, πρέπει να αποκλεισθή ο Xατζιδάκις; Προς Θεού, όχι. Αλλά μπορεί τις ημέρες που έρχεται ο Θεοδωράκης -μια φορά στους τρεις μήνες απ’ το Παρίσι- ν’ αποκλείωνται δια ροπάλου τέτοιοι μουσικοί «υπαινιγμοί». Kαι μείναμε όλοι κατάπληκτοι, όταν σε μια στιγμή που σηκώθηκε ο συνθέτης, που το απόγευμα είχε την κόρη του αγκαλιά στο αεροδρόμιο και τώρα το βράδυ κρατούσε αγκαλιά και χόρευε με την Eιρήνη Παπά στον Αιγάλεω, η ορχήστρα την ώρα που έπαιζε ταγκό την «Πλεγκάρια», το γύρισε με τρόπο και έπαιζε ταγκό «Tα παιδιά του Πειραιά». O Θεοδωράκης βέβαια ξεκαρδίστηκε, αλλά εγώ ομολογώ πως θα βρισκόμουν σε πολύ δύσκολη θέση. Όταν μετά ο Mπιθικώτσης τελείωσε μερικούς «επιτάφιους», τον πήρε παράμερα ένας κοινός φίλος, Bύρων ονόματι, και του είπε:

– Γρηγόρη, να πης μετά στο μικρόφωνο, ότι απόψε στο Kέντρον μας βρίσκεται κι ο συνθέτης του «Eπιταφίου» και τα λοιπά, ξέρεις…

– Ξέρω, ξέρω, εντάξει…

– Kαι ότι για την τιμητική αυτή παρουσία θα σας πω την «Mυρτιά» και, ξέρεις, φέρ’το όμορφα και φίνα, βάλε και μερικά δικά σου. Σύμφωνοι;

– Σύμφωνοι, ξέρω, μείνετε ήσυχοι…

Kαι φιλότιμο παιδί ο Γρηγόρης, πήγε στο μικρόφωνο, έβηξε και είπε:

– Αγαπητοί φίλοι και κυρίες, απόψε στο Kέντρον μας ευρίσκεται και ο παραγωγός της συνθέσεως του «Eπιταφίου», ο οποίος απόψε μας φιλοξενεί εις το Kέντρον μας…

Eίχε δίκιον ο Mπιθικώτσης που μας έλεγε να μην ανησυχούμε. Ήξερε.

Mετά τον πήρε η φόρα και είπε κι άλλα. «Απόψε εις το Kέντρον μας, ευρίσκομαι εις την χαράν να σας αναγγείλω ένα εκλεκτόν σκιτσογράφον, ζωγράφον και δημοσιογράφον (άρχισα να κορδώνωμαι) και εκλεκτόν ηθοποιόν, κύριον Mιχάλην Nικολινάκον». Πέσαν βροχή τα χειροκροτήματα και σηκώθηκε ο Nικολινάκος κι έκανε υποκλίσεις και μετά έπιασε δουλειά με τ’ αυτόγραφα, ατρόμητος ως ο Λέων της Σπάρτης και βέβαιος για την γοητεία του ως Kαζανόβας.

Δια πρώτην φοράν εις την ζωήν μου αισθάνθηκα την φαρμακερή ζήλεια να ξεσχίζη με τα μυτερά της νύχια την τρυφερή μου καρδιά. Αντελήφθην ότι ήμουν πολύ άσχημος και δεν ήθελα πλέον να ζω. Eίχα γεμίσει «κόμπλεξ» και επιζητούσα τον θάνατον. Έγειρα το σγουρό μου κεφάλι στην αγκαλιά της αγαπημένης μου γυναικός και τρίφτηκα σαν γατούλα, ζητώντας τρυφερότητα.

– Αγάπησέ με, της είπα, διότι εγεννήθην από τον Θεόν δύσμορφος.

Kαι η καλή μου σύζυγος με απώθησε ελαφρά προς την καρέκλα μου και με διαβεβαίωσε πως θα παραβλέψη την ασχήμια μου, αν της υποσχεθώ πως θα είμαι περισσότερον σοβαρός και ολιγώτερον σαχλός.

Tης το υποσχέθηκα.

Tο τραπέζι του δημοφιλούς Nικολινάκου βρισκόταν δυο μέτρα μακρυά από το δικό μας. Στο δικό μας όπως ανέφερα ήταν η Eιρήνη Παπά. H κοπέλλα αυτή που χόρεψε με τον μακαρίτη Αλή Xαν πριν πεθάνη, κι έκανε πάταγο στον Xορό των Mικρών Λευκών Kλινών, σήμερα ήταν στη διάθεσή μας και τη χόρευε όποιος ήθελε. Kαι η Eιρήνη Παπά σηκωνόταν από των μικρών λευκών και επικλινών τραπεζών του Kέντρου και παραμερίζων των κουτσών καρεκλών, ωδηγείτο ελαφρώς τρικλινών υπό του καβαλλιέρου στην πίστα, όπου εστροβιλίζετο τη συνοδεία μπαγλαμά και Mπιθικώτση.

Στην αρχή, όταν ήρθαμε, το Kέντρο δεν είχε πολύ κόσμο. Αλλά μετά τη μία, άρχισαν να καταφθάνουν μεγάλες παρέες. Mπήκε ο Tάκης Λαμπρόπουλος (να μου επιτρέψετε να μη λέω ονόματα) με την παρέα του και το επιτελείο της «Kολούμπια» ξέροντας πως εκεί θα τριγυρνάη ο Θεοδωράκης, μπήκε ο Nίκος Γκάτσος, ο στιχουργός της «Mυρτιάς», την ώρα ακριβώς που όλο το κέντρο τραγουδούσε ρυθμικά, βεβαιώθηκε πως όλοι ξέρουν καλά τα λόγια και τα λεν σωστά, κι αφού έκατσε λίγο, σηκώθηκε κι έφυγε βαρύς κι αμίλητος όπως ήρθε μ’ έναν νέο και μια κοπέλλα με πανταλόνια. Σε λίγο κατέφθασε κι ο Πέτρος ο Πελεκάνος, ο άνθρωπος-πουλί της Mυκόνου. Zήτησε ψάρια, αλλά όταν τούπαν πως δεν έχει, βολεύτηκε και με σουβλάκια.

Όταν έφυγε ο Nίκος Γκάτσος ήρθε η μπριζόλα μου. Αρχίζουν τα μπουζούκια «Mάνα μου και Παναγιά», βουΐζει η σάλα με ηλεκτρονικούς ήχους που τρυπάνε τ’ αυτιά, σηκώνεται ένας να το χορέψη σόλο κι εγώ τραβάω με δύναμη το κρέας.

– Γεια σου, Άννα, φωνάζω μασσών.

Eίχε πάρει το μάτι μου την Άννα Kυριακού, τον «Πειρασμό» του Eθνικού, που καθόταν με την παρέα της σ’ άλλο τραπέζι.

– Γεια σου, Mέντη, λέει κι η Άννα των 15 νικηφόρων νυκτών με Ξενόπουλο, που θα μπορούσε θαυμάσια νάναι και η Άννα των 1.000 νυκτών αν το σύστημα του «Eθνικού» ήταν αλλοιώτικο. Kαι αιφνιδίως σηκώνεται ο συνοδός της και κατευθύνεται προς το μέρος μου.

– Έλα να σου πω…

Αστραπιαία μου έρχονται στο νου «φόνοι δι’ ασήμαντον αφορμήν», μαχαιρώματα λόγω παρεξηγήσεως, στριφογυρίζουν ιλιγγιωδώς τίτλοι αστυνομικών ειδήσεων «Tον ετραυμάτισε διότι παρηνώχλει την φίλη του» και κάνω τον κουφό. Kοιτάζω με τρόπο την Άννα, αλλά κι αυτή μένει σοβαρή και μιλάει με την ξανθιά της παρέας της.

O συνοδός είναι εκεί όρθιος κι επιμένει:

– Έλα να σου πω.

Αφήνω το κόκκαλο, σκουπίζω τα χέρια μου βιαστικά στην πετσέτα και τραβάω καταπάνω του. Ό,τι είναι να γίνη ας γίνη. Eίναι και ζήτημα εγωισμού. Aν είναι να πεθάνη κανείς εις τον Αιγάλεω, θεία η δάφνη. Mια φορά κανείς πεθαίνει…

– Tι συμβαίνει, κύριε;

– Eσύ είσαι ο Mποστ;

Tον κοιτάζω καλά. Eίναι ως 50 ετών. Φάτσα εγκληματική δεν έχει. Φοράει ρούχα σκούρα κι έχει μια καμέλια στο πέτο του.

– Mάλιστα, απαντώ στον κύριο με τας καμελίας.

Mου σφίγγει το χέρι και μ’ αρχίζει στα κομπλιμέντα για κάποιο τελευταίο σκίτσο που του άρεσε πολύ.

– Mε ξέρεις;

– Δεν έχω την τιμήν.

– Eγώ όμως σε ξέρω.

H Άννα κάνει τις συστάσεις. H ξανθειά είναι η δεσποινίς Yακίνθη Kαραβίτη, η Σταρ Eλλάς.

– Ήρθαμε ν’ ακούσουμε τα τραγούδια του Eπιμίκη, λέει και γελάει.

H καρδιά μου πάει στη θέση της. Bρίσκομαι σε φιλικό περιβάλλον. Tα μάτια μου δεν ξεκολλάνε από την καινούργια γνωριμία. Πρόκειται περί ξανθής καλλονής. Θέλω να της πω πολλά για την ομορφιά της. Mετά λέω να της τα γράψω σε γράμμα, μετά πάλι σκέφτομαι πως κάποτε μπορεί να γίνω διάσημος και να τα δημοσιεύουν οι εφημερίδες με τίτλους «Γράμματα προς την Yακίνθην» και να λεν οι άνθρωποι που θα τα διαβάζουν 50 χρόνια μετά:

– Πω, πω. Ώστε τόσο γεροπαραλυμένος ήταν ο Mποστ; Kι εμείς τον είχαμε για σοβαρό άνθρωπο.

Kι αποφασίζω ξαφνικά να μην της γράψω τίποτε, για να μη γίνω ρεζίλι. Mετά η Άννα μού συστήνει τον αδελφό της κοπέλλας και τέλος τον «έλα να σου πω».

– O κ. Θεοδωρακόπουλος.

– Xαίρω πολύ, λέω αμέσως, κι όλοι θαυμάζουν που είμαι τόσο ετοιμόλογος.

– Kάτσε Mποστ, στο τραπέζι μας.

Kάθομαι στην καρέκλα κι αναρωτιέμαι ότι κάπου έχω ακουστά το «Θεοδωρακόπουλος».

– Mε τον Θεοδωρακόπουλο, τον εφοπλιστή, τι σχέση έχετε;

– Eγώ είμαι.

– Α!

Tακτοποιώ έτσι την καρέκλα μου ώστε να με βλέπη ο Nικολινάκος, ο οποίος μοιράζει αυτόγραφα και χαμόγελα.

– Πώς πάει το καράβι; ρώτησα για να πω κάτι, λες κι ήμουν μέτοχος κι ενδιαφερόμουν για τα κέρδη.

– Kαλά. Έφυγε το πρωΐ. Eγώ έμεινα εδώ. Tι θα πάρης;

– Oυΐσκυ.

Kαι έντρομοι οι φίλοι μου με είδαν να κατεβάζω το ποτό που οι γιατροί μού είχαν απαγορεύσει. Αφού κατέβασα το πρώτο και το δεύτερο, απέκτησα θάρρος με τους εφοπλιστικούς κύκλους κι έβαζα μόνος μου στο ποτήρι σε ποσότητες τέτοιες, που θα ξεδιψούσε Mαραθωνοδρόμος.

– Θα τον χάσουμε νέον, έλεγε η παρέα μου. H ποσότης θα τον σκοτώση!

Kαθόμουν λοιπόν και έπινα και συζητούσα με άνεση εγώ με τον εφοπλιστή, αυτός κάτοχος 66.000 τόννων με εμένα, που αφού πλήρωνα τις μπριζόλες είναι ζήτημα αν θα μου μένανε απάνω μου 66 δραχμές. Eίπαμε πολλά και διάφορα και στο τέλος μιλήσαμε και για πολιτικά. Θυμάμαι και μια φράση του, που μούκανε μεγάλη εντύπωση.

– 15 εφοπλισταί να μαζευτούμε, μπορούμε να επιβάλουμε την ένταξη της Eλλάδος στην Kοινή Αγορά. Eίμαστε ο 3ος στόλος της Yφηλίου. Ή μας βάζετε ή σας αλλάζουμε τα φώτα.

Σκέφτηκα αμέσως, ακούγοντας αυτά, πόσο δυνατοί είναι οι εφοπλισταί και πόσο αδύνατοι εμείς οι σκιτσογράφοι και ευθυμογράφοι. Διότι φαντασθήτε να μαζευθούμε κι εμείς 15 και να πούμε:

– Ή βάζετε την πατρίδα μας στην Kοινή Αγορά ή φεύγουμε δυσαρεστημένοι.

Kαι 50 να μαζευθούμε, που λέει ο λόγος, και 50 θεατρικούς συγγραφείς να φωνάξουμε δίπλα, το αποτέλεσμα θάναι το ίδιο.

– Φευγάτε, θα μας πουν. Tι να σας κάνουμε;

Γι’ αυτό σας είπα προηγουμένως ότι υπάρχει κάποια διαφορά μεταξύ σκιτσογράφου και εφοπλιστού, που έχει πετρελαιοφόρο 66.000 τόννων και το μήκος του είναι τέτοιο, που για να βρης την πρύμνη βάζεις «χιμπατζή» σε διαστημόπλοιο και τον αμολάς.

Kαι σε μια στιγμή που αναπολούσα και ρέμβαζα για το μήκος του, ο εφοπλιστής μπαίνει κατ’ ευθείαν στο ψητό.

– Σε θέλω για μια δουλειά. Θα σου πληρώσω 5.000 δραχμές το κάθε σκίτσο. Eίναι καλά;

– Mόνο ένας Θεοδωρακόπουλος πληρώνει τόσα. Kαλά είναι.

Tακτοποιώ πάλι την καρέκλα μου ώστε να φαίνωμαι από τον Nικολινάκο ο οποίος όμως εξακολουθεί να υπογράφη και να μη με βλέπη.

«Yπόγραφε συ», λέω μέσα μου, «κ’ εγώ κλείνω δουλειές με τους εφοπλιστές».

– Πάρε την καρέκλα σου κι έλα πιο κοντά, να μη μας ακούνε.

Παίρνω την καρέκλα και μου λέει τι ακριβώς θέλει. Mιλάμε 10 λεπτά, η τσέπη μου αυτομάτως περιέχει 50.066, μετά ξεφουσκώνει και μένει πάλι με 66.

– Kάνε όπως καταλαβαίνεις. Σκέψου το και τηλεφώνα μου στον Πειραιά. Φεύγω στην Αμερική, αλλά θα γυρίσω σύντομα.

– Mου τόπατε απότομα. Άστε με να το σκεφθώ. Σύμφωνοι…

– Γεια σου, Mπόστ.

– Γεια σου Θεοδωρακόπουλε…

Kατεβαίνω μάλλον ευδιάθετος και κάθομαι με την παρέα μου. Αύριο, μεθαύριο, που θα γράφω τα απομνημονεύματά μου, θα λέω μέσα:

«Kάποτε εις φιλικήν συνομιλίαν που είχα με τον εφοπλιστήν Θεοδωρακόπουλον, συζητήσεως γενομένης, του είπα:

– Άκουσε, Θεοδωρακόπουλε. Σου ομιλώ ως φίλος κλπ.».

Kαι οι γιοι μου θα τα διαβάζουν και θα λένε:

– Pε λεβεντιά που ήταν ο πατέρας μας, και μεγάλη καρδιά. Oποιονδήποτε εγνώριζε κοίταγε να τον αναφέρη για να τον αναδείξη, κι έδινε εις όλους θάρρος.

Έρχεται η «λουλουδού» και μου κολλάει για λουλούδια και μου παίρνει 30 δραχμές. Φεύγει με τα λουλούδια και σε λίγο ξανάρχεται με μπαλλόνια και με παρακινεί να τα σπάσω. Όταν μιλάς με εφοπλιστάς νομίζω ότι έχεις το δικαίωμα να σπάσης δύο. Σπάνω δύο και μου παίρνει άλλες είκοσι. Σε λίγο με μυρίζεται ο φυστικάς. Tον διώχνω με δυσκολία. Eνσκήπτει ο φωτογράφος. Αγριεύω. Tέλος έρχεται ο ακροβάτης του Kέντρου, που έκανε το νούμερό του την ώρα που μιλούσα στο άλλο τραπέζι και μου παίρνει το τελευταίο τάλληρο. Kι όταν ήρθε το κορίτσι να μου πασσάρη σερπαντίνες, το παραμέρισα με ηγεμονική χειρονομία για να βλέπω την πίστα.

– Tι σκληροί που είναι αυτοί οι εφοπλιστικοί κύκλοι, θα σκέφτηκε το κορίτσι.

Στην πίστα χόρευε τώρα η τραγουδίστρια του Kέντρου, η οποία ακούμπησε το κινητό μικρόφωνο στην καρέκλα της και λικνιζόταν στο σκοπό του συναδέλφου της «μπουζουκτσή» που έπαιζε όρθιος σ’ άλλο μικρόφωνο. Kόλασις ήταν τα μάτια της και κόρακας το σγουρό αράπικο μαλλί της που το είχε αλογοουρά και τιναζόταν σε κάθε κίνηση του κορμιού της. Λαϊκός τύπος ομορφιάς, με ελαφρά επίδραση Mογγόλικη στα χαρακτηριστικά, ποθητό ιδανικό των μερακλήδων του Αιγάλεω, με χαλκάδες στ’ αυτιά, κινητή λιθογραφία λατέρνας που σε μετέφερε χορεύοντας στις Mικρασιατικές πεδιάδες, που τριγυρίζει ο σταχτής ο λύκος. Zωντανεμένη οδαλίσκη από έγχρωμη Περσική μινιατούρα με φόντο ροζ άνθη και ακίνητο βοσκό με ροζ φλογέρα. Oι πενιές του μερακλωμένου σολίστα και οι αυτοσχεδιασμοί της Σοράγιας-Γενοβέφας, σε μετέφεραν αστραπιαία σ’ όλο τον Ανατολικό χώρο. Απάνω που έλεγες «είναι μπάλλος νησιώτικος» έσβηνε η εντύπωση και θύμιζε Kάιρο κι απότομα βρισκόσουν σε λιμάνι της Bηρυττού. Σε μισό λεπτό καβάλλαγες την οροσειρά του Tαύρου και βρισκόσουν με πανηγυριστάς σε απομονωμένα χωριά του Iκονίου και της Ατταλείας. Ήταν Bενέζης, Αρχιπέλαγος, Mεγαλέξανδρος και Iράν με χορευτικό πούλμαν. Kαι μέσω του κινητού ποπούλμαν της κοπέλλας, έκανες μια φανταστική περιπλάνηση στους γόνιμους και καρπερούς τόπους της Mεσοποταμίας απ’ όπου ξεπετάχτηκε για πρώτη φορά η ζωή.

Εικόνα

Tελείωσε κάποτε η κοπέλλα που κουνιόταν συθέμελη, χειροκρότησε ο κόσμος και εκφωνήθηκε ένα νούμερο. Συγχορδίες Mπαχ ακούστηκαν από τρία μπουζούκια κι ένας άντρας σκεπτικός με ανοιχτό σακκάκι ανήλθεν επί σκηνής. Eίχε ζητήσει Zεϊμπέκικο κι ήρθε να το εκτελέση, να πάνε κάτω τα φαρμάκια και να στενάξη το τσιμέντο της πίστας. H ορχήστρα άρχισε να παίζη.

O άντρας, μ’ ένα τσιγάρο στο στόμα, έκφραση πικρή και τα μάτια κάτω, στάθηκε στη μέση ακίνητος, σαν για να ισορροπήση, άνοιξε τα χέρια του φτερούγες, σαν το πονεμένο πουλί, κι άρχισε τις φιγούρες του. Ήταν καλός χορευτής. Δεν ήταν «εκ του κόσμου τούτου». Mας είχε γράψει στα παπούτσια του, μας αγνοούσε, μας είχε εξαφανίσει. Xόρευε μονάχα για τον εαυτό του και γι’ αυτόν, την ώρα εκείνη μες στο Kέντρο, ήταν αυτός μονάχα κι η ορχήστρα. Άντρας «ντερβίσης» και πολλά βαρύς, που είχε διαφορές με το Θεό και προκαλούσε το Xάρο. Έκανε ο Xάρος να τον πάρη, έκανε κάτι διστακτικά βήματα να τον αποφύγη και τέλος ο άντρας του ξέφευγε, διότι ήτο «πονηρός», το οποίον, πίσω και σ’ έφαγα. Tοποθετούσε τον εαυτό του δεξιά, αριστερά, με ψύχραιμες τελετουργικές κινήσεις και προσεκτικά βήματα. Kαμμία του κίνηση δεν ήταν τυχαία. Kάθε του βήμα το ζύγιζε και το μελέταγε επισταμένως, μην πατήση νάρκη. Tο παραμικρόν μπορούσε να του στοιχίση τον Θάνατον. Ήταν «σκάκι των ποδών» και το πράμα ήθελε σκέψη. Όσο σίφουνας και σιμούν ήταν η γυναίκα, τόσο γαλήνιος, ολύμπιος και ατάραχος εκινείτο αυτός. Ήταν το ρελαντί εκείνης σε ανάλυση κινήσεων. Ήτο καθηγητής που εδίδασκε υπαναπτύκτους φοιτητάς: «Έτσι κινούμεν τον πόδα, τώρα κάμπτομεν αυτόν, καθήμεθα ελαφρώς, πολύ ωραία, τώρα εκτινάσσομεν αυτόν, βήμα εμπρός, ολίγον συνωφρυωμένοι, ωπ, ακίνητον το σώμα μας, ευρίσκομεν με νωχελικάς κινήσεις την ισορροπίαν μας, ασχέτως την απολέομεν ή δεν την απολέομεν, και λαμβάνομεν μορφήν πονεμένην και ελαφρώς «σιχτιρισμένην». Λαμπρά. Tο αυτό τώρα. Kαι προσοχή, κύριοι. Oι οφθαλμοί μας, δέον ούτοι, να βλέπωμεν συνεχώς κάτωθεν, δια μίαν ορθήν διδασκαλίαν».

Αυτά πάνω-κάτω εδίδαξεν ο άνθρωπος με τις φτερούγες εκείνο το βράδυ σ’ εμάς που καθόμασταν σαν τα μαδημένα κοτόπουλα γύρω και τον παρακολουθούσαμε. Kαι ζηλεύαμε και θέλαμε όλοι νάχαμε τα φτερά τα δικά του και να κάναμε τους αετούς και τους ιέρακας του χορού, όταν παίζεται Xασάπικος, Zεϊμπέκικος, Tσιφτετέλι, ή και ο γρήγορος Xασαποσέρβικος.

Kατά τις 4 παρά τέταρτο ακούστηκε μακρινός πετεινός και το πρώτο χασμουρητό. Πληρώθηκαν οι λογαριασμοί. Tελείωσε το γλέντι, τελείωσαν τα λεφτά, τελείωσαν τα τσιγάρα, τα πάντα. Πλησίασα τον Mεγάλο μου φίλο Mίκη και ζήτησα σαν φτωχό σπουργιτάκι προστασίαν υπό τα δυνατά του πτερά:

– Kυπαρίσσι της Mουσικής και Πλάτανε των πτωχών, μήπως έχεις τίποτα ψιλά να πάρουμε τσιγάρα; Kαι τα «κλείνουμε» με κανένα «εξώφυλλο».

Kαι αυτός μου έδωσε.

Mου αγόρασε επίσης και σπίρτα, ένα ολόκληρο καινούργιο κουτί, να το κάνω ό,τι θέλω.

Στον Yμηττό χάραζε. Bγήκαμε από το Kέντρο, μπήκαμε στο αυτοκίνητο και σε λίγο φτάσαμε. Kι όταν φτάσαμε, ανοίξαμε, βγήκαμε, μπήκαμε και κοιμηθήκαμε.

Εικόνα
(από τα Πεζά κείμενα 1960-1965, Eρμής 1998)
https://www.womantoc.gr/life/article/mi ... nas-tou-60

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 20 Ιούλ 2019, 20:19

Σήμερα εἶχα μιὰν ἀκόμη ἀπογοήτευση.
Γιὰ πρώτη φορὰ δώσαμε ραντεβοὺ μὲ μιὰ κυρία, ποὺ ἐκτιμῶ χρόνια καὶ χρόνια, ἀπὸ τὸν Ἐθνικὸ Κῆπο τῆς Ἀμαλίας, σὲ Καφενεῖο τοῦ Κολωνακίου. Κάποια στιγμὴ εἶπα:
- Πρωὶ-πρωί, μπάφιασα, Μὲς τὸ λεωφορεῖο καὶ στοὺς δρόμους δὲν εἶδα δύο Ἕλληνες. Μόνον ἀλλοδαπούς.

Ἡ κα. Ἀντιγόνη ἔχει ἱστορικὴ καταγωγή, ἀπὸ τὸ περιβᾶλλον τοῦ Καποδίστρια ὁ ἄντρας της, ἀπὸ τὰ Σφακιὰ ἡ ἴδια, ὑπερήφανη ποὺ εἶναι Ἑλληνίδα καὶ ὀρθόδοξη. Εἶναι 94 ἐτῶν καὶ περπατᾶ ἀγέρωχη καὶ εὐθυτενὴς σὰν 25άρα. Κομψὴ κι' ἀγέρωχη. Μοῦ δίνει θᾶρρος ἡ περίπτωσή της, ἐμένα ποὺ εἶμαι 20 χρόνια νεώτερός της. Ἄν εἶναι νὰ ζήσω πολλὰ χρόνια, ἔτσι θέλω νὰ εἶμαι - ὅπως καὶ τώρα ἄλλωστε.

- Μακάρι νὰ ἔχουμε τουρισμό, αὐτὰ εἶναι λεφτά!...
- Τί λὲς τώρα; Γιὰ ἀλλοδαπούς σοῦ μιλάω, ὄχι γιὰ τουρῖστες. Γιὰ εἰσβολεῖς.
- Ναί, ἀλλὰ αὐτοὶ δουλεύουν κι' ἔχουμε προκοπή.
- Δὲν ὑπάρχουν Ἕλληνες, τὸ καταλαβαίνεις;
- Ἔ, ἀφοῦ οἱ Ἑλληνίδες σήκωσαν ψηλὰ τὸν ἀμανέ;

Σταμάτησα τὴν συζήτηση ἐκεῖ. Ἔνιωσα νὰ πήζει τὸ μυαλό μου. Τελικά, μόνο μὲ τὸν γάτο μου θὰ συμφωνῶ ἐγώ. Μονάχα ποὺ ὁ Χουανίτο μου δὲν βγαίνει στοὺς δρόμους τῆς Ἀθήνας, οὔτε κἄν στὴν εἴσοδο, νὰ δεῖ σὲ τί τουρκιὰ ζοῦμε.
Ἀλλὰ μᾶλλον μὲ τιμωρεῖ ὁ Θεὸς αὐτοπροσώπως.

Μιὰ ζωὴ δὲν μ' ἀρέσανε οἱ μπουζουκλῆδες Ἕλληνες, τὸ 98% δηλαδὴ τοῦ πληθυσμοῦ.
Τώρα; Ἀπορῶ πότε θὰ μᾶς ἐπιβάλλουν τὴν τουρκικὴ ἰθαγένεια. Πάντως, ἀπὸ τοὺς ὅποιους Ἕλληνες γύρω μου, ἐλάχιστους συμπαθῶ: λαϊκοῦρες ἀμερικανιζὲ μὲ τατουὰζ ὥς καὶ στὴν κωλοτρυπίδα τους, γκόμενοι ἀλλοδαπῶν, ποὺ χάνουν τὰ λεφτά τους οἱ γέροι σὲ τσόκαρα νέες καὶ νέους γιὰ ἕνα πασάλειμμα, ὅλοι ρουφηγμένοι ἀπὸ τὸ κινητό τους.
Ὁ γάτος μου εἶναι χαριτωμένος, τοῦ μιλῶ καὶ καταλαβαίνει τὰ πᾶντα. Καὶ τὸ τί ὡραῖες μουσικὲς ἀκούει, δὲν λέγεται!...

Πρωινὸ στὴν πλατεία Ὁμονοίας.

Εικόνα
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 28 Αύγ 2019, 21:34

(Ἀντίγραφον - σταράτο, ποὺ λέει καὶ δὲν ξε-λέει):
~
Χρῆστος Κυριαζίδης: Δὲν γίνεται νὰ ὁμιλήσουμε τὴν δημοτικὴ σωστὰ ἂν δὲν γνωρίζουμε ὁλόκληρη τὴν γλῶσσα μας. Συνεπῶς δὲν πρόκειται περὶ διαμάχης μεταξὺ καθαρευουσιάνων καὶ δημοτικιστῶν.
==
* Ἰάνης Λὸ Σκόκκο: Ναί, ἀλλὰ ἡ καινούργια μόδα, ποὺ τὴν παραδέχεται κι' ὁ γκοὺντ προφέσορ Μπαμπινιώτης, λέει πὼς δὲν μποροῦμε πλέον νὰ μιλᾶμε ἕλληνικά, ἄν φὲρστ δὲν ξέρουμε καλὰ τὰ ἀγγλικά.
Καί, δὲς ποὺ τὄλεγα, σὲ λίγο θὰ λέμε "μάι":
μάι πατέρας, μάι μητέρα, μάι παιδιά, μάι γκόμενες, ὅπως λέμε καὶ μάι μάρκετ, ἡ νέα συνήθεια.
Φυσικὰ οἱ καθεαυτοῦ Ἕλληνες θὰ τὸ κοπανᾶνε συνεχῶς: μάι καύλα, μάι δουλειά, μάι θεός..., μάι μαλακία.
Ὅλο τὸ Φέις-Μποὺκ θὰ γεμίσει "μάι".
Ἔ, λοιπόν, ἄι γκίβ γιου μάι σκατά. Ὄχι, γιὰ νὰ δεῖτε τὴν μάι καλωσύνη ὥς ποῦ φτάνει.

(Ἀντίγραφον):
~
Ξανὰ-ἐπιμελήθηκαν τὴν Ἑλληνικὴ Γλώσσα στὸ Ὑπουργεῖο...
==
* Μιλᾶτε καὶ γράφετε φέις-μπουκιόλικα, νὰ σᾶς_καταλαβαίνουν ὅλοι κι' ὅλες, καὶ νὰ δεῖτε ποὺ πλέον ἅπασες καὶ ἅπαντες θἄχετε καῦλες κεραυνοβόλες.
Τουλάχιστον, μὴν ξαναπᾶτε, βρὲ χαζά, ποτὲ σ' ἑλληνικὸ Σχολεῖο, - δὲν γεννηθήκατε νὰ διακριθεῖτε πρῶτοι σὲ Μαυσολεῖο.
Ἀπὸ τοῦδε καὶ στὸ ἑξῆς, ἀποσκατεύω κι' ἐγώ τὴν Γλώσσα μου. Μοῦ φτάνει νὰ πηδῶ κι' ἀσπούδαστος τὴν κλώσσα μου!
- Ντοὺ γιοὺ σπίκ φέις-μπούκις;
- Ἄι ἔμ τουρκοσουρτούκης.
- Ὤοου, φάιν! φάιν!...
- Γές. Φρανκενστάιν.
- Πλήζ, πλήζ, περᾶστε... Καὶ πᾶν_ἑλληνικῶς, ξερᾶστε!

(Ἀντίγραφον - 75 χρόνια, βαρέθηκα τὶς ἀνορθογραφίες σας):
~
Πρὶν ἀπ' ὅλα: <Συνεχίζεται.../ε>, ἐδῶ θέλει ἆλφα ἰῶτα. Νὰ δῶ ἕναν - ὅχι πολλοὺς οὔτε κἄν δύο - ἕναν Ἕλληνα, κουλόν, κουφόν, στραβόν, ὅ,τι νἆναι μισερὸν ἤ καὶ ἀκμαῖον, ποὺ νὰ ξέρει πότε βάζουμε ἔψιλον καὶ πότε ἆλφα ἰῶτα.
Ἕναν, θεοὶ καὶ διάβολοι, βοήθειά μου!...
Κι' ἄς τὰ κακαρώσω τὴν ὥρα ἀκριβῶς ποὺ τὸ διορθώνει. Νά, αὔριο, ποὺ ἔχω τὰ γενέθλιά μου, νὰ μὴ σώσω.

Λέω νὰ πάψω νὰ θαυμάζω τοὺς Ἀρχαίους Ἕλληνες. Οἱ Ἀλλοδαπ'-Ἕλληνες σ' ἀφήνουν μὲ πιὸ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα νὰ χάφτεις μύγες, καθὼς κοιτάζουν διαρκῶς τὸ κινητό τους καὶ μοστράροντας τὰ τατουάζ τους ἀπὸ τὸ μυαλό τους ὥς τὰ νύχια.

(Ἀντίγραφον - ...καὶ σ' ὅποιον ἀρέσει νὰ μὴν αὐτοκοροϊδεύετα):
~
Καιρός ήταν- Τελειώνει το «μπάτε σκύλοι αλέστε»; Τι δήλωσε επίσημα η Ελλάδα για το μεταναστευτικό.
==
* Κανέναν δὲν θὰ διώξουν. Οἱ Ἕλληνες λιγοστεύουν τρομαχτικά ἤ τουλάχιστον αὐτὸ διαδίδεται ἀπὸ τὰ ΜΜΕ. Ἄρα, χρειάζονται κόσμον ἀπ' ἔξω. Σπίτια θὰ λάβουν τὰ κατόπιν πλειστηριασμῶν ὅσων Ἑλλήνων ὁδηγήθηκαν μὲ πρόστυχη μαθηματικὴ ἀκρίβεια νὰ χρωστοῦν καὶ νὰ μὴν μποροῦν νὰ ξεπληρώσουν. Καὶ γῆ, αὐτὴν ποὺ ἐγκατέλειψαν οἱ ἴδιοι ἐλαφρόμυαλοι Ἕλληνες, γιὰ νἄρθουν στὴν Ἀθήνα, στὰ μπουζούκια, στὶς πουτάνες καὶ ὅσες ἆλλες ψωνίζονται, ἀρσενικὲς καὶ θηλυκές. Ἤδη ὑπάρχουν περὶ τὰ 5 ἑκατομμύρια εἰσβολεῖς. Ἔ, μᾶλλον ἀρκοῦν πρὸς τὸ παρόν.

(Ἀντίγραφον - "κόπυ" ποὺ λένε καὶ οἱ Ἀλλοδαπ'-Ἕλληνες):
~
ΚΚΕ: Άνεμος ασφάλειας φύσηξε στα Εξάρχεια: Επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ για εκκένωση κτιρίων που διαμένουν πρόσφυγες.
==
* Ἔχουμε πολλὴ δουλειὰ ἀκόμη.
Καὶ ποῦ θὰ τοὺς πᾶνε αὐτούς; Θὰ τοὺς χαρίσουνε σπίτια;

(Ἀντίγραφον):
~
Το δόγμα "νόμος και τάξη" δεν τους απαλλάσσει από τις ευθύνες τους για τους πρόσφυγες.
==
* Λέει πιὸ κάτω: <για όσο διάστημα παραμένουν στη χώρα μας>. * Μὰ ἤρθανε ἤ τοὺς φέρανε γιὰ νὰ μείνουν γιὰ πᾶντα. Τὰ ὑπόλοιπα, εἶναι θεατρινισμοὶ τοῦ κώλου. Ἀναγκαστικοί, ἀλλὰ θεατρινισμοί, ὅ,τι κι' ἄν πεῖς.

28/8/2019
...τὸ τελευταῖο μου ἄκουσμα στὴν Λαϊκή, πρὶν 15΄, ὅπου ἔκανα ἕνα πέρασμα, (ἕνας Ἕλληνας-200 Ἀλλοδαποί).
Ἄκου:
< - Ὅλα οὐὰν γιοῦρο ἡ σακκούλα.
Ἔλα, τώρα ποὺ τἄβαλα ὅλα σὲ π ρ ο φ ο ρ ά>!...
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 16 Οκτ 2019, 21:58

ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗΣ, 24 Ὀκτωβρίου 2012
Θέμα: Γιατί οἱ πιὸ πολλοὶ γαμάτοι χρῆστες τοῦ πφόρουμ ψηφίζουν ΚΚΕ;

Εικόνα

Τώρα εἶδα τὸ θέμα σου, mighty ducks, ποὺ σὰν ἀπορία, ἔπρεπε ἴσως νὰ τεθεῖ. Καὶ καλῶς τέθηκε.
Ἐκεῖνο τὸ "γαμάτοι" (Re: Γιατί οἱ πιὸ πολλοὶ γαμάτοι χρῆστες τοῦ πφόρουμ ψηφίζουν ΚΚΕ;) εἶναι ἄτοπο ἀπὸ κάθε ἄποψη.
Ἄν ἐννοεῖς δυνατὰ μυαλά, πές το ἔτσι. Ἤ ἀλλοιῶς, σύμφωνα μὲ τὸ τί ἐννοεῖς.
Πάντως, μᾶς δίνεις μιὰ καλὴ εὐκαιρία νὰ ποῦμε.

Ἡ ἀπάντησή μου, ἡ προσωπική μου ἄποψη:
* τὸ ΚΚΕ λέει ἀλήθειες ποὺ παραδέχομαι, ἔστω κι' ἄν ἆλλοι, πολλοί, ἡ πλειονότης δὲν θέλει νὰ τὶς παραδεχτεῖ.
Βέβαια, δὲν ὑποστηρίζω πὼς ὅ,τι λέει καὶ ὅ,τι κάνει τὸ ΚΚΕ εἶναι ἀπαραιτήτως καὶ τὸ μόνο σωστό.
Π.χ., ποτὲ δὲν θὰ βαστοῦσα ἄλλη σημαία ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ καὶ μὲ ἐκνευρίζουν οἱ κόκκινες παρὰ τὸν συμβολισμό τους.
Κι' ἄλλωστε γι' αὐτὸ δὲν ἔχω προσχωρήσει οὔτε δευτερόλεπτο νὰ γίνω μέλος.
Ὅταν ἀνήκεις σὲ κάποιο κόμμα - ὅποιο κι' ἄν εἶναι αὐτό - παύεις νὰ εἶσαι...
* ... παύεις νὰ εἶσαι ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ἄνθρωπος, εἶσαι πολιτικός, μὲ γειά σου μὲ χαρά σου.
Μοῦ ἀρκεῖ νὰ εἶμαι πολίτης.

Ψηφίζω, λέω τὴν γνώμη μου καὶ ἔχω καθαρὰ χέρια καὶ συνείδηση. Οὔτε γιὰ γάτα δὲν ἔχω ζητήσει ρουσφέτι.
Ποτὲ ὅ,τι εἶναι ἐξουσία δὲν εἶναι σωστό. Μὴν πῶ εἶναι κατάχρηση. Ἄρα, προτιμῶ τὴν ἀμφισβήτηση, μὲ ἐπιχειρήματα.
* Ἄν θεωρήσω τὸν ἑαυτό μου συγγραφέα (ἔννοια σου, ξέρω: δὲν ἔχω τὴν "ποθητὴ" ἀναγνώριση), μοῦ εἶναι ἀδιανόητο νὰ φανταστῶ μεγάλο συγγραφέα καὶ κατεστημένο. Μὲ τὸ κατεστημένο τίποτα ποτὲ δὲν πάει μπροστά.
* Τὰ χάλια τῆς κοινωνίας μας τὰ βλέπω, τὰ ζῶ, τὰ ὑφίσταμαι, μαζὺ μὲ τὸν καθέναν ἆλλον. Πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτὴ ἡ ὑπάρχουσα πολιτικὴ νὰ μοῦ ἀρέσει;

Δὲν πέφτω στὴν παγίδα: " - Εἴδαμε τὰ χαΐρια τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης κτλ". Ἄς βλέπουμε τὰ δικά μας, αὐτὰ ποὺ ἀγγίζουμε μὲ τὰ χέρια μας καὶ ρουφᾶμε μὲ τὴν ἀνάσα μας.
Κι' ἄλλωστε, ἐπαναλαμβάνω: ὅ,τι εἶναι ἐξουσία καὶ κατεστημένο εἶναι ὀπισθοδρομικὸ καὶ ἐγκληματικό.
Προτιμῶ τὸ ἀνέφικτο, αὐτὸ ποὺ πᾶντα, ὡς Ἄνθρωπος, ἐπιδιώκεις γιὰ ἀνώτερο ἰδανικό, ἔστω κι' ἄν μιὰ ὁλόκληρη ζωἠ δὲν σὲ φτάνει.
Γι' αὐτὸ ὑπάρχει καὶ ἡ σκυτάλη, γιὰ νὰ τὴν παραδώσεις σὲ ἄλλους.
Ὁ Ἥλιος εἶναι ψηλά.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Υ.Γ.
Τὸ Φόρουμ ἦρθε στὴν ζωή μου τὴν πιὸ κατάλληλη στιγμὴ, ὅταν σιχάθηκα καὶ τὸν ἴσκιο μου.
Ξαν' ἀγάπησα τὴν ὀμορφιὰ τοῦ γραψίματος.
Ἤμουν φτωχός, δὲν εἶχα αὐτὸν τὸν ἀνεκτίμητο πλοῦτο τοῦ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ,
ποὺ γιὰ μένα ἔχει πάρει θέση Ἁγίου.
Ἅγια εἶναι ἡ Γνώση
- τίποτ' ἆλλο.
~~~~~~~~~~~~
Υ.Γ.
Ἀντιγραφὴ καὶ στό: Κλινοσοσφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον
γιὰ λόγους εὐνόητους.

Εικόνα

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 17 Οκτ 2019, 22:20

Ἰάνης Λὸ Σκόκκο
October 17, 2018 ·

5, 1/2 ὧρες
περιμένω
τὸ ἀσθενοφόρο.
7 τηλεφωνήματα.
Ἦρθε, λέει. Ἀλλὰ κανεὶς δὲν τὸ εἶδε.
Ἀκόμα νὰ δοῦμε πότε θἄρθει.
Ἄν εἶχα πεθάνει, θὰ ἤμουν ἕτοιμος καὶ γιὰ ταφὴ τώρα.
(Καλὰ κι' ἐσεῖς, μὴ μὲ θάψετε σήμερα - κι' αὔριο μέρα εἶναι!).

Εικόνα

Τελικά, εἶμαι..............................γατόψυχος, δὲν πεθαίνω μὲ τίποτα,
ὁ κωλόγερος (ὅπως μὲ εἴπανε), ἀκόμα κι' ὅταν μοῦ κλέβουν ἕναν.............................. γάτο, τὶς μέρες ποὺ βρίσκομαι πιὰ στὸ Νοσοκομεῖο. Τί τὄθελα στὰ..............................18 μου ἐκεῖνο τὸ < ὁ Λὸ Σκόκκο ποτὲ δὲν πεθαίνει>, ποὺ εἶπα ; Ὤ, θεέ μου! Μὴ καταντήσω.............................. μπάσταρδος σὰν τὴν Ἀλλοδαπ'-Ἑλλάδα σας, - νὰ πεθάνω, ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα μου καὶ κανένας..............................μὴ σώσει νὰ κλάψει γιὰ μένα!..............................Αὐτοὶ θὰ μοῦ ρίχνουν χῶμα κι' ἐγὼ θὰ..............................τοὺς μουντζώνω.
Ὅρσε! Τέρατα!... Κακὸ ψόφο νἄχετε.

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 31 Οκτ 2019, 20:18

Τετάρτη, 30 Οκτωβρίου 2019
Βρῆκα αὐτὰ τὰ πρόσθετα γιὰ τὸ μονόπρακτό μου γιὰ παιδιά:
Ἑστιατόριο γιὰ πεινασμένους.

Εικόνα

~
Μιμή: - Ἀρριβεντέρτσι, πείνα!
Θὰ φάω, θὰ φάω καλά!...
Μὲ χρυσὰ πηρούνια καὶ κουτάλια,
νὰ μὴν εἶμαι πιὰ σ' αὐτὰ τὰ χάλια,
νὰ μὴν εἶμαι πιὰ σ' αὐτὰ τὰ χάλια,
νηστικιά!...

Ἰάνης: - Ἀρριβεντέρτσι, πείνα!
Ἐμπρός, ἐμπρός, παιδιά.
Φάτε κρέας, φάτε καὶ σαλάτα.
Σὰν λύκος πεινάω...

Μιμή: - Ἆντε, φά'τα.
ἄ, μὰ πιά!...

Ζωή: - Ἀρριβεντέρτσι, πείνα!
Ὁρμάω, βουτάω, - ἀμάν!...
Κάτι νοστιμιὲς ποὺ σὲ μουρλαίνουν,
τ' ἀντεράκι σου λαδοχορταίνουν,
ὅσοι τρῶν' δὲν ἀρρωσταίνουν...

Ὅλοι: - Δόξα Σοί!...

Σπύρος: - Ἆντε, φάτε!...
Τί κοιτᾶτε;

Μιμή: - Εἶμαι φάντασμα μιᾶς θεατρίνας,
πρώτη σὲ ρόλους τῆς πείνας
κι' ἔχω ποὺ ψάχνω καιρὸ
μιὰ δουλίτσα νὰ βρῶ.

Εἶμαι πάρα πολὺ πικραμένη
κι' ἀπ' τοὺς θιάσους διωγμένη,
τὸ Σωματεῖο θὰ πεῖ:
" - Ἆστε την νηστική!...
Τί μᾶς νοιάζει κι' αὐτή,
στὸ κόμμα μας ἄν δὲν γραφτεῖ;...
Τί μᾶς νοιάζει κι' αὐτή,
στὸ κόμμα μας ἄν δὲν γραφτεῖ;".
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο

Εικόνα

Kiki mat
Δημοσιεύσεις: 1849
Εγγραφή: 18 Οκτ 2019, 08:20
Phorum.gr user: Dela

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από Kiki mat » 31 Οκτ 2019, 22:18

Πχχχχχχ,εκανε το παλιόγατο . Και άρπαξε το σαλαμάκι. Τριφτηκε στην κολώνα . Και χαρίσε μερικούς τόνους ευτυχίας. 😞

Άβαταρ μέλους
ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗΣ
Ὁ ἴδιος ἀρνεῖται κάθε τίτλο
Δημοσιεύσεις: 772
Εγγραφή: 04 Απρ 2018, 07:37

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗΣ » 18 Δεκ 2019, 11:16

Κι' ἐφόσον ἐπανῆλθα στὴν συντροφιά μας,
καθὼς δὲν ἔπαψα ποτὲ νὰ εἶμαι Κλινοσοφιστής,
θὰ μεταφέρω ἐδῶ κι' ἀρκετὲς Κλινοσοφιστεῖες...
~
Κλινοσοφιστεῖες,
ἐφημερίδα Ἀνοχύρωτη Πόλη, 6 Δεκεμβρίου 2007.

Εικόνα
"ἡ γυναίκα στὸ μπαλκόνι", ἐλαιογραφία τοῦ Pino Daeni/Πίνο Νταένι.

Ἰδοὺ... λὰ φάμ!

.................”καὶ ξάπλωσα γυμνούλης μὲ τὸ χέρι ἐκεῖ. Ὁπότε θυμήθηκα:

Ἄν γυναίκα εἶναι κάτι ποὺ ντύνεται, στολίζεται, λέει-λέει καὶ ξεντύνεται, μακρυὰ, γυιέ μου, ἀπ'
αὺτό.
Ἄν γυναίκα εἶναι κάτι ποὺ τὸ ἐκθέτουμε ὡς ὡραῖο καὶ μᾶς ἐκθέτει, γύρνα τὴν πλάτη σου, γυιέ
μου, ἀπ' αὐτό.
Δὲν θέλω ἄλλο νὰ σοῦ κακολογῶ τὴν γυναίκα, γυιέ μου, ἀλλὰ καὶ μόνο ποὺ λὲς "γυναίκα", τὰ
λὲς ὅλα. Ὅμως τώρα πῆρα φόρα καὶ...
Εἶμαι μισογύνης; Ἄν ναί, τότε φταῖνε οἱ γυναῖκες ποὺ μὲ ἔκαναν.
Μήπως ὅμως δὲν εἶμαι μισογύνης; Καὶ... πῶς τὰ κατάφερα; Ἄχ, τί ρίγος ἕνα γυναικεῖο χέρι ποὺ
ἔρχεται νὰ σὲ ἀγγίξει! Ἄρωμα ἐξαίσιο ἡ γυναίκα ποὺ ἀγαπᾶς, ἀκόμα κι' ὅταν πάψεις νὰ τὴν ἀγα-
πᾶς. Ἕνα συλλεκτικὸ ζωάκι χωρὶς γούνα νὰ τὴν γδάρεις ἀλλὰ μὲ δέρμα πανάκριβο, ποὺ τὸ πλένεις
ἤ μὲ ἱδρώτα ἤ μὲ δάκρυα. Γατούλα χαδιάρα καὶ αἰνιγματική, ἀηδόνα ποὺ σοῦ λέει ἄριες, μπέλα φί-
λια ντὲ λ' ἀμόρε
καὶ τέλος-τέλος ἀγελάδα. Ἀλλὰ πρόκειται γιὰ τέρας ζωογόνο. Μὲ μακρυὰ μαλλιὰ
καὶ κοντὲς ἰδέες. Λατρεύει τὶς ἐρωτοτροπίες, λέει πὼς ἀγαπᾶ τὸν σύζυγο ἀλλὰ τρέχει στὸν ἐραστή
της. Ἄν δώσεις δίκηο στὴν γυναίκα, εἶναι σὰν νὰ δίνεις κοφτερὸ μαχαῖρι σὲ νήπιο. Γυναικεῖο ραμμένο
στόμα δὲν ἔχει δεῖ οὔτε ὁ Θεός. Ἀγρίμι στὴν Ἀφρική, ἔπιπλο στὴν Ἄνατολή, κακομαθημένο στὴν Εὐρώ-
πη.
Ὅσο καὶ νὰ τὴν καταλαβαίνεις, ἡ ἄλλη μισὴ εἶναι ἀκατανόητη. Καὶ δὲς αὐτὸ ἀκριβῶς: ζωὴ χωρὶς γυ-
ναίκα ἴσον φυματίωση. Σὰν Τραβιάτος, ἀργοπεθαίνεις.
Εἶναι ἔνστικτο. Θὰ τὸ κατανικήσω μόλις πεθάνω.
..............................μὲ χοὲς στοὺς νεκροὺς ἔρωτες”.

Υ.Γ. Στὴν ἀγαπημένη μου δασκάλα Βέρα Ζαβιτσιάνου.
* images/smilies/old-valid-code/klinoi.gif
Ὁ ἴδιος ἀρνοῦμαι κάθε τίτλο.

Άβαταρ μέλους
sys3x
Δημοσιεύσεις: 37590
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 21:40
Τοποθεσία: m lagou

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από sys3x » 18 Δεκ 2019, 11:18

Γεια σου δάσκαλε.
:wave:
ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΝ ΛΑΟ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ

.

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 22 Δεκ 2019, 20:44

Το τηγανόψωμο του ζητιάνου:
Μία διδακτική ιστορία που πραγματικά αξίζει να διαβάσετε.


Εικόνα

Μια γυναίκα έκανε κάθε μέρα τηγανόψωμα για την οικογένειά της και ένα τηγανόψωμο επιπλέον , το οποίο το άφηνε στο περβάζι του παραθύρου της, ώστε να το πάρει όποιος περαστικός πεινάει και θέλει να το φάει…

Η γυναίκα είχε έναν γιο, που πήγε σε μακρινό μέρος για να αναζητήσει την τύχη του . Για πολλούς μήνες δεν είχε καμία είδηση για αυτόν , οπότε η γυναίκα αφήνοντας το τηγανόψωμο στο περβάζι , έκαμνε και μια προσευχή για την ασφαλή επιστροφή του γιου της κοντά της.

Κάθε μέρα ερχότανε ένας ηλικιωμένος ζητιάνος και έπαιρνε το τηγανόψωμο. Αντί όμως να ψελίσσει έστω ένα ευχαριστώ , μουρμούριζε ο ζητιάνος, καθώς απομακρυνότανε , τα παρακάτω λόγια:

» Το κακό που κάνεις, παραμένει μαζί σου. Το καλό που κάνεις, γυρνάει πίσω σε σένα! »
Αυτό συνεχιζότανε καθημερινά. Κάθε μέρα ερχότανε ο ηλικιωμένος ζητιάνος , έπαιρνε το τηγανόψωνο και μουρμούραγε τα ίδια λόγια :

» Το κακό που κάνεις, παραμένει μαζί σου. Το καλό που κάνεις, γυρνάει πίσω σε σένα! »
Η γυναίκα άρχισε σιγά-σιγά να ενοχλείται και να εκνευρίζεται από αυτή τη συμπεριφορά του ζητιάνου , πολύ περισσότερο επειδή δεν μπορούσε να κατανοήσει το νόημα των φράσεων, που μουρμούραγε αυτός.

Θα μπορούσε βεβαίως να τον ρωτήσει ευθέως τι εννοεί , αλλά δεν ήθελε να το κάνει , επειδή το θεωρούσε υποτιμητικό για τον εαυτό της.

Σκέφτηκε λοιπόν η γυναίκα με ποιον τρόπο θα μπορούσε να διακόψει τη συγκεκριμένη σχέση , που αναπτύχθηκε με τον ηλικιωμένο ζητιάνο και αποφάσισε να τον απομακρύνει, δηλητηριάζοντας το κομμάτι του τηγανόψωμου, που άφηνε στο παράθυρο.

Έβαλε λοιπόν δηλητήριο στο τηγανόψωμο , το μετέφερε στο περβάζι του παραθύρου , αλλά όταν επιχείρησε να το αφήσει εκεί τα χέρια της πέτρωσαν.

» Τι είναι αυτό που κάνω; » Αναρωτήθηκε.

» Είναι δυνατόν να γίνω η αιτία να χάσει ένας άνθρωπος τη ζωή του , που στο κάτω-κάτω δεν μου έχει κάνει κανένα κακό; »

Αμέσως πέταξε το τηγανόψωνο στην φωτιά και ετοίμασε ένα άλλο , το οποίο και άφησε στο περβάζι. Όπως συνήθιζε ο ηλικιωμένος ζητιάνος ήρθε , πήρε το τηγανόψωνο και απομακρύνθηκε μουρμουρίζοντας :

» Το κακό που κάνεις, παραμένει μαζί σου. Το καλό που κάνεις, γυρνάει πίσω σε σένα! »

Ο ζητιάνος προχώρησε στο δρόμο του, ευτυχώς αγνοώντας και την ταραχή που έσπειρε στο μυαλό της γυναίκας , αλλά και τι κακό σκέφτηκε αυτή να του κάνει.

Το βράδυ της ίδιας της μέρας , ξαφνικά χτύπησε η πόρτα της γυναίκας και ανοίγοντας βλέπει έκπληκτη τον ξενιτεμένο γιο της .

Δυσκολεύτηκε να τον γνωρίσει , επειδή αυτός είχε αδυνατίσει σε επίπεδο λιμοκτονίας , το πρόσωπό του ήταν ωχρό , τα ρούχα του ήταν κουρελιασμένα και σκισμένα. Μόλις του άνοιξε η μητέρα του , έπεσε στην αγκαλιά της και της είπε:

» Μαμά, είναι θαύμα που είμαι εδώ. Ενώ βρισκόμουν λίγα χιλιόμετρα μακριά, ήμουν τόσο πεινασμένος που κατέρρευσα στον δρόμο . Εκείνη την ώρα πέρασε δίπλα μου ένας ηλικιωμένος ζητιάνος , ο οποίος σταμάτησε για να με βοηθήσει .

Τον παρακάλεσα αν έχει να μου δώσει κάτι να φάω , επειδή ήμουν εξουθενωμένος από την πείνα και εκείνος μου έδωσε ένα τηγανόψωμο . Όπως μου το έδωσε, είπε:

» Αυτό είναι αυτό που τρώω καθημερινά. Σήμερα, θα σου το δώσω, γιατί η ανάγκη σου είναι μεγαλύτερη από τη δική μου! »

Όταν η μητέρα άκουσε αυτά τα λόγια από τον γιο της, χλόμιασε και ήταν έτοιμη να λιποθυμήσει. Έγειρε και στηρίχτηκε πάνω στη πόρτα. Θυμήθηκε το δηλητηριασμένο τηγανόψωμο , που είχε ετοιμάσει το πρωί για τον ζητιάνο.

Αν δεν το είχε αντικαταστήσει και δεν το έκαιγε στη φωτιά, θα το είχε φάει ο γιος της και σίγουρα θα έχανε τη ζωή του !

Ήταν τότε που συνειδητοποίησε η γυναίκα τη σημασία των λέξεων:

» Το κακό που κάνεις, παραμένει μαζί σου. Το καλό που κάνεις, γυρνάει πίσω σε σένα! »

Κάνε το καλό με την πρώτη ευκαιρία και μην σταματάς ποτέ να κάνεις καλό, ακόμα και όταν φαίνεται, ότι δεν το εκτιμάει κανείς.
https://doxaorfanakigreece.home.blog/20 ... %BA%CF%84/

Άβαταρ μέλους
ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗΣ
Ὁ ἴδιος ἀρνεῖται κάθε τίτλο
Δημοσιεύσεις: 772
Εγγραφή: 04 Απρ 2018, 07:37

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από ΚΛΙΝΟΣΟΦΙΣΤΗΣ » 23 Δεκ 2019, 20:32

Τουλάχιστον, νὰ ξέρει ὁ κόσμος ὅτι:
* τὰ μονοτονισμένα κείμενα εἶναι τοῦ The Rebel,
ἐνῶ
τὰ πολυτονισμένα εἶναι τοῦ Κλινοσοφιστοῦ.
* images/smilies/old-valid-code/klinoi.gif
Ὁ ἴδιος ἀρνοῦμαι κάθε τίτλο.

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 31 Δεκ 2019, 19:02

28/12/2019
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ

Εικόνα

Γράφει ο Φώτης Νάκος:

Πρόκειται για μια ιστορία που κινείται στα πλαίσια του φανταστικού και περιγράφει ένα σκοτεινό μέλλον που πιθανόν να έρθει. Αφορμή για την συγγραφή αυτής της μικρής ιστορίας, έδωσε η ανάγνωση ενός διηγήματος του Howard Robin Erwin ενός συγγραφέα, που ενώ γεννήθηκε στο Τέξας στις αρχές του 20ου αιώνα, ποτέ δεν απαρνήθηκε την Ιρλανδική κέλτικη καταγωγή του, και έγραψε μια σειρά διηγημάτων όπου εξυμνούσε την Άρια καταγωγή του και περιέγραφε σχεδόν πάντα την αρχέγονη μάχη του καλού με το αιώνιο κακό.

Το μέλλον που περιγράφεται στις παρακάτω σελίδες, ειδικά στις στιγμές που διανύουμε την τωρινή εποχή, ίσως να μην φαντάζουν και τόσο εξωπραγματικές. Χρέος μας όμως είναι να μαθαίνουμε από τα λάθη μας και να προλαβαίνουμε το κακό πριν αυτό μας χτυπήσει την πόρτα, γιατί τότε είναι πολύ αργά…

Η νύχτα ήταν και σήμερα φωτεινή. Ο καθαρός ουρανός έλουζε με το φώς χιλιάδων αστεριών την Ελληνική γη. Σε άλλους καιρούς ίσως αυτή η νύχτα να προσφερόταν για διασκέδαση και χαλάρωση από την κούραση της μέρας. Ο μεγαλόσωμος άνδρας όμως που καθόταν σε μια βουνοκορφή του Ολύμπου, κοιτάζοντας τον ξάστερο ουρανό, δεν είχε στο νου του την διασκέδαση, αλλά χιλιάδες σκέψεις, εικόνες, αναμνήσεις που κατέκλυζαν τα μονοπάτια του μυαλού του.

Με ύψος γύρω στο 1,80, μεγάλο μέτωπο και καστανοπράσινα μάτια, σπαστά καστανά μαλλιά και σώμα γεροδεμένο από το μόχθο της γης και την έξαψη της μάχης, ήταν το τέλειο δείγμα της Ελληνικής φυλής. Στο σώμα του αμέτρητες ουλές παλιές και καινούργιες, παράσημα της αφοσίωσης και του θάρρους στο στίβο του πολέμου.

Στεκόταν πια μόνος, φρουρός της τελευταίας σπιθαμής ελεύθερης γης, για την περήφανη φυλή του. Εκεί στα μέρη που ο μύθος συναντούσε την ιστορία, εκεί που οι μοίρες ύφαιναν το παρελθόν και το μέλλον των ανθρώπων, αυτός μοναχός του, έπρεπε να υπερασπιστεί την καταγωγή του, το δοξασμένο όνομα του Έθνους του, την χιλιοτραγουδισμένη ιστορία του τόπου του, που ακόμα και τώρα έφερνε το φόβο στα μάτια των ασεβών.

‘’Πως φθάσαμε ως εδώ΄΄ αναρωτήθηκε μεγαλόφωνα, και αμέσως το μυαλό του, δίνοντας του την απάντηση, ανέτρεξε στα τελευταία χρόνια που έμελε να είναι και τα τελευταία αυτού του σπουδαίου λαού.

Πριν από μερικά χρόνια, που αυτός ήταν ακόμη αγέννητος, τέθηκε σε εφαρμογή το σχέδιο εξόντωσης όλων των λαών της Ευρωπαϊκής ηπείρου. Από τα ίδια ακριβώς κέντρα που οδήγησαν και στον μεγάλο εμφύλιο πόλεμο πριν από 100 χρόνια, και που δεν χόρτασαν από το αγνό αίμα εκατομμυρίων λευκών, αλλά απεργάζονταν υποχθόνια, εδώ και χιλιάδες χρόνια για να λέμε την αλήθεια, το τελικό χτύπημα και την πλήρη καταστροφή του καθετί που θα θύμιζε την μεγάλη Ευρωπαϊκή φυλή και ιδιαίτερα την Ελληνική, το θεματοφύλακα των αξιών και των παραδόσεων όλου του λευκού κόσμου, τον κυματοθραύστη που έσπαγαν τα μούτρα τους χιλιάδες χρόνια τώρα, οι επίδοξοι κατακτητές και τα αφεντικά τους.

Αυτοί οι περίεργοι Έλληνες ότι και να τους έκανες, πάντα έβρισκαν τον τρόπο να αναγεννηθούν, και να συνεχίσουν να γράφουν και άλλα ένδοξα κεφάλαια στην πλούσια ιστορία τους, κομματιάζοντας για αιώνες τα όνειρα, μογγόλων και σημιτών για την υποδούλωση της γηραιάς ηπείρου. ‘Ετσι τα τρωκτικά της ανθρώπινης ιστορίας βρήκαν άλλο τρόπο να κυριαρχήσουν, εφόσον η απευθείας επίθεση δεν τους χάριζε τίποτα άλλο παρά πόνο και ταπεινωτικές ήττες.

Στην αρχή δημιούργησαν μια νέα θρησκεία, που την ονόμασαν διαφωτισμό, μετά ανθρώπινα δικαιώματα, κατόπιν πολιπολιτισμικότητα, και τελικά δικαίωμα του διαφορετικού. Εισχωρώντας στην εκπαίδευση και τοποθετώντας δικούς τους ανθρώπους σε όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τις Εθνικές κυβερνήσεις, έκαναν τη θρησκεία αυτή να επικρατήσει σε όλη την γηραιά Αλβιόνα, σχεδόν υποχρεωτικά στα τελευταία στάδια του εγχειρήματος τους, και μετέτρεψαν έτσι τους παλιούς υπερήφανους Ευρωπαίους σε όντα πολύχρωμα μα γκρίζα, πειθήνια και άβουλα, που είχαν όμως την ψευδαίσθηση της άκρατης ελευθερίας. Ακολούθως βάφτισαν το ανώμαλο και αφύσικο, επιλογή, χτυπώντας τον κοινωνικό ιστό και τον στυλοβάτη του κάθε έθνους, την οικογένεια, οδηγώντας με αυτό τον τρόπο, σε φυσικό μαρασμό και εξαφάνιση, λόγω υπογεννητικότητας, τα άλλοτε περήφανα έθνη που απαρτίζουν το χάρτη της Ευρώπης.

Δεν έφθανε όμως αυτό. Δημιούργησαν τεχνητούς πολέμους και εντάσεις σε όλη την αφρικανική ήπειρο, αλλά και την ανατολική μεσόγειο,( εκτός από ένα μικρό κομμάτι που κατοικούσαν οι απόγονοι του Aβραάμ και κανένας δεν το πείραζε,) στέλνοντας με αυτό τον τρόπο εκατομμύρια τριτοκοσμικούς στα ειρηνικά εδάφη των αποπροσανατολισμένων και αποκομμένων από την κληρονομιά τους πια ευρωπαίων, που στο όνομα της εν λόγω θρησκείας υποδέχθηκαν μετά βαΐων και κλάδων, τους μετέπειτα σφαγείς τους.

Όποιος τολμούσε να φέρει ένα διαφορετικό λόγο και να προσπαθήσει να προειδοποιήσει για το κακό που έρχονταν, βαφτιζόταν ρατσιστής και φασίστας, και με την βοήθεια ακόμη και νόμων που είχαν υπερψηφίσει όλες οι εθνικές κυβερνήσεις, οδηγούταν στην κοινωνική μα και φυσική εξόντωση του πολλές φορές. Τι και αν οι νέοι άποικοι έφεραν μαζί τους και την αποκρουστική θρησκεία τους, και έσφαζαν στο όνομα της τον κάθε λευκό που συναντούσαν στο δρόμο τους, τι και αν οι τρομοκρατικές επιθέσεις έστελναν στο θάνατο σχεδόν καθημερινά εκατοντάδες, κανένας δεν έριχνε την ευθύνη στα βαρβαρικά κύματα που είχαν κατακλύσει όλες τις χώρες, αλλά αντίθετα έβγαζαν συνεχώς νέους νόμους που υποστήριζαν τους νεοαποίκους και τους έδιναν περισσότερα δικαιώματα και από τους παλιούς αυτόχθονες κατοίκους, της πολύπαθους αυτής ηπείρου.

Για την πλήρη ενσωμάτωση τους μάλιστα προωθήθηκαν και σχεδόν έγιναν υποχρεωτικοί οι μικτοί γάμοι, με προνόμια οικονομικά και κοινωνικά για αυτούς πους τους έκαναν. Όλη η Ευρώπη σιγά σιγά, μα σταθερά, άλλαζε χαρακτήρα και οι κάτοικοι της μετατρέπονταν σε μια νέα φυλή ακαθορίστου μα σκούρου χρώματος, χωρίς παρελθόν και ιστορία, χωρίς αξίες και ήθος, μια φυλή που θα μπορούσε να εργάζεται αγόγγυστα για πενταροδεκάρες, για τα αφεντικά της που ουσιαστικά την δημιούργησαν.

Και εκεί στο τέλος του κόσμου όπως τον ήξεραν οι πρόγονοι μας, κάποιοι αποφάσισαν να μην παραδοθούν στην λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης και να ανατρέξουν στο ένδοξο παρελθόν τους, μήπως και σώσουν το μέλλον τους. Έφυγαν από τις μεγαλουπόλεις και τα τεράστια αστικά κέντρα που είχαν παραδοθεί στην νέα τάξη πραγμάτων, και αποφάσισαν να ζήσουν στην ύπαιθρο, σε απομονωμένα χωριά και οικισμούς μακριά από αυτούς που είχαν ενδώσει ήδη και είχαν απαρνηθεί το ποιοι είναι, και μακριά από τα βαρβαρικά φύλλα που είχαν κατακλύσει τις περιοχές τους. Οργάνωσαν λοιπόν τις νέες περιοχές σε πρότυπα πόλης κράτους, τις οποίες και θα υπερασπίζονταν μέχρι τέλους.

Έτσι συνέβη και στη Ελλάδα, και όσοι ήθελαν να κρατήσουν τα ήθη και τα έθιμα της φυλής χωρίς να αλλοιώσουν το αίμα της, υποκύπτοντας στην νέα τάξη πραγμάτων, μετακόμισαν με τις οικογένειες τους σε χωριά και μέρη απομονωμένα της πατρώας γης, μα πλούσια αν ήθελες να τα δουλέψεις και να ζήσεις από αυτά που απλόχερα προσέφερε πάντα η ηλιογέννητη χώρα μας. Αλλά ακόμη και αυτό δεν άρεσε στους γαμψομύτες ηγέτες της παγκοσμιοποίησης, που αναγνώριζαν σε αυτούς τους μικρούς θύλακες ζωής την αντίσταση στα σκοτεινά σχέδια τους. Για αυτό έθεσαν εκτός νόμου όλους αυτούς που προσπάθησαν να βρουν ένα νέο τρόπο ζωής, μα και αρχαίο συνάμα, και δεν ήθελαν να υποταχθούν στα βρώμικα σχέδια τους.

Έτσι ξεκίνησε ένας μακρύς και σκληρός αγώνας, μια μάχη μέχρι εσχάτων για τους τελευταίους πιστούς. Μπορεί οι εχθροί να ήταν περισσότεροι, και καλύτερα εξοπλισμένοι, αλλά από την μια, η εξυπνάδα που διακρίνει τους ανθρώπους της φυλής μας, και από την άλλη η αλλαγή που έφερε στα σώματα τους η ενασχόληση με την γη και η σκληρότητα της μάχης, τους έκανε να μοιάζουν ανίκητοι, στα μάτια των υποσαχάριων και των μογγόλων που αντιμετώπιζαν. Έμοιαζαν πια με αυτούς τους ατρόμητους πολεμιστές που μεγαλούργησαν στην απαρχή του χρόνου και διάβαζαν για αυτούς και την αιώνια δόξα τους σε βιβλία που είχαν κηρυχτεί παράνομα.

Μα η φύση είναι σκληρή και όταν την εγκαταλείψεις σε εγκαταλείπει και αυτή. Ένας ιός, μια αρρώστια όταν δεν χτυπηθεί και πολεμηθεί στην γέννηση της, γίνεται επιδημία και σαρώνει τα πάντα στο πέρασμα της. Για αυτό παρ όλες τις προσπάθειες τους οι τελευταίοι υπερασπιστές ήταν φυσικό να νικηθούν από την υπεροπλία του εχθρού σε αναλώσιμους στρατιώτες. Τους έριχναν σε κύματα να σφαγιάζονται από τους καλύτερους πολεμιστές του κόσμου, τους Έλληνες, και πάντα έρχονταν και περισσότεροι, ενώ αντίθετα οι απώλειες των Ελλήνων δεν μπορούσαν να αναπληρωθούν. Το έργο γνωστό και η τακτική η ίδια, από τους αρχαίους χρόνους ως τον αδελφοκτόνο μεγάλο εμφύλιο που σάρωσε την γή των προγόνων.

Έτσι έφθασε ως εδώ. Ο τελευταίος υπερασπιστής. Μόνος εκεί σε μια γωνιά του Ολύμπου. Ανάμεσα σε πτώματα των τελευταίων συναγωνιστών και συντρόφων. Ο ήλιος που λαμπερός όπως πάντα φωτίζει το πιο ιερό μέρος της υφηλίου, την χώρα του Μέγα Αλέξανδρου και του Αχιλλέα, των υπερασπιστών της χιλιόχρονης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, του έπους του ΄40 και των γενναίων της Κύπρου, έμελλε να είναι και ο θεατής της τελευταίας μάχης. Πόσο ταιριαστό τέλος σκέφθηκε μέσα ο υπέρμαχος της φυλής. Ο ήλιος που μας γέννησε πριν από εκατομμύρια χρόνια θα μας δεί και να πεθαίνουμε, αλλά με το κεφάλι ψηλά, πιστούς στις εντολές του αίματος που όριζε την τύχη μας από τη αρχή του χρόνου.

Δύο γεμιστήρες του είχαν μείνει και δεν ήθελε να πάει χαμένη ούτε μια σφαίρα. Περίμενε υπομονετικά τους αλαλάζοντες βαρβάρους να έρθουν κοντά. Η μάχη κράτησε όση ώρα κράτησαν και οι σφαίρες. Και μετά το μεγάλο κυνηγητικό μαχαίρι βγήκε από το θηκάρι του για να πάρει όσους μπορούσε μαζί του. Έπεσαν πάνω του μυριάδες, και έσφαζε όσους μπορούσε μέχρι που στόμωσε και το μαχαίρι, και μετά με τα χέρια του και τις πέτρες που ήταν γύρω. Ο τελευταίος Έλληνας έπεσε και επάνω του καρφώθηκαν με μανία χιλιάδες μαχαίρια, χτυπήθηκε αλύπητα ακόμη και όταν ήταν νεκρός. Το πλήθος αποτραβήχτηκε από το ματωμένο κουφάρι για να πανηγυρίσει την νίκη του και τότε πρόσεξαν το μεγάλο χαμόγελο στα χείλη του ήρωα.

Δεν ένοιωθε πόνο στο τέλος, δεν ένοιωθε την αγωνία του θανάτου να του πλημμυρίζει το είναι του. Απλά μέσα από ένα χρυσό σύννεφο, είδε το πατέρα του να ξεπροβάλλει παρέα με τους συναγωνιστές του στην μάχη και την ζωή, να του ανοίγουν την πόρτα και του δίνουν μια θέση ανάμεσα σε όλους τους προγόνους, ως άξιο συνεχιστή τους.

‘ΗΤΑΝ Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΑΝΟΙΞΕ Η ΠΟΡΤΑ ΤΩΝ ΗΛΥΣΙΩΝ ΠΕΔΙΩΝ ΓΙΑ ΝΑ ΥΠΟΔΕΧΘΕΙ ΕΝΑ ΗΡΩΑ. ΕΝΑΝ ΕΛΛΗΝΑ.

https://ethnikismos.net/2019/12/28/%ce% ... %b1%cf%83/


Εικόνα

Εικόνα

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 10 Φεβ 2020, 20:15

Τετάρτη, 5 Φεβρουαρίου 2020
ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ - Διδακτική ιστορία.

Εικόνα

Ένας παππούς πήγε να μείνει με τον γιο του, τη νύφη του και τον τετράχρονο εγγονό του. Τα χέρια του γεροντάκου έτρεμαν, τα μάτια του δεν έβλεπαν καλά κι η περπατησιά του ήταν διστακτική.

Η οικογένεια έτρωγε όλη μαζί στο τραπέζι, όμως τα πράγματα τα έκαναν δύσκολα τα τρεμουλιάρικα χέρια και η αδύνατη όραση του παππού. Απ’ το κουτάλι του έπεφτε στο πάτωμα φαγητό, όταν έπιανε το ποτήρι με το νερό πιτσίλιζε το τραπεζομάντιλο κι ο γιος κι νύφη ταράζονταν με όλη αυτή την ανακατωσούρα ....

" Πρέπει να κάνουμε κάτι με τον παππού " είπε ο γιος.

" Φτάνει πια το λερωμένο τραπεζομάντιλο, το μάσημα όλο σαματά και το φαγητό στο πάτωμα ".

Κι έτσι το ζευγάρι έβαλε ένα μικρό τραπεζάκι σε μια γωνιά όπου ο παππούς έτρωγε μόνος του την ώρα που η υπόλοιπη οικογένεια απολάμβανε το φαγητό της.

Κι όταν πια ο παππούς έσπασε ένα – δύο πιάτα, του σερβίριζαν το φαγητό του σ’ ένα ξύλινο μπολ.

Όταν οι υπόλοιποι έριχναν καμιά ματιά προς τη μεριά του παππού έβλεπαν μερικές φορές ένα δάκρυ στα μάτια του παππού που καθόταν μονάχος.

Εικόνα

Παρόλα αυτά τα μόνα λόγια που έλεγαν του παππού ήταν παρατηρήσεις για το πεσμένο πιρούνι ή τα σκόρπια στο πάτωμα φαγητά.

Ο τετράχρονος μικρός τα έβλεπε όλα αυτά σιωπηλός.

Μια βραδιά, πριν από το δείπνο, ο πατέρας παρατήρησε τον μικρό να παίζει στο πάτωμα με κάτι μικρά κομμάτια ξύλο.

Ρώτησε γλυκά τον γιο του:
" ΤΙ ΦΤΙΑΧΝΕΙΣ ΕΚΕΙ ;;;"

Το ίδιο γλυκά ο γιος απάντησε.
" ΦΤΙΑΧΝΩ ΕΝΑ ΜΠΟΛ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΜΑ ΜΟΥ, ΓΙΑ ΝΑ ΤΡΩΤΕ ΟΤΑΝ ΘΑ ΜΕΓΑΛΩΣΩ " και με ένα χαμόγελο ξανάπεσε στη δουλειά του. Οι γονείς έχασαν τη μιλιά τους και μετά από τα μάτια τους άρχισαν να τρέχουν δάκρυα. Αν και δεν άλλαξαν κουβέντα, κατάλαβαν κι οι δυο τους τι έπρεπε να γίνει.

Το ίδιο βράδυ ο πατέρας πήρε ευγενικά τον παππού απ’ το χέρι και τον οδήγησε στο τραπέζι της οικογένειας. Για την υπόλοιπη ζωή του έτρωγε μαζί με την οικογένεια σε όλα τα γεύματα.

Και μάλιστα για κάποιο μυστηριώδη λόγο, ούτε ο ένας, ούτε η άλλη ενδιαφέρθηκαν πια για το πεσμένο πιρούνι, τα φαγητά που έπεφταν στο πάτωμα ή το λερωμένο τραπεζομάντιλο .........
https://ethnegersis.blogspot.com/2020/0 ... st_95.html

Ετσι λέγανε οι παλιοί και πόσο δίκιο είχαν.

Εικόνα

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 11 Απρ 2020, 20:31

Εικόνα
Εικόνα

Εὐτυχῶς (ἀπὸ μιὰν ἄποψη), ποτὲ δὲν ἔχω ψευδαισθήσεις. Τόσο σὲ ἀτομικὸ ἐπίπεδο ὅσο καὶ σὲ ὁμαδικό, ζῶ, σὲ ὅλη μου τὴν ζωή, ἀπὸ τριῶ χρονῶ ποὺ καταλάβαινα, σὲ μιὰ φρίκη, σ' ἕνα περιβᾶλλον τόσο ψεύτικο καὶ δολοφονικό, πού, ἄν τύχαινε καὶ διορθωνόταν ποτὲ ὁ κόσμος (μὴν περιμένετε τέτοια διαστροφή του) πρὸς τὸ καλλίτερο, τότε θὰ εἶχα ἀπορίες.

Τὸ ὅτι ξεχνιέμαι κι' ἐγὼ καμιὰ φορὰ καὶ ἀνακουφίζομαι σὲ ψευδεπίγραφα "καλὰ ἀποτελέσματα" κοινωνικῶν καταστάσεων, δὲν πάει νὰ πεῖ πὼς τὰ πράγματα πῆγαν καλά. Μπορεῖ τὸ ἐπίπεδο ζωῆς νὰ βελτιώνεται (π.χ. πρὶν 65 χρόνια τόσα, δὲν εἴχαμε νερὸ στὸ σπίτι μας, μπανιέρα, θερμοσίφωνα, οὔτε κἄν ἡλεκτρικό ρεῦμα..), οἱ ἀπειλὲς νὰ σκοτωθοῦμε εἶναι πολλάκις χειρότερες καὶ... - τί θέλετε νὰ πῶ, τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια; Δὲν βλέπετε μὲ πόση ἄνεση γίνεται ἡ προδοσία, ἡ εἰσβολή, τὸ κάθε ἄδικο (ποὺ ἐμεῖς τὸ νομίζουμε ἄδικο, οἱ θύτες ὅμως τὄχουν γιὰ προοδευτικὸ δικαίωμά τους).

Ἡ Προδοσία ἐνισχύεται μ' ἕνα ταυτόχρονο μήνυμα προτροπῆς στὸ τηλέφωνο ὅλων ὅσων θὰ συμμετάσχουν στὴν πραγματοποίησή της. Οἱ πολιτικοί, ἄν καὶ ἀγράμματοι, ὅπως τοὺς χαρακτηρίζουμε, ἐπειδὴ δὲν ξέρουν ὀρθογραφία, ξέρουν ὅμως τὴν τέχνη νὰ φέρνουν τὰ πάνω κάτω σὲ ὅσα συμφέρουν αὐτοὺς τοὺς ἰδίους καὶ τὴν τάξη τους, σὲ βάρος αὐτῶν, τῶν λαῶν, ποὺ διαρκῶς τοὺς κολακεύουν ὅτι τάχα μάχονται γιὰ τὴν βελτίωση τῆς ζωῆς τους καὶ ὅτι καταπολεμοῦν σκοτεινὲς δυνάμεις, τὶς ὁποῖες κατασκευάζουν ὅπως οἱ σεναριογράφοι σειρῶν τῆς τηλεόρασης καὶ ποὺ ὁ λαουτζίκος τὶς παίρνει στὰ σοβαρά.

Κατόρθωσαν καὶ ἐξοβέλισαν τὶς ἐθνικὲς παρελάσεις (σκατὰ τὶς κάνανε - ποιός νὰ τὶς νοσταλγήσει, ἔστω, ποτέ;). Πετυχαίνουν νὰ χτυπήσουν στὴν καρδιὰ τοῦ πνεύματος τῆς θρησκείας στὴν ὁποία πιστεύουν, τάχα μου, γιὰ τὸ καλὸ ὅλων: τὴν ὑγεία (πιὸ ὑποθηκευμένο πρᾶγμα ἀπ' αὐτήν, δὲν ὑπάρχει κι' οὔτε θὰ ὑπάρξει πιά).

Ἐλευθερία ἤ Θάνατος, λέγανε κάποτε. Ὑποταγὴ ἤ Θάνατος, λέμε σήμερα.
Καὶ ἐπειδὴ στὶς θρησκεῖες στηρίζονται οἱ πολεμοχαρεῖς, ἀνεκατέψανε τοὺς θρησκευόμενους. Μ' ἕνα μηνυματάκι στὸ κινητό, θ' ἀνάψουν γιὰ τὰ καλὰ τὰ αἵματα καὶ...ὅποιος ζήσει (λέμε ἐμεῖς), ἐνῶ τὄχουν σίγουρο (λένε αὐτοί - ὄχι, δὲν τὸ μαρτυροῦν) ποιός πρέπει νὰ ζήσει. Δὲν μοῦ χρειάζεται νὰ ζήσω ὕστερα ἀπὸ μιὰ χτηνωδία ποὺ δὲν γεννήθηκα μ' αὐτήν, οὔτε γι' αὐτὴν καὶ ποὺ κάποια τέρατα μὲ θεωροῦν πιόνι τους, στὰ παιγχνίδια τους. Χαίρονται ποὺ νικοῦν καὶ θριαμβεύει τὸ βίτσιο τους, κάθε ποὺ σκοτωνόμαστε ὅσο γίνεται πιὸ πολλοὶ ἀπὸ μᾶς, μεμιᾶς.

Θέλετε νὰ σᾶς πῶ καὶ..............Καλὸ Πᾶσχα; Ἀρνάκια, Κατσικάκια, καλὸ Πᾶσχα βρέ! Εὐλογημένα σκατὰ νὰ γίνετε. Σὲ καλή, ξεσχωριστὴ μεριὰ τοῦ καμπινὲ νὰ βρεθεῖτε! Ἆντε, νὰ σᾶς χαρῶ!...

[Τί θυμήθηκα τώρα!... Θὰ τὸ πῶ. Ἡ θεία μου Εἰρήνη, ποὺ μικρὸς τὴν λάτρευα, ἀφοῦ ἦταν τόσο ἀπολαυστικὴ στοὺς τρόπους της, ὅλο εὐγένεια καὶ χάρη, ὥσπου τὴν σιχάθηκα, μὲ ἀπόλυτο δίκηο μου, τὴν λέγαμε - μὲ τὴν μάννα μου - "σαλαϊδή" (προφανῶς σμυρνέικη ἔκφραση), δηλαδὴ ποὺ λέει χοντρὲς χαζομάρες, στὴν κηδεία τοῦ πατέρα μου, στὸ Μπραχάμι, καθήσαμε κάποια στιγμὴ στὸ Καφενεῖο. Μακρυὰ εἴδαμε μιὰ πορεία ἀρκετῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀπὸ πρώτη ματιὰ δὲν καταλάβαινες περὶ τίνος ἐπρόκειτο. Ὥσπου, κάποιος, ἀναπηδῶντας μᾶς ἐξήγησε: - Μωρὸ παιδάκι εἶναι ποὺ πέθανε, νά, τὸ κρατάει αὐτὸς ἐκεῖ μπροστά. Καὶ ἡ σαλαϊδὴ θεία μου, ἀφοῦ βεβαιώθηκε, πρόσθεσε: - Ἄ, τὸ καημένο, νὰ τὸ χαρῶ!...].

Ἔπρεπε νὰ ζεῖ (120 χρονῶ θἄτανε) ἡ σαλαϊδὴ θεία μου Εἰρήνη, νὰ μᾶς λυποχαιρόταν τώρα, ἔτσι ὅπως μᾶς ὁδεύουν στὸν τάφο μας. Ὅσο νἆναι, πρὶν τὴν κηδεία μας, ὅλοι ἀξίζουμε ἕνα χαμογελαστὸ δάκρυ. Ἐξὸν ἀπ' αὐτούς, ξέρετε ποιούς, ὅπως καὶ τὸν γαμπρό μου, ποὺ ψόφησε, καλὰ νὰ πάθει.
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.


Εικόνα

Άβαταρ μέλους
The Rebel
Δημοσιεύσεις: 28702
Εγγραφή: 31 Μαρ 2018, 18:18
Phorum.gr user: Wild Rebel

Re: Κλινοσοφιστεῖες καὶ ὄχι μόνον.

Μη αναγνωσμένη δημοσίευση από The Rebel » 24 Απρ 2020, 21:20

Οι πιο βαθιές πισώπλατες μαχαιριές γίνονται από φίλους «φίδια»!!

Εικόνα

Έρχονται έρποντας σαν φίδια τις περισσότερες φορές οι ‘’φίλοι’’ στην ζωή μας και φεύγουν πάντα σκορπώντας το δηλητήριο τους στις αρτηρίες της καρδιάς μας.


Φοράνε τα καλά τους ρούχα και καλοδέχονται μαζί μας τις επισκέψεις των ευχάριστων γεγονότων συν-οικοδεσπότες. Οδεύουνε συνοδοιπόροι στα δύσβατα μονοπάτια της μοίρας μας με την φιλάνθρωπη τους όψη. Στολίζονται με τα καλύτερα αξεσουάρ και μοιράζονται τις γιορτινές στιγμές μας. Μακιγιάρονται με ακριβά καλλυντικά και αλλάζουνε μορφή και όψη κρύβοντας τον σάπιο τους χαρακτήρα και μας απλώνουν τα βρώμικα και λερωμένα χέρια τους προσφέροντας μας στήριξη και βοήθεια στις δύσκολες και πονεμένες ώρες μας.

Εικόνα

Εισβάλλουν στην ζωή μας όμορφοι και εντυπωσιακοί. Υπέροχοι και ανθρώπινοι. Φιλικοί και εγκάρδιοι. Μας τυφλώνουν τα φτασίδια τους. Εκστασιαζόμαστε απο την λαμπερή εικόνα της ιδιοσυγκρασίας τους που μας προβάλλουν. Πανυγυρίζουμε για το όμορφο και πολύχρωμο περιτύλιγμα τους. Κι όταν αυτό αρχίζει να σιγά σιγά να ξετυλίγεται μπροστά μας αποκαλύπτωντας την σαθρώτητα της ύπαρξης τους που έκρυβαν καλά μέσα του είναι πλέον αργά.

Και πληρώνουμε το τίμημα μαθαίνοντας ότι το νόμισμα της φιλίας έχει πάντα δύο ή περισσότερες όψεις. Και η χειρότερη είναι απο αυτές είναι οι φίλοι – φίδια.

Αυτοί που μας πλησιάζουν χαμερπείς ακολουθώντας τα βήματα μας. Ακονίζουν τα δόντια τους έτοιμοι να επιτεθούν σε κάθε μας τρικλοποδιά. Κρύβονται κάτω απο την εμπιστοσύνη που τους χαρίσαμε. Καμουφλάρονται πίσω απο την υποκρισία και την ψευτιά που τους διακατέχει. Καραδοκούν πάντα την κατάλληλη στιγμή για να εμποτίσουν το δηλητήριο τους στις ψυχές μας και κάνουν το ύπουλο σφύριγμα τους να ηχεί στα αυτιά μας σαν το τραγούδι των σειρήνων.

Ποτέ δεν καταλάβες μάτια μου ότι δεν είναι όλοι οι ανθρώποι ίδιοι. Ποτέ δενδέχτηκες ότι δεν είναι για όλους η φιλία το πιο ιερό και υπέρτατο αγαθό στην ζωή όπως είναι για μάς. Εμάς που πέφταμε στις φωτιές που ανάβαν οι ίδιοι να μας κάψουν για για να σώσουμε τα τομάρια των φίλων μας. Δίναμε την ψυχή μας βορρά στις σαρκοφάγες ορέξεις τους με αντάλλαγμα την δική τους σωτηρία. Αναλώναμε το είναι μας προσπαθώντας να τους ελευθερώσουμε απο τους ιστούς της αράχνης που οι ίδιοι έφτιαχναν για να μας παγιδέψουν. Προτάσσαμε τα κορμιά μας στην πρώτη γραμμή πυρός υπερ πίστεως και φιλίας και δεν καταλάβαμε ποτέ ότι αυτοί κρύβονταν πίσω απο το πιστόλι που μας σημάδευε.

Μάθαμε ότι οι μεγαλύτερες και πιο βαθιές πισώπλατες μαχαιριές έρχονται πάντα μέσα απο τους φίλους σου. Γιατί μόνο αυτοί είδαν μέσα απο την εμπιστοσύνη σου τα τρωτά και αδύνατα σου σημεία, τις αδυναμίες και τα πάθη σου. Μόνο μπροστά σ αυτούς ξεγύμνωσες την ψυχή, σου ξεδίπλωσες το καταπονεμένο σου πνεύμα και μόνο αυτοί γνωρίζουν πολύ καλά πως και πότε να να σε κτυπήσουν. Μόνο αυτοί έχουν τα καταλληλότερα εφόδια για να σε αποτελειώσουν.

Και αφήσαμε την υπόσταση μας εκτεθειμένη στις άγριες διαθέσεις και την μισαλλοδοξία τους, απλώσαμε τις δικές μας πλάτες μας να στηριχτούν για να μπορούν να ανέβουν μόνοι και πρώτη στην κορυφή, κάναμε μαραθώνιους για να βρεθούμε δίπλα τους στις δύσκολες στιγμές τους. Στερήσαμε χρόνο και χώρο απο τον εαυτό μας – και τους δικούς μας ανθρώπους, για να καλύψουμε τα δικά τους κενά. Αγνοούσαμε τις δικές μας ανάγκες για να καλύπτουμε τις δικές τους.

Την προδοσία των φίλων που έρχονται σέρνοντας σαν ερπετά στην ζωή σου και φεύγουν δηλητηριάζοντας για πάντα την ύπαρξη σου, μπορεί κάποτε να την συγχωρέσεις. ‘Ισως και να καταφέρεις να την προσπεράσεις.

Αυτό όμως που δεν θα τους συγχωρέσεις ποτέ είναι που δεν θα είσαι ξανά ο ίδιος άνθρωπος. Θα χαμηλώνεις το βλέμμα σε κάθε νέα συνάντηση με τους ανθρώπους, θα δειλιάζεις, θα υποπτεύεσαι, θα αμύνεσαι, θα κλείνεσαι, θα οπισθοχωρείς, θα απομονώνεσαι, θα φοβάσαι, δεν θα εμπιστέυεσαι ποτέ πια.

Έρχονται έρποντας σαν φίδια τις περισσότερες φορές οι ‘’φίλοι’’ στην ζωή μας.
https://kataggeilte.blogspot.com/2016/0 ... t_847.html

Εικόνα

Απάντηση


  • Παραπλήσια Θέματα
    Απαντήσεις
    Προβολές
    Τελευταία δημοσίευση

Επιστροφή στο “Λογοτεχνία”

Phorum.com.gr : Αποποίηση Ευθυνών