Ὁ μεσιὲ Κλινὸ χτυπᾶ (ἀλύπητα).
Ἤ μᾶλλον, χτυπιέται καὶ ὀδύρεται νὰ βρεῖ κάτι ἑλληνοπρεπές.
Τόσον βλὰξ κατήντησε. Στὰ συμπαθέστατα γεράματά του!
* * *
Ἔ, δὲν εἶναι καὶ 100% ἀπίθανο νὰ βρεῖς ἑλληνικὸ μαγαζί στὴν Ἀθήνα, ὅλο καὶ κάποιο θὰ ἔχει ἀπομείνει ἀνάμεσα στὰ ἀμερικανοτουρκοσπορίτικα. Στὴν πλατεία Ἀττικῆς εἶναι τὸ Καφενεῖο τοῦ Λαμπίρη, πρῶτον μὲ ἑλληνικὴ ἐπιγραφή (ἀλ-
λοιῶς δὲν θὰ πήγαινα), δεύτερον εἶναι σὲ ἄνετο περιβᾶλλον, μὲ δέντρα καὶ Ἕλληνες πελάτες. Ἐδῶ, ἀκοῦς ἑλληνικά
- ἔστω κι' ἄν δὲν σ' ἐνδιαφέρουν τὰ λεγόμενά τους (τῶν πελατῶν). Πρὶν πᾶς στὸν Διάολο καὶ ψοφήσεις, καλὸ εἶναι νὰ
νιώθεις πότε-πότε πὼς ὑπάρχουν καὶ νησίδες τῆς πατρίδας σου. Μετά; Ὁπωσδήποτε, ὅλα στάχτη καὶ μπούρμπερη θὰ
γίνουν. Στὸν Διάολο, μετά. Ἀλλοδαπ'-Ἑλλάδα τοῦ χοντροκερατᾶ.