Ρουμ έγραψε: ↑08 Νοέμ 2019, 12:36
Ζαποτέκος έγραψε: ↑03 Οκτ 2019, 20:32
Ρουμ έγραψε: ↑03 Οκτ 2019, 16:37
στη Βορεια Ηπειρο [ στην Σλαβικη Δροπολη ντε
] μιλάνε νοτιο παρομοιο με το Μεσσηνιακο η το Αρκαδικο .
Οι Χειμαρριώτες μιλούν νότιο λόγω της επαφής τους με Νοτιοελλαδίτες μέσω της θαλάσσης ;
Βρηκα αυτο Ζαμπο
http://infognomonpolitics.blogspot.com/ ... st_36.htmlΟ τσιτακισμός είναι το βασικό σημείο διαφοροποίησης της ντοπιολαλιάς της Χιμάρας-χωριού (tšαι, προσtšέφαλο, αθράtšι, žυναίκα, žίδα, κατώžι, šέρι, βρέšει, βροšή, κτλ.)[21]. Σύμφωνα με τον Κοντοσόπουλο τσιτακισμός απαντάται στην Κάτω Ιταλία, την Κύπρο, τα Δωδεκάνησα, τη Χίο, την Κρήτη, τα Κύθηρα, τη Μάνη, σε Μέγαρα, Κύμη, Αίγινα, παλιά Αθήνα, Λέσβο και Σκύρο[22]
.
Στο ιδίωμα της Χιμάρας δεν παθαίνουν συνίζηση οι καταλήξεις –éa (-αία, -έα), -éos (-έος, -αίος), -éas (-έας), -ía (-ία, -εία), -ío (-ίο, -είο), -íu (-ίου)[31]. Κατά τον Χατζιδάκι «φεύγουσιν την συνίζησιν»
τα «εν Τσακωνία και Μάνη και εν Λαγκαδίοις της Αρκαδίας» λαλούμενα καθώς και «το προ της επαναστάσεως λαλούμενον εν Αθήναις … μετά των συγγενών αυτώ, Μεγαρικού, Αιγινιτικού και Κυμαϊκού, έτι δε το ιδίωμα των Κυθήρων, της Μάνης, της Ζακύνθου και Κεφαλληνίας, τα εν τω εσωτερικώ της Μικράς Ασίας και εν Πόντω λαλούμενα και τα εν τη μεσημβρινή Ιταλία»
Η ύπαρξη τοπωνυμιών με την ασυνίζητη κατάληξη –έος και η διασπορά τους από τη Χιμάρα (Αργιλέος, Ελατέος, Κασανέος, Μερτέος κ.ά.) ως τους Δρυμάδες και την Παλιάσα (Φαγέος, Δραλέος, Παπρέος, Ρωπλέος κ.ά.) είναι ένα άλλο στοιχείο του κοινού υποστρώματος.
Δεν γνωρίζουμε άλλο σημείο του ελληνόφωνου χώρου όπου τα τοπωνύμια σε –έος να απαντάνε σε τέτοια συχνότητα[52]
Τα διάσπαρτα ελληνικά τοπωνύμια κατά μήκος των παραλίων από ένα σημείο βορειότερα της Αυλώνας μέχρι νοτιότερα των Αγίων Σαράντα, είναι μάρτυρες της παρουσίας ονοματοθετών που, όντας μόνιμα εγκατεστημένοι ή περαστικοί, δίνουν και παίρνουν με τη θάλασσα, γνωρίζουν τα ευλίμενα σημεία της (
Λιμνιώνας, Πάνορμος, Γιαλισκάρι, Βαθυμιώνας, Αυλών, Καραβοστάσι κ.ά.), και όταν τη βλέπουν να αγριεύει, χαράσσουν αφιερώσεις πάνω σε δυσπρόσιτα βράχια (βλ. τοπων. στα Γράμματα, βορειοδυτικά της Παλιάσας). Τους ενδιαφέρουν επίσης τα περάσματα
(Πόρος, Διαπόρι) και οι ιδιότητες του εδάφους της παραλιακής ζώνης (
Εφτάβρυσος, Πρίνος, Δραλέος,Ρωπλέος, κ.ά.).
Ύστερα από τη σύντομη αυτή αναψηλάφηση του ζητήματος, μπορούμε να συμπεράνουμε
ότι το ελληνικό ιδίωμα της Χιμάρας δεν συγκεντρώνει χαρακτηριστικά ειδικής ή αποκλειστικής συγγένειας με κανένα απó τα υπόλοιπα νεοελληνικά ιδιώματα που να δικαιολογούν την προέλευσή του από μια συγκεκριμένη περιοχή (Μάνη κτλ.). Η ανάλυση που προηγήθηκε δείχνει πως η ελληνοφωνία στην περιοχή είναι αρκετά παλια το πλούσιο δωρικό υπόστρωμα του χιμαριώτικου ιδιώματος (ουσ. φάγας στη Χιμάρα, πβ. δωρ. φαγός, τοπωνύμια Φαγέος στην Παλιάσα και Παγά σε τρία διαφορετικά σημεία, Καπόρι στους Δρυμάδες, πβ. δωρ. κάπος, κτλ.) και οι λεξιλογικοί αρχαϊσμοί (αgίδα < αρχ. ακίς ‘μικρή ποσότητα’, κυβέρτι < αρχ. κυβέρτιον ‘κυψέλη’, καθαίρω < αρχ. καθαίρω‘καθαρίζω’, όρθα < αρχ. όρνις, αιτ. όρνιθα, κτλ.)[59] αποδεικνύουν τη διαχρονική παρουσία της ελληνικής στην ευρύτερη περιοχή.