1 Ὁ οὖν(1) Ἰησοῦς πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα(2) ἦλθεν εἰς Βηθανίαν(3), ὅπου ἦν Λάζαρος(4) ὁ τεθνηκώς(5), ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν(5).
1 Έξι μέρες πριν από το Πάσχα, ήρθε ο Ιησούς στη Βηθανία, όπου έμενε ο Λάζαρος, που είχε πεθάνει και ο Ιησούς τον ανέστησε από τους νεκρούς (μετάφραση Βιβλικής Εταιρείας).
H χρίση με μύρο των ποδιών του Ιησού που εξιστορείται στο τμήμα αυτό, γεννήθηκε ζήτημα αν πρέπει να ταυτιστεί με αυτήν που αναφέρεται στα Ματθ. κστ 6-13 και Μάρκ. ιδ 3-9 από τη μία και με αυτήν στο Λουκ. ζ 36-50 από την άλλη. Από τους παλαιούς ερμηνευτές ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (Παιδαγ. ΙΙ,61) και ο Τερτυλλιανός (de pudic. ΧΙ) θεώρησαν, ότι πρόκειται για μία και μόνη γυναίκα, ταυτίζοντας την πόρνη στο Λουκ. ζ 36 και εξής, με την Μαρία την αδελφή του Λαζάρου. Ο Ωριγένης υποστηρίζει αλλού μεν (Υπόμν. Εις τον Ματθ. 77) ότι πρόκειται για 3 ξεχωριστές γυναίκες, αλλού όμως (Hom. in Cant. α 12) ότι πρόκειται για δύο και αλλού (απόσπασμα στο Ιω. ια 2) ότι πρόκειται για μία.
Ο Εφραίμ ο Σύρος (Ομιλ. Ι εις τον Κύριον ημων) διακρίνει την αμαρτωλή από τη Μαρία στη Βηθανία, ομοίως επίσης και ο Τατιανός, ο οποίος ταυτίζει την αφήγηση στα Μάρκ. ιδ και Ιω. ιβ, ξεχωρίζοντας αυτήν από την αφήγηση στο Λουκ. ζ. Στη Ρωμαϊκή εκκλησία από τα χρόνια του Γρηγορίου του μεγάλου ταυτίζεται η Μαρία η αδελφή του Λαζάρου με τη Μαρία τη Μαγδαληνή και με την αμαρτωλή του Λουκά. Από τους νεώτερους ερμηνευτές κάποιοι λίγοι διστάζουν να ταυτίσουν το γεγονός στα Ματθ. κστ 6-13 και Μάρκ. ιδ 3-9 με αυτό στο Ιω. ιβ 1-8.
Αλλά οι διαφορές μεταξύ των δύο αυτών αφηγήσεων (στην αφήγηση των Μάρκου-Ματθαίου γίνεται λόγος για χρίση του κεφαλιού μόνο και όχι και των ποδιών, δεν αναφέρεται το όνομα της γυναίκας, το δείπνο γίνεται στην οικία του Σίμωνα του λεπρού, ενώ σύμφωνα με τον Ιωάννη γίνεται σε σπίτι όπου η Μάρθα διακονούσε) είναι τόσο ελαφρές και αναφέρονται σε λεπτομέρειες που τόσο εύκολα εξομαλύνονται, ενώ από την άλλη τα κοινά χαρακτηριστικά τους τόσο σοβαρά, (η χρίση και κατά τις 2 αφηγήσεις έλαβε χώρα στη Βηθανία, κατά την εβδομάδα πριν το Πάθος, ακούγονται και στις δύο οι ίδιες επικρίσεις και η ίδια δικαιολογία από τον Κύριο, χρησιμοποιείται επίσης νάρδος πιστική πολύτιμη ή πολυτελής), ώστε δύσκολα κάποιος θα μπορούσε να αμφισβητήσει το συμπέρασμα, στο οποίο οι περισσότεροι από τους νεώτερους κατέληξαν, ότι οι αφηγήσεις αυτές (Ματθ. κστ 6-13-Μάρκ. ιδ 3-9 και Ιω. ιβ 1-8) αναφέρονται στο ίδιο γεγονός.
Από την άλλη, η χρίση που εξιστορείται στο Λουκ. ζ 36-50 γίνεται στη Γαλιλαία και κατά τα πρώτα χρόνια της δημόσιας δράσης του Κυρίου. Η συζήτηση επίσης που διεξήχθη εκεί, αναφέρεται γύρω από την άφεση των αμαρτιών και όχι για τη σκοπιμότητα της δαπάνης που έγινε. Επιπλέον κάποιες λεπτομέρειες και στις δύο διηγήσεις συμπίπτουν τελείως τυχαία. Το δείπνο γίνεται κατά τον Λουκά στην οικία του Σίμωνα του Φαρισαίου, ενώ κατά τον Ιωάννη στην οικία του Σίμωνα του λεπρού. Αν λάβουμε όμως υπ’ όψη, ότι το όνομα Σίμων ήταν συνηθέστατο κατά την εποχή εκείνη (ανάμεσα στα λίγα πρόσωπα, τα οποία γνωρίζουμε στην ευαγγελική αφήγηση 12 ή 13 έχουν το όνομα Σίμων), κάθε πιθανότητα συμβάλλει στο να ξεχωρίσουμε τον Σίμωνα τον Φαρισαίο στη Γαλιλαία από τον Σίμωνα τον λεπρό στη Βηθανία.
Έτσι και το συμπέρασμα πάρα πολλών από τους νεώτερους, σύμφωνα με το οποίο, η αμαρτωλή του Λουκά είναι τελείως διαφορετική από τη γυναίκα στη Βηθανία, την οποία ο Ιωάννης καθορίζει ως την Μαρία, την αδελφή Λαζάρου, παρουσιάζεται σε όλα εύκολα αποδεκτό. Χαρακτηριστικό εδώ είναι, ότι ο Bernard, ο οποίος ταυτίζει και τις 3 γυναίκες δεχόμενος ότι η αμαρτωλή του Λουκά είναι το ίδιο πρόσωπο με τη γυναίκα της Βηθανίας που αναφέρεται από τον Ματθαίο και Μάρκο και με την κατονομαζόμενη από τον Ιωάννη Μαρία, υποστηρίζει από την άλλη ότι η Μαρία, όχι μία αλλά δύο φορές άλειψε τα πόδια του Ιησού με μύρο, την πρώτη φορά στη Γαλιλαία όταν μετανοούσε, τη δεύτερη φορά στη Βηθανία λίγο πριν το Πάθος!
(1) Συνδέεται Ή με το ια 55 «Ἦν δὲ ἐγγὺς τὸ πάσχα τῶν Ἰουδαίων» (g). Ή, πιο σωστά, συνδέει την άφιξη του Ιησού στα Ιεροσόλυμα, την οποία πρόκειται να αφηγηθεί, με τον κίνδυνο που υποσημαίνεται στο ια 57 (ο).
«Περιφρονώντας ο Κύριος την επιβουλή των Ιουδαίων, εκούσια παραδίδει τον εαυτό του στο πάθος, διότι είχε φτάσει ο καιρός του πάθους» (Κ).
Ο Κύριός μας παραδίδεται εκούσια στα πάθος του. Η ζωή του δεν αποσπάστηκε βίαια από αυτόν, αλλά με αυταπάρνηση είπε προς τον πατέρα του. Να έχω έρθει. Όπως η δύναμη των εχθρών του δεν μπορούσε να τον κατακτήσει, έτσι και τα τεχνάσματα της πανουργίας τους δεν ήταν δυνατόν να τον κυριεύσουν απρόοπτα, αλλά πέθανε, διότι το θέλησε. Σημείωσε, ότι, όπως είναι καιρός, κατά τον οποίο επιτρέπεται σε εμάς να λαμβάνουμε μέτρα για την ασφάλεια της ζωής μας, έτσι υπάρχει και καιρός, κατά τον οποίο καλούμαστε να εκθέσουμε σε κίνδυνο και κακοπάθεια τη ζωή μας σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και για δόξα του, όπως άλλοτε ο Παύλος δεμένος στο πνεύμα μετέβαινε στην Ιερουσαλήμ. Δες και τις ερμηνευτικές σημειώσεις στα Ματθ. κστ 6-16 και Μάρκ. ιδ 1-11.
(2) Αντί να πει έξι ημέρες πριν το πάσχα. «Έτσι συντάσσουν οι Ο΄, «προ δύο ετών του σεισμού» «προ τριών μηνών του θερισμού» στα Αμώς α 1,δ 7, δες και Β΄ Μακ. ιε 36-37 (b). Αμφισβήτηση γεννήθηκε ως προς τον ακριβή καθορισμό της ημέρας. Οι γνώμες διχάστηκαν λόγω της αβεβαιότητας η οποία γεννιέται από τα παρακάτω σημεία: 1) Πρέπει να συνυπολογιστούν στις 6 ημέρες και η ημέρα της άφιξης στη Βηθανία, όπως και η πρώτη ημέρα του Πάσχα; 2) Πρώτη ημέρα του Πάσχα πρέπει να θεωρήσουμε την 15η του Νισάν, κατά την οποία τρωγόταν το πάσχα ή την 14η του Νισάν, κατά την οποία προετοιμάζονταν τα σχετικά με αυτό και θυσιαζόταν ο αμνός; και 3) Η Παρασκευή της σταύρωσης του Κυρίου ήταν η 15η του Νισάν (όπως πολλοί από τους ερμηνευτές νόμισαν, ότι καθορίζουν οι συνοπτικοί) ή η 14η του Νισάν (όπως φαίνεται από την αφήγηση του Ιωάννη); Οπότε ως ημέρα άφιξης στη Βηθανία καθόρισαν άλλοι την Παρασκευή, 8 ημέρες πριν την ημέρα της σταύρωσης, άλλοι το Σάββατο το πριν το Πάθος, άλλοι την Κυριακή και άλλοι την Δευτέρα.
Η πιθανότερη έκτη ημέρα είναι η Παρασκευή της σταύρωσης, η 14η του Νισάν σύμφωνα με την αφήγηση του Ιωάννη, κατά την οποία προετοιμαζόταν το Ιουδαϊκό πάσχα. Η άφιξη λοιπόν στη Βηθανία είναι η Κυριακή 9 του Νισάν γύρω στο απόγευμα, το οποίο συμφωνεί και με την αργία του Σαββάτου. Σε ημέρα Σαββάτου ο Κύριος και το καραβάνι των προσκυνητών ήταν αδύνατον να διανύσουν την πορεία από Ιεριχώ στη Βηθανία. Ο Ιησούς αφού πέρασε στον Ζακχαίο την ημέρα του Σαββάτου, ξεκίνησε την επομένη για τα Ιεροσόλυμα και παραμένοντας το απόγευμα στη Βηθανία μπήκε θριαμβευτικά την επομένη, δηλαδή την Δευτέρα, στην αγία πόλη (g).
(3) Όπως φαίνεται από την αφήγηση των συνοπτικών ο Ιησούς πέρασε μέσα από την Ιεριχώ. Κατέβηκε δηλαδή από την Εφραίμ στην κοιλάδα του Ιορδάνη και πριν την Ιεριχώ συναντήθηκε με το μεγάλο καραβάνι των προσκυνητών, το οποίο προερχόταν από τη Γαλιλαία μέσω Περαίας. Στην Ιεριχώ σημειώθηκαν τα γεγονότα που αναφέρονται από τον Λουκά (ιη 35-ιθ 27), ανάμεσα στα οποία κι η επιστροφή του Ζακχαίου. Η απόσταση από Ιεριχώ στη Βηθανία μπορούσε να διανυθεί σε 5 ή 6 ώρες (g).
Η έλευση του Χριστού στη Βηθανία είναι δείγμα της εύνοιάς του προς τους εκεί φίλους, τους οποίους αγαπούσε και από τους οποίους μετά από λίγο θα αποχωριζόταν. Ήταν αυτή αποχαιρετιστήρια επίσκεψη. Ήλθε να τους αποχαιρετίσει και να απευθύνει σε αυτούς λόγους παρηγοριάς και ενίσχυσης για την ημέρα της δοκιμασίας που πλησίαζε. Ας μάθουμε λοιπόν ότι παρόλο που ο Χριστός αναχωρεί πρόσκαιρα από το λαό του, παρέχει σε αυτούς στοργικά δείγματα, από τα οποία πείθονται αυτοί, ότι ο Κύριός τους φεύγει με αγάπη και όχι με οργή.
(4) Υποδηλώνει, ότι η Βηθανία ήταν τόπος ειδικού κινδύνου, εφόσον η ανάσταση του Λαζάρου είχε διεγείρει το μίσος των αρχιερέων και Φαρισαίων.
(5) Επεξηγηματικοί προσδιορισμοί που βεβαιώνουν δύο γεγονότα, δηλαδή ότι ο Λάζαρος είχε πεθάνει και ότι ο Ιησούς ανέστησε αυτόν από τους νεκρούς (ο).
2 Ἐποίησαν(1) οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει(2)· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ(3).
2 Ετοίμασαν, λοιπόν, εκεί για χάρη του δείπνο, και η Μάρθα υπηρετούσε, ενώ ο Λάζαρος ήταν ένας απ’ αυτούς που παρακάθονταν μαζί με τον Ιησού στο δείπνο.
(1) «Κάποιοι λένε ότι το δείπνο έγινε σε ξένο σπίτι» (Χ). Το ρήμα σε γ πληθ. αφήνει αόριστο το υποκείμενο. Για αυτό πολλοί από τους νεώτερους θεώρησαν ότι ο λαός της Βηθανίας (b) επειδή με το θαύμα ο Ιησούς τίμησε το χωριό τους, έκαναν το δείπνο. Ο Μάρκος καθορίζει στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού. Η εκδοχή αυτή ενισχύεται και από τη φράση «ο Λάζαρος ήταν ένας από αυτούς που κάθονταν μαζί με αυτόν», η οποία παρουσιάζει αυτόν ως προσκεκλημένο. Το ότι όμως η Μάρθα διακονούσε συμβιβάζεται φυσικότερα, εάν δεχτούμε, ότι αυτή ήταν στο σπίτι της (β).
(2) «Φανέρωνε ότι το τραπέζι ήταν στο σπίτι της» (Θφ). «Εισάγει στη διήγηση την Μάρθα που από την αγάπη που είχε στο Χριστό διακονεί και υπηρετεί στους κόπους του τραπεζιού» (Κ). «Η Μαρία όμως δεν βοηθούσε· διότι ήταν μαθήτρια. Πάλι εδώ αυτή συμπεριφέρεται πιο πνευματικά» (Χ). Τα εδώ χαρακτηριστικά των δύο αδελφών είναι σύμφωνα με αυτά στο Λουκ. ι 40 και εξής. Ο Κύριος σε παλαιότερο χρόνο είχε κάνει παρατήρηση στη Μάρθα, διότι «ασχολούνταν με πολλή διακονία». Αλλά αυτή εξακολουθεί και τώρα να υπηρετεί τον Διδάσκαλο χωρίς να μοιάζει με μερικούς, οι οποίοι όταν μαλώνονται για κάποια υπερβολή τους, πέφτουν σε άλλη υπερβολή. Η Μάρθα θεωρούσε τιμή της να υπηρετεί τον Κύριο. Πράγματι· είναι ασύγκριτα προτιμότερο να είναι κάποιος υπηρέτης στο τραπέζι του Κυρίου παρά ναι είναι συνδαιτημόνας και φιλοξενούμενος στο τραπέζι ηγεμόνα και βασιλιά.
(3) «Ανάμεσα στον αναστημένο Λάζαρο και τον θεραπευμένο από αυτόν Σίμωνα τον λεπρό, ο Κύριος κάθεται σαν ανάμεσα σε δύο τρόπαια της δόξας του» (Stier, Owen) δεδομένου ότι και τον Σίμωνα, όπως φαίνεται, ο Κύριος είχε θεραπεύσει από τη λέπρα του.
«Τρώει μαζί με το Λάζαρο, υπενθυμίζοντας με αυτό σε αυτούς που έβλεπαν, την θεοπρεπή του εξουσία» (Κ). «Προλαβαίνοντας κάθε υπόνοια, ότι ο Λάζαρος ως αναστημένος από τους νεκρούς ήταν φάντασμα, ήταν ένας από αυτούς που κάθονταν στο τραπέζι. Ήταν ζωντανός, μιλούσε και έτρωγε» (Αυ). Υπάρχει και η γραφή: εἷς ἦν εκ τῶν συνανακειμένων αὐτῷ.
3 Ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν(1) μύρου νάρδου(2) πιστικῆς(3) πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας(4) τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς(5) τοὺς πόδας αὐτοῦ(6)· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου(7).
3 Τότε η Μαρία πήρε μια φιάλη από το πιο ακριβό άρωμα της νάρδου κι άλειψε τα πόδια του Ιησού. Έπειτα σκούπισε με τα μαλλιά της τα πόδια του, κι όλο το σπίτι γέμισε με την ευωδιά του μύρου.
(1) Η ρωμαϊκή λίτρα υποδιαιρούνταν σε 12 ουγγιές και ισοδυναμούσε περίπου με 325 γραμμάρια (F) δηλαδή πάνω από 100 δράμια!
(2) Ο όρος μύρο είναι γενικός και περιλαμβάνει όλα τα υγρά αρώματα, ο όρος νάρδος είναι ειδικός και καθορίζει το είδος του μύρου (g). Νάρδος είναι φυτό Ινδικό, γλυκύτατης οσμής, από το γένος το γνωστό με το γενικό όνομα Βαλεριάνα, από το οποίο παράγεται υγρό εύφλεκτο, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι για παρασκευή πολυτιμότατου ελαίου. Για αυτό και νάρδος είναι και το νάρδειο έλαιο όπως εδώ (G).
(3) «Δηλαδή ανόθευτο και με αξιόπιστη καθαρότητα» (Ζ). Πιστικός, πιστός, τον οποίο μπορεί κάποιος να εμπιστευτεί· («γυναίκα πιστική και νοικοκυρά και υπάκουη στον άνδρα» Αρτεμ. Ονειροκρ. 2,32)· συχνότερα συναντιέται έτσι στον Κεδρηνό· για εμπορεύματα σημαίνει δοκιμασμένος, γνήσιος, μη νοθευμένος. Η νάρδος λοιπόν νοθευόταν (G). Είναι απίθανη η παραγωγή της λέξης από το πίνω· όπως και από την περσική πόλη Πιστείρα ή Πίστα (g). Ο Dods βρήκε τη λέξη πιστακής που αναφέρεται στο φυτό Pistacia terebinthus, που φυτρώνει στην Παλαιστίνη και έτσι είναι σπάνιο, ώστε το από αυτό μύρο να είναι πολύτιμο (β).
(4) Συνδυάζοντας την αφήγηση με αυτήν του Μάρκου και Ματθαίου πρέπει να συμπεράνουμε ότι ένα μέρος του μύρου πρώτα χύθηκε στο κεφάλι του Κυρίου. Αλλά η Μαρία «δεν τον πλησιάζει ως άνθρωπο, αλλά ως Θεό· διότι το μύρο για αυτό το έχυσε» (Χ) και «άλειψε τα πόδια του Ιησού ως δεσπότη της» (Ζ) «και σκούπισε με τις τρίχες του κεφαλιού της, πράγματα τα οποία έδειχναν ότι δεν είχε για αυτόν τέτοια γνώμη, όπως είχαν οι πολλοί» (Χ). Σαν το πολύτιμο μύρο να ήταν απλό και χωρίς αξία νερό χύνει αυτό στα πόδια και με τέτοια αφθονία ώστε τα πόδια ήταν σαν να μπήκαν σε λουτρό (g).
(5) «Φανερώνοντας το μέγεθος της τιμής σε αυτόν» (Ζ). Στους Ιουδαίους θεωρούνταν εξευτελισμός για τη γυναίκα να παρουσιαστεί με μαλλιά λυτά και με τις τρίχες του κεφαλιού διασκορπισμένες. Η Μαρία λοιπόν με αυτό μαρτυρεί, ότι προκειμένου για τον Ιησού καμία θυσία δεν είναι πολύτιμη για το βαλάντιό της, καμία υπηρεσία οσοδήποτε εξευτελιστική δεν είναι προσβλητική όταν προσφέρεται στο πρόσωπό του (g).
Με την πράξη αυτή η Μαρία δείχνει προς τον Ιησού την ευγνωμοσύνη της. Είναι σπουδαιότερο το να ευχαριστούμε το Θεό για τις ευλογίες και χάριτες, τις οποίες πήραμε από αυτόν παρά να παρακαλάμε αυτόν από πριν να μας δώσει αυτές. Διότι αυτή η στο μέλλον αναφερόμενη προσευχή μας, αν και σωστή ως έκφραση εξάρτησής μας από το Θεό, εξακολουθεί να είναι εγωκεντρική σε κάποιο βαθμό. Διότι με την προσευχή αυτή ελπίζουμε κάτι να λάβουμε. Ενώ η ευχαριστία αναφέρεται σε δωρεές περασμένες και είναι περισσότερο ανιδιοτελής (τ). Δες ποια είναι η αγάπη προς τον Ιησού, την οποία εκδηλώνει η Μαρία. Είναι αγάπη γενναία. Εάν η Μαρία είχε και κάτι άλλο πολυτιμότερο να προσφέρει στον Ιησού, θα το πρόσφερε πρόθυμα, αφού αψηφά τη δαπάνη του μύρου, προκειμένου να αλείψει με αυτό τα πόδια του Ιησού. Είναι αγάπη ταπεινή. Ταπεινώνεται η Μαρία χύνοντας το μύρο στα πόδια του Ιησού και σκουπίζοντας με τις τρίχες του κεφαλιού της τα πόδια αυτά. Η αληθινή αγάπη, όπως δεν τσιγκουνεύεται δαπάνες, έτσι δεν λογαριάζει κόπους, θυσίες και ταπεινώσεις. Αποβλέποντας σε ό,τι ο Χριστός έκανε για εμάς, θα ήμασταν αμέτρητα και αχαρακτήριστα αχάριστοι, εάν θεωρούσαμε οποιαδήποτε κοπιαστική ή ταπεινωτική υπηρεσία βαριά για τον Ιησού.
(6) Η επανάληψη δεν είναι τυχαία. Στο μέρος αυτό, το λιγότερο ευγενές του σώματός του, αποδίδει η Μαρία τον έκτακτο αυτόν σεβασμό. Κάθε λεπτομέρεια της αφήγησης αυτής αποπνέει την λατρεία, η οποία αποτελεί την ψυχή αυτής της πράξης. Ίσως η φήμη του σεβασμού, τον οποίο η αμαρτωλή γυναίκα στη Γαλιλαία είχε επιδείξει στον Ιησού, να έφθασε στα αυτιά της Μαρίας και δεν ήθελε αυτή, ώστε οι φίλοι του Διδασκάλου να πράξουν για τιμή του λιγότερα από εκείνο, το οποίο είχε πράξει μία ξένη (g).
(7) Η λεπτομέρεια αυτή, που είναι αποκλειστική της αφήγησης του Ιωάννη, υποδηλώνει τον αυτόπτη, που ήταν παρών κατά την περίσταση αυτή και αισθάνθηκε την ευωδία (β). Όπου αναπαύεται ο Ιησούς σκορπίζεται άφθονη και ανείπωτη ευωδία. Όσοι λοιπόν υποδέχονται τον Ιησού στις καρδιές τους, βάζουν γλυκιά οσμή μέσα τους. Η παρουσία του Χριστού συνοδεύεται από μύρο αγαλλιάσεως, από ευωδία που προξενεί χαρά και αγαλλίαση στις καρδιές.
4 Λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ(1), Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης(2), ὁ μέλλων(3) αὐτὸν παραδιδόναι(4)·
4 Λέει τότε ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ένας από τους μαθητές του, αυτός που σκόπευε να τον προδώσει:
(1) Σύμφωνα με τους συνοπτικούς (Ματθ. κστ 8,Μάρκ. ιδ 4) «οι μαθητές» ή «κάποιοι αγανακτούσαν μέσα τους» για την σπατάλη από το μύρο. Φαίνεται ότι ο Ιούδας επέδρασε ως κακή ζύμη και στους υπόλοιπους μαθητές και συμπαρέσυρε αυτούς σε δυσαρέσκεια. Για αυτό ο Ιωάννης αναφέρει ειδικά αυτόν ως τον κύριο υποκινητή και πρωταίτιο. «Και όλοι μεν είπαν, αλλά οι άλλοι όχι με τέτοια διάθεση, όπως αυτός» (Θφ). Ήταν ένας από τους μαθητές του Χριστού. Όχι ένας ο οποίος τους έμοιαζε στις διαθέσεις και την ειλικρινή αφοσίωση στο διδάσκαλο, αλλά ένας από τον αριθμό τους. Είναι δυνατόν οι χειρότεροι των ανθρώπων να συγκαλύπτονται κάτω από το προσωπείο του αρίστου επαγγέλματος. Και υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι φαίνονται εξωτερικά ότι βρίσκονται σε στενές σχέσεις με το Χριστό, ενώ πραγματικά δεν έχουν καμία συμπάθεια προς αυτόν.
(2) Δες στ 71 και την εκεί σημείωση. Υπάρχει και η γραφή: Ιούδας από Καρυώτου. Άλλη γραφή: Ιούδας ο Ισκαριώτης.
(3) Είναι δυνατόν να υπαινίσσεται, ότι ο Ιούδας ήταν προορισμένος να παραδώσει τον Ιησού.
(4) Με την επεξήγηση αυτή ο Ιωάννης αποκαλύπτει το χαρακτήρα του Ιούδα, που σημειώνεται τόσο δυνατά με την αντίθεση ανάμεσα στο υποκριτικά εκδηλούμενο άγιο ενδιαφέρον για τις ανάγκες των φτωχών και το σκοτεινό και προδοτικό σχέδιό του να παραδώσει αυτόν (ο).
5 διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη(1) τριακοσίων δηναρίων(2) καὶ ἐδόθη πτωχοῖς(30;
5 «Γιατί να μην πουληθεί αυτό το μύρο για τριακόσια αργυρά νομίσματα, και τα χρήματα να διανεμηθούν στους φτωχούς;»
(1) «Επειδή ήταν φιλοχρήματος ο Ιούδας κατηγορεί τον τρόπο της τιμής. Γιατί δηλαδή, λέει, δεν έφερες λεφτά, για να μπορώ, εννοείται, να κλέψω, αλλά μύρο;» (Θφ).
(2) Κάθε δηνάριο ισοδυναμούσε με 0,78 του φράγκου δηλαδή 300=234 χρυσά φράγκα (F)· ή σχεδόν με 260 φράγκα (g). Νόμισμα αργυρό που περιλάμβανε αρχικά 10 και έπειτα 16 ασσάρια, το καθένα από τα οποία ισοδυναμούσε με το 1/10 της δραχμής (G).
(3) Απεχθής αδικία καλυπτόμενη κάτω από κάτι που φαίνεται αξιέπαινο, διότι ο σατανάς μεταμορφώνεται σε άγγελο φωτός. Αντί να ξοδευτεί άσκοπα το μύρο, γιατί να μην δοθεί η αξία του στους φτωχούς; Έχουμε εδώ τη σύνεση και πανουργία του κόσμου που επικρίνει τον ευσεβή ζήλο ότι προβαίνει σε σπατάλες ασύνετες. Εκείνοι, οι οποίοι υπερεκτιμούν τους εαυτούς τους καυχώμενοι για την κοσμική πολιτικότητα και ικανότητά τους, συγχρόνως όμως υποτιμούν τους άλλους για την πραγματική ευσέβειά τους, η οποία τους εμποδίζει να χρησιμοποιούν τα διπλωματικά τεχνάσματα της κοσμικής πονηρίας, έχουν μέσα τους περισσότερο το πνεύμα του Ιούδα από ό,τι οι ίδιοι φαντάζονται. Γιατί δεν δόθηκε στους φτωχούς; ρωτά ο Ιούδας. Ερώτημα στο οποίο θα ήταν εύκολο να απαντήσει κάποιος: Διότι ήταν καλύτερο να δοθεί στον Κύριο Ιησού. Δεν πρέπει να νομίζουμε, ότι δεν είναι θεάρεστες οι εκδηλώσεις και πράξεις εκείνες, μόνο και μόνο διότι δεν έγιναν όπως θα τις θέλαμε εμείς και με τον τρόπο με τον οποίο εμείς κρίνουμε ότι έπρεπε να γίνουν. Υπερήφανοι και εγωιστές άνθρωποι θεωρούν ως κακώς πληροφορημένο καθέναν, ο οποίος δεν συμβουλεύτηκε τη σοφία τους!
6 Εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ(1), ἀλλ' ὅτι κλέπτης ἦν(2), καὶ τὸ γλωσσόκομον(3) εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα(4) ἐβάσταζεν(5).
6 Αυτό το είπε όχι γιατί νοιαζόταν για τους φτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέφτης και, καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο, συχνά κρατούσε για τον εαυτό του από τα χρήματα που έβαζαν σ’ αυτό.
(1) «Τη μάλωσε ο Ιούδας με το πρόσχημα δήθεν της ευλάβειας» (Χ).
(2) Πιο πιθανό φαίνεται ότι κατά τον χρόνο αυτόν κανείς από τους μαθητές δεν υποπτευόταν την τιμιότητα του Ιούδα, διότι αλλιώς κανείς δεν θα συμπαρασυρόταν από αυτόν στο να συμμεριστεί τις επικρίσεις του εναντίον της σπατάλης του μύρου (ο). Κάποιοι από τους νεώτερους κριτικούς απέδωσαν παράλογα την κρίση του Ιωάννη για τον Ιούδα στο στίχο αυτό, σε αίσθημα προσωπικού μίσους (g). Αυτού του είδους η κρίση ήταν φυσικό να εκφραστεί για συμμαθητή, που ανήκε στο στενό κύκλο των 12, από άλλον συμμαθητή που δεν υποπτευόταν μέχρι τέλους την τιμιότητά του και ξαφνικά αντιλαμβάνεται την πλάνη του και για αυτό αγανακτεί (β).
Στο ερώτημα: «Για ποιο λόγο τέλος πάντων, ενώ ήταν κλέφτης, τού ανέθεσε το ταμείο των φτωχών και τον έκανε διαχειριστή ενώ ήταν φιλάργυρος;» (Χ) δόθηκαν διάφορες απαντήσεις. Οι κυριότερες:
Ή, ο Ιούδας δεν ήταν εξ’ αρχής κλέφτης, αλλά είχε ικανότητα να εισπράττει και να διαχειρίζεται χρήματα. Ο πειρασμός όμως συνήθως έρχεται μέσα από εκείνο, για το οποίο είμαστε εκ φύσεως κατάλληλοι (Westcott,β).
Ή, ο Ιησούς έκρινε καλό να προκαλέσει την εκδήλωση του πάθους του Ιούδα, για να χρησιμοποιηθεί αυτή ως μέσο θεραπείας και να δώσει σε αυτόν την ευκαιρία να εργαστεί για διόρθωσή του (Hengstenberg).
Ή, ο Ιησούς ανέθεσε το ταμείο στον Ιούδα «για να αφαιρέσει κάθε δικαιολογία· διότι δεν μπορούσε να πει ότι το έκανε αυτό (την προδοσία), από έρωτα για τα χρήματα, αφού μπορούσε να παρηγορήσει αρκετά την επιθυμία του από το ταμείο» (Χ).
Ή, η ανάθεση του ταμείου στον Ιούδα έγινε από τους μαθητές και ο Κύριος δεν θέλησε να αναμιχθεί σε αυτήν (g).
Ή, ο Ιησούς ανέθεσε αυτό στον Ιούδα αρχικά λόγω του χαρίσματός του γύρω από τα οικονομικά, και ακολούθως, όταν εκείνος άρχισε να κλέβει, δεν θέλησε να επέμβει σε σχέση, στην οποία αναγνώρισε θείο σχέδιο (Weiss).
Ή, πιο σωστά, σε όλες τις παραπάνω εκδοχές υπάρχουν στοιχεία αλήθειας «αλλά τον απόρρητο λόγο τον ξέρει ο Θεός» (Χ).
(3) Αντί για την παλαιότερη λέξη γλωσσοκομείον ή γλωσσοκόμιον η λέξη προέρχεται από το γλώσσα και κομέω=μικρή θήκη, στην οποία οι αυλητές φύλαγαν τις γλωσσίδες των αυλών. Έπειτα σημαίνει και το κιβώτιο το προορισμένο για άλλες χρήσεις. Ειδικά το κιβώτιο, το μαρσίπιο, στο οποίο έμπαινε το αργύριο (G). Με την τελευταία αυτή έννοια βρίσκεται και στο Β΄ Παραλ. κδ 8,10 («έβαλαν στο γλωσσόκομο»). Στη ραββινική γραμματεία βρίσκεται η λέξη μεταγραμματισμένη στο εβραϊκό για να δηλώσει θήκη που χρησιμοποιείται για τη διατήρηση κάποιου πολύτιμου πράγματος όπως χειρόγραφο του νόμου, όταν ο κάτοχός του ταξίδευε ή και φέρετρου που περιείχε πτώμα (χ).
(4) Δηλαδή τα χρήματα που ρίχνονταν στο κιβώτιο από τους φίλους και από αυτούς που πρόθυμα πρόσφεραν (β). Το ταμείο του Ιησού και των μαθητών του ήταν αναμιγμένο με αυτό των φτωχών (Ιω. ιγ 29), τροφοδοτούμενο από εκούσιες εισφορές· δες Λουκ. η 1-3 (g). Δες την οικονομική κατάσταση του Ιησού και της συνοδείας του. Δεν είχαν ούτε αγροκτήματα, ούτε αποθήκες, αλλά μόνο ένα μικρό κιβώτιο, στο οποίο ρίχνονταν εισφορές, ώστε από αυτές να ζουν ο Κύριος και οι μαθητές του, και κάθε περίσσευμα δινόταν στους φτωχούς. Όλα τα δικά μου τα κουβαλάω μαζί μου. Όλη η περιουσία μου συνίσταται σε ό,τι κουβαλάω πάνω μου. Μη γογγύζεις λοιπόν για το ότι δεν έχεις πλούτη. Συμμορφώσου αγόγγυστα σε απλό και απέριττο τρόπο ζωής ενθυμούμενος, ότι έτσι έζησε και ο Κύριός μας.
(5) Μάλλον με κακή έννοια=συνήθιζε να βάζει για τον εαυτό του κρυφά και με κλεψιά (G)· άρπαζε και υπεξαιρούσε· «έκλεβε αυτά που έμπαιναν» (Θφ). Έτσι λέγεται και στον Διογένη τον Λαέρτιο (IV,59 «όσα ήθελε τα βάσταζε») και στους παπύρους σύμφωνα με παραθέσεις του Deissmann (β). Μπορούμε όμως να το πάρουμε και με τη συνηθισμένη έννοια, οπότε δεν υπάρχει περίπτωση ταυτολογίας στα 2 ρήματα είχε… και εβάσταζε. Διότι το μεν ε ί χ ε αναφέρεται στη γενική φροντίδα και επιτήρηση των εισφορών που κατατίθενταν στην φύλαξη από αυτόν· ενώ το ε β ά σ τ α ζ ε στην μεταφορά του κιβωτίου από τόπο σε τόπο (ο).
7 Εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς(1)· ἄφες(2) αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό(3).
7 Είπε τότε ο Ιησούς: «Άφησέ την ήσυχη· αυτό που κάνει είναι για την ημέρα του ενταφιασμού μου.
(1) «Ο Κύριος διακηρύττει την γυναίκα ελεύθερη από κάθε κατηγορία, με τα λόγια με τα οποία συγκαλυμμένα ελέγχει τον προδότη» (Κ). «Δεν έκανε ο Χριστός παρατήρηση στον Ιούδα για την πρόθεσή του από πολλή μακροθυμία θέλοντας να επιστρέψει αυτός» (Ζ).
(2) Σε ενικό που απευθύνεται στον Ιούδα.
(3) Αυτή η γραφή είναι λιγότερο μαρτυρημένη αλλά πιο σωστή. Η έννοια: Έχει φυλάξει το μύρο αυτό για να συμβολίσει την ταφή μου και για να προλάβει και να πραγματοποιήσει από πριν την ετοιμασία της (F). «Σαν να προφητεύει το θάνατό μου που πλησιάζει» (Ζ). Η Μαρία δεν είχε βεβαίως την πρόθεση, ώστε το μύρο αυτό να το χρησιμοποιήσει για την ταφή του Κυρίου, σαν να την προαισθανόταν. Αλλά όταν μετέπειτα θα σκεφτόταν αυτήν την έννοια, την οποία τώρα ο Κύριος αποδίδει στην πράξη της, πρέπει να αισθανόταν ότι άλλα λόγια δεν θα εξέφραζαν καλύτερα εκείνο, που θα έκανε αυτή, εάν τη στιγμή εκείνη του δείπνου γνώριζε, ότι μετά από μία βδομάδα ο διδάσκαλος θα ενταφιαζόταν (ο).
Περισσότερο μαρτυρημένη γραφή «ίνα εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τηρήση αυτό» την οποία υιοθετεί και η Βουλγάτα (η λατινική μετάφραση). Ίσως προήλθε από κακή διόρθωση αντιγραφέων, που είχαν κατά νου, ότι δεν χρησιμοποιούνται μύρα για άνθρωπο ζωντανό, πριν την ταφή του. Η πιο σωστή ερμηνεία της γραφής: Άφησέ την, για να φυλάξει το υπόλοιπο του μύρου (του οποίου μόνο μέρος είχε μέχρι τη στιγμή εκείνη χρησιμοποιηθεί) για την ημέρα της ταφής μου (β). Ενταφιασμός=η με μύρα ετοιμασία του νεκρού και γενικώς οι προπαρασκευές για την ταφή (g). Ο Κύριος συχνά θυμάται τον θάνατο και την ταφή του. Θα ήταν καλό και ωφέλιμο να θυμόμαστε, ότι θα έλθει και για μας η ημέρα του θανάτου και της ταφής μας. «Με τα λόγια που είπε σχετικά με τον ενταφιασμό, ντροπιάζει τον Ιούδα, επειδή λόγω αισχροκέρδειας επρόκειτο να προδώσει τον διδάσκαλο» (αμ). «Και αναφέρει τον ενταφιασμό, χτυπώντας την ασύνετη καρδιά του, μήπως και διορθωθεί» (Θφ).
8 Τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ' ἑαυτῶν(1), ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε(2).
8 Οι φτωχοί πάντοτε θα υπάρχουν κοντά σας, εμένα όμως δε θα με έχετε πάντοτε».
(1) «Παρατίθενται και εδώ τα λόγια όπως και στο Ματθαίο (κστ 11) και αποσιωπούνται, όπως και εκεί, τα λόγια που προσθέτονται από τον Μάρκο (ιδ 7) «και όταν θέλετε, μπορείτε να τους ευεργετήσετε». Η έννοια του στίχου:
«Ο χρόνος που έχει καθοριστεί για την τιμή σε εμένα, δηλαδή ο χρόνος που ζω πάνω στη γη, δεν απαιτεί να προτιμάτε από εμένα τους φτωχούς» (Κ). Εάν πράγματι οι φτωχοί αποτελούν το αντικείμενο της φροντίδας σας, θα είναι πάντοτε καιρός να ασκείτε προς αυτούς την γενναιοδωρία σας· το πρόσωπό μου όμως μετά από λίγο θα αρπαχτεί από τις θερμές φροντίδες της αγάπης σας (g). Αναγωγική ερμηνεία: «Είναι αξιολογότατη μεν η φιλοπτωχία, αλλά να μπαίνει πίσω από το σεβασμό στο Θεό. Όταν λοιπόν υπάρχει ανάγκη λατρείας ή υμνωδίας, πρέπει να προτιμούμε αυτές από την αγάπη στους φτωχούς· διότι μπορούμε να ευεργετούμε μετά τις πνευματικές λειτουργίες» (Κ). «Το να φέρουμε δώρα στο Θεό, πρέπει να είναι προτιμότερο από τους φτωχούς» (αμ). Απαιτείται σύνεση και διάκριση κατά τις περιστάσεις, στις οποίες παρουσιάζεται σύγκρουση καθηκόντων, ώστε προκειμένου να κρίνουμε ποιο από αυτά να προτιμήσουμε, να αποφασίζουμε αυτό σύμφωνα με τις παρουσιαζόμενες περιστάσεις. Οι ευκαιρίες πρέπει πάντοτε να μην αφήνονται ανεκμετάλλευτες. Εκείνες μάλιστα πρωτίστως πρέπει να προτιμούνται, οι οποίες φεύγουν επειγόντως και έχουν τη διάρκειά τους μικρή. Καθήκον, το οποίο μπορεί να επιτελεστεί σε οποιοδήποτε χρόνο, ενδείκνυται να παραχωρεί τη θέση του στο καθήκον, του οποίου η επιτέλεση επιβάλλεται να γίνει ακριβώς τώρα.
(2) «Έβαλε μέσα τους υπενθύμιση για την μετά από λίγο σφαγή του» (Ζ). «Σαν να έλεγε· είμαι δυσάρεστος και φορτικός, αλλά περίμενε λίγο και θα φύγω» (Χ), «αφού εσύ θα κατασκευάσεις το θάνατό μου» (Θφ).
9 Ἔγνω οὖν(1) ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων(2) ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον(3) οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ' ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν.
9 Πλήθος πολύ από τους Ιουδαίους της πόλεως έμαθαν ότι ο Ιησούς βρίσκεται εκεί και ήρθαν για να δουν όχι μόνο αυτόν αλλά και το Λάζαρο, που τον είχε αναστήσει από τους νεκρούς.
(1) Η φήμη του δείπνου στη Βηθανία διαδόθηκε γρήγορα και οι προσκυνητές που ήλθαν από την Ιεριχώ στα Ιεροσόλυμα ανήγγειλαν ότι ο Ιησούς παρέμεινε στη Βηθανία.
(2) Δηλαδή από το λαό της Ιουδαίας (β), από τους Ιουδαίους, οι οποίοι ήταν οι αντιπρόσωποι της παλαιάς τάξης των πραγμάτων. Ακριβώς για αυτό ερεθίστηκαν οι άρχοντες των Ιουδαίων· διότι ο πληθυσμός της Ιουδαίας, πάνω στον οποίο αυτοί υπολόγιζαν πάντοτε σαν σε αντίρροπο του πληθυσμού της Γαλιλαίας, αρχίζει τώρα να τους εγκαταλείπει (g).
«Όπως ακριβώς ο πλούτος, αυτούς που δεν προσέχουν συνηθίζει να τους παρασέρνει, έτσι και η εξουσία. Διότι ο μεν πλούτος οδηγεί σε πλεονεξία, ενώ η εξουσία σε αλαζονεία. Πρόσεχε λοιπόν ότι το μεν πλήθος των Ιουδαίων που ήταν κάτω από εξουσία, είναι υγιές, ενώ οι άρχοντες διεφθαρμένοι» (Χ).
Πόσο μάταιες και ανεπιτυχείς υπήρξαν μέχρι τη στιγμή αυτή οι εναντίον του Χριστού απόπειρές τους. Έπραξαν το παν για να αποξενώσουν το λαό από τον Ιησού, και όμως πολλοί από τους Ιουδαίους, τους γείτονές τους, τους θαυμαστές τους, τα δημιουργήματά τους, συναρπάστηκαν τόσο πολύ από την πειστική απόδειξη των θαυμάτων του Ιησού, ώστε αποσχίστηκαν από το κόμμα των Φαρισαίων και αρχιερέων και ήλθαν προς τον Ιησού.
(3) «Επειδή ήταν παράδοξο το θαύμα ένιωσε κατάπληξη ο όχλος και αυτό το γεγονός που άκουσαν, ήθελαν να το δουν και με τα μάτια τους για πιο βέβαιη πίστη» (Κ), «ίσως επειδή προσδοκούσαν να ακούσουν και από το Λάζαρο κάτι σχετικά με τον Άδη» (Θφ). Ότι η πρόθεση των επισκεπτών αυτών τουλάχιστον σε μεγάλο μέρος δεν υπήρξε αρχικά πονηρή ούτε το ελατήριο που τους ώθησε σε επίσκεψη μία απλή περιέργεια, φαίνεται από το σ. 11, όπου ο αριθμός αυτών που από αυτούς πίστεψαν στον Ιησού εξαιτίας του Λαζάρου δίνεται ως αιτία του νέου φονικού συμβουλίου των αρχιερέων (ο).
10 Ἐβουλεύσαντο(1) δὲ οἱ ἀρχιερεῖς(2) ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν(3),
10 Γι’ αυτό οι αρχιερείς αποφάσισαν να σκοτώσουν και το Λάζαρο,
(1) Δεν δηλώνει απλή ανταλλαγή γνωμών, αλλά συσκέψεις (όχι σε επίσημη φαίνεται συνεδρία του συνεδρίου) με ορισμένη κατεύθυνση που κατέληξε σε απόφαση (κ).
(2) Οι οποίοι πιθανότατα επειδή ανήκαν στη μερίδα των Σαδδουκαίων, οι οποίοι δεν δέχονταν την ανάσταση των νεκρών, είχαν λόγω αυτού και προσωπικό λόγο, που τους ωθούσε στην εξόντωση του Λαζάρου που αναστήθηκε από τους νεκρούς (ο).
(3) «Όντας σε πλήρη σύγχυση από το φθόνο, σχεδιάζουν φόνο πάνω σε φόνο, θεωρώντας ότι μαζί με τον φονευμένο (Λάζαρο) θα φονευτεί και η δύναμη του παράδοξου συμβάντος, ώστε να ανακόψουν τους λαούς που έτρεχαν στην πίστη στο Χριστό» (Κ).
«Τον μεν Χριστό ζητούσαν να τον φονεύσουν προφασιζόμενοι ότι παραβιάζει το Σάββατο και ότι κάνει τον εαυτό του ίσο με το Θεό… Τον Λάζαρο όμως γιατί; Διότι ξανάζησε; Και ποιο έγκλημα είναι το να ξαναζήσει κανείς; Το παν λοιπόν ήταν φθόνος!» (Ζ).
Ο Λάζαρος προσελκύοντας διαρκώς πολλούς προς τον εαυτό του, και προκαλώντας έτσι την εξάπλωση της πίστης στο Χριστό, γίνεται, όπως ήταν επόμενο, αντικείμενο άσπονδου μίσους των αρχόντων των Ιουδαίων (κ). Πόσο παράλογη και ανόητη υπήρξε η απόφασή τους να φονεύσουν το Λάζαρο. Δείγμα της πιο θηριώδους λύσσας. Έμοιαζαν με άγριο ταύρο που μπλέχτηκε σε δίχτυ, γεμάτο μανία. Σημάδι ότι ούτε το Θεό φοβούνταν, ούτε τους ανθρώπους ντρέπονταν. Εάν φοβούνταν το Θεό, δεν θα προέβαιναν σε τέτοια προκλητική και ασεβή ενέργεια εναντίον του. Ο Θεός θέλησε να ζήσει ο Λάζαρος με θαύμα. Και αυτοί θέλουν να τον φονεύσουν λόγω της μοχθηρίας και κακεντρέχειάς τους. Φωνάζουν: Πάρτον αυτόν, δεν πρέπει να ζει, την ώρα που ο Θεός τον επανέφερε τετραήμερο από τον τάφο, διακηρύττοντας έτσι ότι ο Λάζαρος έπρεπε να ζει. Τι άλλο υπήρξε η απόφασή τους αυτή παρά πρόκληση και επανάσταση εναντίον του Θεού; Δεν σκέφτονται ποιος έχει τα κλειδιά του θανάτου και του τάφου. Τα έχουν αυτοί ή ο Θεός;
«Ω τυφλή κακία! Ο Χριστός ο οποίος μπόρεσε να αναστήσει νεκρό, δεν θα μπορούσε να αναστήσει και φονευμένο. Ανόητη κακία, η οποία υποθέτει ότι ο Χριστός ο οποίος μπόρεσε να αναστήσει έναν ο οποίος πέθανε θάνατο φυσικό, δεν θα μπορούσε να αναστήσει και έναν ο οποίος σφάχτηκε» (Αυ).
Αλλά ούτε τους ανθρώπους ντρέπονταν. Διότι πως ήταν δυνατόν να αποφασίσουν την εσχάτη των ποινών για ένα άνθρωπο τελείως αθώο, τον οποίο για κανένα έγκλημα ή παρεκτροπή δεν μπορούσαν να κατηγορήσουν;
11 ὅτι πολλοὶ δι' αὐτὸν(1) ὑπῆγον(2) τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον(3) εἰς τὸν Ἰησοῦν.
11 επειδή εξαιτίας του πολλοί Ιουδαίοι εγκατέλειπαν αυτούς και πίστευαν στον Ιησού.
(1) Δηλαδή τον Λάζαρο, ο οποίος ήταν ζωντανός μάρτυρας της υπερφυσικής δύναμης του Ιησού. «Αυτό που κατεξοχήν τους δάγκωνε, ήταν ότι ενώ είχε αρχίσει η γιορτή όλοι έτρεχαν στη Βηθανία και γίνονταν ακροατές του θαύματος και αυτόπτες του αναστημένου» (Θφ).
(2) Ή, στη Βηθανία, οπότε η πρόθεση (υπό) σημαίνει εδώ το αθόρυβο, το μυστικό, διότι δεν τολμούσαν λόγω της εχθρότητας των αρχιερέων προς τον Ιησού, να μεταβούν με διαδήλωση (ο,g), ή λιγότερο πιθανή εκδοχή, το ὑπῆγον έχει την έννοια του αποχωρούσαν και αποσπώνταν από την μερίδα των αρχιερέων και πίστευαν στον Ιησού (β).
(3) Παρατατικός=άρχιζαν να πιστεύουν (β).
Ἡ θριαμβευτικὴ εἴδοσος εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα
12 Τῇ ἐπαύριον(1) ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν(2), ἀκούσαντες(3) ὅτι ἔρχεται ᾿Ιησοῦς εἰς ῾Ιεροσόλυμα(4),
12 Την άλλη μέρα, το μεγάλο πλήθος που είχε έρθει για τη γιορτή του Πάσχα, όταν άκουσαν ότι έρχεται ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα,
(1) Δες και Ματθ. κα 1-11, Μάρκ. ια 1-10 και Λουκ. ιθ 29-38 και τις εκεί ερμηνευτικές σημειώσεις. Την επομένη της ημέρας κατά την οποία παρατέθηκε το δείπνο στη Βηθανία: δηλαδή στη δική μας Κυριακή, εάν δεν συμπεριλάβουμε την 14η Νισάν στις 6 ημέρες πριν το Πάσχα (σ. 1) ή τη Δευτέρα, εάν συμπεριλάβουμε αυτήν.
(2) Πρέπει λοιπόν να υπήρξαν Γαλιλαίοι μάλλον παρά κάτοικοι της Ιερουσαλήμ (b). Δεν πρέπει ο όχλος αυτός να συγχέεται με αυτόν στο σ. 9, ο οποίος, όπως σημειώθηκε, ήταν από τους Ιουδαίους. Ίσως αυτοί που λόγω της γιορτής ήλθαν στα Ιεροσόλυμα ήταν περισσότερο θρησκευόμενοι από αυτούς που κατοικούσαν στην πόλη. Όσο περισσότερο σεβασμό έχει κάποιος στο Θεό και γενικά στη θρησκεία, τόσο είναι περισσότερο διατεθειμένος να υποδεχτεί το Χριστό και τη θρησκεία του. Είναι αξιοσημείωτο και το ότι όχι οι άρχοντες και οι της ανώτερης τάξης βγαίνουν για να υποδεχτούν τον Ιησού, αλλά ο όχλος. Πράγματι ο Χριστός «τα αδύναμα και τα ανόητα του κόσμου διάλεξε» (Α΄Κορ. α 27) και τιμάται περισσότερο από το πλήθος παρά από το μεγαλείο των ακολούθων του. Από αυτό συμπεραίνουμε, ότι ο Κύριος πέρασε και τη νύχτα ολόκληρη στη Βηθανία. Όπως επίσης μπορούμε να συμπεράνουμε από την αφήγηση του Μάρκου (ια 11 «ήταν ήδη απόγευμα στην ώρα») η είσοδος του Ιησού στα Ιεροσόλυμα σημειώθηκε κατά το απόγευμα.
(3) Άκουσαν από αυτούς που επισκέφτηκαν την προηγούμενη ημέρα τη Βηθανία, ότι ο Ιησούς ήταν εκεί και ότι ετοιμαζόταν να μπει στα Ιεροσόλυμα.
(4) «Αφού αναχώρησε για λίγο στην έρημο ο Κύριος, ώστε να σβήσει το θυμό των φονιάδων, πάλι με θάρρος μπαίνει και εμφανίζεται σε όλους. Διότι είχε φτάσει ο καιρός του πάθους και δεν έπρεπε πλέον να κρύβεται, αλλά να δώσει τον εαυτό του για τη σωτηρία του κόσμου» (Θφ).
13 ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων(1) καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἔκραζον(2)· ὡσαννά(3), εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ(4).
13 πήραν κλαδιά φοινικιάς, και βγήκαν από την πόλη να τον προϋπαντήσουν κραυγάζοντας: Δόξα στο Θεό! Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο! Ευλογημένος ο βασιλιάς του Ισραήλ!
(1) Με άρθρο μάλλον για να σημάνει τα κλαδιά των φοινίκων, τα οποία ορθώνονταν στο δρόμο (g). «Βάϊς είναι ραβδί φοίνικα και το βάγι» (Ησύχιος). Η προσθήκη «των φοινίκων» είναι πλεονασμός, που έγινε από τον Ιωάννη για τους αναγνώστες που αγνοούσαν τον τεχνικό αυτό όρο. Σύμφωνα με το Αποκ. ζ 9 οι μάρτυρες παρουσιάζονται να έχουν στα χέρια βάγια ως σύμβολο της νίκης τους εναντίον του κόσμου. Σύμφωνα με το Α΄ Μακ. ιγ 51 ο Σίμων μπαίνει θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα με δοξολογία και βάγια και με κύμβαλα και κιθάρες και με ύμνους και με ωδές, διότι συντρίφτηκε εχθρός μεγάλος από τον Ισραήλ (β). Σύμφωνα με το Λευϊτ. κγ 40 επικράτησε στη γιορτή της σκηνοπηγίας να γίνονται γύρω από το θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων λιτανείες με βάγια (g).
«Τα κλαδιά των φοινίκων είναι δοξολογικά σύμβολα της νίκης» (Αυ). «Επειδή οι όχλοι ήταν πιο υπάκουοι και επειδή ελκύστηκαν από το θαύμα που έκανε, υποδέχτηκαν το Χριστό με βάγια, υμνώντας αυτόν επειδή είχε νικήσει το θάνατο» (Κ). Υποδέχονται αυτόν θριαμβευτικά αναγνωρίζοντας αυτόν ως τον αναμενόμενο Μεσσία.
«Πήραν λοιπόν τα βάγια των φοινίκων… δείχνοντας, ότι τον θεωρούσαν ανώτερο από προφήτη» (Χ).
Ο τρόπος με τον οποίο εκδήλωναν τον σεβασμό τους και την αναγνώρισή τους ήταν πρόχειρος και απλός, αλλά ταυτόχρονα θερμός και ενθουσιώδης. Δεν είχαν τα κλειδιά της πόλης, για να παραδώσουν αυτά σε αυτόν, ούτε σπαθί ή σκήπτρο για να προβάλλουν αυτό μπροστά του, ούτε μουσική και συμφωνία οργάνων, ώστε και με τον ήχο σαλπίγγων και κυμβάλων να διεγείρουν τον λαϊκό ενθουσιασμό. Παρά ταύτα τα πλήθη αυτά ήταν κατά τη στιγμή αυτή μία αμυδρή απεικόνιση της ένδοξης εκείνης συνοδείας, την οποία είδε ο Ιωάννης «μπροστά στο θρόνο και μπροστά στο αρνί» (Αποκ. ζ 9,10). Δεν ήταν μεν τα πλήθη αυτά μπροστά στο θρόνο, ήταν όμως μπροστά στο αρνί, το πασχάλιο αρνί, το οποίο λίγες μέρες πριν το Πάσχα έμπαινε στην άκρη προκειμένου να θυσιαστεί. Επιπλέον κρατούν και τα πλήθη αυτά όπως η ουράνια συνοδεία βάγια φοινίκων, σύμβολο της νίκης και του θριάμβου. Πράγματι ο Χριστός με το θάνατό του ερχόταν να νικήσει τις αρχές και τις εξουσίες και συνεπώς ήταν πρέπον να σείουν κατά την έλευσή του τα βάγια των φοινίκων.
(2) Υπάρχει και η γραφή: Εκραύγαζον λέγοντες: Οι επευφημίες με τις οποίες ο λαός χαιρετίζει τον Ιησού έχουν ληφθεί από τον ριζ (ριη) ψαλμό, ιδίως μάλιστα οι σ. 25,26. Ο ψαλμός αυτός φτιάχτηκε πιθανώς για τα εγκαίνια του δεύτερου ναού και τα λόγια που παρατίθενται αναφέρονταν στην πομπή η οποία έγινε δεκτή από τους ιερείς κατά την άφιξή της στο ναό. Πολλές παραπομπές σε αυτόν τον ψαλμό, που γίνονταν από τους ραββίνους, δείχνουν, ότι ο ψαλμός θεωρούνταν μεσσιανικός. Κάθε Ισραηλίτης γνώριζε από έξω τα λόγια αυτά, διότι ψάλλονταν κατά τις λιτανείες της γιορτής της σκηνοπηγίας και το Πάσχα κατά το πασχάλιο δείπνο (g).
(3) Οι Ο΄μεταφράζουν «σώσε λοιπόν», οπότε αποτελεί ικετευτική επίκληση προς το Θεό από το θεοκρατικό λαό υπέρ του βασιλιά Μεσσία. Δες Ματθ. κα 9 και τις εκεί ερμην. σημειώσεις.
(4) Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου. Ή ευλογημένος εν ονόματι Κυρίου σύμφωνα με τα Δευτ. κα 5,Β΄ Βασ. στ 18,Δ΄ Βασ. β 24 (β). Ή, πιο φυσικά, πρέπει να συνδέσουμε το εν ονόματι Κυρίου (= «στο όνομα του Θεού Πατέρα» (Αυ) με το ερχόμενος, οπότε «άριστος οδηγός για να καταλάβουμε την έννοια, είναι τα ίδια του τα λόγια: Εγώ έχω έλθει στο όνομα του πατέρα μου… Από τη μία είναι ίσος με τον Πατέρα, και από την άλλη εξομοιώθηκε με εμάς. Ως ίσος με τον Πατέρα έφερε εμάς στην ύπαρξη· ως όμοιος με εμάς, μάς λύτρωσε» (Αυ). «Έχει έλθει στο όνομα του Κυρίου» (Κ).
Η φράση δείχνει κατά τρόπο γενικό τον κατεξοχήν θείο απεσταλμένο. Ειδικεύεται όμως η έννοιά της με την ακόλουθη φράση «ο βασιλιάς του Ισραήλ». «Αυτός που έρχεται, λέει, όχι αυτός που οδηγείται. Διότι το ένα είναι κάπως δουλικό, ενώ το άλλο εξουσιαστικό, το ότι έρχεται. Και με το να πουν όμως «στο όνομα του Κυρίου» αυτό το ίδιο φανερώνουν, το ότι είναι αυτός αληθινός Θεός. Διότι όχι στο όνομα δούλου, αλλά του Κυρίου λένε ότι έρχεται. Και ακόμα φανερώνουν ότι δεν είναι αντίθεος, αλλά ήλθε στο όνομα του Πατέρα. Και βασιλιά του Ισραήλ επίσης αποκαλούσαν αυτόν, φανταζόμενοι ίσως αισθητή βασιλεία. Διότι προσδοκούσαν ότι θα εμφανιστεί κάποιος βασιλιάς ανώτερος από την ανθρώπινη φύση, ο οποίος πρόκειται να τους σώσει από την εξουσία των Ρωμαίων» (Θφ).
Ο λαός στο πρόσωπο του Ιησού χαιρετούσε και επευφημούσε τον Μεσσία που στάλθηκε από το Θεό. «Τον έλεγαν βασιλιά δικό τους, παραδεχόμενοι την κυριότητα του Χριστού» (Κ). Δεν είναι πλέον ανάγκη να ξεφύγει από το ζήλο εκείνων, οι οποίοι θα ήθελαν να ανακηρύξουν αυτόν βασιλιά, όπως έκανε άλλοτε μετά την διατροφή των 5000. Θα διακηρύξει όμως αυτός τον τρόπο και τη φύση της βασιλείας του (τ).
14 Εὑρὼν(1) δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον(2) ἐκάθισεν ἐπ' αὐτό(3), καθώς ἐστι γεγραμμένον(4)·
14 Ο Ιησούς είχε βρει ένα γαϊδουράκι και κάθισε πάνω του, όπως λέει η Γραφή:
(1) «Ο μεν Ματθαίος λοιπόν είπε αναλυτικότερα τα σχετικά με το πουλάρι, ενώ ο Ιωάννης ήλθε σε αυτό το πιο καίριο σημείο της υπόθεσης, το οποίο συνηθίζει να κάνει» (Κ). Οι άλλοι ευαγγελιστές «λένε ότι έστειλε μαθητές και είπε: Λύστε την όνο και το πουλάρι. Αυτός όμως δεν λέει τίποτα τέτοιο, αλλά ότι αφού βρήκε πουλαράκι, κάθισε πάνω του… Και τα δύο ήταν λογικό να γίνουν, και να έλυσαν οι μαθητές το πουλάρι και να το οδηγούσαν, και να βρήκε το πουλάρι και να κάθισε σε αυτό» (Χ). «Αφού λύθηκε δηλαδή από τους μαθητές και οδηγήθηκε, το βρήκε» (Θφ). Το «εὑρὼν» δεν σημαίνει βρήκε χωρίς αναζήτηση· ας θυμηθεί ο καθένας το Εύρηκα του Αρχιμήδη (g).
(2) Δεν αντιτίθεται τόσο στο όνος όσο στο υπερήφανο άλογο, το οποίο ουδέποτε ο Κύριος χρησιμοποίησε (b).
(3) Ο Ιησούς δεχόμενος την από το λαό υποδοχή ως αναγνώριση της μεσσιακής του ιδιότητας κατά τις παραμονές του θανάτου του, μετά τον οποίο θα θριάμβευε το βασιλικό του αξίωμα, κάθεται πάνω στο πουλάρι, για να ξεχωρίσει έτσι ανάμεσα στο λαό που τον κύκλωνε. «Επειδή τον περιτριγύριζε με τιμή πολύ πλήθος και τον επευφημούσε, από άκρα μετριοφροσύνη κάθισε σε γάιδαρο… χωρίς να απομακρύνεται σε τίποτα από τα όντως αναγκαία» (Κ).