ΓΑΤΑΚΙ
Ό,τι υπάρχει μες στον κόσμο
Πλάστηκε για να παίζω εγώ.
Τα αλογάκια της Παναγίας,τα πόδια της καρέκλας,
οι στάμπες στα υφάσματα,
Οι σκιές που τρέχουν, οι χνουδόμπαλες
κι η ουρά μου ακόμα.
Τόσες γωνιές, τόσες πόρτες που μου γνέφουν
μισάνοιχτες.
Η από κάτω μεριά των πραγμάτων
ένας δικός μου ουρανός να τον παρατηρώ.
Τόσα μέρη για τρεχάλα με πιάνει τρέλα.
Θέλω να βρίσκομαι παντού, μέσα σε μια σιγμή.
Μετά, κουράζομαι.
ΓΑΤΑ
Τα ποντίκια φτιάχτηκαν για μένα.
Κρυφά παραφυλάω κι εκείνα δεν το ξέρουν
πως τα παρακολουθώ
Μ'έναν πήδο τα αιφνιδιάζω.
Προτιμώ τη νύχτα από τη μέρα.
Κανείς δεν βλέπει
Καθαρότερα τη νύχτα από μένα,
Κανείς δεν περπατάει πιο σιγανά.
Πάω στα πουλιά, όπως κοιμούνται στο κλαδί, τους δίνω μιά
Στο χώμα, εκεί τους σπάω το λαιμό,
Με τα σαγόνια μου.
Παίζω μαζί τους ενώ ψυχορραγούν,
Σαν μπάλες τα σκουντώ με τις πατούσες μου
Σαν να'μουνα μικρό γατάκι.
Κάποτε οι νύχτες είναι τόσο φωτεινές
Που με τρελαίνει η μοναξιά,
Ουρλιάζω στο φεγγάρι,
Τεντώνω τ'αφτιά μου στον αέρα,
Πηγαίνω όπου ακούω απάντηση.
ΓΡΙΑ ΓΑΤΑ
Τίποτα πια για μένα
Ούτε το τζάκι,
Γιατί όταν κρυώνω είναι σβηστό,
Κι άλλοτε δεν μ'αφήνουν να το πλησιάσω.
Βαριέμαι τις σκιές, ακόμα και τις μυστηριώδεις.
Γύρω μου παίζουνε τρισέγγονα,
τώρα όμως ξέρω
Πως το απο κάτω των πραγμάτων είναι
απλώς η κάτω τους μεριά
Και πίσω από τη μισοκλεισμένη πόρτα
Είναι άλλο ένα δωμάτιο
σαν και τούτo εδώ.
Προτιμώ να κάθομαι με βλέφαρα κλειστά
Γιατί έχω δει τα πάντα
Οι αναμνήσεις μου έχουν περισσότερο
ενδιαφέρον.
Έχω συμφιλιωθεί με όλα.
Και τα ποντίκια έρχονται δίπλα μου
Το ξέρουν πως ξέχασα τον πόλεμό μας.
(Patricia Highsmith, "Γάτες")