Συναισθηματικὴ ἰσορροπία.
-------------------------------------------" ...καὶ ξάπλωσα γυμνούλης μὲ τὸ χέρι ἐκεῖ. Ὁπότε θυμήθηκα:
Τὄχα δεῖ στὸ Δελτίο Ἐρωτικοῦ Καιροῦ πὼς θἄβρεχε στὴν καρδιά σου καὶ πῆρα τὸ ὀμπρελάκι μου. Ἀποφεύγω νὰ συναχώνονται τὰ μάτια μου. Ἕνα ἀλεξιδάκρυο εἶναι τὸ κατόρθωμα τοῦ αἰώνα μας, δὲν θὰ μποροῦσα νὰ μὴν ἔχω κι’ ἐγὼ τὸ δικό μου, - πῶς νὰ ζήσω; Μπορῶ ὡστόσο νὰ σὲ κοιτάζω ποὺ κλαῖς, μὲ τὶς ὧρες, γιατί τότε εἶσαι πιὸ ὄμορφη, ἀληθινὴ, ἀσήμαντη μπροστά μου καὶ ἀπαιτητική, ὅσο κι' ἄν ἐκλιπαρεῖς λίγη ἀγάπη, - ἔτσι τὴν λές, τὴν μεγάλη τρέλλα ποὺ θέλεις νὰ σοῦ ἀνταποδώσω, ἐπειδὴ τὴν αἰσθάνεσαι - ἤ τέλος πάντων αὐτὸ λές - γιὰ μένα.
Σὲ βεβαιώνω, εἶμαι ἕνας καλὸς θεατής. Σὲ προσέχω καὶ σὲ καταλαβαίνω, σὲ νιώθω, ἀφοῦ θέλεις νὰ τὸ πῶ ἔτσι. Μά, μὴν ξεχνᾶς, ἤδη σ' τὸ εἶπα: θεατὴς εἶμαι. Δὲν σ' ἀγαπῶ ἀλλὰ μ' ἀρέσει αὐτὸ ποὺ βλέπω σὲ σένα κι' ἔχει ἀπήχηση σὲ μένα, ἀπ' ὅπου καὶ ξεκινάει. Ἀλήθεια, ἐγὼ εἶμαι ἡ πηγὴ τῶν συναισθημάτων σου ἤ ἐσὺ καὶ ἡ φαντασία σου;
Γιατὶ δὲν τολμῶ νὰ ἀναγνωρίσω στὸν ἑαυτό μου παραγωγὴ καὶ διάδοση ἐρωτικῶν παλμῶν καὶ πόθων, δὲν μοὔχει ξανασυμβεῖ. Καὶ κάπου νομίζω, μ' ὅλ' αὐτά, πὼς πατῶ σὲ ξένο, νοικιασμένο ἴσως, ἔδαφος, καρποφόρο ἤ ἀνθοφόρο, ἐρώτων. Ποιός νὰ μοῦ τὄλεγε - ἐγώ; Ἄ, ναί, γιατὶ ὄχι; Λίγος σοῦ πέφτω;
Ξέρω πολὺ καλὰ πώς, ἀπὸ μόνος μου, δὲν ἐμπνέω τίποτα. Συνήθως μὲ στραβοκοιτάζουν, ἄλλοτε μὲ εἰρωνεύονται, τὶς πιὸ πολλὲς φορὲς μὲ κοροϊδεύουν καὶ μοῦ λένε: - Πόσα ξέρεις ἐσύ! Πόσες καρδιὲς ἔχεις κάψει!... Μὰ, δὲν θυμᾶμαι τίποτα ἐγώ. Βρὲ σύ! Μπᾶς καὶ ὅσα μοῦ ὁμολογεῖς ἀφοροῦν κάποιον ἆλλο, ὄχι ἐμένα; Νὰ δεῖς, αὐτὸ θἆναι. Εἶναι. Δὲν βλέπεις ἐμένα. Κοιτᾶς ὅ,τι θέλεις νὰ δεῖς σὲ μένα, ὅσα θέλεις, χωρὶς νὰ ρωτήσεις ἐμένα - ζητᾶς καὶ τὰ ρέστα ἀπὸ μένα! Εὐτυχῶς ποὺ δὲν μοὔστριψε, ὅπως ἐσένα.
Σύντομα τὰ μάτια σου θ' ἀνοίξουν, τώρα ὀνειρεύεσαι. Καί, τότε, θὰ δεῖς, θὰ μετανιώσεις. Εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴ μετανιώσεις ποὺ μοῦ ἀφέθηκες τόσο, ἐσὺ νὰ κλαῖς κι' ἐγὼ νὰ στρέφω ἀλλοῦ, μὴ μὲ πάρουν τὰ μπάζα τῶν δακρύων σου. Μετά, θὰ τὸ πάρεις ἀπόφαση. Δὲν ἄξιζα τὸν κόπο γιὰ σένα. Θὰ ἀραιώσεις τοὺς λυγμοὺς καὶ τὶς συναντήσεις μας. Αὐτὸ ὅμως δὲν θὰ μοῦ πολυαρέσει. Θὰ ψάξω νὰ σὲ βρῶ...Ὄχι! Θεατὴς χωρὶς θέαμα, εἶναι στέρηση σαδισμοῦ.
Γραμμένο μία κι' ἔξω, ἀφιερωμένο ἅπαξ καὶ διὰ παντὸς στὴν ὅποια πάρει ὁ Χάρος, - τώρα, ἄν πῶ ἀπὸ πάνω καὶ: μὲ ἀγάπη, γλυτώνω τὸ ὅπου φύγει-φύγει;
................................................................. μὲ χοὲς στοὺς νεκροὺς ἔρωτες.
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο
17 Μαΐου 2018.
Γράφτηκε:
2 Δεκεμβρίου 2010, καὶ ὥρα 9:26.
δεκαετὴς στρατηγὸς σεξουάλισε παρανόμως!
[σήμερα εἶχα τὴν πρώτη μου σεξουαλικὴ ἐπαφή,
Λόρδος Ταντρίδης*]
- Τὄκανες, αὐτό, πρὶν πάρεις, ἄτιμε, τὴν ἄδειάν μου;
- Ζητῶ, μεσιὲ Κλινό, συγγνώμη, διὰ τὴν αὐθάδειάν μου...
- Γεύτηκες ἐπιτρεπτὸν καρπὸν κι' ἀπὸ πάνω μιλᾶς;
Φτού σου! Φταίω, τώρα - ποὺ σὲ προόριζα...μ' ἄνδραν νὰ πᾶς -
νὰ μὴ σὲ στείλω, λοιπὸν, στὸ Κλινοστρατοδικεῖον;
- Μά, γιατί, μεσιὲ Κλινό!... Μοὔτυχε τρύπιον αἰδοῖον·
τἄρπαξα, τὸ γλέντησα, μ' ἄρεσε... Καὶ στὰ δικά σας!
- Σκασμός!...
- ...............Ἀνακατεύτηκα 'γὼ στὰ ἐρωτικά σας,
Ἀρχηγέ; Πάτησα πλέον τὰ δέκα μου τὰ χρόνια!
- Καὶ τί μ' αὐτό; Χρέος σου, παρθένος νἄμενες αἰώνια,
εἶχες...
- Τρίχες!
Ὁ Μπάξ*... δόξασα τὴν πατρίδαν, λέει· τὴν Ἑλλάδαν!
- Καλά, μπορεῖ νὰ σ' ἄφηνε, αὐτός, καὶ μ' ἀγελάδαν
νὰ πᾶς... - ἐσύ θὰ πήγαινες; Ἀποκρίσου, χαμένε!
- Πρᾶγμα τέτοιο, ποτέ, Κλινό μου πολυχρονεμένε!
- Ξέρεις, συγχωρῶ τῶν ἁμαρτωλῶν τὰ πρῶτα λάθη.
Ἕνα μὲ νοιάζει πιὸ πολύ. Τὸ Φόρουμ μὴν τὸ μάθει.
- Μερσὶ μπωκού! Τὴν πέννα σας, ἀφεῖστε νὰ φιλήσω!
- Ἀφίεταί σοι τὸ ἁμάρτημα! Στὴ μούρη σου θὰ χύσω
ὅλο τὸ μελάνι ποὔχει τὸ μελανοδοχεῖον...
Μόνο μὴ μάθω πὼς ἔσμιξες καὶ μ' ἆλλο αἰδοῖον!
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο.
(*) Ψευδωνυμομάχοι.
Τὸ ποίημα σατιρίζει “δήλωσιν” τοῦ Λόρδου Ταντρίδη.
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο
17 Μαΐου 2018.
Εξηγήστε μου γιατί δεν το πιάνω.
Όταν ο Έλληνας είναι μετανάστης στη Γερμανία, θέλουμε να νιώθει Έλληνας. Όταν ο Αλβανός είναι μετανάστης στην Ελλάδα, θέλουμε πάλι να νιώθει Έλληνας. Δεν βγαίνουν τα κουκιά, παιδιά.
Ζωὴ Ρηγοπούλου.
~~~~~
Ἕλληνάς τις ξένος
κι' Ἕλλην βιδωμένος,
ἀπ' τὰ κόκκαλα βγαλμένος
κι' Ἕλλην κόμματ'-ἐμπαιγμένος.
Ἕλληνες ὑπάρχουν πολλοί,
κι' Ἕλλην εἶναι μία δόξα,
δ' ἔτι καὶ ὀλίγον...λόξα,
καμιὰ φορὰ καὶ προσβολή.
Ἐτέθη πρόβλημα μεγάλο:
ἀπ' τὸ νιονιό της πῶς θὰ βγάλω,
ποὔχει μπερδέψει τὰ κουκιά
μὲ πίτουρα; Μὲ ματσουκιά,
λέτε, νὰ τὴν βαρέσω;
Ξέρετε κἅν' ἆλλο μέσο;
Τὄχε ποτέ της ἡ Ρηγοπούλου μας ὀνειρευτεῖ,
πὼς ἀγρίως ὁ Λὸ Σκόκκο θὰ μᾶς τὴν εἰρωνευτεῖ,
ποὺ δυὸ γαϊδάρων σανὸ δὲν ξέρει
νὰ χωρίσει καὶ γνώμην νὰ ἐκφέρει;
Τί 'ν' ὁ Ἕλληνας καὶ τί 'ναι τὸ ζουμί του;
Τίς ἡ διαφορὰ τοῦ ἄνθους - ξέρει; - καὶ τοῦ βλήτου;
Ἀμφότερα φυτρώνουν - καὶ μετ' ἀπολύτου
σιγουριᾶς, τὴν βεβαιώνω
(κι' ἀκριβὰ τῆς τὸ χρεώνω):
διάφορον ἔχουν ὀμορφιὰν κι' ἀσύγκριτον ἀξίαν!
Τῆς Ζωίτσας τὸ μυαλό, κατ' ὁμολογίαν,
πάντων, ἔστιν - φεῦ!... - πολὺ ὀλίγον· καὶ δὲν ἐπαρκεῖ
πάρεξ γιὰ σκέψεως ὄντα λίαν ὀλιγαρκή.
Σιγὰ δὲ μὴ καὶ στὸν προβληματισμόν αὐτῆς δώσω ἐξηγήσεις!
Ἁπλῶς ἄς ξέρει: Ἕλληνας εἶσαι, καὶ θές; Ἴσως θαυματουργήσεις.
Ἰάνης Λὸ Σκόκκο
