Ενθυμήσεις Αχιλλέα Κυρ. Τριανταφυλλίδη, οπλαρχηγού ΕΕΣ Κοιλάδας Κοζάνηςhttps://blogs.sch.gr/thankall/?p=1615Δημοσιεύτηκε στον τόμο Η δεκαετία 1940 –1950 στη Δυτική Μακεδονία, Εταιρεία Μελετών Άνω Βοΐου, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 228 –238 με τον τίτλο «ΠΑΟ -ΕΛΑΣ: Ο Εμφύλιος στη Δυτική Μακεδονία 1943 –1945»
...
Ο καπετάν Αχιλλέας στον Εμφύλιο Πόλεμο. Ιδιωτική Συλλογή του ιδίου.
Μάχη Ακρινής
Στις 28 Φεβρουαρίου 1944 μάθαμε πως θα χτυπηθεί η Ακρινή. Φτάσαμε τη νύχτα εκεί και καθώς τακτοποιούσαμε τις ενέδρες, δεχτήκαμε επίθεση από όλα τα σημεία. Τα ακρινά σπίτια του άρχισαν να καίγονται. Μέσα στο σκοτάδι της μάχης κι ενώ έδινα εντολές με λέει ένας, νομίζοντας ότι ήμουν δικός τους: μη βάζετε αυτού, είναι δικοί μας. Κατάλαβα ότι ήταν Βούλγαρος τον άρπαξα από το λαιμό, τον αφόπλισα και με το αυτόματο κολλημένο πάνω του, αυτός με σηκωμένα χέρια, τον διέταξα να βαδίσει.
Ακούστηκε τότε μέσα στη μάχη μια κραυγή και με άρπαξε από το λαιμό. Το αυτόματο μ’ έφυγε από τα χέρια και μ΄ έβαλε κάτω. Θυμήθηκα την πατρίδα μου την Ελλάδα και επικαλούμενος το όνομα του Χριστού βρέθηκα από πάνω του. Η πάλη, δεν είχαμε ούτε μαχαίρι, κράτησε μισή ώρα, ενώ η μάχη συνεχίζονταν μέσα στη νύχτα. Στο τέλος τον έπνιξα και τον άφησα κάτω. Φώναξα το συνθηματικό κι έτσι βρήκα τα παιδιά.
Η δύναμη των ελασιτών ήταν μεγάλη και μας είχαν κυκλώσει. Αμέσως έδωσα εντολή για σύμπτυξη και πετύχαμε να βγούμε από τον κλοιό. Δεν είχαμε απώλειες. Μίλησα στους ομαδάρχες κι αμέσως κάναμε αντεπίθεση. Οι κομμουνιστές τράπηκαν σε φυγή αφήνοντας 7 νεκρούς και δυο πολυβόλα.
...
Μια νύχτα πήγα στο σπίτι ενός φίλου μου σ΄ ένα χωριό. Χτύπησα την πόρτα, μ΄ άνοιξαν και μπήκα. Είδα φόβο στα πρόσωπά τους, κατάλαβα ότι κάτι συμβαίνει κι είπα στο σύντροφό μου να βγει έξω να λάβει μέτρα. Λέγω στο φίλο μου το σπιτονοικοκύρη κατάλαβα, δε φταις εσύ, φεύγω για να μη νομίσουν αυτοί που έχεις στο σπίτι σου ότι τους κατέδωσες εσύ. Εκείνη τη στιγμή βγήκε από το δωμάτιο ένας καπετάνιος του ΕΛΑΣ, με χαιρέτισε τον χαιρέτισα και καθίσαμε στο τραπέζι μέχρι τα ξημερώματα συζητώντας. Όταν αποχαιρετιστήκαμε μέσα στη νύχτα τον είπα καλή πατρίδα κι αυτός με είπε καλή λευτεριά. Δεν μίλησα σε κανέναν για αυτή τη σκηνή, γιατί θεωρούσα ότι, αν πρόδινα, θα ατίμαζα το σπίτι και την οικογένεια του φίλου μου πράγμα που δεν ήταν στις αρχές μου.
...
Μάχη Κλείτους
Η κατάσταση χειροτέρεψε. Στις 23 Αυγούστου 44 το πρωί οι κομμουνιστές χτυπάν το Κλείτος. Εμείς κάναμε αναφορά στην Κοιλάδα, όταν ακούσαμε όπλα και πολυβόλα. Γέλασα εγώ και είπα ότι ο Τσανίδης κάποια άσκηση θα κάνει με τους οπλίτες του. Διαψεύστηκα αμέσως γιατί είδαμε καπνούς και φωτιές. Τρέξαμε από την Κοιλάδα μέσω του κάμπου και κυκλώσαμε ακροβολισμένοι το χωριό. Ένας οπλίτης μου με φωνάζει κάποια στιγμή να προσέξω μια ομάδα με πολυβόλα που έρχονταν από πίσω μας. είχαμε 20 μέτρα απόσταση με τους ελασίτες, όταν τους φώναξα να κατεβάσουν τα όπλα γιατί ήταν κυκλωμένοι. Αυτοί τά ΄χασαν, εκτός από έναν ατίθασο που έβαλε και τραυμάτισε ελαφρά έναν δικό μου οπλίτη. Δημιουργήσαμε σφήνα και μπήκαμε στο χωριό χωρίς να μας πάρουν είδηση. Η μάχη ήταν σκληρή, οι ελασίτες τα ΄χασαν κι οπισθοχώρησαν προς το Βέρμιο. Μια ομάδα τους μπήκε μέσα στη λίμνη Σαρηγκιόλ για να ξεφύγει και οι βδέλλες τους ρούφηξαν το αίμα.
Ακολούθησαν οι ενέδρες τους, τις οποίες εξοντώσαμε παίρνοντας πολλά λάφυρα όπλα, αυτόματα, γερμανικές τουρτούρες. Είχαν 70 με 75 νεκρούς.
...
Γινόμαστε Εδεσίτες
Μ΄ έδωσε 3 αξιωματικούς, τον ανθυπολοχαγό Καριάκα Χρυσόστομο και τους αδερφούς ανθυπασπιστή Καριάκα Πολύδωρο κι ανθυπολοχαγό Πεχλιβάνη και έφυγα να βρω τη δύναμή μου. Αυτοί οι αξιωματικοί μια μέρα με είπαν ότι είναι του ΕΔΕΣ, όπως και ο Φιλιππίδης, και με πρότειναν να εισχωρήσω κι εγώ.
Συμφώνησα, με διάβασαν το καταστατικό του Ζέρβα και δώσαμε τη σημαία μας στις κοπέλες του χωριού μας και μας κέντησαν το σήμα του ΕΔΕΣ. Συγκεντρώθηκε ο κόσμος και οι οπλίτες την 20η Ιούλη ‘44 έξω από την Κοιλάδα, κάναμε αγιασμό και ορκομωσία, αλληλοασπαστήκαμε, όπως συνηθίζαμε, και σηκώσαμε τη σημαία του ΕΔΕΣ.
Το παράδειγμά μου ετοιμάζονται να το εφαρμόσουν και άλλοι αλλά σε μια μάχη στην Κοζάνη σκοτώθηκε ο Φιλιππίδης. Ήταν τολμηρός κι αποφασιστικός. Κάποτε με είχε ρωτήσει πόσα παλικάρια έχω. Όταν του απάντησα καμιά 100ριά με είπε να λέω ότι έχω 1000 και με επαινούσε.
...
Συσκέψεις στα Πετρανά
Συγκεντρωθήκαμε στα Πετρανά, όπου είχε συμπτυχθεί και η οργάνωση της Κοζάνης. Εκεί έγινε σύσκεψη με Άγγλους κι εκπροσώπους του ΕΛΑΣ. Μας πρότειναν να παραδώσουμε τα όπλα μας στον ΕΛΑΣ. Δεν καταλήξαμε πουθενά.
Την επόμενη μέρα φτάνει ο Παπαλαζάρου, εκπρόσωπος της κυβέρνησης Παπαντρέου και ο Άγγλος συνταγματάρχης Τζέλικο. Είπαμε ότι τα όπλα θα τα παραδώσουμε μόνο όταν δούμε ελληνικό στρατό και κυβέρνηση, που θα εγγυηθούν τη ζωή μας. Τότε, μέσω διερμηνέως, ο Τζέλικο διέταξε τους αξιωματικούς μας να εγκαταλείψουν τα τμήματα μας και να πάνε μαζί τους, λέγοντας ότι αυτό είναι εντολή των συμμαχικών στρατευμάτων και της ελληνικής κυβέρνησης κι αν δεν υπάκουγαν δεν θα θεωρούνταν πια Έλληνες αξιωματικοί.
Τότε είδαμε τους αξιωματικούς να μπαίνουν στα εγγλέζικα αυτοκίνητα και να χάνονται. Ήταν φοβερό, ήταν δύσκολο να το πιστέψουμε ότι οι αξιωματικοί μας θα είχαν τέτοια διάθεση να μας εγκαταλείψουν. Οι δικοί μου αξιωματικοί κρύφτηκαν και δεν πήγαν. Όταν τους ρώτησα γιατί το ‘καναν είπαν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν μαζί μου.
...
Αιχμαλωσία
Από παντού δεχόμασταν πληροφορίες για επίθεση. Στις 23 Νοεμβρίου ‘44 σύνδεσμοι από τα Πετρανά μας ανήγγειλαν ότι θα δεχτούμε επίθεση. Την επόμενη το πρωί όλμοι και πυρά μας χτύπησαν με πείσμα απ’ όλες τις πλευρές. Έφταναν συνέχεια εφεδρείες τους από το Βέρμιο, γέμισε ο κάμπος και τα βουνά ελασίτες.
Το απόγευμα προσπαθήσαμε να σπάσουμε από τα υψώματα του σκοπού αλλά ήταν αδύνατο. Δεύτερη φορά και πάλι αποτύχαμε. Άρχισε η διάλυση των ομάδων μας. Μάταια φώναζα. Έβγαλα το πιστόλι να τερματίσω τη ζωή μου. Προς στιγμήν άκουσα έναν οπλίτη μου πως τραυματίστηκε. Σκέφτηκα πως έχω κι άλλες ευθύνες, τον έδεσα πρόχειρα και τον κατέβασα χαμηλότερα στα πρώτα σπίτια της Κοιλάδας.
Εκεί με συνέλαβαν οι Ελασίτες και αφού συναντήθηκα με τον Υψηλάντη με πήραν για ανάκριση. Έφτασε τότε η μάνα μου με κλάματα. Την είπα:
μάνα, μην κλαις, αν κάποια μάνα έκλαψε εξ αιτίας μου, τότε με το δίκιο σου να κλάψεις και συ! Έτσι ήρθε το μοιραίο μας τέλος. Μας οδήγησαν όλους στο Δρέπανο και μας στοίβαξαν μέσα στην εκκλησιά για να περάσουμε τη νύχτα.
Μαζί μου ήταν κρατούμενη και η γυναίκα μου, έγκυος στον 7ο μήνα. Μέσα στη νύχτα άνοιξε κάποια στιγμή η πόρτα και ένας ελασίτης φώναξε: πού είναι αυτός ο Καπετάν Αχιλλέας; Όταν παρουσιάστηκα και με είδε μ΄ έδωσε μια με το άρβυλο στα μούτρα βρίζοντάς με προδότη και φασίστα. Με πήραν τα αίματα και έφυγε. Τον ήξερα, ήταν ο Μουστακίδης από την Καστοριά, ήμασταν μαζί στην Αλβανία. Με την οπισθοχώρηση είχε έρθει στο Δρέπανο σε συγγενείς του. Τον έδινα τσιγάρα και κάπου κάπου χαρτζιλίκι, ήμασταν φίλοι, Δε χωρούσε στο μυαλό μου η συμπεριφορά του! Είπα τότε στη γυναίκα μου:
αυτοί θα με σκοτώσουν. Το παιδί, που έχεις μέσα σου, αν είναι αγόρι να το πεις Αχιλλέα, αν είναι κορίτσι να το πεις Ειρήνη.
Οδηγηθήκαμε στο στρατόπεδο Κοζάνης. Με πήραν τα στρατιωτικά ρούχα που φορούσα.
Πέρασαν όλα τα καπετανάτα να μας δουν ανάμεσα σ΄ αυτούς και ο Μαύρος του Βερμίου. Ρώτησε ποιος είναι ο καπετάν Αχιλλέας κι όταν τον είπαν ήρθε κοντά μου. Μ΄ έδωσε μια κλοτσιά στην κοιλιά και με είπε: από πού, ρε παλιόσκυλο, ήρθες τότε στον Κλείτο; Όταν τον απάντησα ότι αυτό ήταν το καθήκον μου, άρπαξε το πιστόλι του, με ύβρισε στα ποντιακά τη μάνα μου κι άρχισε να με χτυπάει. Έπεσαν πάνω του μερικοί ελασίτες και δεν τον άφησαν να με σκοτώσει. Για μένα τότε ο θάνατος δεν ήταν τίποτε όσο η ταπείνωση από τις βρισιές, τα χτυπήματα, την πείνα και το κρύο. Συνέκρινα τη συμπεριφορά του Μαύρου μ΄ αυτήν του Υψηλάντη κι έβρισκα διαφορά όσην έχει το φως από το σκοτάδι. Μήπως όμως κι εμείς τα ίδια δεν είχαμε ; Στο στρατόπεδο, μας έβγαζαν από τις στρατώνες σ΄ ένα χωράφι 2 φορές τη μέρα για να κάνουμε τις σωματικές μας ανάγκες φρουρώντας μας γύρω με οπλοπολυβόλα. Μια μέρα ενώ κατεβαίναμε τα σκαλοπάτια, με πιάνει από το χέρι ένας ελασίτης και με λέει σιγανά: εσύ πίσω. Μα, του λέω, πρέπει να βγω. Πίσω γρήγορα, μου λέει, δεν ακούς; Ανέβηκα πάνω χωρίς να καταλάβω γιατί με γύρισε. Σε λίγο ήρθαν οι δικοί μας και οι πόρτες έκλεισαν. Τότε ακούσαμε απ΄ έξω φωνές και βρισιές. Φώναζε κάποιος: κάποιος προδότης υπάρχει εδώ μέσα, τίνος πουτάνας γιός τον ειδοποίησε και δεν κατέβηκε κάτω, πού θα με πάει… και τέτοια. Κατάλαβα ότι η δουλειά ήταν για μένα, θα με σκότωναν όταν έβγαινα έξω! Τον σωτήρα μου ελασίτη δεν τον ξαναείδα από τότε αλλά ατή του η πράξη με εδίδαξε πολλά. Όταν αργότερα έδινα ελευθερία σε κάποιον κρατούμενο, αισθανόμουν αγαλλίαση και θυμόμουν τον ελασίτη αυτόν, που ήταν βέβαια πολύ ανώτερός μου!
Στο στρατόπεδο μείναμε από 25 Νοεμβρίου ‘44 έως τον Απρίλη του 1945, που απελευθερωθήκαμε από τον κυβερνητικό στρατό. Άλλοι κρατούμενοι προωθήθηκαν στον Πεντάλοφο και Τσοτύλι. Οι τρεις αξιωματικοί που ήταν μαζί μου εκτελέστηκαν με το βαρβαρότερο τρόπο στην Ανθούσα Βοΐου στις 15 Δεκεμβρίου ‘44.
Συμμετοχή στον εμφύλιο πόλεμο
...
Κάποτε με επισκέφτηκαν στην Κοιλάδα ένας μοίραρχος της χωροφυλακής κι ένας ταγματάρχης του στρατού κι ύστερα από πολύ ώρα συζήτηση με είπαν να έχω το νου μου, γιατί κάπου εδώ στα χωριά κρύβεται ο Υψηλάντης, που τον ψάχνει και η ιντέλλιτζενς σέρβις ακόμα. Αν μάθαινα κάτι έπρεπε οπωσδήποτε να τους πληροφορήσω.
Όταν έφυγαν πέρασε από το μυαλό μου η παλικαρίσια συμπεριφορά του Υψηλάντη απέναντί μου, όταν συνελήφθηκα στις 24 Νοεμβρίου του ΄44 από το τμήμα του. Με είχε ρωτήσει:
καπετάνιε, τώρα τι γίνεται; του είχα απαντήσει ότι δυο παλεύανε κι ένας από τους δυο παλεύτηκε. Με είπε τότε: α, ρε Αχιλλέα, τέτοιο παλικάρι, έπρεπε να ήσουν με τον ΕΛΑΣ για να δεις την αξία σου! Δεν με πείραξαν καθόλου ! Δεν ήταν στις αρχές μου να προδώσω τον Υψηλάντη,
δεν θα τον κατέδιδα ποτέ !
...
Την 5η Φεβρ. 1948 με νέα διαταγή της μεραρχίας συγκρότησα κινητό απόσπασμα από 50 μέχρι 100 ΜΑΥ για διαφύλαξη της περιφέρειας αλλά και για τον έλεγχο του δρόμου Κοζάνης -Θεσ/νίκης. Επειδή είχε κληθεί η κλάση μου στις 19 Αυγούστου του ‘48 οι στρατιωτικές αρχές
μ’ έβγαλαν επίτηδες «ανίκανο» από το γιατρό κι απολύθηκα σε 7 μέρες για να συνεχίσω την αντικομμουνιστική δράση μου.
...