Τα αποσπάσματα είναι απο ένα χειρόγραφο του Μακρυγιάννη, ουσιαστικά μέρος των απομνημονευμάτων, στο οποίο ο αγωνιστής περιγράφει τα θαύματα, τις μυστικιστικές εμπειρίες και τις συναντήσεις με τον θεό και διάφορους αγιους που βίωνε κατα καιρούς και που αποφάσισε να θάψει και να μη δημοσιεύσει ο Βλαχογιάννης στην 1η έκδοση, για δικούς του λόγους. Το χειρόγραφο παρέμεινε στην αφάνεια και ήταν γνωστό σε ελάχιστους μελετητές μέχρι που εκδόθηκε για 1η φορά το 1983!...έκανε ένα μικρό πάταγο στην αρχή, αλλά μετά ξαναθάφτηκε και ουσιαστικά δεν συμπεριλαμβάνεται ποτέ στις εκδόσεις των απομνημονευμάτων, νομίζω δεν υπάρχει ούτε καν στα άπαντα.
Όταν θα βαρούσαμεν τουφέκι την Τρίτη Σεπτεβρίου, βλέπει ένας άλλος αγωνιστής, Χριστιανός καλός, τις δύο του μηνός ξημερώνοντας, οτι βρέθη εις το περιβόλι μου αυτός κ ένας λαμπροφορεμένος ώς δεσπότης κ παρουσιάστηκα κ εγώ. Του λέγει αυτεινού του αγωνιστή ο δεσπότης: «αυτόν οπου λέπεις – κ θα τον σώσω απο τον κίντυνον-» (κ παρουσιάζεται κ μία στέρνα με μαγαρισές) «-κ θα τον βγάλω κ απο αυτείνη την μαγαρισά». Κ σταύρωσε κ έλαμψε ο τόπος. Κ ευθύς παρουσιάζομαι κ με δύο παιδιά μικρά. Κ ξύπνησε ο άνθρωπος, κ ήρθε κ μου το είπε. Δέν του είχα ειπεί αυτεινού τίποτας δια την Τρίτη Σεπτεβρίου, οτ’ ήταν με τον Βάσιον κ υποπτευόμουν.(Αφού τελειώσαμεν απο τον κίντυνο, συμβρίσκομαι με την γυναίκα μου κ γκαστρώνεται.)
Ώς τώρα σας έγραφα, αναγνώστες, θεοτικά. Τώρα θα σας γράψω κ δαιμονικά: Η γυναίκα αφού γκαστρώθη, επιάσαμεν μιάν φαγωμάρα κ γκρίνια μεγάλη: με όλη την φαμελιά. Κ άρχισε η γυναίκα κ σώνεταν, κ'όλο έρευε. Ήφερα γιατρούς, τόσα πράματα! Κ σάπισαν κ τα στήθια της, την πονούσαν, οπου δέν κοιμάτον νύχτα κ ημέρα Έρχεται ένας αγωνιστής απο την Αίγυπτο, σάν έμαθε την μεταβολή αυτείνη, ν’ απολάψει τα δίκαια του: ήτον μαζί μου εις τον αγώνα της πατρίδος. Βλέπει την φαμελιά μου σ’ αυτείνη την κατάστασιν, λέγει: «της έχουν κάμωμα καμωμένο δαιμονικόν». Εγώ αυτό δέν το πιστεύω• με βιάζει να το πιστέψω, μου λέγει: «το βράδυ θα ιδούμεν τί είναι, το βράδυ!». Έκατσε όλη μέρα μαζί μου• το βράδυ, τα μεσάνυχτα, με παίρνει εμένα, κ παίρνω κ άλλον έναν άνθρωπο, οτι φοβήθηκα μόνο ςμου, κ κατεβαίνουμε εις το περιβόλι μου. Κ γυμνώνεται αυτός, καθώς τον έκαμεν η μάνα του• κ άρχισε, ώς μίαν ώρα κάτι είπε εκεί, είπε, είπε• τότε μας λέγει:«φέρτεμου ένα τσαπάκι». Κ σκάβει εις την πόρτα, οπου τρώμεν ψωμί απο μέσα, κ βγαίνει ένα πράμα δεμένο: ένα πανί, κ δεμένο με πλήθος σπάγους• κ του κόβομεν αυτά τα σκοινιά κ τ’ ανοίγομεν• κ ήταν μέσα τρία πιρούνια μεγάλα, κ ήταν πλήθος βελόνες, κ διαριηρον κ στάχτη, κ κοκκαλάκια απο πεθαμένους, κ σημάδια απο τα σκουτιά της γυναικός μου κ απο τα δικά μου• κ φαινόταν κ εκείνα το κόψιμο τις κ τα σκουτιά μας οπου ήταν τρύπια • κ τα πήρε κ τα τσέκισε όλα αυτά τα καρφιά κ βελόνες, κ τ’ άλλα τά’καψε κ τα πέταξε έξω εις τα χωράφια.
The Age of Aquarius γιατί λες να λογοκρίθηκε τόσο αξιόλογο τεκμήριο;
