Ευάγγελος Αβέρωφ ,ο υπεράνω υποψίας για τα εθνικά ζητήματα Ηπειρώτης πολιτικός έλεγε στη Βουλή στις 17.9.1959:
«Κύριοι, εις το ζήτημα της γλώσσης πολλά δύνανται να λεχθούν. Πρώτον,εις την ελληνικήν Μακεδονίαν δεν ομιλείται η μακεδονική γλώσσα, η οποία ομιλείται εις τα Σκόπια και έχει και γραμματικήν και συντακτικόν, ομιλείται ένα τοπικόν ιδίωμα, το οποίον δεν έχει καμμίαν σχέσιν με την μακεδονικήν γλώσσαν».
Παύλος Μελάς που αναγνώρισε την ακατονόμαστη γλώσσα, ο οποίος σε επιστολή του (16.3.1904) αναφέρει ότι
ο μακεδονομάχος Καπετάν Κώτας «ωμίλησε μακεδονικά» και μετέφραζε στα ελληνικά ο Πύρζας. (Ναταλία Π. Μελά, «Παύλος Μελάς», Δωδώνη 1998).
"Η Ζωή εν τάφω", Στρατής Μυριβήλης
το κείμενο «αυτής της Α’ έκδοσης κυκλοφορεί υπό μορφήν βιβλίου για πρώτη φορά στη Μυτιλήνη την 1η Απριλίου 1924, από την «Λογοτεχνική Βιβλιοθήκη της Καμπάνας»
πηγή: https://sarantakos.wordpress.com/2018/01/25/macedon/
ντόπιων κατοίκων της περιοχής Μοναστηριού , Α’ Παγκ. Πολέμου στο μακεδονικό μέτωπο, ο αφηγητής θα κάνει μια μικρή παρέκβαση προκειμένου να μιλήσει γενικότερα για τον ψυχικό και ιδεολογικό κόσμο των κατοίκων της περιοχής:
- SpoilerShowΝα τώρα κι ο ακριβός θησαυρός που ξεσκάλιξα μες στη χωριάτικη τη «βάρβαρη» αυτή ψυχή, που ’ναι αμόλευτη και παρθενικιά σαν τ’ απάτητο χιόνι μιας βουνοκορφής. Η Αντσω έχει δυο γιους στρατιώτες. Κι οι στρατιώτες αυτοί είναι μες στους οχτρούς που βρίσκονται αντίκρυ μας στα χαρακώματα του Περιστεριού. Αυτοί εδώ οι χωριάτες, που τη γλώσσα τους την καταλαβαίνουν περίφημα κι οι Βουργάροι κι οι Σέρβοι, αντιπαθούνε τους πρώτους γιατί τους πήρανε τα παιδιά τους στο στρατό. Μισούν τους δεύτερους που τους κακομεταχειρίζουνται για Βουργάρους. Και κοιτάνε με αρκετά συμπαθητική περιέργεια εμάς τους περαστικούς Ρωμιούς επειδή είμαστε οι γνήσιοι πνευματικοί υπήκοοι του Πατρίκ, δηλαδή του «Ορθοδόξου Πατριάρχη της Πόλης». Γιατί η ιδέα του απλώνεται ακόμα, τυλιγμένη μέσα σε μια θαμπή μυστικοπάθεια πολύ παράξενη, πάνου σ’ αυτό τον απλοϊκό χριστιανικό κόσμο. Έπειτα οι τάφοι των παλιώ τους προεστών έχουνε πάνω στις πέτρες σκαλισμένα ελληνικά γράμματα. Τα ίδια γράμματα που ’ναι γραμμένα πάνου στα σκεβρωμένα κονίσματά τους, και στα παλιά εκκλησιαστικά βιβλία των εκκλησιώ τους. Ωστόσο, δε θέλουν να ’ναι μήτε «Μπουλγκάρ», μήτε «Σρρπ», μήτε «Γκρρτς». Μοναχά «Μακεντόν ορτοντόξ».

Δεξιά η πρώτη έκδοση του 1924, αριστερά η «οριστική» του 1956.
Η παραπάνω μαρτυρία της Α’ έκδοσης είναι σημαντική (ως μαρτυρία ενδεικτική, βέβαια, και όχι ως γενικό συμπέρασμα και «οριστική» αλήθεια για την εθνολογική σύνθεση της περιοχής) για τους εξής ευνόητους λόγους:
- Πρώτον διότι είναι αρκετά παλιά, πριν ακόμη διαμορφωθούν στα Βαλκάνια οι κρατικές οντότητες όπως τις γνωρίσαμε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, Δεύτερον διότι αποτελεί αντίληψη ενός απαίδευτου αγροτικού λαϊκού στοιχείου και όχι κάποιων καλλιεργημένων τάξεων, και Τρίτον διότι ο χρόνος στον οποίον ανατρέχει, Άνοιξη του 1918, είναι τελείως ανύποπτος ως προς τη σημερινή πτυχή του «μακεδονικού» ζητήματος (σλαβομακεδονική εθνότητα κ.λπ.): όχι μόνον διότι δεν υπήρχε τότε ως οντότητα η ομόσπονδη σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας του Τίτο, ούτε καν είχε δημιουργηθεί το πρόπλασμα της χθεσινής —πλέον— Γιουγκοσλαβίας, το Βασίλειο, δηλαδή, των Σέρβων Κροατών και Σλοβένων, το οποίο ιδρύθηκε τον Δεκέμβριο του 1918, αλλά πρωτίστως διότι οι μόνοι δρώντες εθνικισμοί την εποχή εκείνη στη Μακεδονία ήταν ο σέρβικός, ο βουλγαρικός κι ο ελληνικός το δε «μακεδονικό», όπως το γνωρίσαμε από την ιστορία μας, υπήρξε το πεδίο μιας ακραίας αιματηρής αντιπαλότητας ανάμεσα στους δύο τελευταίους.
Ιός στην Ελευθεροτυπία (23/10/2005) :
Οι δέκα μύθοι του «Σκοπιανού»
http://www.iospress.gr/ios2005/ios20051023.htm