Η Ελλάδα θέλει αυτό:

Ακραία ελληνικά και τουρκικα σενάρια ανατολικά της Ρόδου και μέση γραμμή τους:

Πως θα ήταν η ΑΟΖ του Ανατολικού Αιγαίου κρίνοντας απο παρομοιες περιπτώσεις:

Ολόκληρο το άρθρο εδώ:
Ελληνική ΑΟΖ: Αναζητώντας την Αλήθεια
Τα συμπεράσματα του συγγραφέα:
Οι τρεις δυνατές εκδοχές, μεσοπρόθεσμα, αναφορικά με την οριοθέτηση της ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας Ελλάδας – Τουρκίας είναι α) η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών, β) η προσφυγή από κοινού σε Διεθνές Δικαστήριο και γ) η διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης, δηλαδή η μη οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών. Αναλυτικότερα:
α) Η επίτευξη διακρατικής συμφωνίας για την οριοθέτηση ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας φαίνεται προς στιγμήν η λιγότερο πιθανή εξέλιξη. Θα πρόκειται για εντυπωσιακή στροφή στην εξωτερική πολιτική των δύο χωρών και σε αντίθεση με το επικρατούν κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ενώ θα πρέπει να εξηγηθεί στην εγχώρια κοινή γνώμη η οπισθοχώρηση από θέσεις οι οποίες, αν και ουσιαστικά μαξιμαλιστικές, προωθούνταν επί μακρόν στο εσωτερικό τους ως «δίκαιες», «σωστές» ή «νόμιμες». Επίσης, η επίτευξη του όποιου συμβιβασμού ίσως κρινόταν πως θα θεωρηθεί ως υποχωρητικότητα ή αδυναμία από την άλλη πλευρά ή τρίτα κράτη.
β) Η προσφυγή των δύο χωρών σε Διεθνή Διαιτησία, περισσότερο πιθανό σενάριο, θα έχει ως αποτέλεσμα την οριοθέτηση της ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας από το αρμόδιο Διεθνές Δικαστήριο. Στις προηγούμενες ενότητες του κειμένου έχει γίνει αναφορά στο σκεπτικό των Δικαστηρίων και την ισχύουσα νομολογία για τις περιοχές του Καστελόριζου, της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου. Είναι δεδομένο ότι κάθε υπόθεση είναι μοναδική, επομένως δεν μπορεί να προεξοφληθεί κανένα αποτέλεσμα, το σίγουρο όμως είναι πως οι πιθανότητες να οριοθετηθεί η ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα με βάση τη μέση γραμμή, κάτι που θεωρείται βέβαιο από την κοινή γνώμη, είναι ελάχιστες όσον αφορά στο ζήτημα του Καστελόριζου και σημαντικά μειωμένες για την Ανατολική Μεσόγειο και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Βεβαίως η συντριπτική πλειοψηφία των περιοχών στο σύνολο του Αιγαίου θα αποδιδόταν στην ελληνική ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα. Είναι επίσης μάλλον σίγουρο πως τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία θα έσπευδαν να δηλώσουν κατά την από κοινού προσφυγή τους στο Δικαστήριο ως εύρος των χωρικών υδάτων τους τα 12 ν.μ. προσπαθώντας να διασφαλίσουν εξαρχής το μέγιστο των δικαιωμάτων τους επί των διεκδικούμενων περιοχών.
γ) Η παράταση της ισχύουσας κατάστασης με τη μη οριοθέτηση ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας στο ορατό μέλλον μοιάζει να είναι η επικρατέστερη εκδοχή. Πέρα από την αποφυγή του πολιτικού κόστους από τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης και στις δύο χώρες, η Τουρκία ειδικά θα ήθελε να αποφύγει οποιουδήποτε είδους συμφωνία που αντιτίθεται στο καθεστώς διαρκούς «γκριζαρίσματος», ασάφειας και συνδιεκδικήσεων που προσπαθεί να επιβάλλει στις ελληνοτουρκικές σχέσεις προκειμένου να μεγιστοποιήσει τις απαιτήσεις της. Είναι φανερό πως οι Τούρκοι επενδύουν στο σενάριο της αξιοποίησης των ενεργειακών κοιτασμάτων της Ανατολικής Μεσογείου όχι μέσω οριοθέτησης αλλά κατά κύριο λόγο με τη χρήση της στρατιωτικής και διπλωματικής ισχύος της χώρας τους. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως η οριοθέτηση της ΑΟΖ θα επιτρέπει στον αλιευτικό στόλο της κάθε χώρας να δραστηριοποιείται μόνον εντός αυτής, ενώ σήμερα τα ελληνικά και τουρκικά αλιευτικά μπορούν νομίμως να δραστηριοποιούνται έως και 6 ν.μ. από τις ακτές των δύο χωρών (αλλά και τις ακτές όσων κρατών της Ανατολικής Μεσογείου δεν έχουν ανακηρύξει και οριοθετήσει την ΑΟΖ τους). Δεν είναι εξάλλου τυχαία η μέχρι στιγμής απροθυμία της Ιταλίας να «αναβαθμίσει» το ισχύον όριο της Υφαλοκρηπίδας της με την Ελλάδα σε όριο και της ΑΟΖ. Προβλήματα ενδεχομένως να προκύψουν και από την ύπαρξη τουρκικής ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας κάτωθεν του ελληνικού FIR. Τέλος, η οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών, είτε με διακρατική συμφωνία είτε με απόφαση Διεθνούς Δικαστηρίου, ειδικά εφόσον επαληθευτούν οι εκτιμήσεις για την περιοχή του Καστελόριζου και της Ανατολικής Μεσογείου βάσει της ισχύουσας νομολογίας, θα έχει ως αποτέλεσμα η Ελλάδα και Τουρκία να ασκήσουν αμέσως τα κυριαρχικά τους δικαιώματα επί των πολύ ελπιδοφόρων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων της περιοχής τα οποία θα κατανεμηθούν σε αμφότερες. Και εάν η Ελλάδα αποτελεί ένα κράτος με προβλέψιμη έως υποτακτική συμπεριφορά, πλήρως ενταγμένο στις αμυντικές και διπλωματικές δομές του Δυτικού κόσμου, η απόκτηση και εκμετάλλευση τεράστιων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη μη ελεγχόμενη, απρόβλεπτη, ταραχοποιό Τουρκία μάλλον θα προξενούσε ανησυχία σε όλους τους μεγάλους παίκτες της περιοχής (ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία, Ισραήλ, αραβικές χώρες με πλούσια κοιτάσματα υδρογονανθράκων).
Επίλογος
Οι διατάξεις του Διεθνούς Δικαίου και οι συναφείς αποφάσεις των Διεθνών Δικαστηρίων για τις οριοθετήσεις θαλάσσιων ζωνών αποδεικνύουν πως η πραγματικότητα είναι διαφορετική σε σχέση με όσα ακούει εδώ και χρόνια για το θέμα αυτό η κοινή γνώμη στην Ελλάδα, κυρίως όσον αφορά στο κρίσιμο ζήτημα των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και του Καστελόριζου. Η διεθνής νομολογία, αν και μπορεί να οδηγήσει σε σχετικά ασφαλείς εκτιμήσεις για πτυχές της οριοθέτησης μέσω της νομικής οδού, έχει φροντίσει να ξεκαθαρίσει πως κάθε περίπτωση είναι μοναδική, συνεπώς αυτό που μπορεί να υποστηριχθεί, έστω και με μια δόση υπερβολής, είναι ότι το μόνο δεδομένο είναι πως τίποτα δεν είναι δεδομένο.
Πάντως, από τεχνικής και νομικής άποψης η διαδικασία οριοθέτησης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας θα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Η ύπαρξη παρακείμενων και αντικρινών ηπειρωτικών και νησιωτικών ακτών, ο μεγάλος αριθμός νησιών ποικίλου μεγέθους και θέσης, η ύπαρξη νησιών παρυφής και μεμονωμένων νήσων κοντά σε φίλια ή ξένη ακτή, είναι όλοι παράγοντες που θα αυξήσουν σημαντικά το βαθμό δυσκολίας για την εύρεση δίκαιης λύσης σε περίπτωση δικαστικής επίλυσης. Εφόσον επιλεγεί ο δρόμος αυτός η κοινή γνώμη θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για μακροχρόνια διαδικασία η οποία είναι πιθανό να καταλήξει σε αποτέλεσμα που θα απέχει από αυτό που σήμερα θεωρείται δίκαιο ή έστω επιθυμητό. Εν τέλει, το ζήτημα της οριοθέτησης της ελληνοτουρκικής ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας αποτελεί ένα ακόμη πεδίο όπου θα κριθεί, μεταξύ άλλων, το επίπεδο ενημέρωσης αλλά και ωριμότητας της ελληνικής κοινωνίας όσον αφορά καίριας σημασίας ζητήματα που ενδέχεται να επηρεάσουν καθοριστικά την πορεία της χώρας το πρώτο μισό του 21ου αιώνα.