Παραθέτω ξανά το ποστ που είχα δημοσιεύσει στο παλιό πχόρουμ, αυτή την φορά εμπλουτισμένο, διορθωμένο, με φώτος και ημερομηνίες που δεν θυμόμουν αλλά βρήκα στο ιντερνέτ.
Παρουσιάστηκα στο Κ.Ε.Παλάσκας τον Ιανουάριο του ’74. Μετά 40ήμερη προπαίδευση και 7ήμερη εκπαίδευση ως ναύτης Αρμενιστής (λες και δεν τα ήξερα) μετατέθηκα στο Α/Γ ΛΕΣΒΟΣ.

Το ΛΕΣΒΟΣ στην Θεσσαλονίκη
Εκείνο το απόγευμα, που φορτωμένος τον σάκο έμπαινα από τον καταπέλτη, ένοιωσα όπως ο Ιωνάς που τον κατάπιε το κήτος. Μια από τις χειρότερες στιγμές της ζωής μου.
Την επομένη, όταν παρουσιάστηκα στον Ύπαρχο, μου δήλωσε ότι θα ήμουν πολύ χρήσιμος λόγω επαγγέλματος (ανθυποπλοίαρχος ΕΝ)
Τότε έμαθα ότι ήμουν ο μοναδικός ναυτικός σε σχέση με τους άλλους Αρμενιστές, με εξαίρεση έναν που απολυόταν σε 3 μήνες.
Στις επόμενες κληρουχίες μπήκαν σαν Αρμενιστές: Ένας ξυλοκόπος από την Χαλκιδική, ένας σιδεράς από Ακαρνανία μεριά, ένας οδηγός λεωφορείου από τα Γιάννενα και ένας μαραγκός! Ευτυχώς ο τελευταίος αποδείχτηκε πολύ χρήσιμος.
Έχουμε εκατοντάδες νησιά και παράλιες πόλεις/χωριά, αλλά επανδρώναμε τα καράβια μας με άσχετους στεριανούς ή ορεσίβιους.
Σε κάποιο ταξίδι που κάναμε στην Θεσ/νίκη, για εκπαίδευση σε αποβάσεις φαντάρων, με εκπαίδευσαν σαν λέμβαρχο σε ΑΒΑΚ (αποβατική άκατος) Μπροστά στο ΑΒΑΚ μου. Προσωπικό αρχείο
Το Απρίλιο με ενημερώνει κρυφά ένας Σηματωρός ότι είχε έλθει σήμα για όσους δικαιούνται, να δώσουν εξετάσεις για έφεδροι Σημαιοφόροι. Ο κερατάς ο Ύπαρχος δεν το ανακοίνωσε επίτηδες και εγώ το «ξέχασα» για 2 λόγους: 1. Να μην βρει τον μπελά του ο συνάδελφος και 2. Οι πιθανότητες να περάσω ήταν μηδαμινές, λόγω φακέλου μου στην Ασφάλεια ως κομμουνιστής (που δεν ήμουν!).
Εν καιρώ ήλθε σήμα ότι στο ΛΕΣΒΟΣ είχε ανατεθεί η επόμενη μεταφορά νέων ΕΛΔΥΚάριων στην Κύπρο και απόσυρση των απολυομένων.
Επιχείρηση πολύ σπέσιαλ με πολλή κονόμα! Τα καράβια που ταξιδεύουν στο εξωτερικό δικαιούνται να αγοράσουν αφορολόγητα (transit) προϊόντα για εσωτερική κατανάλωση/χρήση.
Όλοι οι αξ/κοί, υπαξ/κοί και οι δικτυωμένοι μαζί τους αγόρασαν – αφορολόγητα φυσικά - ότι ηλεκτρικό/ηλεκτρονικό κυκλοφορούσε στο εμπόριο, για ίδια χρήση ή μεταπώληση! Οι συσκευές έμπαιναν στο καράβι συνοδεία τελωνειακού και έβγαιναν κανονικά από την πύλη του Ναυστάθμου με τα αυτοκίνητα των βαθμοφόρων.
Σε μας τους παρακατιανούς έλαχε να αγοράσουμε τσιγάρα - και στην ζούλα κανένα ουίσκι - για τις ανάγκες μας.
Στις 11/7, το καράβι έδεσε στην Αμφιάλη, απέναντι από τον Ναύσταθμο, για φόρτωση υλικού και έναν πολίτη, χειριστή του κλαρκ, που θα ξεφόρτωνε τα υλικά στην Αμμόχωστο.
Το καράβι διέθετε 4 ΑΒΑΚ: 2 με κωδικό ΛΒ στον καταπέλτη και 2 δανεικά από την Ομάδα Αποβάσεων, με κωδικό ΟΑ. Ο ναύκληρος έψαχνε χρόνο και ευκαιρία για να τα κάνουμε όλα ΛΒ, για λόγους ομοιομορφίας. Ευτυχώς που δεν πρόλαβε και εξηγώ παρακάτω το γιατί.
Επιτέλους φύγαμε για Κεγχρεές, όπου επιβιβάστηκε η ΕΛΔΥΚ και στις 13/7 αναχωρούμε.

Ο ναύτης αριστερά είναι ο κληρούχας μου Σωτήρχος, ναύτης πυροβολητής, μόνιμος φρουρός του καταπέλτη τις πρωινές ώρες όταν το καράβι είναι δεμένο.
Στις 15/7 μαθαίνουμε ότι έγινε κίνημα στην Κύπρο και ότι ο Μακάριος σκοτώθηκε. Στους φαντάρους διέδιδαν οι αξ/κοί τους ότι μέσα στο Προεδρικό όλα τα μπάνια είχαν ολόχρυσες βρύσες και ότι βρήκαν πολλά γυναικεία εσώρουχα που τα φορούσε ο παπάς! Τα ζωντόβολα το έχαβαν και έβριζαν! Εγώ είχα μιαν απορία: Πώς γίνεται ο Εθνάρχης να μας βγαίνει ξαφνικά τραβέλι και τον έριξαν γι αυτό, αλλά φυσικά την κράτησα για τον εαυτό μου!
Εξοπλίζονται τα πυροβόλα του καραβιού, μπαίνουν πυρομαχικά στις θέσεις τους και οι ομοχειρίες ενισχύονται με φαντάρους και προσωρινές ανακατατάξεις των ναυτών, αφού το πλήρωμα του καραβιού δεν ήταν αρκετό για τον χειρισμό του και πόλεμο ταυτόχρονα και σε 24ωρη βάση. Οι φαντάροι έπιασαν θέσεις προμηθευτή και γεμιστή, αφού εκπαιδεύτηκαν λίγο.
Εγώ, από απλός προμηθευτής του πλωριού Νο 41 δίδυμου Μπόφορς, βρέθηκα σκοπευτής σε κάποιο πλευρικό 40άρι.
Πλησιάζοντας την Κύπρο πήραμε εντολή να γυρίσουμε και να αγκυροβολήσουμε έξω από την Ρόδο. Την επομένη άλλαξε η διαταγή και ξεκινήσαμε για Αμμόχωστο, όπου φτάσαμε 19/7.
Με το που έφεξε μας έβαλαν μέσα στο λιμάνι. Είναι μακρόστενο και στα βόρεια συνορεύει με το τείχος της παλιάς πόλης, όπου οι Τουρκοκύπριοι είχαν κλείσει τις επάλξεις με γαιόσακους και είχαν στήσει πολυβόλα στραμμένα προς το λιμάνι και εμάς φυσικά!

Το τείχος όπως φαίνεται από την ΤΚ πλευρά

Στο λιμάνι της Αμμοχώστου (και όχι της Πάφου)
Ξεκίνησε η αποβίβαση των φαντάρων και η εκφόρτωση του υλικού, υπό τον έλεγχο των Κυανόκρανων, επειδή απαγορευόταν η μεταφορά οπλισμού/πυρομαχικών.
Ο Ύπαρχος μας δίνει εντολή να εξοπλίσουμε όλα τα δεξιά πυροβόλα, που έβλεπαν προς το τείχος, αλλά να καθόμαστε χαμηλά, κρυμμένοι από τα ασπίδια. Αν δε ακούγαμε πυρά να καθίσουμε στις θέσεις μας, να τα στρέψουμε δεξιά και να αρχίσουμε πυρ κατά του τείχους. Σκέφτηκα ότι μέχρι να γίνουν όλα αυτά οι απέναντι θα μας θέριζαν, αφού τα ασπίδια ήταν χαμηλά – χρησίμευαν σαν χώρος αποθήκευσης βλημάτων - και δεν μας προστάτευαν, αλλά πάλι το κράτησα για τον εαυτό μου.
Στο μεταξύ άρχισε η επιβίβαση των απολυομένων με τις αποσκευές τους. Όλως περιέργως ο καθένας, εκτός του σάκου του, είχε και 1-2 μεγάλες βαλίτσες τύπου Σαμσονάιτ με φανταχτερά/σχεδόν φωσφορίζοντα χρώματα κίτρινο, πορτοκαλί. κόκκινο, κλπ. Πολύ παράξενο να τις είχαν αγοράσει όλοι, μα όλοι από το ίδιο μαγαζί;
Από δικές του ακριτομυθίες μάθαμε αργότερα ότι ήταν γεμάτες πλιάτσικο που είχαν κάνει σε μαγαζιά του αεροδρομίου. Είχαν δε προσπαθήσει να ανοίξουν τράπεζα/τράπεζες στο αεροδρόμιο, αλλά δεν τα κατάφεραν.
Με την απόβαση των φαντάρων αργότερα στην Πάφο, οι βαλίτσες έμειναν πίσω και κάποια δικά μας αλάνια τις ψείρισαν!
Την ίδια μέρα το βραδάκι αποπλεύσαμε για Ελλάδα. Νωρίς το πρωί της 20/7 ξυπνήσαμε με κανονικό συναγερμό και πληροφορηθήκαμε για την εισβολή των Τούρκων στην Κυρήνεια.
Μας ανακοινώθηκε ότι θα προσεγγίσουμε στην Πάφο, για να αποβιβάσουμε τους φαντάρους και να ενισχύσουν την άμυνα του νησιού.
Φουντάραμε έξω από το λιμάνι, τα 4 ΑΒΑΚ έπεσαν στο νερό και μετά διπλάρωσαν το καράβι, για τα επιβιβαστούν οι φαντάροι με τα δίκτυα.
Όλοι ήταν άοπλοι, πλην του πρώτου ΑΒΑΚ που κουβαλούσε και το αποβατικό άγημα του καραβιού, οπλισμένο με ένα 30άρι, ένα Τόμσον, καραμπίνες Μ1 και πιστόλια.
Όταν γεμίσαμε, ξεκινήσαμε για το λιμάνι σε γραμμή παραγωγής με το δικό μου τελευταίο, σαν νεώτερου. Στο λιμάνι δεν φαινόταν ψυχή, μέχρι που πλησιάσαμε και άρχισαν οι ναύτες της Βάσης να εμφανίζονται ένας-ένας.
Με το που κατέβασα καταπέλτη και έβγαιναν οι φαντάροι με πλησιάζει ένας έφεδρος Σημαιοφόρος που τον γνώριζα. Ήταν ο Παλαίστρος, συνάδελφος στο ΕΝ, που είχε κάνει ένα φεγγάρι στο ΛΕΣΒΟΣ πριν μετατεθεί στην Πάφο και φυσικά το γνώριζε. Μου ζήτησε να τον πάω στον Κυβερνήτη για να βοηθήσει με τα πυρά του καραβιού να καταλάβουν μια πέτρινη αποθήκη ψηλά στον λόφο, που κατείχαν οι Τουρκοκύπριοι της Πάφου και έλεγχαν την πόλη, αφού οι δικοί μας με τα τουφέκια τους μόνο, δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι κατά της αποθήκης.
Στην διαδρομή με πληροφόρησε ότι βεβαιώθηκε πως το καράβι που πλησίαζε ήταν Ελληνικό και όχι Τούρκικο από τα ΑΒΑΚ του (2 ΛΒ + 2 ΟΑ). Τότε κανείς μας δεν γνώριζε όι οι Τούρκοι δεν είχαν αμερικανικά αρματαγωγά όπως εμείς. Πρέπει να άλλαξε το χρώμα μου μόλις το άκουσα, γιατί με ρώτησα τι έπαθα. Όταν του εξήγησα τις αποτυχημένες προσπάθειες του Ναυκλήρου να μαρκάρει και τα 4 με ΛΒ τότε κιτρίνισε αυτός! Από τύχη δεν πάθαμε τα ίδια με τα 4 Noratlas μας στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας.
Τότε έμαθα ότι την εθνικότητα μας την επιβεβαίωσε ο γνωστός μου από την Σχολή Ασπροπύργου, Ασυρματιστής του ΕΝ Γιάννης Ορφανός, καλή του ώρα. Ήταν στην ομοχειρία του αντιαεροπορικού στο κάστρο, με είχε αναγνωρίσει με κάτι πανίσχυρα κιάλια και ενημέρωσε τον Παλαίστρο.
Μετά την απόλυση μου συνάντησα τον Παλαίστρο στον Πειραιά όπου με πληροφόρησε ότι είχε τραυματιστεί από αεροπλάνο και ότι πέρασε από Ναυτοδικείο, επειδή είχε υπακούσει τις διαταγές των κινηματιών και κατέλαβε την πόλη της Πάφου! Το άκρον άωτον της μαλακίας αυτό το κράτος! Ευτυχώς τον απάλλαξαν.
Αφού οι Παλαίστρος ανέβηκε στο καράβι, συνέχισα μαζί με τα άλλα ΑΒΑΚ την αποβίβαση των φαντάρων. Ξαφνικά ακούσαμε τα πρώτα μπαμ από το καράβι. Τα βλήματα περνούσαν ψηλά από πάνω μας και μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε την διαδρομή τους, αφού κάποια ήταν τροχιοδεικτικά.
Όταν τελειώσε η απόβαση και έγινε ανακρέμαση των ΑΒΑΚ, πήγα στην ομοχειρία που ανήκα στο Νο 41, αυτό ακριβώς που πυροβολούσε. Στην θέση του σκοπευτή αριστερά καθόταν ο Οπλονόμος (μόνιμος υπαξ/κός, αρμόδιος για τον οπλισμό και φυσικά πιο έμπειρος απ’ όλους). Αυτός χειριζόταν το στροφείο πάνω-κάτω και το πεντάλ που ήταν σκανδάλη, δεξιά ήταν ο κληρούχας μου Σωτήρχος, που χειριζόταν το δεξιά-αριστερά. Από πάνω τους 2 γεμιστές και κάτω εμείς οι 2 προμηθευτές που τους δίναμε τις δεσμίδες. Μετά οι προμηθευτές έγιναν 4 για να προλαβαίνουν.
Ο οπλονόμος προσπαθούσε να ισορροπήσει το ελαφρύ λίκνισμα του καραβιού, ώστε να μην χτυπήσει χαμηλά και πέσουν οι βολές στους δικούς μας γύρω από την αποθήκη. Ξεκίνησε από αρκετά ψηλά και κατέβαινε σιγά-σιγά μέχρι που οι βολές έπεφταν στην αποθήκη. Μόλις το πέτυχε τους έδωσε να καταλάβουν! Μάθαμε αργότερα ότι παρόλη την προσοχή του, κάποια σράπνελς τραυμάτισαν, ευτυχώς ελαφρά, και δικούς μας.
Συνεχίσαμε τις βολές, τα πυρομαχικά στο ασπίδιο γύρω μας τελείωσαν και μας τροφοδοτούσαν συνεχώς με νέα η Ομοχειρία Πυρκαγιάς από τις αποθήκες.
Στο ιντερνέτ κυκλοφορεί η λανθασμένη πληροφορία ότι πυροβολούσαν οι φαντάροι, αλλά δεν στέκει: 1.Αποβιβάζονταν ήδη - 2.Αγνοούσαν τον χειρισμό των Μπόφορς και 3.Η πληροφορία προσβάλει τους συμμετέχοντες ναύτες σαν άχρηστους!

Δίδυμο αντιαεροπορικό 40άρι Μπόφορς. ΔΕΝ είναι του ΛΕΣΒΟΣ
Ξαφνικά εμφανίζεται ένα αναγνωριστικό αεροπλάνο, τουρκικό φυσικά! Τα μαζεύουμε άρον-άρον σηκώνουμε άγκυρα και σαλπάρουμε νότια προς Αίγυπτο με πλήρη συσκότιση και σιγή ασυρμάτου.
Αργότερα μάθαμε ότι οι Τουρκοκύπριοι είχαν ειδοποιήσει για την ύπαρξη μας και τελικά αναγκάστηκαν να παραδοθούν.
Κάναμε 6άωρες βάρδιες, και όταν τελειώναμε, κοιμόμασταν στα πυροβόλα με το σωσίβιο για μαξιλάρι. Ευτυχώς ο καιρός βοηθούσε.
Μετά από κάποιον χρόνο στρίψαμε δυτικά, νότια της Κρήτης με σκοπό να απομακρυνθούμε το ταχύτερο. Βλέπετε τα όπλα του καραβιού ήταν αντιαεροπορικά του Β’ ΠΠ και δεν είχαμε ελπίδες από επίθεση αεροπλάνου ή κανονικού πολεμικού.
Ένα βράδυ έφυγα από το πυροβόλο και πήγα στο υπόφραγμα για να πιω νερό. Όταν ανέβηκα πάνω βρήκα όλους τους υπαξ/κους που δεν είχαν βάρδια, μαζεμένους στην πρύμη με τα σωσίβια φορεμένα! Την άλλη μέρα έμαθα από τον καμαρότο τους ότι φοβούνταν να κοιμηθούν στο δικό τους υπόφραγμα, επειδη από κάτω είχε πυρομαχικά. Κανείς από τους χέστες δεν σκέφτηκε ότι εκεί που στέκονταν από κάτω ήταν το δικό μας υπόφραγμα και από κάτω του ήταν και άλλα πυρομαχικά!
Σε κάποια φάση πέρασε από δίπλα μας ένα υποβρύχιο με ανατολική κατεύθυνση. Δεν θυμάμαι αν ήταν το δικό μας Γλάυκος ή αμερικάνικο. Θυμάμαι ότι αργότερα περάσαμε ανάμεσα από πολεμικά του ΣΤ’ Στόλου.
Ο πολίτης που ήταν επιβάτης απεβίωσε ξαφνικά, μάλλον καρδιακό, τον βάλαμε σε φορείο, τον τυλίξαμε σε μια κουβέρτα και τον είχαμε κάπου στο κατάστρωμα στον αέρα. Νομίζω δεν χωρούσε στο ψυγείο του καραβιού ή ίσως κάποιοι να μην ήθελαν να τον βάλουν εκεί;
Με τα πολλά φτάνουμε στη Σητεία, όπου αποβιβάσαμε τον νεκρό. Τότε μάθαμε ότι στην Ελλάδα ο κόσμος μας είχαν για πνιγμένους, αφού το τουρκικό ραδιόφωνο Μπαϋράκ είχε μεταδώσει ότι μας είχαν βουλιάξει στην Πάφο με αεροπλάνα και καράβια. Την είδηση την αναμετάδωσε το BBC και έγινε γνωστή στην Ελλάδα. Βγήκε ένας μαλάκας της χούντας και, αντί να το διαψεύσει, δήλωσε ότι δεν υπάρχουν ελληνικά πολεμικά στην Κύπρο. Το άκουσαν οι οικογένειες μας, που ήξεραν, και έπεσε κλάμα!
Φτάσαμε επιτέλους στην Σαλαμίνα, όπου γινόταν της πουτάνας με τους επίστρατους που δεν ήξεραν τι να τους κάνουν.
Μόλις ευκαιρούσαμε βγαίναμε στον Ναύσταθμο για να τηλεφωνήσουμε στους δικούς μας. Τότε υπήρχαν ελάχιστοι θάλαμοι και οι ουρές ήταν τεράστιες. Ευτυχώς οι άλλοι, μόλις έβλεπαν την κορδέλα στον πηλίσκο που έγραφε ΛΕΣΒΟΣ, μας άφηναν να τηλεφωνήσουμε αμέσως.
Όπως μάλλον γνωρίζετε, οι τούρκοι έστειλαν αντιτορπιλικά και αεροπλάνα στην Πάφο για να μας χτυπήσουν αλλά χτυπήθηκαν μεταξύ τους. Το ένα αντ/κό βούλιαξε και το άλλο έπαθε σοβαρές ζημιές.
Καταγράφω τα γεγονότα όπως έγιναν και τα θυμάμαι. Αν υπάρχουν λάθη ή ελλείψεις αυτό οφείλεται στα 44 χρόνια που πέρασαν και η μνήμη αδυνατίζει.
Η τύχη το έφερε και μετά την απόλυση μου, μπαρκάρισα στο ίδιο καράβι με τον Σωτήρχο και τον Ορφανό.
Ξαναπήγα στην Κύπρο το 2003 και επισκέφτηκα την Πάφο. Από το λιμάνι προσπαθούσα να αναγνωρίσω σημάδια, αλλά όλα είχαν αλλάξει. Δεν υπήρχε αποθήκη και ο λοφίσκος ήταν γεμάτος κατοικίες.
.