
Στο δεύτερο τόμο της «Ιστορίας της Χερσονήσου του Μορέα κατά το Μεσαίωνα» (Geschichte der Halbinsel Morea während des Mittelalters), έργο που κυκλοφόρησε το 1836 και παραμένει ακόμα αμετάφραστο στα ελληνικά, ο Φαλμεράυερ (Jakob Philipp Fallmerayer), προσθέτει στα προηγούμενα επιχειρήματά του για τις μεταβολές που υπήρξαν στην πληθυσμιακή σύνθεση του Μοριά, μερικά σχολιασμένα από τον ίδιο αποσπάσματα του βυζαντινού συγγραφέα Μάζαρι [Fallmerayer 1836, 315, 316 442, 446, 448, 450, 451].
Τα αποσπάσματα αυτά ο Φαλμεράιερ τα αντλεί από το έργο «Διάλογος Νεκρικός – Επιδημία Μάζαρι εν Άδου (Άιδου)», κείμενο που είχε συμπεριληφθεί στον τρίτο τόμο της συλλογής «Ανέκδοτα (Anecdota Graeca e codicibus regiis)» και είχε εκδοθεί το 1831, με επιμέλεια του Jean François Boissonade [Μάζαρις 1831, 112-186].
Η «Επιδημία Μάζαρι εν Άδου» είναι μια σατυρική απομίμηση του έργου του Λουκιανού «Νεκυομαντεία ή Μένιππος». Στο πρώτο κεφάλαιο, «η πευσις νεκυων ενιων περι τινων των ες τα βασιλεια», ο Μάζαρις πεθαίνει και κατεβαίνει στην Άδη, μετά από επιδημία που πέφτει στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί συναντά το ρήτορα και γιατρό Μανουήλ Ολόβολο, πρώτο γραμματέα του αυτοκράτορα. Ο Ολόβολος ρωτά το Μάζαρι για την κατάσταση που επικρατεί στη βασιλική αυλή και ο τελευταίος του απαντά, περιγράφοντας την εγωιστική και μικροπρεπή συμπεριφορά των αξιωματούχων. Ο Ολόβολος συμβουλεύει το Μάζαρι να ανέβει στον πάνω κόσμο, και μάλιστα να πάει να ζήσει στην Πελοπόννησο (ή Μώρα), όπου μπορεί να πλουτίσει κάποιος εύκολα. Ο Μάζαρις ακούει τη συμβουλή του, ξαναζωντανεύει και βγαίνει από τον Άδη στο όρος Ταίναρο, στην Πελοπόννησο. Στο δεύτερο κεφάλαιο, με τίτλο «ονειρος μετα την αναβιωσην – η διαλεξις προς ολοβον εκ πελοποννησου εσ αδου εκ ταιναρου πεμφθεισα», ο Ολόβολος εμφανίζεται στον ύπνο του Μάζαρι και ο τελευταίος του λέει πως τον ξεγέλασε και τον έστειλε να ζήσει σε ένα τόπο με άθλιους ανθρώπους. Ακολουθούν δύο κεφάλαια με «επιστολες» από και προς τον Άδη, που ανταλλάσουν ο Μανουήλ Ολόβολος και ο δούκας Νικηφόρος Παλαιολόγος. Στις επιστολές αυτές περιγράφονται ξανά, με τα μελανώτερα χρώματα τα κακώς κείμενα στην Πελοπόννησο.
Στο χειρόγραφο του Βερολίνου, υπάρχει στο τέλος και μία επιστολή του Μάζαρι προς τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β’, με την οποία τον παρακαλεί να διαβάσει το έργο, αλλά να μην μιλήσει για το περιεχόμενό του στους πελοποννήσιους αξιωματούχους.
Το έργο του Μάζαρι, που γράφτηκε το 1414-1415, θεωρείται, σύμφωνα από τον κορυφαίο γερμανό λόγιο και βυζαντινολόγο Karl Krumbacher «ως πραγματική σάτιρα σύγχρονων πραγμάτων», καθώς έχουμε να κάνουμε με «ακριβείς χρονολογίες» και «σαφείς υπαινιγμούς σε σύγχρονα γεγονότα και καταστάσεις» [Krumbacher 1900, 170].
Τα αποσπάσματα από την «Επιδημία Μάζαρι» που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι δύο. Το ένα αναφέρεται συγκεκριμμένα στην πολιτισμική-γλωσσική σύνθεση του πληθυσμού του Μοριά (Μωριά - Morea) και το δεύτερο δίνει επιπρόσθετες πληροφορίες για τους Τσάκωνες.
Γράφει λοιπόν ο βυζαντινός συγγραφέας:
«Εν Πελοποννήσω, ως και αυτός οίδας, ξείνε, οικεί αναμίξ γένη πολιτευόμενα πάμπολλα, ων τον χωρισμόν ευρείν νυν ούτε ράδιον, ούτε κατεπείγον· α δε ταις ακοαίς περιηχείται, ως πάσι δήλα και κορυφαία, τυχγάνει ταύτα. Λακεδαίμονες, Ιταλοί, Πελοποννήσιοι, Σθλαβίνοι, Ιλλυριοί, Αιγύπτιοι και Ιουδαίοι (ουκ ολίγοι δε μέσον τούτων και υποβολιμαίοι), ομού τα τοιαύτα επαριθμούμενα επτά» [Μάζαρις 1831, 174 και Μάζαρις 1860, 239].
Για τους Λακεδαιμονίους μάλιστα διευκρινίζει:
«Δέδοικα ουν ίνα μη γένωμαι και αυτός διατρίβων εν Σπάρτη ώσπερ εν τη Κωνσταντίνου γέγονεν ο Πελοποννήσιος εκείνος, Συναδινός ο Κορμέας, ή ίνα μη βαρβαρωθώ και αυτός ώσπερ άρα βεβαρβάρωνταί γε οι Λάκωνες, και νυν κέκληνται Τζάκωνες, και πιάσον τα και σφίξον τα, και δώσον τα, και ήμενον, και ηρχόντησαν, και καθεζούτησαν, και έλαδε, πα, και αιτιτοίωσέν (ετετοίωσέν) τον, και άλλ’ άττα βάρβαρα λέγουσιν» [Μάζαρις 1831, 164 και Μάζαρις 1860, 230].
Σύμφωνα λοιπόν με το Μάζαρι επτά γένη κατοικούν ανακατεμένα (αναμίξ) στις αρχές του 15ου αιώνα στην Πελοπόννησο ή Μώρα όπως τη λέει (: ες Μώραν, ήτοι γε εις Πελοπόννησον) [Μάζαρις 1831, 124 και Μάζαρις 1860, 196].
Πρώτοι είναι οι Λακεδαίμονες ή Λάκωνες που έχουν πια εκβαρβαρωθεί και λέγονται Τζάκωνες (: Τσάκωνες). Αυτοί μιλάνε μια χυδαία γλώσσα (: βάρβαρα λέγουσιν). Για παράδειγμα λένε «πιάσον τα», «σφίξον τα», «δώσον τα», «ήμενον», «ηρχόντησαν», «καθεζούτησαν», «έλαδε», «πα», «ετετοίωσέν τον». Ο George Finlay (Φίνλεϋ) σχολιάζοντας το σχετικό χωρίο, σημειώνει πως οι Τσάκωνες το 1573 κατοικούσαν σε δεκατέσσερα χωριά, μεταξύ Μονεμβασίας και Ναυπλίου, στα χρόνια του δε είχαν απομείνει 1.500 οικογένειες που ζούσαν σε επτά χωριά [Finley 1851, 40].
Πελοποννήσιοι, είναι οι Ρωμιοί κάτοικοι της χώρας.
Κάτω από το γενικό όνομα των Ιταλών περιλαμβάνονται οι πάσης φύσεως δυτικοευρωπαίοι της εποχής, κυρίως οι Βενετσιάνοι και Φράγκοι.
Σθλαβίνοι ονομάζονται (τουλάχιστον) οι σλαβόφωνες φυλές του Μοριά, οι Εζερίτες (από το σλαβικό ezero: λίμνη) του Έλους και οι Μελιγγοί του Ταϋγέτου. Στις δύο αυτές φυλές πιστεύει και William Miller πως αναφέρεται ο Μάζαρις [Miller 1908, 383].
Ιλλυριοί χαρακτηρίζονται οι Αλβανοί ή Αρβανίτες, που αποτελούν ήδη σημαντικό τμήμα του μοραΐτικου πληθυσμού [Vasiliev 1952, 638].
Αιγύπτιοι είναι οι Τσιγγάνοι, που για να έχουν καλύτερη αντιμετώπιση, διέδιδαν στη μεσαιωνική Ευρώπη ψέματα για την «αιγυπτιακή καταγωγή τους».
Ιουδαίοι είναι όλοι οι Εβραίοι, ως θρησκευτική-πολιτισμική κοινότητα, ανεξάρτητα από τη γλώσσα που μιλούσαν.
Υποβολιμαίοι, τέλος, πρέπει να θεωρούνται τα τέκνα των μικτών γάμων. Μεταξύ αυτών ήταν και οι Γασμούλοι (Gasmules), των οποίων ο ένας γονιός ήταν Λατίνος (Καθολικός) [Zakythinos 1953, 1].
Τα «αναμίξ γένη» του Μάζαρι, που τόσο θυμίζουν το «σύμμικτο λαό» του Χρονικού της Μονεμβασίας, βρίσκονται αντιμέτωπα με την ελληνική εθνική ιστορία.
Ο αρχαιολάτρης βυζαντινός συγγραφέας Μάζαρις συγκλονίζεται γνωρίζοντας από κοντά την πολύγλωσση πραγματικότητα του μεσαιωνικού Μοριά. Το ίδιο θα πάθουν αργότερα μια σειρά ρομαντικοί ευρωπαίοι περιηγητές με κλασσικές σπουδές, που θα επισκεφθούν το γεωγραφικό χώρο που κάποτε ζούσαν οι αρχαίοι Έλληνες και αντί για τους απογόνους τους θα βρουν στη θέση τους «βάρβαρους» λαούς.
Ο εθνικός ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, στο έργο του, αναφέρεται στο Μάζαρι, χωρίς ωστόσο να παραθέσει τα σχετικά αποσπάσματα. Αποδέχεται πως στην Πελοπόννησο υπήρχαν «ουκ ολίγοι Σλαύοι και Φράγκοι», «ικανοί Αλβανοί», «Ατσίγκανοι και Ιουδαίοι». Αποσιωπά όμως τα περί εκβαρβαρισμού των Τσακώνων και γράφει (προκειμένου να δομηθεί ο μύθος της «αδιάσπαστης συνέχειας του ελληνισμού») διαστρεβλώνοντας συνειδητά τα στοιχεία, πως «οι Έλληνες αποτέλουν την κυριώτατην βάσιν του πληθυσμού», κάτι αντίθετο με τα λεγόμενα του Μάζαρι [Παπαρρηγόπουλος 1874, 310, 313].
Οι επίγονοι του Παπαρρηγόπουλου, περισσότερο σώφρονες, απέφυγαν συστηματικά να προβληματίσουν τις νεότερες γενιές της εθνικής κοινότητας, αναφέροντας στις «Ιστορίες» τους τέτοια «ανθελληνικά» αποσπάσματα, όπως αυτά του Μάζαρι.
http://www.lithoksou.net/p/ta-«anamiks- ... -1415-2010