Είμαστε, Ιούνιος του 1938 και εις το Κακουργιοδικείο Αθηνών αρχίζει η δίκη της Υβόννης Περδικάρη.
Η Υβόννη Περδικάρη ήταν μία νέα γυναίκα εντυπωσιακής ομορφιάς που είχε σκοτώσει τον άνδρα της. Ότι τον είχε σκοτώσει η ίδια δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία, ούτε κανείς από την υπεράσπιση το αμφισβητούσε. Κρατούσε στα χέρια της το πιστόλι που τον σκότωσε, πάτησε την σκανδάλη, έστειλε τη σφαίρα που τον βρήκε στο κεφάλι.
Εν τούτοις ήταν σχεδόν αδύνατον να ήταν ένοχη. Η πλοκή που γράφτηκε από τη ζωή της ήταν αντάξια της Άγκαθα Κρίστι
https://logomnimon.files.wordpress.com/ ... 700021.jpg
Η ιστορία αρχίζει με μια συνηθισμένη συζυγική κατάσταση. Η Υβόννη είναι δυστυχισμένη διότι πιστεύει ότι ο άνδρας της δεν την αγαπάει. Με πατέρα Πολωνό – Υβόννη Ντομπροβέσκου είναι το πατρικό της όνομα – και μητέρα Ιταλίδα έχει ανήσυχο χαρακτήρα και μελοδραματική διάθεση. Μία μέρα αποφασίζει να ταράξει την αδιαφορία του, σκηνοθετώντας μία απόπειρα αυτοκτονίας. Και ενώ ο άνδρας της είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι της κάμαράς τους, πίσω από την κλεισμένη πόρτα, η Υβόννη ξαπλώνεται στον καναπέ του σαλονιού, παίρνει το πιστόλι και πολύ προσεκτικά τραβάει «ξώφαλτσα» μία σφαίρα στο στήθος της. Ο πυροβολισμός βέβαια τραντάζει το μικρό διαμέρισμα, αλλά του κάκου η Υβόννη περιμένει να δει τον άνδρα της να ξεπετιέται έντρομος.
Όταν ελαφρά τραυματισμένη αλλά έξω φρενών και έτοιμη για συζυγική σκηνή σηκώνεται και ανοίγει την πόρτα, τον βρίσκει στο κρεβάτι νεκρό. Η σφαίρα είχε περάσει την κλειστή πόρτα και τον είχε αφήσει στον τόπο…
Απ’ εδώ και πέρα αρχίζει ο εφιάλτης των ειδικών, των «εξπέρ», των εμπειρογνωμόνων, που καλούνται άλλοι μάρτυρες υπερασπίσεως, άλλοι κατηγορίας απ’ όλα τα μέρη της γης.
Η οικογένεια του θύματος, όπως και μεγάλη μερίς της κοινής γνώμης βλέπει την όμορφη Πολωνέζα Υβόννη σαν σατανικό πρόσωπο που κάπως έχει επινοήσει τον φόνο του συζύγου της.
Η πόρτα βρίσκεται στο δικαστήριο και η τροχιά της σφαίρας εξετάζεται με χίλιους τρόπους και η φαντασία των δημοσιογράφων παρουσιάζει όλο και νέες εκδοχές που δίνουν νέα τροπή στο έγκλημα. Η Υβόννη κλαίει και επιμένει στην αθωότητά της, ενώ πρόσθετο ρομαντικό στοιχείο είναι η γενική πεποίθηση ότι ο δικηγόρος της, ο πολύ γνωστός και συμπαθής στο αθηναϊκό κοινό Δημήτρης Μπαμπάκος είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της.
Τελικά η μελαγχολική γαλανομάτα αθωώνεται. Η τροχιά της σφαίρας που αποδεικνύει ότι η επίμαχος πόρτα ήταν πραγματικά κλειστή, πείθει το δικαστήριο. Κανείς, ούτε ο καλύτερος σκοπευτής του κόσμου, συμφωνούν οι ειδικοί, δεν μπορούσε να πετύχει ένα στόχο περνώντας από μια βαριά, ξύλινη, κλειστή πόρτα. Ο Κωνσταντίνος Περδικάρης, το θύμα, έφταιγε: είχε κερδίσει λαχείο ατυχίας…