Πορφύριος Εξαρχίδης έγραψε: ↑30 Νοέμ 2019, 18:05
Καταθέτω προσωπική εμπειρία από τον γέροντα.
Ήταν καλοκαίρι του 86 όταν επισκέφθηκα με άλλους ενορίτες το Άγιο Όρος. Ο γέροντας ήταν τότε αρκετά άρρωστος και περνούσε τον περισσότερο χρόνο στο κελί του τρώγοντας λίγο ψωμί και θράψαλα. Φτάσαμε στην σκήτη σαγηνευμένοι όλοι από την ομορφιά της φύσης και του μοναστηριού και όλοι ελπίζαμε ενδόμυχα να συναντήσουμε τον σεβάσμιο γέροντα. Μετά από πολλές ώρες φάνηκε ότι ο γέροντας δεν θα εμφανιζόταν και κινήσαμε σιγά σιγά στα κελιά μας για ύπνο. Θα ξυπνούσαμε χαράματα για να παρακολουθήσουμε τη λειτουργία. Στα άδυτα όπου η ορθοδοξία προσεύχεται για τις ψυχές μας.
Κοιμήθηκα κι ονειρεύτηκα ότι ήμουν επάνω σε ένα σύννεφο και κοίταζα κάτω τον κόσμο. Ένιωθα φόβο και απομακρυνόμουν όλο και περισσότερο από τη γη. Ασφυκτιούσα, δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Μετά από λίγο ξεψύχησα στο όνειρό μου. Πρώτη φορά έβλεπα στον ύπνο μου ότι πέθαινα. Μα το όνειρο συνέχιζε.
Σκοτείνιαζε και οι ήχοι χαμήλωναν ώσπου επικράτησε τέλειο σκοτάδι και ησυχία. Σηκώθηκα απότομα από το κρεβάτι αναπνέοντας βαριά και στράφηκα προς το μικρό καγκελωτό παραθυράκι για να πάρω αέρα. Κάτω στην αυλή διέκρινα μια φιγούρα να κάθεται κάτω από ένα πλατάνι. Φόρεσα τα ρούχα μου και κατέβηκα κάτω.
Ήταν δύσκολο να διακρίνω τα χαρακτηριστικά του μέσα στο σκοτάδι, τον πλησίασα, του φίλησα το χέρι. Απίθωσε το δικό του στο κεφάλι μου.
- Γέροντα, του είπα, ξύπνησα από
ένα άγριο όνειρο.
- Τι όνειρο παιδί μου; με ρώτησε.
- Είδα ότι πέθανα, είδα τον θάνατό μου. Το όνειρο συνεχίστηκε. Δεν υπήρχε τίποτα μετά γέροντα. Ούτε παράδεισος, ούτε κόλαση, μόνο μαύρο.
- Ναι παιδί μου. Μάλλον έτσι είναι. Μου απάντησε αποδυναμωμένος και σηκώθηκε για να φύγει.
- Και όλα αυτά γέροντα; τον ρώτησα.
- Τίποτα παιδί μου. Τίποτα.
Και απομακρύνθηκε.